Το δήθεν θέατρο είσαι εσύ…

on .

Οι ενωμένες δυνάμεις των δυο κρατικών μας θεάτρων επιτέλους ελευθερώθηκαν απ’ τα δεσμά του στόμφου και των λυγμικών αδάκρυτων κλαυθμών και οδυρμών, ολοφυρμών και κοπετών που ήταν κυρίαρχα στις παραδοσιακές παραστάσεις και ξεπέρασαν το βαρύγδουπο δήθεν.

Απελευθερωμένες πλέον οι κρατικές μας σκηνές οδήγησαν τις ενωμένες δυνάμεις τους σ’ ένα σύγχρονο πιο μοντέρνο δήθεν, όπου –κατά τις ομολογίες αυτοπτών μαρτύρων μιας παράστασης αρχαίας τραγωδίας στην Επίδαυρο– ένα μεγάλο μέρος των θεατών,

αποχώρησε απ’ την παράσταση φωνάζοντας «ντροπή και αίσχος» για το σκηνοθετισμό της μοντερνιάς, της χαριτωμενιάς και του σύγχρονου δήθεν.

Να λοιπόν λαμπρό παράδειγμα μαϊμουδισμού και δηθενιάς για να ακολουθήσουν κι άλλα θέατρα και κυρίως τα ΔΗΠΕΘΕ όλης της χώρας που έτσι κι αλλιώς αυτό γίνεται.

Κι αυτό άκουγα από το 1976 (χρόνος ίδρυσης του ΟΗΘ): Ότι δηλαδή οι παραστάσεις των επαρχιακών θεάτρων δεν έχουν να ζηλέψουν τίποτε απ’ τις παραστάσεις των αθηναϊκών. Ότι δηλαδή όποια μοντερνιά η χαριτωμενιά αντιγράφεται και μεταφέρεται στην περιφέρεια προς εκπαίδευση – και ποτέ διαπαιδαγώγηση – του κόσμου της επαρχίας.

Αλλά ας ακούσουμε κι άλλη μια φωνή από μια ηθοποιό που μιλάει για την σκηνοθετήτιδα, την μοντερνιά, τον μαϊμουδισμό και το δήθεν. Το κείμενο που ακολουθεί δημοσιοποιήθηκε στον ηλεκτρονικό τύπο Facebook (φέϊσμπουκ) και είναι της ηθοποιού Σοφίας Μουτίδου:                                                                      

Από το 1996 που μπήκα στη δραματική σχολή, μέχρι σήμερα που είμαι 51 χρονών δεν μπόρεσα να εξοικειωθώ με το «δήθεν» στο θέατρο. Το δήθεν στη ζωή δεν μου αρέσει, δεν το επιλέγω. Δεν έχω φίλους που είναι δήθεν και δεν έλκομαι από δήθεν περσόνες.

Όμως μελετώντας σιγά - σιγά την δομή της ανθρώπινης σκέψης & ψυχής αρχίζω και κατανοώ την κατεύθυνση αυτή, χωρίς ποτέ όμως να τη θέλω στη ζωή μου.  Το «δήθεν» όμως στο θέατρο, είναι εντελώς άλλη υπόθεση, είναι ένα καθαρόαιμο καλλιτεχνικό έγκλημα, καθώς το θέατρο υπάρχει για να εκπαιδεύει, να ψυχαγωγεί, να διασκεδάζει, να προβληματίζει, να φωτίζει σκοτάδια αλλά και να σκοτεινιάζει σίγουρα μονοπάτια. Δεν είναι εκεί για να κάνει σώνει και καλά κάτι διαφορετικό. Το διαφορετικό προκύπτει, δεν είναι προσχεδιασμένη τακτική.

Πιστεύω ότι ένα μεγάλο μέρος του κοινού δεν αγαπάει τις τραγωδίες γιατί ποτέ δεν τις κατάλαβε. Αν κρίνω από κάτι που μου είπε μία φίλη, εκτός του χώρου της τέχνης, μία ταμίας σε σουπερμάρκετ, «δεν είναι αυτά για μας ρε», μιλώντας για μια παράσταση αρχαίου δράματος, διαπιστώνω μια υποτίμηση του εαυτού ενώπιον μιας μορφής τέχνης. Ο λόγος που ο κόσμος είναι μακριά ψυχικά από τις τραγωδίες, είναι ο τρόπος που αυτές παρουσιάζονταν  χρόνια τώρα.

 Κλασσικές, βαριές, υπερφίαλες, με στόμφο και γδούπο. Με ρούχα «αρχαία», με πρόσωπα «αρχαία». Από ηθοποιούς με φωνές ψεύτικες και δραματικές, με κλάματα χωρίς δάκρυα και με χαρές χωρίς συγκίνηση. Ποτέ δε μου άρεσαν τα πολύ μεγάλα ονόματα, τα καθιερωμένα της τραγωδίας,  όπως τα ακούω από ηχητικά ντοκουμέντα ή τα είδα σε βίντεο.

Ποτέ δε μου άρεσε η Παξινού αλλά και η Μόνα Λίζα. Θαρρείς και η ψυχή μου είναι υποχρεωμένη  να συνδέεται με θρύλους… Όταν κάτι δε με αγγίζει δεν το αποθεώνω. Βασικά δεν έχω κάποια ανάγκη να αποθεώσω, ή εν πάσει περιπτώσει δεν έχω ανάγκη να συγχρονιστώ με μια μαζική αποθέωση.  Βέβαια στο χώρο της δουλειάς μου, όπως φαντάζομαι και στο δικό σου δεν επιτρέπεται να πεις κάτι εναντίον κάποιου που θεωρείται αυθεντία.

Όταν λοιπόν βγαίνεις από ένα θέατρο και δεν έχεις καταλάβει κάτι, δε φταις εσύ, οι τραγωδίες είναι κατανοητές. Φταίει ο σκηνοθέτης που δεν μπόρεσε να σου δώσει να καταλάβεις αυτό που ο αρχαίος είπε. Οι τραγωδίες απευθύνονταν σε όλα τα κοινωνικά στρώματα. Αν είναι μόνο για «φωτισμένα» μυαλά και εκπαιδευμένα στο είδος, τότε πριν ξεκινήσει η παράσταση θα πρέπει να γίνεται μία ανακοίνωση η οποία θα λέει «παρακαλούνται όσοι είναι απαίδευτοι να περάσουν έξω».        

Και ξαφνικά σήμερα, μέσα σε μια στιγμή, όλο το έθνος, η ετεροκαθοριζόμενη αυτή οντότητα, μέσω του Twitter, αυτού του Ανώτατου Νομοθετικοδικαστικοεκτελεστικού σώματος, είδε ότι στην Επίδαυρο παίζονται και π…ρες! (βλέπεις τι αγώνα δίνω για να μη γράψω «κατά βάση»).

Αν τόσο καιρό που βλέπετε, στην κυριολεξία ό,τι σας σερβίρουν, χωρίς δεύτερη κρίση, χωρίς να εμπιστεύεστε το δικό σας μυαλό, και σηκώνεστε όρθιοι και χειροκροτάτε μέχρι τελικής πτώσεως παραστάσεις που σας δίνουν κύρος, επειδή πήγατε στην Επίδαυρο, φταίτε και εσείς. 

Ήσασταν κι εσείς εκεί, μαζί με πολιτικούς, γνωστές περσόνες καλοντυμένες πάντα με σέβας, επιδαυριακά, που ανάθεμα και αν κατάλαβαν ποτέ, ή αν δεν βαρέθηκαν  έστω και σε μία σκηνή απ’ ότι  έχουνε δει… ανοίξτε το στόμα σας. Πείτε «ήταν μαλακία» κι ας το κανε ο τάδε αδιαμφισβήτητα τρομερός σκηνοθέτης που έχουμε… Δεν έχετε καν δική σας γνώμη, δέχεστε αδιαμαρτύρητα ό,τι έχει πλασαριστεί και προμοταριστεί ως σπουδαίο.                        

Και φτάνουμε λοιπόν στο παρόν, όπου οι τραγωδίες ανεβαίνουνε εντελώς διαφορετικά. Απομακρύνθηκαν από το αρχαίο βαρύ κλίμα και προσανατολίζονται προς μία άλλη κατεύθυνση, που στόχο της έχει να τις φέρει πιο κοντά στο κοινό. Έτσι, βλέπουμε ήρωες αρχαίων τραγωδιών να μεταφέρονται σε γήπεδα, WC, μπαρ και διόδια. Η Κλυταιμνήστρα φοράει διχτυωτό καλσόν γιατί ήτανε καριόλα και οι καριόλες φοράνε δίχτυ. Η Ηλέκτρα κάνει μπάφο, γιατί αν ήταν στις μέρες μας αυτό θα έκανε από την απόγνωση ή θα κούμπωνε κάνα Ζάναξ…

Και η Μήδεια; Φλερτάρει λίγο με την Πισπιρίγκου; Υπεραπλουστεύσεις επικίνδυνες, στα όρια να γκρεμίσουν όλους τους αγώνες που δίνονται για διαφορετική νοηματοδότηση. Μου θυμίζει παραγγελία σε ταβέρνα του τύπου «βάλε μία από όλα». Και πάντα με μια σκηνογραφικοενδυματολογική ματιά ανάμεσα σε σουηδικό σήριαλ στο Netflix και το Interstellar, με τις γυναίκες σταθερά με κραγιόν κόκκινα πασαλειμμένα, μίνι φούστες, δερμάτινα ρούχα, εντυπωσιακά νυφικά, τακούνια και τσιγάρα και ανακατεμένα μαλλιά …πόσο ανέμπνευστοι και τραγικά γραφικοί.

Πόσο δεν μπορούν να ξεχωρίσουν τι είναι δική τους ανάγκη και τι ζητάει το κείμενο… Και πόσο μα πόσο εύκολο, από τους κοθόρνους και τις κραυγές να πας στα μικρόφωνα και στη μοντερνιά… το «δήθεν», έχει τόσα πρόσωπα που δεν πάει ο Νους μας.

Στόχος είναι, λέει, μ’ αυτόν τον τρόπο, να φωτιστεί από άλλη οπτική γωνία το πνεύμα του Ευριπίδη και να έρθει ο Σοφοκλής στο σήμερα. Μα είναι στο σήμερα. Ο Σοφοκλής. Εσύ δεν είσαι κλαπάρα. Δεν περιμένει ο Αισχύλος κανέναν από μας να τον φέρει στο σήμερα. Και επίσης αρκεί να φωτιστεί απ’ την οπτική γωνία που ίδιος επέλεξε, καθώς φαίνεται ότι είχε αρκετό Νου για να ξέρει τι λέει. 

Και έτσι, η συνταγή είναι απλή, στο όνομα της σκηνοθετικής ματιάς και της διάθεσης για καλύτερη κατανόηση του αρχαίου συγγραφέα, βλέπουμε οι τραγωδίες να εξελίσσονται στην Ουκρανία, στη Συρία, σ’ ένα σούσι ρέστοραν, βάζουμε και λίγα Τέμπη και έγινε η  μεταφορά στο σήμερα. Απλώς  τα νέα είναι πιο απλά. 

Τα αρχαία κείμενα δε χρειάζονται να μεταφερθούν πουθενά. Κι όχι επειδή είναι ιερά. Έχω χεσμένη κάθε έννοια ιερού που αποτελεί εμπόδιο στην ψυχική μου ανάπτυξη, από τα «ιερά» τέρατα του  θεάτρου έως τις ιέρειες της Τέχνης, καθώς αυτά τα θέσφατα είναι που μας έχουν κάνει μπουρδέλο τα μυαλά και τις ζωές μας. 

Τα αρχαία κείμενα δε χρειάζονται μεταφορές και προβληματισμούς γιατί  είναι απολύτως διαχρονικά και βαθιά ψυχαναλυτικά. Χρειάζονται αληθινές ερμηνείες. Μόνο. Και είναι τόσο δύσκολο; Ναι.

 Είναι ασήκωτα δύσκολο. Να αφήσεις στην άκρη ό,τι ναρκισσιστικό κατάλοιπο έχεις, όποια εγωιστική διάθεση να βγάλεις μια άποψή σου πάνω σ’ αυτά και να βυθιστείς σ´ αυτούς τους ήρωες…ή μάλλον όχι, δεν είναι ήρωες. 

Πρόκειται για  αρχέτυπα. Για  έννοιες. Γι αυτό είναι δύσκολο, γιατί τόσα χρόνια τους παίζαν σαν αρχέτυπα(!) και τώρα τους παίζουν σαν ήρωες από μεξικάνικη μεταγλωττισμένη σαπουνόπερα.

Για να προσεγγίσεις και να αποδώσεις κάτι αρχετυπικό θέλει τόση προσωπική δουλειά που ο άλλος δρόμος της «φρέσκιας σκηνοθετικής ματιάς» φαντάζει παράδεισος! Η δημιουργία είναι μια διαδικασία επώδυνη, ψυχοφθόρα και συνάμα οργασμική και άγρια ευχάριστη. Οι «δημιουργοί» σήμερα κρατάνε την τελευταία λέξη μόνο. 

Και κάτι τελευταίο, αφού μιλάμε για αρχαίες τραγωδίες, να θυμίσω ότι στην αρχαιότητα όταν το κοινό δε γούσταρε αυτό που έβλεπε, πετούσε ντομάτες. Να μην παίρνουμε μόνο κύρος στην Επίδαυρο, ή επιχορηγήσεις… να κρατάμε και κάνα ζαρζαβατικό…