Ο Έλληνας στον καθρέφτη...

on .

Στην αρχαιότητα, άνθρωποι από όλα τα μήκη και πλάτη του τότε γνωστού κόσμου, προσέρχονταν στο Μαντείο των Δελφών προκειμένου να λάβουν απαντήσεις. Εκεί λοιπόν, στο αέτωμα του Ναού του Απόλλωνα, δέσποζαν τα σημαντικότερα Δελφικά Παραγγέλματα. Το κυριότερο ίσως εξ' αυτών, το "Γνώθι Σαυτόν", να γνωρίσεις τον εαυτό σου δηλαδή, παραμένει ακόμη και σήμερα άπιαστο όνειρο ιδίως, για εμάς τους Έλληνες. Η πλήρης απουσία κάθε έννοιας αυτογνωσίας, ουδέποτε έγινε τόσο αντιληπτή όσο στα χρόνια της τρέχουσας κρίσης.
Η χώρα μας, συμπλήρωσε οκτώ έτη υπό καθεστώς Μνημονίου και αν εξαιρέσουμε την ανάπτυξη, που σημειώθηκε στα τέλη του 2014, διανύσαμε εννέα χρόνια σε ύφεση μέχρι και το 2016, έχοντας απολέσει περί το 27% του ΑΕΠ. Παράλληλα, παραμένουμε η μοναδική χώρα της Ευρωζώνης σε κατάσταση στασιμοχρεωκοπίας και φυσικά υπό αυστηρή επιτήρηση. Ποιά είναι όμως τα αίτια αυτής της μοναδικότητας; Πολλοί τα αποδίδουν στο μείγμα πολιτικής, άλλοι στο ύψος του χρέους, ενώ αρκετοί στην έλλειψη συναίνεσης. Φοβούμαι όμως πως ασχολούνται με επιμέρους ζητήματα και στην πραγματικότητα δεν εντοπίζουν τη βαθύτερη αιτία της ιδιαιτερότητά μας ως κοινωνίας και κράτους. Η αλήθεια είναι ότι στην Ελλάδα διαχρονικά, το πλέον δύσκολο πράγμα είναι η ανάληψη ευθύνης, τόσο σε πολιτικό όσο και σε ατομικό επίπεδο.
Οι Έλληνες γαλουχηθήκαμε, επί περίπου τέσσερεις δεκαετίες, σε ένα μη βιώσιμο, κοντόφθαλμο και νοσηρό ακόμα τρόπο ζωής και σκέψης. Μάθαμε να ζούμε με δανεικά, να διεκδικούμε αιτήματα, όσο αυθαίρετα ή παράλογα κι αν είναι, παραβλέποντας πως τίποτα δεν είναι δωρεάν στη ζωή. Γίναμε μια κοινωνία της ήσσονος προσπάθειας, που ως απόλυτη επιδίωξη είχε το βόλεμα σε ένα τεράστιο και σπάταλο Δημόσιο Τομέα. Αν και είναι δυσδιάκριτη η απαρχή του εθνικού μας δράματος, η πιο εμφανής αφετηρία είναι το '81.
Καλλιεργώντας την παραπάνω νοοτροπία, η τότε κυβέρνηση του τόπου ξεκίνησε τη διόγκωση του κράτους, μια διόγκωση που μας οδήγησε από τις 250 χιλιάδες περίπου, δημοσίους υπαλλήλους σε παραπάνω από ένα εκατομμύριο, λίγο πριν την κατάρρευση της οικονομίας μας, χωρίς φυσικά να έχει υπάρξει ουσιαστική μεταβολή τόσο του πληθυσμού της χώρας, όσο και της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών. Παράλληλα, το Ασφαλιστικό μας σύστημα γινόταν ολοένα και πιο "γενναιόδωρο", σε βάρος φυσικά της οικονομίας και των μελλοντικών γενεών. Παχυλά εφάπαξ, πρόωρες συνταξιοδοτήσεις σε σαραντάρηδες, πολλαπλές συντάξεις, συντάξεις αναπηρίας σε ποσοστά του πληθυσμού που δεν εμφανίζουν ούτε χώρες μετά από πόλεμο κ.ο.κ. Τι είχε όλο αυτό ως αποτέλεσμα; Μα φυσικά τη δημιουργία ελλειμμάτων επί σειράν δεκαετιών και άρα την εκτόξευση του δημοσίου χρέους σε δυσθεώρητα ύψη.
Οι Έλληνες λοιπόν, αντί να συνειδητοποιήσουμε πως πρέπει να αλλάξουμε άρδην τα πάντα, προκειμένου να βγούμε επιτέλους από την κρίση, προτιμούμε να αναζητούμε ενόχους και φυσικά να πιστεύουμε ακόμη και την πιο γελοία θεωρία ή λύση, παρά να πράξουμε τα δέοντα. Αντί να αποδεχθούμε πως η σοσιαλιστική οικονομική πολιτική, ο κρατισμός και η κρατική σπατάλη που αυτή συνεπάγεται, μας οδήγησαν στην τεράστια κρίση που βιώνουμε, μεταθέτουμε τις ευθύνες μας σε "εχθρούς". Όπως αντίστοιχα, αντί να αποφασίσουμε να κάνουμε επιτέλους, τη χώρα μας ανταγωνιστική, παραγωγική και ελκυστική στις επενδύσεις, πιστεύουμε σε "Μεσσίες" και μαγικές λύσεις, που δεν απαιτούν από πλευράς μας κανένα κόπο και προσπάθεια.
Εν αντιθέσει με τα απολυταρχικά καθεστώτα, όπου πράγματι οι πολίτες μπορούν να επιρρίψουν το σύνολο των ευθυνών στον ηγέτη-τύραννο, στις δημοκρατίες οι πολίτες φέρουν κολοσσιαία ευθύνη. Τους ηγέτες μας, τους επιλέγουμε και τους αναδεικνύουμε εμείς. Κάθε φορά που ψηφίζουμε κάποιον με αποκλειστικό κριτήριο, το προσωπικό ή έστω στενά οικογενειακό μας συμφέρον, γινόμαστε συνένοχοι σε μια νοσηρή πελατειακή σχέση, συμβάλλουμε δηλαδή στο μέτρο που μας αναλογεί, στην οικοδόμηση της παθογένειας που παρατηρείται στην πατρίδα μας. Ο διορισμός των παιδιών μας στο Δημόσιο με «πολιτικό μέσο», οφείλουμε να ξέρουμε, πως γίνεται σε βάρος των υπολοίπων νέων που αναζητούν εργασία, σε βάρος κάθε έννοιας αξιοκρατίας και της ποιότητας παροχής υπηρεσιών στον πολίτη, διότι σε πολλές περιπτώσεις, ο διορισμένος κατ' αυτόν τον τρόπο αντιλαμβάνεται το δημόσιο ως κτήμα του.
Οφείλουμε να αντιληφθούμε ως κοινωνία, πως η ψήφος μας αλλά και η ενεργοποίησή μας ως πολίτες αποτελεί ύψιστη ευθύνη και αναγκαία προϋπόθεση για την ορθή λειτουργία του κράτους μας και την οριστική έξοδο από την κρίση. Πρέπει να αποκτήσουμε περισσότερο μακρόπνοη λογική, να επιλέγουμε ορθολογικά και να μη παρασυρόμαστε από τις σειρήνες του λαϊκισμού.
Η χώρα μας έχει ανάγκη από μια κυβέρνηση, που με την ουσιαστική υποστήριξη της κοινωνίας και των πολιτών, θα προβεί σε μια σειρά από δομικές μεταρρυθμίσεις. Μεταρρυθμίσεις, όπως η αξιολόγηση κρατικών δομών και δημοσίων υπαλλήλων, η κινητικότητα, η ταχύτερη απονομή της Δικαιοσύνης, η ηλεκτρονική διακυβέρνηση, η δραστική μείωση της γραφειοκρατίας, το Κτηματολόγιο και φυσικά, η Αριστεία. Με βάση όλα αυτά θα μπορέσει μια πραγματικά φιλελεύθερη κυβέρνηση, όχι μόνο να προβεί στη μείωση των δυσβάσταχτων φορολογικών και ασφαλιστικών βαρών, δίνοντας έτσι μια πολύτιμη ανάσα στην πραγματική οικονομία, αλλά κυριολεκτικά να μεταμορφώσει μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα τη χώρα μας σε ένα σύγχρονο και ανταγωνιστικό δυτικό ευρωπαϊκό κράτος. Αναγκαία συνθήκη όμως, τόσο για την πολυπόθητη αυτογνωσία, εθνική και προσωπική, όσο και για την εύρυθμη λειτουργία της Δημοκρατίας είναι η Παιδεία μας. Εδώ λοιπόν είναι που οφείλει να επιδείξει ιδιαίτερο μεταρρυθμιστικό ζήλο η επόμενη κυβέρνηση. Καθότι η Παιδεία, αποτελεί ίσως τον θεμελιώδη εκείνο λίθο, πάνω στον οποίο δύναται να οικοδομηθεί η μακροχρόνια ευημερία των ανθρώπων.
Καταλήγοντας, θεωρώ πως καθίσταται πλέον σαφές, πως μόνο με την συνειδητή στήριξη της πολιτικής αλλαγής που απαιτείται, τόσο σε επίπεδο προσώπων όσο και σε επίπεδο πολιτικής, μπορούμε να ελπίσουμε σε ένα καλύτερο μέλλον και σε μια χώρα που θα μας αξίζει. Οι Έλληνες αξίζουμε καλύτερα και μπορούμε καλύτερα, φτάνει να το αποφασίσουμε.

* Ο Κωνσταντίνος Δαρδαμάνης είναι πολιτικό στέλεχος που έχει αναδειχθεί μέσα από τη διαδικασία αξιολόγησης του Μητρώου Στελεχών της Νέας Δημοκρατίας και συμμετέχει στον Τομέα Οικονομίας και Ανάπτυξης.