Τα μεγάλα δεινά του Πωγωνίου κατά τα Ορλωφικά και το 1820-1834...

on .

Στη διάρκεια της Τουρκοκρατίας έγιναν δεκάδες επαναστατικά κινήματα των Ελλήνων. Κάθε φορά ο σουλτάνος κινητοποιούσε αλβανικές ορδές για να συνδράμουν στην κατάπνιξη των κινημάτων αυτών. Σαν μάστιγες περνούσαν από το πολύπαθο Πωγώνι σκορπώντας το θάνατο και τον όλεθρο.
Το σημαντικότερο κίνημα πριν από τη μεγάλη Ελληνική Επανάσταση του 1821, έγινε στο διάστημα 1769 – 1774. Στο διάστημα αυτό η Ρωσία εκήρυξε πόλεμο της Τουρκίας. Ήταν ένας από τους πολλούς Ρωσοτουρκικούς πολέμους. Τα γεγονότα αυτά έμειναν γνωστά ως Ορλωφικά. Και ονομάστηκαν έτσι από τους αδελφούς Ορλώφ (Θεόδωρο και Αλέξιο), Ρώσους αξιωματικούς, τους οποίους έστειλε στην Ελλάδα η Τσαρίνα Αικατερίνη Β’ με ελάχιστες δυνάμεις να βοηθήσουν, δήθεν, τους Έλληνες να επαναστατήσουν...
Σκοπός, όπως πάντα, της Ρωσίας να επιτύχει τους στόχους της και μόνον. Επαναστατώντας οι Έλληνες θα απασχολούσαν τουρκικά στρατεύματα για να νικήσει εύκολα η Αικατερίνη την Τουρκία. Και, όταν επιτύγχανε το σκοπό της, θα εγκατέλειπε τους δυστυχείς ραγιάδες στην τύχη τους. Και ακριβώς αυτό έγινε άλλη μία φορά. Και ήταν η τελευταία, γιατί τότε πήραν πλέον την απόφαση οι υπόδουλοι Έλληνες να στηριχθούν στις δικές τους δυνάμεις και να μη περιμένουν από κανέναν να τους χαρίσει την ελευθερία. Στο μεταξύ, όμως πλήρωσαν πολύ ακριβά την αποκοτιά τους εκείνη οι ραγιάδες (ραγιά = πρόβατο). Μόνον στην Πελοπόννησο σφάχτηκαν σαράντα χιλιάδες και τους άφησαν άταφους, για να γίνουν το φόβητρο για κάθε νέο τόλμημα.
Αλλά, εδώ ο σκοπός μας δεν είναι να εξιστορήσουμε την επανάσταση εκείνη. Εδώ, θα ιδούμε τα ελάχιστα στοιχεία που έχουμε για τα δεινά και τις καταστροφές στο Πωγώνι.
Ο Ιωάννης Λαμπρίδης στα «Πωγωνιακά» σημειώνει: «Επί δύο και επέκεινα αιώνες πολλά και του τμήματος τούτου τα χωρία υπέστησαν δεινοπαθήματα εκ της διαβιβάσεως και επί πολλάς ημέρας διαμονής Αλβανών μάλιστα κατά την της Πελοποννήσου εκστρατείας (1769) και την εξανάσταση των Ελλήνων».
Όλες οι μαρτυρίες συμπίπτουν στο γεγονός ότι το Πωγώνι την εποχή αυτή υπέφερε τα πάνδεινα κατά την κάθοδο στη Νότια Ελλάδα. Άρπαζαν ό,τι ήθελαν, για να συντηρηθούν, γιατί το Τουρκικό κράτος δεν διέθετε κανενός είδους προμήθεια στα αλβανικά στρατεύματα. Επίσης, άρπαζαν για να έχουν τροφή για την πορεία. Έμπαιναν στα σπίτια και έβγαζαν έξω τις οικογένεις για να μείνουν αυτοί όσες μέρες χρειάζονταν να μείνουν σε κάποιο σημείο. Χωρίς αφορμή, αν τους κάπνιζε, μπορούσαν να σκοτώσουν κάποιον, για να διασκεδάσουν ή για να δοκιμάσουν τις σκοπευτικές τους ικανότητες! Λόγο δεν είχαν να δώσουν σε κανένα. Στην επιστροφή φρόντιζαν να αρπάξουν τα υπάρχοντα των κατοίκων για να τα μεταφέρουν στα σπίτια τους στην Αλβανία.
Τότε καταστράφηκε η Μοσχόπολη (περιοχή Κορυτσάς) «Η περιώνυμος Μοσχόπολις με τα 1200 σπίτια με τα 14 οργανωμένας συντεχνίας, «ρουσφέτια τεχνών», την ονομαστήν Ακαδημίαν και το τυπογραφείον και τόσα άλλα έργα πολιτισμού «κατεχαλάσθη και παντελώς ηφανίσθη», κατά σχετικήν σύγχρονον ενθήμησιν 24 Ιουνίου 1769 της Μονής Προδρόμου».
Η Αικατερίνη φρόντισε να εκμεταλλευθεί και τους Χειμαρριώτες. Εγνώριζε τον πόθο που εθέρμαινε τις καρδιές τους για ελευθερία και πόσο γεναιόψυχοι ήταν. Έτσι, την 10 Μαΐου του 1770 ο Θεόδωρος Ορλώφ έστειλε ειδική εγκύκλιο στους Χειμαριώτες. Μεταξύ των άλλων έγραφε: «Ήδη επέστη η στιγμή γενναίοι Χειμμαριώται, όπως εκδηλώσητε, εν ονόματι του Ιησού Χριστού και της Αυτοκρατορίσσης μου, τον υπέρ του Έθνους Υμών και της Χριστιανοσύνης ζήλον σας...». Μεγάλα λόγια κενά περιεχομένου όπως αποδείχτηκε.
Μετά την αποτυχία της επανάστασης αυτής οι Χειμαριώτες εγκαταλείπονται για μια ακόμη φορά από τους ισχυρούς συμμάχους τους στην τύχη τους.
Τότε, πολλοί Χειμαριώτες για να γλυτώσουν από την οργή των Τούρκων, με σφιγμένη καρδιά από τον ψυχικό πόνο, εγκατέλειψαν την «πατρώαν γην» και πήγαν στη Νεάπολη της Ιταλίας και σε διάφορες πόλεις της Σικελίας, για να βρουν προστασία και κατατάσσονται στα Ελληνοαλβανικά τάγματα που υπήρχαν ήδη εκεί υπό την αρχηγία του Κόμητα Στράτη Γκίκα, Γιάννη Σπύρου και Α. Βάρφη. Άλλες ομάδες Χειμαριωτών εγκαταστάθηκαν στη Βενετία με αρχηγούς άριστους από όλη την περιοχή της Χειμάρας. Μεταξύ αυτών και οι Γ. Ανδρούτσος, Χάρης Μπέγκας, Γιαννούσης και Λέκκας, από το χωριό Δρυμάδες της Χειμάρας. Έτσι, οργανωμένοι και πανέτοιμοι πολεμηστές οι Χειμαριώτες, μόλις άρχισε η Ελληνική Επανάσταση κατέβηκαν στην Ελλάδα και αγωνίστηκαν «συνεχώς και επιτυχώς» μέχρι της αναγνωρίσεως της Ελληνικής Ανεξαρτησίας.
Ο Σπύρος Στούπης γράφει: «Κατά την Πελοπονησιακήν επανάστασιν (1770), την επιλεγομένην του Ορλώφ (=Ορλωφικά), χιλάδες χριστιανών κατέφυγαν από την Ήπειρο στην Επτάνησο για να σωθούν από την μάχαιρα των Τουρκαλβανών. Απερίγραπτα δε είναι τα δεινά της περιοχής από τις χιλιάδες των φανατισμένων αυτών, τόσον κατά την κάθοδό τους προς την Πελοπόννησο, όσον και κατά την επιστροφή τους από το οικτρό τέλος της επαναστάσεως εκείνης. Σύγχρονος της εποχής εκείνης γράφει σχετικώς: «πασίδηλος είναι η φθορά που προξενείται εις τα χωρία, όταν διέρχωνται άτακτα Οθωμανικά στρατεύματα. Αυτοί οι βάρβαροι και σκληρόκαρδοι Αλβανοί, αφού λάβουν από τους ταλαίπωρους χωρικούς όσον τους ζητήσουν και αφού φάγουν πλουσιοπαρόχως και γαστριμαργώς όσα πρόβατα και άλλα εύρουν, η αχόρταγος ψυχή τους ποτέ δεν ευχαριστείται, και με βίαν τους αρπάζουν, δεν λέγω χρήματα, διότι δεν έχουν αλλ’ ό,τι εύρουν και ασπλάχνως άλλον δέρνουν, άλλον ονειδίζουν και πολλούς φονεύουν».
Στο διάστημα αυτό έχουμε μεγάλα και σημαντικά γεγονότα, όπως είναι ο πόλεμος που εκύρηξε ο σουλτάνος εναντίον του Αλή πασά, η πολιορκία του στο Κάστρο των Ιωαννίνων. Τέλος η παγίδευσή του στο μοναστήρι του Αγίου Παντελεήμονα στο Νησί, η θανάτωσή του και η αποστολή της κεφαλής του στο σουλτάνο τον Ιανουάριο 1822.
Παράλληλα έχουμε την έναρξη της μεγάλης Ελληνικής Επανάστασης 1821, τον οκταετή σπάνιο αγώνα και την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας, την αναγνώριση το 1830. Τρίτο, όσον αφορά στην Ήπειρο έχουμε τις επιδρομές αλβανικών συμμοριών, που συντάραξαν πιό πολύ το Πωγώνι μέχρι το 1834.
Στο διάστημα αυτό έχουμε μετακινήσεις πολυαρίθμων αλβανικών ρέμπελων ομάδων, που στην αρχή έτρεχαν να βοηθήσουν τον Αλή πασά. Όταν, όμως, είδαν οτι ο σατράπης της Ηπείρου χάνει το παιχνίδι, προθυμότατα (όπως πάντα) οι Αλβανοί έτρεξαν να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στους Τούρκους πασάδες. Έτσι, το Πωγώνι, όπως και όλη η Ήπειρος, είχε πλημμυρίσει από τουρκαλβανικά και σουλτανικά στρατεύματα.
Η παραμονή στην περιοχή των πολυαρίθμων αυτών στρατευμάτων τόσο χρονικό διάστημα, με τη σχεδόν ανύπαρκτη υγειονομική υπηρεσία της εποχής εκείνης, είχε σαν αποτέλεσμα να εμφανιστεί πανώλη (πανούκλα), που σαν συνέπεια είχε τον θάνατο πολλών κατοίκων των χωριών Πωγωνίου και Κόνιτσας.
Για το θέμα αυτό έχουμε δύο αδιάψευτες μαρτυρίες: Πρώτη μαρτυρία είναι του Ακαδημαϊκού και ιστορικού Συγγραφέα Διονυσίου Κόκκινου «Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΙΣ» Εκδ. 1959 τόμος 5ος σελ. 169, όπου γράφει: «Η αναπτυχθείσα εκ της πολυετούς εμπολέμου καταστάσεως λοιμώδης επιδημία, που εμάστιζε την Ήπειρον, απέβαινε φοβερά...».
Δεύτερη μαρτυρία έχουμε την ακόλουθη: «Στο χωριό Μόλιστα, Συνοικισμός Μποσιφάρι (σήμερα Μοναστηρίου) της Κόνιτσας, υπάρχει σε ένα Τριόδιον η σημείωση, την οποία παραθέτω αυτούσια με την ανορθογραφία της: «Θήμησι τον κερόν που εβάρεσε το θανατικών ης την Μόλιστα Μαΐου 2 και απέθαναν άνθρωποι 22 έτος 1822 δωρόεθος έγραφα». (Ηπειρωτική Εστία, τεύχος 45 σελ. 40).
Στους Δρυμάδες του Πωγωνίου υπάρχει και άλλη μαρτυρία: Απέναντι από το χωριό στη θέση Τζιουρί στο κέντρο περίπου των χωραφιών, σε ένα γήλοφο υπάρχουν οι τάφοι εκείνων που πέθαιναν εκεί μακρυά από το χωριό, φεύγοντας για να γλυτώσουν από την πανώλη (πανούκλα) ή διωκόμενοι για να μη μολύνουν και τους άλλους. Σήμερα δεν φαίνονται οι τάφοι, γιατί η μεγάλη βλάστηση εκάλυψε τα πάντα.
Μετά την πτώση του Αλή πασά και μέχρι το 1840 η Ήπειρος ληστοκρατείται. Ο Χουρσίτ πασάς ο νικητής του Αλή, ανέθεσε το πασαλίκι στον Ομέρ Βρυώνη, ο οποίος είχε εγκαταλείψει τον Αλή και είχε προσχωρήσει από τους πρώτους στους σουλτανικούς. Ομάδες ατάκτων με αρχηγούς Αλβανούς φυλάρχους και πρώην στρατηγούς του Αλή, όπως ο Σιλιχτάρ Μπότα, περιφέρονταν στις επαρχίες Πωγωνίου, Ζαγορίου, και Κόνιτσας. Λήστευαν τους κατοίκους, εκδήλωναν φανερά την ανταρσία τους κατά της Τουρκικής Κυβερνήσεως και συγκρούονταν με τον τακτικό στρατό.
Τα ληστρικά αυτά αποσπάσματα επέπιπτον κατά των διαφόρων χωριών τα οποία ελεηλατούσαν, άρπαζαν τα τέκνα και τις γυναίκες των ευπόρων, τας οποίαις απέλυον μετά προηγουμένην καταβολήν λύτρων. Πολλοί κάτοικοι έφευγαν όπου μπορούσαν να γλυτώσουν... Η αναρχία που επικρατούσε το χρονικό διάστημα 1828 – 1833, έκαμε τους Αλβανούς του Αργυροκάστρου να αποθρασυνθούν και να επαναστατήσουν κατά των διοικητικών αρχών. Διοικητής των Ιωαννίνων ήταν ο Ιμίν πασάς, ο οποίος (όπως γράφει ο Αραβαντινός), έστειλε στο Αργυρόκαστρο δύο υπαλλήλους του τον Χασάν Μπέη και τον Ταξίμ Εφέντη, για να εξετάσουν την κατάσταση και να επιβάλουν την τάξη. Τη νύχτα μιά ομάδα ανταρτών επιτέθηκε στο ξενοδοχείο που έμεναν οι παραπάνω και τους σκότωσαν μαζί με την ακολουθία τους.
Αυτά και πολλά άλλα είχαν γίνει πραγματικός εφιάλτης για το Πωγώνι και όχι μόνον.