Άγνωστες πτυχές της ζωής του Ελιγιά Γιοσέφ Ελιγιά…

on .

Με την ευκαιρία του ετήσιου μνημόσυνο του Ελληνοεβραίου καθηγητή Ιατρικής και Δημάρχου της πόλης μας Ελισάφ Μωυσή συνειρμικά μου ήρθε κατά νου ένας  άλλος Ελληνοεβραίος ο ποιητής Ελιγιά Γιοσέφ Ελιγιά που κι’ αυτός άφησε το στίγμα του στη «Μικρή μας Πόλη» με το ποιητικό του έργο και τις μεταφράσεις του.

 Ένα βράδυ εκεί που καθόμουν και ξεφύλλιζα για άλλη μια φορά το «Τέλος της Μικρής μας Πόλης» του Δημ. Χατζή, 

στάθηκα στο αφήγημα «Σαμπεθάι Καμπιλής», που αναφέρεται στην τραγική περιπέτεια της ζωής του αξέχαστου Ελληνοεβραίου –και  βέρου Γιαννιώτη- ποιητή Ελιγιά Γιοσέφ Ελιγιά.

Αποκαλύπτεται σ’ αυτό ο ρόλος αυτού του Σαμπεθάι Καμπιλή -ρόλος που απέβη αιτία σκληρών διωγμών του Ελιγιά, και του θανάτου του ίσως. 

Θυμήθηκα φοιτητής στην Αθήνα στην Ιατρική σχολή στον «Ευαγγελισμό» πήγα να πάρω ιστορικό από έναν ηλικιωμένο.  Με ρώτησε: -Από πού είσαι; -Από τα Γιάννινα, του απάντησα. -Γνωρίζεις κάτι για τον ποιητή Γιοσέφ Ελιγιά; με ρώτησε. Του λέω ότι μικρός έπαιζα σε μια συνοικία που εκεί δίπλα ήταν το σπίτι του Γιοσέφ Ελιγιά και ο δρόμος έχει πάρει το όνομά του. 

-Φίλος μου πολύ ο Ελιγιά, μου λέει, κι άρχισε να μου διηγείται τη γνωριμία και να αναφέρεται στον ποιητή. Κάθισα και κατέγραψα όσα μου αφηγήθηκε:

«Είχαμε ανοίξει συχνή αλληλογραφία μου είπε, χωρίς κιόλας να’ χουμε γνωριστεί και προσωπικά. Έκανε παρέα με τους ποιητές Νικοκάβουρα που υπηρετούσε στρατιώτης και με τον Τάκη Σιωμόπουλο. Συμπαραστάτης τους ο αξέχαστος διηγηματογράφος Χρηστοβασίλης. 

Ο Ελιγιά μου ‘γραφε τις περισσότερες φορές τα λεγόμενά του στιχόπλεκτα. Είχε ευχέρεια στη στιχοπλοκή. Καθηγητής της Αλλιάνς Φρανσαίζ μετέφραζε Γάλλους συγγραφείς. Μου ‘στελνε τις μεταφράσεις του υπογεγραμμένες με το ψευδώνυμο «Ιούλιος Συγκουλιέρος». Τις δημοσίευα στην «Ελληνική Επιθεώρηση» της Ευγενίας Ζωγράφου, γιατί ήμουν τακτικός συνεργάτης.

Μια μέρα δεν ξέρω πώς μου ‘ρθε η ιδέα να γράψω στον Ελιγιά να του συστήσω ν’ αφήσει τις μεταφράσεις απ’ τα Γαλλικά και να μεταφράζει του λοιπού απ’ την Εβραϊκή ποίηση και λογοτεχνία. Του εξήγησα ότι του έκανα αυτή την παρόρμηση επειδή η εργασία του έτσι θα ‘ταν πιο αξιοπρόσεκτη. 

Μ’ άκουσε κι άρχισε να μου στέλνει τέτοιες μεταφράσεις απ’ τα παλαιοεβραϊκά -απ’ το Ταλμούδ, απ’ το Δαυίδ και κατοπινούς του ποιητάς, αλλά και από σύγχρονους που έγραφαν, στη λαλούμενη σήμερα Εβραϊκή. Ήξερε ο Ελιγιά την Εβραϊκή γλώσσα-απ’ την αρχαία ως τη σημερινή - στην εντέλεια.. Φαίνεται σ΄ αυτήν την περίοδο έδρασε ο Σαμπεθάϊ Καμπιλής που αναφέρει ο Δημ. Χατζής στο αφήγημά του: σ΄ αυτό που αποκαλύπτεται η αιτία της δραματικής περιπέτειας του Ελληνοεβραίου ποιητή. Διαβάζοντας το ανοίχτηκε για εμένα η αυλαία του μυστηρίου αυτής της περιπέτειας που δεν μπορούσα πριν να εξηγήσω.

Εκείνη την εποχή ο Ελιγιά (πριν συλληφθεί απ’ την Ασφάλεια των Ιωαννίνων με την κατηγορία του «μπολσεβίκου», μου εμπιστεύτηκε σε παθιασμένο γράμμα του ένα πολύ σοβαρό μυστικό του που του ‘τρωγε τα σωθικά: ότι ασφυκτιούσε σαν από βραχνά η ζωή του μέσα στην πατρογονική του θρησκεία. 

Ήθελε να την αλλάξει να γίνει Χριστιανός. Και δεν το έκανε αυτό ακόμα, μόνο και μόνο για να μη πικράνει τη γριά του μάννα, που δεν είχε άλλον στον κόσμο και που αφάνταστα την πονούσε και αγαπούσε. 

Και υποψιάζομαι πως η παραπάνω αιτία έκανε να κινηθεί, όπως κινήθηκε ο Ιουδαϊσμός με τον Σαμπεθάι Καμπιλή εναντίον του Γιοσέφ. Πέρασαν κάπου δυο χρόνια που είχαν χαθεί για μένα τα ίχνη του, ώσπου ένα βράδυ δέχτηκα ξαφνικά την επίσκεψή του στην Αθήνα. Τον γνώρισα στους φίλους μου τον Γιοσέφ με γραπωμένα από τη μύτη τα ματογυάλια του, φωνάζοντας το όνομά μου για να ιδεί ποιός είμαι. 

Είχε μάθει ότι βρισκόμουνα στην Αθήνα. Αγκαλιαστήκαμε, φιληθήκαμε. Αυτή η προσωπική μου γνωριμία.

-Σε σένα χρωστάω που ζω, μου λέει φωναχτά. Αν δεν μ’ ανάγκαζες να κάνω μεταφράσεις απ’ τα Εβραϊκά τί θα γινόμουν τώρα με τον κατατρεγμό που με βρήκε; Τι θα γινόταν η μάννα μου; Και στη συνέχεια με πληροφόρησε ότι δουλεύει μεταφραστής απ’ τα Εβραϊκά στη «Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια» και του ζητούν μεταφράσεις απ’ τη Βίβλο, Εκδοτικοί Οίκοι.

 Αυτή η συνάντησή μας ήταν η πρώτη αλλά και η τελευταία».

TTT

…Γεννήθηκε στα Γιάννενα το 1892. Δάσκαλος των Γαλλικών στην αρχή του σταδίου του, επέτυχε τέλος να εγκατασταθεί στην πρωτεύουσα. Εδώ συστηματοποιεί τις σπουδές του γύρω από τα θέματα της Εβραιολογίας και παράλληλα εργάζεται ως καθηγητής σε ιδιωτικά Λύκεια. Επέτυχε να μάθει τρεις ακόμη γλώσσες: τα Γερμανικά, τα Ιταλικά και τα Ισπανικά. 

Το 1930 διορίζεται καθηγητής Γαλλικής στο Κιλκίς. Αλλά η νέα περίοδος της ζωής του, πληκτική και μονότονη, επιδρά δυσάρεστα στην ψυχοσύνθεσή του. Τον επόμενο χρόνο, άρρωστος από τύφο, επιστρέφει στην Αθήνα. Είναι το τελευταίο ταξίδι του. Ύστερα από μια επώδυνη αγωνία δεκατριών ημερονυκτίων πεθαίνει στον «Ευαγγελισμό» το 1931. 

Τα ποιήματά του, που ο ίδιος δεν ευτύχησε να τα δει συγκεντρωμένα σε τόμο, ακολουθούν τους τρόπους της παράδοσης. Στιχουργεί μια ποίηση απλή, μελωδική, εύρυθμη. Είναι γλυκός, τρυφερός και απελπισμένος. Έχει μια εκλεπτυσμένη μουσική αίσθηση της γλώσσας, μια ευαισθησία στη φυσιολατρική περιγραφικότητα, μια ευγένεια στο ερωτικό εγκώμιο και την εξομολογητική χάρη. Συχνότατα διαπερνά τους στίχους του μια απόχρωση λύπης, που προσοικειώνεται κάποτε το απαισιόδοξο κλίμα του Καρυωτακισμού. 

Είχε μυηθεί στην γλώσσα των αρχαίων κειμένων».

TTT

Η αναφορά μου αυτή στον ποιητή σκοπό έχει να φέρω στο φως  άγνωστες πτυχές της ζωής του που κατάφερε, παλεύοντας σε πλήθος αντιξοότητες, να ολοκληρώσει τη μόρφωσή του, να μυηθεί στην αρχαία Ιουδαική  φιλολογία, να μάθει ξένες γλώσσες και να προσφέρει παράλληλα προς το δικό του ποιητικό έργο θαυμάσιες μεταφράσεις  του ‘’Άσματος Ασμάτων’’ και άλλων αρχαίων κειμένων. Είναι κρίμα να μην αφιερώνεται από το Δήμο μία φιλολογική βραδιά στη μνήμη του και στο έργο του.