Δυόμιση χιλιάδες χρόνια από τη Μάχη των Θερμοπυλών...

on .

Όλοι οι μεγάλοι ιστορικοί υποστηρίζουν: Αν τίποτα άλλο δεν θύμιζε σήμερα την ιστορία της αρχαίας Ελλάδας και έμενε μόνον στη μνήμη των ανθρώπων η εκπληκτική θυσία των Σπαρτιατών στις Θερμοπύλες, θα ήταν αρκετό για να πιστέψει κανείς τη μεγαλοσύνη του έθνους.
Στην περίσταση αυτή καταξιώθηκε η Σπαρτιατική αγωγή. Η ηρωική θυσία των ολίγων αγωνιστών των Θερμοπυλών στο βωμό της πατρίδας έμεινε αιώνιο και ασύγκριτο παράδειγμα φιλοπατρίας για όλον τον κόσμο. Για τις κατόπιν ελληνικές γενεές αποτέλεσε πηγή εθνικής υπερηφάνειας και πατριωτικής εμπνεύσεως. Από τα βάθη των αιώνων το «μολών λαβέ» του Λεωνίδα μεταδίδεται στους Έλληνες όλων των εποχών σαν δίδαγμα και προσταγή και χρέος.
Ας έλθουμε στα γεγονότα. Σήμερα, όποιος επισκέπτεται το πεδίο της μάχης δεν βλέπει κανένα στενό. Το 480 π.Χ. η θάλασσα ήταν περίπου είκοσι μέτρα κοντά στο Καλλίδρομο όρος. Σήμερα η θάλασσα απέχει μερικά χιλιόμετρα! Την εποχή εκείνη στο σημείο αυτό συνέκλιναν τρεις ποταμοί που απομάκρυναν τη θάλασσα με τις προσχώσεις τους. Σήμερα υπάρχει μόνον ο Σπερχειός ποταμός.
Όταν ο Ξέρξης πλημμύρισε την Ελλάδα με τα αμέτρητα πλήθη των στρατευμάτων του, τότε οι Έλληνες παρουσιάστηκαν ενωμένοι ως έθνος για πρώτη φορά. Αθηναίοι και Σπαρτιάτες συγκάλεσαν πανελλήνιο συνέδριο στον ισθμό της Κορίνθου με σκοπό να οργανώσουν κοινή αντίσταση κατά του εχθρού. Όλες σχεδόν οι Ελληνικές πόλεις έστειλαν αντιπροσώπους, οι οποίοι αποφάσισαν να καταπαύσουν τις φιλονικίες και όλοι μαζί ενωμένοι να πολεμήσουν τους βαρβάρους.
Ο κοινός κίνδυνος ξύπνησε στις ψυχές τους το αίσθημα της κοινής καταγωγής και του ενιαίου συμφέροντος της Ελλάδας. Για να επιτύχει η ένωση αυτή, οι Αθηναίοι θυσίασαν τα πρωτεία τους. Δέχτηκαν να γίνουν οι Σπαρτιάτες αρχηγοί του αγώνα όχι μόνο στην ξηρά, αλλά και στη θάλασσα, μολονότι οι Αθηναίοι διέθεταν τον ισχυρότερο στόλο.
Όταν έμαθαν οι αντιπρόσωποι των Ελληνικών πόλεων στον Ισθμό, ότι οι Πέρσες προχωρούν προς τα κάτω από τη Μακεδονία αποφάσισαν να στείλουν στρατιωτική δύναμη στο στενό μεταξύ Ολύμπου και Όσσας (Κίσαβου), για να εμποδίσει την προέλασή τους. Πράγματι, δέκα χιλιάδες μαχητές έφθασαν με πλοία στην Κοιλάδα των Τεμπών και κατέλαβαν επίκαιρες θέσεις. Αλλά, όταν ο βασιλιάς της Μακεδονίας Αλέξανδρος ο Α’, ο οποίος ακολουθούσε διά της βίας τον Ξέρξη, ειδοποίησε μυστικά τους αρχηγούς των Ελλήνων, ότι είναι τόσο το πλήθος των Περσών, ώστε εύκολα θα τους πλευροκοπήσουν οι Πέρσες από την πλευρά των Πιερίων, αναγκάστηκαν τότε να εγκαταλείψουν αυτή την τοποθεσία. Ο στρατός μπήκε στα πλοία και επέστρεψε στον Ισθμό της Κορίνθου.
Τότε, οι αντιπρόσωποι των ελληνικών πόλεων αποφάσισαν να προβάλουν αντίσταση οι Έλληνες στη δεύτερη αμυντική γραμμή στη φυσική οχυρή θέση των Θερμοπυλών. Συγχρόνως έδωσαν εντολή να πλεύσει ο ελληνικός στόλος στο βορειότερο ακρωτήριο της Εύβοιας, το Αρτεμίσιο, για να ματαιώσει την είσοδο του Περσικού στόλου στον Μαλιακό Κόλπο.
Το στενό πέρασμα μεταξύ των δύο βουνών ονομάστηκε Θερμοπύλες γιατί εκεί πηγάζουν θερμά ύδατα για λουτρά ιαματικά.
Ο βασιλιάς της Σπάρτης Λεωνίδας με 300 Σπαρτιάτες και άλλους 7.000 Έλληνες κατέλαβε το στενό των Θερμοπυλών, για να σταματήσει την περσική προέλαση σύμφωνα με την απόφαση του πανελληνίου συνεδρίου.
Ο Ξέρξης νόμισε ότι οι λίγοι Έλληνες που βρισκότανε στα στενά, θα τρέπονταν σε φυγή μόλις θα έβλεπαν την μερμηγκιά του στρατού του. Γελάστηκε όμως στις προβλέψεις του. Γι’ αυτό έστειλε έναν καβαλάρη κατάσκοπο να δει πόσοι ήταν και τι έκαναν. Ο ιππέας είδε παράδοξα πράγματα γι’ αυτόν. Λίγοι Σπαρτιάτες φρουρούσαν το στενό και από αυτούς άλλοι γυμνάζονταν και άλλοι χτενίζονταν. Επέστρεψε στον Ξέρξη ο καβαλάρης και ανέφερε όλα αυτά.
Όταν ο Ξέρξης παράγγειλε στο Λεωνίδα να παραδώσει τα όπλα και να εγκαταλείψει τον άσκοπο αγώνα, έλαβε την απάντηση «μολών λαβέ».
Ο Ξέρξης, αφού περίμενε μάταια τέσσερις μέρες με την ιδέα ότι οι Έλληνες θα σκεφθούν ωριμότερα και θα φύγουν, την Πέμπτη ημέρα διέταξε τα στρατεύματά του να επιτεθούν. Αλλά οι Πέρσες αποκρούστηκαν, αφού είχαν μεγάλες απώλειες. Τέλος έστειλε το σώμα των αθανάτων, που αποτελούσαν τη βασιλική φρουρά. Αλλά και αυτοί είχαν την ίδια τύχη.
Αυτό όμως που δεν πέτυχε το μεγάλο πλήθος των Περσών το πέτυχε η προδοσία. Ένας ανόητος και φιλόδοξος κάτοικος γειτονικού χωριού, ο Εφιάλτης, ο οποίος ονειρεύονταν πλούτο και αξιώματα, οδήγησε τον περσικό στρατό από ένα στενό μονοπάτι στα νώτα των Ελλήνων. Ο Λεωνίδας τότε διέταξε τους εφτά χιλιάδες Έλληνες που ήταν μαζί του να φύγουν «προς το συμφέρον της Ελλάδος».
Αυτός με τους 300 Σπαρτιάτες έμεινε εκεί, γιατί οι νόμοι της Σπάρτης απαγόρευαν την εγκατάληψη της θέσης που τάχτηκαν να υπερασπίσουν. Παρέμειναν ακόμη 700 Θεσπιείς αποφασισμένοι να αγωνιστούν και να πέσουν με τιμή και δόξα μαζί του.
Ο Λεωνίδας, για να προξενήσει όσο το δυνατό μεγαλύτερη φθορά στους εχθρούς, δεν περιορίστηκε στην άμυνα, αλλά επιτέθηκε με ορμή εναντίον τους. Επακολουθεί άγρια πάλη. Οι Έλληνες μάχονται σαν λιοντάρια και σπέρνουν το θάνατο στους εχθρούς. Τα δόρατά τους κομματιάζονται και τότε σύρουν τα ξίφη τους. Στον γιγάντιο αυτόν αγώνα πέφτει ο Λεωνίδας. Γύρω από το πτώμα του ένδοξου νεκρού γίνεται τώρα φονική μάχη. Οι Έλληνες επικρατούν και παραλαμβάνουν το νεκρό βασιλιά τους. Αλλά, αλίμονο: Τα λιοντάρια της Σπάρτης βάλλονται ολόγυρα από αμέτρητα πλήθη. Πολεμούν με ό,τι μέσον διαθέτουν, ακόμη και με τα δόντια τους. Έτσι, έπεσαν μέχρι ενός πάνω σε σωρούς εχθρικών πτωμάτων…
Στο χώρο της φονικής αυτής μάχης, η ευγνωμοσύνη των Ελλήνων ύψωσε κενοτάφιο, επάνω στο οποίο χαράχτηκε το πολυθρύλητο επίγραμμα του Σιμωνίδη:
Ω ξειν’, αγγέλλειν Λακεδαιμονίοις, ότι τήδε κείμεθα τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι.
(Ξένε, ανάγγειλε στους Λακεδαιμονίους, ότι εδώ είμαστε θαμμένοι πειθαρχούντες στους νόμους που εψήφισαν εκείνοι).
* * *
Η ηρωική θυσία των ολίγων αγωνιστών των Θερμοπυλών στο βωμό της Πατρίδας έμεινε αιώνιο και ασύγκριτο παράδειγμα φιλοπατρίας για όλον τον κόσμο. Για τις επόμενες ελληνικές γενεές αποτέλεσαν πηγή εθνικής υπερηφάνειας και πατριωτικής εμπνεύσεως. Από τα βάθη των αιώνων το «μολών λαβέ» του Λεωνίδα μεταδίδεται στους Έλληνες όλων των εποχών ως δίδαγμα και προσταγή και χρέος…
Συχνά ακούμε τους δύο πρώτους στίχους από το ποίημα του Καβάφη: «Θερμοπύλες». Πολλοί λογοτέχνες εμπνεύστηκαν έργα τους από τη θυσία των Σπαρτιατών. Αξίζει να δούμε το ποίημα του Καβάφη:
Τιμή σ’ εκείνους όπου στη ζωή τους
ώρισαν και φιλάγουν Θερμοπύλες.
Ποτέ από το χρέος μη κινούντες
δίκαιοι κ’ ίσοι σ’ όλες των τες πράξεις,
αλλά με λύπη κιόλας κ’ ευσπλαχνία
γενναίοι οσάκις είναι πλούσιοι, κι όταν
είναι πτωχοί, πάλ’ εις μικρόν γενναίοι,
πάλι συντρέχοντες όσο μπορούνε·
πάντοτε την αλήθεια ομιλούντες,
πλην χωρίς μίσος για τους ψευδομένους.
Και περισσότερη τιμή τους πρέπει
όταν προβλέπουν (και πολλοί προβλέπουν)
πως ο Εφιάλτης θα φανεί στο τέλος,
κ’ οι Μήδοι επί τέλους θα διαβούνε.
* * *
Εύκολα καταλαβαίνει κανείς ότι η μάχη στις Θερμοπύλες έγινε σύμβολο, έγινε ιδέα. Οι Θερμοπύλες στο ποίημα αυτό είναι μία φιλοσοφία της ζωής. Ναι, «θα διαβούν τελικά οι Μήδοι». Αλλά ο άνθρωπος ο στοχαστικός, δεν μάχεται για την νίκη. Μάχεται για τα ιδανικά του, για ό,τι πιστεύει, για ό,τι νομίζει αυτός δίκαιο, ιδανικό.
Ο Καβάφης εδώ παρουσιάζει τον ορισμό του ανωτέρου ανθρώπου, ο οποίος γνωρίζει ότι θα νικηθεί στον αγώνα της ζωής και μόλον τούτο επιμένει στο καθήκον και σ’ αυτό άκαμπτος κάθε συμφέρον. Δεν υπολογίζει κανένα συμφέρον.
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΔΕΜΟΣ