Παιδεία και Πολιτική…

on .

Σκόπιμα άφησα να περάσουν μερικές μέρες από τη συζήτηση -τρόπος του λέγειν- που έγινε στη Βουλή των Ελλήνων για τα Ιδιωτικά Πανεπιστήμια, γιατί ήθελα να στεγνώσουν κάπως τα δάκρυα που χύθηκαν στο χώρο του Κοινοβουλίου από τους θρηνούντες αρχηγούς της αντιπολίτευσης και τους συμπάσχοντες βουλευτές των κομμάτων τους, για το μεγάλο, όπως το αποκάλεσαν έγκλημα σε βάρος της εθνικής μας παιδείας. Ήθελα να περάσουν επίσης οι εντυπώσεις και από τις πανηγυρικές διακηρύξεις της συμπολίτευσης για τον εκσυγχρονισμό που επέρχεται από την ίδρυση των «μη κερδοσκοπικών», όπως τα αποκάλεσαν, ιδιωτικών πανεπιστημίων. Θρηνούντες και πανηγυρίζοντες με τις κραυγές τους, υπέρ ή κατά της επερχόμενης ανώτατης ιδιωτικής εκπαίδευσης, θεμελίωναν τη διαπίστωση «της βαθιάς κρίσης του πολιτικού λόγου στη χώρα μας», μιας κρίσης που συνεπάγεται τις πολλές, τις ειδικές της μορφές: την κρίση στην παιδεία, την κρίση στη δικαιοσύνη, την κρίση στην κομματική ζωή, την κρίση στη διοίκηση, τελικά την κρίση τη βαθιά που περνά η σχέση του πολίτη με τη πολιτεία.

Εκεί ακριβώς βρίσκεται το πρόβλημα. Και το πρόβλημα αυτό υπάρχει σε όλη την περίοδο της λεγόμενης μεταπολίτευσης, κατά την οποία «η εκπαίδευση δεν έχει στόχο την παιδεία, η πολιτεία λειτουργεί αναξιόπιστα με τυπική νομιμοφάνεια, η πολιτική, τα κόμματα, ο συνδικαλισμός, έχουν περιεχόμενο παραγοντικό, αρχηγικό, κερδοσκοπικό και διασφαλιστικό του επαγγέλματος για ανεπάγγελτους. Η πρόταση είναι συνειδητή: Ανατροπή παντού».

Συνεπώς και αυτοί που θρηνούσαν και αυτοί που πανηγύριζαν για την παιδεία το έκαναν γιατί δεν έχουν καμιά σχέση με αυτή και όλα αυτά τα χρόνια της μεταπολίτευσης που ήταν στο πολιτικό προσκήνιο και ρύθμιζαν τις τύχες της χώρας, έδιναν την εντύπωση ότι έμοιαζαν τους ανθρώπους της προ του Προμηθέα εποχής, όπως τους παρουσιάζει στον «Προμηθέα το Δεσμώτη» ο Αισχύλος, που ενώ έβλεπαν, έβλεπαν στα χαμένα, ενώ άκουγαν δεν άκουγαν, παρόμοιοι με σκιές ονείρων, μπέρδευαν τα πάντα στην άσκοπη για μας τους πολίτες, σκοπιμότατη όμως γι’ αυτούς ζωή τους. 

Έκαναν πως δεν ήξεραν τι συνέβαινε σε μερικά από τα δημόσια πανεπιστήμια, αίθουσες των οποίων όπως αποκαλύφθηκε προχθές τελούσαν υπό κατάληψη από άσχετους με τα πανεπιστήμια, επί 44 χρόνια και φοιτητικές λέσχες είχαν μεταβληθεί σε άντρα ληστών που έσπερναν τον τρόμο παντού. Καλά δεν έβλεπαν και δεν άκουγαν, δεν διάβαζαν όμως ανθρώπους που ζούσαν από μέσα αυτό το δράμα και διεκτραγωδούσαν την κατάσταση με καθημερινά άρθρα στις εφημερίδες μεγάλης κυκλοφορίας και σε βιβλία που τα διαβάζαμε εμείς οι απλοί πολίτες και φρίτταμε με αυτά που συνέβαιναν σ’αυτόν τον ταλαίπωρο τόπο;

Έχω διαβάσει με προσοχή δύο τέτοια βιβλία, κάθε κεφάλαιο των οποίων είχε αποτελέσει διαχρονικά μάλιστα άρθρο δημοσιευμένο σε εφημερίδες με ευρύτατη κυκλοφορία: Το πρώτο βιβλίο ανήκει στον διεθνούς φήμης συμπατριώτη μας καθηγητή Παθολογίας Χαράλαμπο Μουτσόπουλο με τον ευρηματικό τίτλο «Απόψεις για αυτιά που δεν ακούν». Δίνει μια αποκαρδιωτική εικόνα του ελληνικού Πανεπιστημίου και την αποδίδει στην «έλλειψη αξιολόγησης, στο νεποτισμό και στην αναξιοκρατία». Διατυπώνει δε την άποψη, στηριζόμενος σε διεθνή στατιστικά στοιχεία, πως «κανένα από τα ελληνικά πανεπιστήμια δεν συγκαταλέγεται μεταξύ των 300 καλύτερων του κόσμου», πως «είναι μεγάλο το ποσοστό ακαδημαϊκών δασκάλων που δεν πληρούν τις διεθνείς προδιαγραφές», πως «η πιθανότητα το παιδί ενός αγρότη, δημοσίου υπαλλήλου ή επιστήμονα να εργαστεί ως μέλος ΔΕΠ στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών κυμαίνεται από 3/10.000 έως 3/100.000, ενώ ο συγγενής καθηγητή της Ιατρικής Σχολής έχει πιθανότητα 55%».

Και καταλήγει ο καθηγητής: «Αν δεν ληφθούν τώρα μέτρα, τα ελληνικά πανεπιστήμια θα συνεχίσουν να σέρνονται στην τελευταία θέση των ευρωπαϊκών πανεπιστημίων από άποψη καινοτομίας και αποδοτικότητας. Κάτι τέτοιο όμως δε συνάδει με το όραμα που έχει ο καθένας από εμάς για την εξελιξη των παιδιών μας και την προκοπή του λαού και του τόπου μας».

Αυτά ήταν γραμμένα το 2007, πριν από 17 χρόνια και αφορούσαν όλη τη μεταπολίτευση. Πιο σκληρός σε αρκετά άρθρα του που έγιναν και αυτά βιβλίο με τον τίτλο «Η Μεγάλη Παρακμή» ο άλλος γνωστός ακαδημαϊκός δάσκαλος και συνταγματολόγος, ο Δημήτρης Τσάτσος, γράφει: «Συντεχνιακές προαγωγές εκτοπίζουν αξιοκρατικές εκλογές διδασκόντων. Η συντεχνιακή διασφάλιση όσων κάποια στιγμή βρήκαν την ευκαιρία και εισέβαλαν στο Πανεπιστήμιο και μονιμοποιήθηκαν οδήγησε στη συσπείρωση αγραμμάτων και ημιμαθών. Όταν πολλές φορές εκλέγονται οι μέτριοι, δεν εκλέγονται από αδυναμία να εντοπιστεί ο άριστος, αλλά από τη θέληση της πλειοψηφούσας κλίκας να αυτοπροστατευτεί, εμποδίζοντας να μπει κάποιος που είναι καλύτερός τους. Η φράση υποβάθμιση σπουδών δεν εκφράζει την τραγική πραγματικότητα. Σε ορισμένες περιπτώσεις έχουμε ανυπαρξία σπουδών. Η βαθιά αγραμματοσύνη εξαπλώνεται σαν καρκίνος στη νέα γενιά• η εξαθλίωση των σπουδών σήμερα είναι μη αναστρέψιμη. Ποιος μπορούσε να φανταστεί ότι το ‘δημοκρατικό πανεπιστήμιο’ θα εξελισσόταν σε ένα καταφύγιο συνδικαλιστών, λεκτόρων και δημοσίων υπαλλήλων και η ψήφος των φοιτητών σε εργαλείο εκφοβισμών και απειλών στα χέρια φοιτητοπατέρων και συμμοριών;». Και αυτά πριν από αρκετά χρόνια γραμμένα, με συνεχή άρθρα σε εφημερίδες.

Ακολουθεί ένας τρίτος, κοινωνικός κριτικός αυτός, ο Μάριος Πλωρίτης με τις εγνωσμένου κύρους απόψεις του και μας λέει: «Οι ανώτατες σχολές βγάζουν κρουνηδόν ‘ειδικούς’, που μένουν, οι περισσότεροι, με το χαρτί στο χέρι, αντιμετωπίζουν το πρόβλημα όχι πια της επιστημονικής αξιοποίησης, αλλά της ίδιας της επιβίωσης, και αναγκάζονται να αναδέχονται όποια δουλειά θα τους εξασφαλίσει τον πιο γλίσχρο επιούσιο• γίνονται υποχείριοι μιας ανούσιας και μηχανικής εργασίας, ιδανικό λίπασμα, που εξυπηρετεί τους κρατούντες, μια κι είναι η πιο πρόσφορη ύλη για εκμετάλλευση και απομύζηση. Και μόνο το γεγονός ότι, δεκάδες και δεκάδες χρόνια τώρα, από παντού επισημαίνεται ο παραλογισμός και η αχρηστία της Παιδείας, φτάνει για να αποδείξει πως η αποτελμάτωση της Παιδείας δεν είναι τυχαία. Μένει έτσι επειδή συμφέρει έτσι να μένει». 

Και το ερώτημα τώρα: Ποιόν συμφέρει «έτσι να μένει»; Μας το είπε ο Ελύτης: «Συμφέρει το πολιτικό - κομματικό κατεστημένο της χώρας, το οποίο από άποψη ουσιαστικής παιδείας και πνευματικής καλλιέργειας, εκτός ελαχίστων τιμητικών εξαιρέσεων, βρίσκεται σε «βαθιά άκραχτα μεσάνυχτα, μέσα σε μια πολιτεία κοιμισμένη». Και το συμπέρασμα; Δημόσιο ασφαλώς πανεπιστήμιο• όχι όμως στην κατάσταση που εκτίθεται πιο πάνω από επίσημα χείλη και πρέπει η κατάσταση αυτή, να ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα.

Για μας πάντως τους πολίτες που ξέρουμε τι σημαίνει κα τι αξίζει τούτος ο τόπος, ισχύει η άποψη πως «η χώρα αυτή αντέχεται, θα έλεγα και αγαπιέται, μόνο σε συνάρτηση με την προσδοκία της μεγάλης οργής, αυτής που ίσως φέρει τη μεγάλη ανατροπή».