ΨΗΛΑΦΩΝΤΑΣ ΤΟΝ ΧΡΟΝΟ ΜΑΣ…

on .

= Όταν έχεις πολύ χρόνο στη διάθεσή σου, λίγο χώρο για να κινηθείς και απουσία ανθρώπινης παρουσίας, ψάχνεις τρόπους να τονώσεις την ύπαρξή σου και να κάνεις τη ζωή σου, αν όχι ενδιαφέρουσα, τουλάχιστον υποφερτή. Με τον όρο υποφερτή να έχει διπλή έννοια: ο χρόνος να περνάει γρήγορα ή να θέλουμε να τον τεντώσουμε; Όταν είσαι νέος ο χρόνος περνάει πιο αργά, αλλά στους ηλικιωμένους τρέχει... εκτός και αν βρίσκουμε τρόπους να κάνουμε τις στιγμές μας ευχάριστες.
Σε καταστάσεις όπως αυτή του τωρινού εγκλεισμού, ο χρόνος μπορεί να κατανεμηθεί σε σταθμούς ώστε να μην έχουμε την αίσθηση της μεγάλης του διάρκειας. Για παράδειγμα, αργό ξύπνημα, με αργούς ρυθμούς πρωινό, προγραμματισμένος καφές στις δώδεκα, ελαφρύ περπάτημα ή διάβασμα, μεσημεριανές ειδήσεις, γεύμα, μεσημεριανή κατάκλιση, ιό-δελτίο, μικρές ασχολίες (τηλεφωνικές επικοινωνίες, διαδίκτυο,...), βραδινές ειδήσεις, δείπνο, κατάκλιση με νανούρισμα τηλεόρασης... Μια τέτοια κατανομή του χρόνου μας κάνει να μη μπορούμε να διακρίνουμε τις μέρες μεταξύ τους και να περιμένουμε να φτάσουμε κάπου... Το κάπου είναι άγνωστο, αλλά και αδιάφορο πού... Ταξιδεύουμε με ένα τραίνο που τρέχει με σταθερή ταχύτητα και χωρίς να έχει ενδιάμεσους σταθμούς. Κάπως έτσι κυλάει το τελευταίο διάστημα της ζωής μας και μόνο ο πόνος, ψυχικός/σωματικός, μας θυμίζει τη διαδρομή μας.
Η άλλη μας επιλογή είναι να βρούμε τρόπους να κάνουμε τον χρόνο μας να διαστέλλεται και εμείς να έχουμε την αίσθηση ότι το πέρας του είναι άγνωστο... Αν έχουμε την καλή τύχη να παίζουμε κάποιο μουσικό όργανο, να γράφουμε ποίηση, να είμαστε ζωγράφοι, γλύπτες, να έχουμε εγκεφαλικές ενασχολήσεις και προβληματισμούς, τότε τα πράγματα είναι εύκολα. Ο χρόνος μας θα είναι και δημιουργικός και ευχάριστος και δεν θα μας φτάνει...
Το πρόβλημα είναι, τι μπορεί να κάνουν οι άνθρωποι που θέλουν να παραμείνουν αισιόδοξοι, είναι κάποιας ηλικίας και δεν έχουν τις παραπάνω δυνατότητες;
Αν εξαιρέσουμε την προσφυγή σε ουσίες και οινοπνεύματα, που είναι συνώνυμα της αυτοκαταστροφής, τι θα μπορούσε να σκεφτεί ένας έγκλειστος, κάποιας ηλικίας, αλλά ελεύθερος άνθρωπος, για να αποφύγει την εσωτερική του καταχνιά;
Εκείνα που μένουν στη διάθεσή των ανθρώπων είναι τα πράγματα που τους περιβάλλουν και ο κόσμος της μνήμης. Ιδιαίτερα, για τους ηλικιωμένους ο κόσμος της μνήμης είναι ο δικός τους κόσμος, μιας και μέλλον δεν υπάρχει και το παρόν είναι νεφελώδες... Για να συνομιλήσουν με τα πράγματα πρέπει να ανακαλέσουν από τη μνήμη αυτά που τους συνδέουν. Και είναι πολλά, κι ας είναι τα πράγματα χωρίς ψυχή, αρκεί η δική τους. Τους απομένει, λοιπόν, το παρελθόν. Όσοι απ’ αυτούς είχαν καλλιεργήσει την μνήμη μπορούν να ξαναβρούν τον κόσμο τους. Μπορούν να εξερευνήσουν τις εσχατιές του εσωτερικού τους κόσμου και νοερά να ζωντανέψουν πρόσωπα και καταστάσεις. Να χαρούν και να λυπηθούν, να συγχωρέσουν και να ζητήσουν συγχώρεση, να ξαναδούν τον εαυτό τους με διαφορετικά μάτια, χωρίς επιείκεια και με έντονη την επιθυμία να τον διορθώσουν... Όσοι όμως έχουν αφήσει τη θεραπεία της λήθης στη γραφή χάνουν την επαφή με τον κόσμο τους. Κατά τον Πλάτωνα (Φαίδρος, 275α), η γραφή από έλλειψη άσκησης της μνήμης θα προκαλέσει λήθη στις ψυχές. Υπάρχουν δύο μνήμες: η καλή μνήμη που ξαναβρίσκει αυτό που υπάρχει μέσα στην καρδιά και η κακή μνήμη (υπό-μνήμη) που ευνοεί τη λήθη.
Όπως είναι γνωστό, η γραφή υπερνικά τον χρόνο και τον χώρο. Είναι μια προέκταση της ανθρώπινης γλώσσας, αλλά δεν αποτυπώνεται στις επιφάνειες του μυαλού μας και δεν είναι δυνατό ρεμβάζοντας και με κλειστά μάτια να ανακαλούμε τι αποτυπώνεται σ’ αυτή. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι με τη γραφή ο άνθρωπος εκφράζει τις σκέψεις του, αποτυπώνει τα επιτεύγματά του, διασώζει την κληρονομιά του, αλλά στην επικοινωνία και στην αναμόχλευση του εσωτερικού μας κόσμου δεν προσφέρει ούτε υπόμνηση... Ακόμη κι όταν μετέχουμε σε μια έντονη συζήτηση, η γραφή δεν μπορεί να μας φανεί χρήσιμη. Ο Ιησούς και ο Σωκράτης επέλεξαν την προφορική μετάδοση του μηνύματός τους. Το να προτιμάς την αμιγώς προφορική μετάδοση του μηνύματος σημαίνει να εγκαθιδρύεις τον διάλογο ως προνομιακό μέσο του φιλοσοφείν και να εμπιστεύεσαι στον λόγο τον ρόλο ενός εργαλείου οιωνεί ιερού και συμβόλου ζωής. Στην εποχή μας ό, τι θέλουμε το βρίσκουμε στο διαδίκτυο, αλλά χωρίς το διαδίκτυο περπατάμε στα σκοτάδια. Αν όμως ασκήσουμε τη μνήμη; Τότε θα κρατάμε ένα λυχνάρι για να ψηλαφίζουμε τον κόσμο μας.

***
Το ερώτημα παραμένει. Πώς πρέπει να είναι προετοιμασμένος ο άνθρωπος για να κάνει υποφερτή και αν είναι δυνατό δημιουργική τη ζωή του σε συνθήκες εγκλεισμού, όπως τις σημερινές;
Δεν ξέρω κάποιο συνταγολόγιο, τα μόνα που θα μπορούσα να προτείνω είναι: αναδημιουργία σχέσης με τα απλά πράγματα που τον περιβάλλουν, αξιοποίηση των ταλέντων του και άσκηση με κάθε τρόπο (και με τη βοήθεια της γραφής) της μνήμης... Ο κόσμος της μνήμης η κληρονομιά του!


E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.