Στα αμπάρια του «Κοσσιούσκο»…

on .

 Η τραγική τύχη που επεφύλαξε ο διάπλους της Μεσογείου στους εκατοντάδες μετανάστες, με την καταβύθιση του αιγυπτιακού αλιευτικού σκάφους που τους μετέφερε, μου επανέφερε από τις ομίχλες της μνήμης, ένα, εν πολλοίς, ανάλογο ταξίδι, στο καράβι του οποίου υπήρξα επιβάτης, χωρίς, ευτυχώς, να έχει, μάλλον θα έλεγα τυχαία, το ίδιο δραματικό αποτέλεσμα του προαναφερθέντος συμβάντος. Μετά τη λήξη της εμφύλιας διαμάχης, τον Αύγουστο του 1949, οι αντάρτες του λεγόμενου Δ.Σ.Ε. καταφεύγουν στην Αλβανία και, από εκεί διασκορπίζονται στις διάφορες «Λαϊκές Δημοκρατίες». Μαζί τους μεταφέρουν, βιαίως απαχθέντες, χιλιάδες, ιδίως από τις παραμεθόριες περιοχές, είτε να τους χρησιμοποιήσουν σαν ομήρους, είτε σαν υλικό για μία επιστροφή στην Ελλάδα με την «Κόκκινη Σημαία». Κάπως έτσι.

Το πολωνικό ημιφορτηγό πλοίο «Κοσσιούσκο», τον Νοέμβριο του 1949, με αφετηρία το αλβανικό λιμάνι του Δυρραχίου, σε συνθήκες παρανομίας, μετέφερε 3.000 Έλληνες, εκ των οποίων οι 1.500 τουλάχιστον, είχαν απαχθεί βιαίως από τις εστίες τους, από τους αντάρτες του Δ.Σ.Ε. Διέσχισε τη Μεσόγειο, πέρασε το Γιβλαρτάρ, την Μάγχη, εισήλθε στη Βαλτική θάλασσα και κατέληξε στο πολωνικό λιμάνι του Γκντάνσκ, που δεν ήταν άλλο από το γερμανικό Ντάντσιχ.

Η χωρητικότητα του «Κοσσιούσκο» δεν υπερέβαινε τα 1.500 άτομα. Παρά ταύτα, με απαίτηση της ηγεσίας του Κ.Κ.Ε. και παρά τις έντονες αντιρρήσεις του πολωνού πλοιάρχου, μετέφερε τελικά 3.000! Αυτό γράφει ο κομμουνιστής Λάμπρος Σαμπάνης στο εκδοθέν βιβλίο του «Αναμνήσεις από την Εθνική αντίσταση και τον Εμφύλιο».

Αρχηγός της αποστολής ήταν ο γιατρός Βασίλης Μπαρτζιώτας, αδελφός του περιβόητου «Φάνη» Μπαρτζιώτα, με βοηθούς τον συγγραφέα του παραπάνω βιβλίου Λ. Σαμπάνη και έναν ονόματι Μαλεζά.

Αναγράφεται εις το εν λόγω βιβλίο: «Έχουμε ειδοποιήσει για 1.500 μαχητές του Δ.Σ.Ε.», όμως ο Γούσια φέρνει άλλους 1.500 πρόσφυγες (με εισαγωγικά σ.σ.) από τη Μουργκάνα, Πρέσπες, Καστοριά, γυναίκες, γέροι (και παιδιά)… όταν το είπαμε στον Πολωνό καπετάνιο ότι θα πάρεις 3.000 τραβούσε τα μαλλιά του… ο καπετάνιος του καραβιού λέει στον Γούσια και Μπαρτζιώτα τον γιατρό, ότι είναι αδύνατον να πάρω περισσότερους από 1.500. Τα εφόδια για νερό και τρόφιμα και σωσίβια είναι μόνο για 1.500…». Ο πλοίαρχος τελικά υπεχώρησε γιατί προφανώς – η εντολή μεταφοράς προήλθε από την Σοβιετική Ένωση.

Το ταξίδι, πάντα στα αμπάρια του πλοίου, διήρκεσε 12 μερόνυχτα, με πείνα και δίψα, βρώμα και δυσωδία, εμετό και ζάλη… Κάπως έτσι βρέθηκα – τελικά – από τα βουνά της Ηπείρου, στους κάμπους της Ουγγαρίας…