Η Ελλάδα θύμα της Ευρωπαϊκής αδιαφορίας στο προσφυγικό!

on .

Καθημερινά, κάτοικοι περιοχών της Ελλάδας διαμαρτύρονται για την άφιξη χιλιάδων αιτούντων ασύλου στις πόλεις τους και από την άλλη καθημερινά καταπατούνται θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα των χιλιάδων κατατρεγμένων ανθρώπων που έρχονται και αιτούνται άσυλο στη χώρα μας οι οποίοι ζουν στοιβαγμένοι σε άθλιες συνθήκες στα διάφορα camps ανά την Ελλάδα.
Το πρόβλημα δημιουργείται όταν μαζί με τους πραγματικά έχοντες ανάγκη, αιτούντες άσυλο συνανθρώπους μας, οι οποίοι δεν μπορούν να παραμείνουν στη χώρα τους λόγω πολέμου ή επειδή διώκονται είτε για πολιτικούς είτε για θρησκευτικούς είτε, ακόμη, για οικονομικούς λόγους,  καταφθάνουν μαζί και άλλοι άνθρωποι, οι οποίοι έχουν “χάσει και αυτοί” τις ταυτότητες τους και τα ταξιδιωτικά τους έγγραφα στο δρόμο προς την Ευρώπη. Καταφθάνουν με αυτό τον τρόπο και άνθρωποι που έχουν διαπράξει εγκλήματα στη χώρα τους και “κρύβονται” πίσω από την ανωνυμία μέσα στο πλήθος των αιτούντων άσυλο και περιμένουν με τον τρόπο αυτό να αποκτήσουν νόμιμα χαρτιά και να κυκλοφορούν ανενόχλητοι στην Ευρώπη!
Ποιοί είναι υπεύθυνοι να κρίνουν ποιοί από όλους αυτούς τους ανθρώπους διαθέτουν πράγματι το προσφυγικό προφίλ και δικαιούνται το άσυλο; Οι υπάλληλοι της Υπηρεσίας Ασύλου, οι οποίοι διενεργούν προφορικές συνεντεύξεις στους αιτούντες και από τα διδάγματα της κοινής πείρας αποφαίνονται μόνο από τις διηγήσεις των αιτούντων, αν πρέπει να τους δοθεί το άσυλο ή όχι. Το πότε δε, θα κριθούν αυτά τα αιτήματα ασύλου είναι ένα άλλο ακανθώδες θέμα. Μέσα σε αυτή την τεράστια εισροή αιτούντων άσυλο, η Υπηρεσία Ασύλου δεν είναι κατάλληλα στελεχωμένη ώστε να κατορθώνει να εξετάσει όλο αυτό το πλήθος αιτήσεων, με αποτέλεσμα αν κάποιος σήμερα προσέλθει στην Υπηρεσία Ασύλου και αιτηθεί άσυλο, θα του δοθεί ημερομηνία συνέντευξης προκειμένου να εξετασθεί το αίτημά του, το ελάχιστο σε 2 έτη από τώρα. Αυτό πρακτικά σημαίνει πως θα παραμείνει στην Ελλάδα για τα επόμενα δύο, τουλάχιστον, χρόνια μαζί με χιλιάδες άλλους που παραμένουν εδώ πριν από αυτόν και άλλους τόσους που καταφθάνουν στην χώρα μας καθημερινά. 
Γνωρίζουμε, άραγε, ποιος είναι ο διπλανός μας, τη στιγμή που για τα επόμενα χρόνια δε θα έχει εξετασθεί εάν είναι όντως πρόσφυγας ή ο οποιοσδήποτε που εκμεταλλεύεται την παρούσα κατάσταση, για να κυκλοφορεί ελεύθερα στην Ευρώπη;  Από την άλλη, όσοι δικαιούνται να τους χορηγηθεί άσυλο είναι αδιανόητο να μένουν σε σκηνές και να μην έχουν τις στοιχειώδεις παροχές και μια αξιοπρεπή διαβίωση. 
Τί γίνεται όμως όταν η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα πρώτης υποδοχής; Oι περίφημοι Κανονισμοί Δουβλίνο ΙΙ, ΙΙΙ κλπ είναι νομικά κείμενα που θεσπίστηκαν από την Ευρωπαϊκή Ένωση και καθορίζουν τη χώρα η οποία θα είναι υπεύθυνη για να δώσει άσυλο στον αιτούντα φερόμενο ως πρόσφυγα.
Σύμφωνα με τους εν λόγω Κανονισμούς, ο μετανάστης δικαιούται να ζητήσει άσυλο στην ευρωπαϊκή χώρα στην οποία θα εισέλθει την πρώτη φορά. Για παράδειγμα, οι μετανάστες που εισέρχονται στην Ελλάδα και κατόπιν μεταβαίνουν σε άλλη χώρα για να αιτηθούν άσυλο θα πρέπει, σύμφωνα με τον κανονισμό Δουβλίνο ΙΙ, αλλά και τον κανονισμό Δουβλίνο ΙΙΙ να επιστρέφονται πίσω στη χώρα μας. Στόχος είναι η αποφυγή της μεταφοράς των αιτούντων άσυλο από τη μια χώρα στην άλλη, αλλά επίσης η αποτροπή της κατάχρησης του συστήματος με την υποβολή περισσοτέρων αιτήσεων ασύλου από ένα μόνο άτομο. Ωστόσο, λόγω των ιδιαίτερων προβλημάτων εφαρμογής του ασύλου στην Ελλάδα, οι Κανονισμοί αυτοί βρίσκονταν άτυπα σε επανεξέταση ήδη από το 2010-2011.
Η Ελλάδα, παρά την άτυπη αναστολή του Δουβλίνου ΙΙ και III ως προς αυτήν, παραμένει ουσιαστικά εγκλωβισμένη σε ευρωπαϊκούς κανονισμούς τους οποίους υπέγραψε πριν μερικά χρόνια, χωρίς να εξασφαλίσει τα κατάλληλα ανταλλάγματα, εκτός από τις κοινοτικές ενισχύσεις για τη Frontex, προηγουμένως τα κέντρα κράτησης και τώρα τα λεγόμενα hot spots.
Έτσι, όπως κατεξοχήν έχει διαφανεί τους τελευταίους μήνες, η Ελλάδα, ως χώρα υποδοχής,  είναι υποχρεωμένη να διαχειριστεί ένα τεράστιο πρόβλημα -ευρωπαϊκό κατ’ ουσίαν- που θα διαρκέσει επί μακρόν και με δεδομένη τη δυσχερή οικονομική της κατάσταση, ενώ οι Ευρωπαίοι, εν τέλει προστατευμένοι από το Δουβλίνο ΙΙ και III, κατ΄ ουσία αδιαφορούν.
Απαραίτητες, λοιπόν, προυποθέσεις για την αντιμετώπιση του προσφυγικού είναι αφενός  η επιτάχυνση των διαδικασιών ώστε όσοι δεν έχουν το προσφυγικό προφίλ να απελαύνονται αμέσως και χωρίς χρονοτριβές, ενώ όσοι το έχουν να μπορούν να απολαμβάνουν ανεμπόδιστοι τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματά τους και αφετέρου η Ενωμένη Ευρώπη να επιδείξει στην πράξη την αλληλεγγύη της και να προβεί σε ενέργειες οι οποίες, στην ουσία, θα διαμοιράσουν αναλογικά τις συνέπειες του προσφυγικού. 

* Η Μαριάννα Παπαγιάννη του Λαμπρινού είναι Δικηγόρος Ιωαννίνων