Να μας γίνει μάθημα η υπόθεση των Σκοπίων!

on .

Η Ελληνική κοινωνία εδώ και καιρό βρίσκεται σε μεγάλη αναστάτωση, επειδή η Κυβέρνηση έχει αποφασίσει να παραχωρήσει μέρος από την ιστορία μας και την παράδοσή μας στα Σκόπια. Ευτυχώς ο λαός της γειτονικής χώρας με το δημοψήφισμα δείχνει ότι αντιστέκεται στις απαιτήσεις των ισχυρών και μάλλον θα αναστείλει, τουλάχιστον προς το παρόν, το επιχειρούμενο εθνικό έγκλημα. Βέβαια οι λόγοι της αντίδρασης των Σκοπιανών στη συμφωνία των Πρεσπών είναι παντελώς αντίθετοι από τις δικές μας
σκέψεις και αντιδράσεις. Εκτιμώ, λοιπόν, ότι αυτή η περιπέτεια των εθνικών μας συμφερόντων στην υπόθεση της Μακεδονίας φανέρωσε τις αδυναμίες της εξωτερικής μας πολιτικής. Έδειξε ότι ακόμα δεν βάλαμε μυαλό, κι ας έχουμε πληρώσει με ακριβό τίμημα τη νοοτροπία μας να μην δείχνουμε την απαιτούμενη εθνική ωριμότητα σε καίρια ζητήματα της πατρίδας.
Τώρα καταλάβαμε, οι περισσότεροι των συμπατριωτών, ότι οι πολιτικοί μας σκέφτονται και αποφασίζουν ανάλογα με το ατομικό και το στενό κομματικό συμφέρον. Ενώ απουσιάζει προκλητικά το εθνικό στίγμα στη διαμόρφωση της εξωτερικής πολιτικής μας. Όλα στο βωμό της σκοπιμότητας και της αντιμετώπισης των κομματικών αντιπάλων.
Πράγματι, η διαχείριση του προβλήματος με τα Σκόπια από την πλευρά της κυβέρνησης έδειξε ερασιτεχνισμό και ανεπάρκεια πολιτικής και εθνικής σκέψης. Οι κυβερνώντες πίστεψαν ότι κλείνοντας με οποιοδήποτε περιεχόμενο το ζήτημα των Σκοπίων θα κέρδιζαν το χειροκρότημα της πλειοψηφίας του λαού και θα οδηγούσαν σε δύσκολη θέση τα κόμματα της Αντιπολίτευσης. Κάποιοι δε έφτασαν σε τέτοιο σημείο αλαζονείας που δημόσια έδειχναν να πιστεύουν ότι θα δοθεί ακόμα και το βραβείο Νόμπελ στους δύο Πρωθυπουργούς, Τσίπρα και Ζάεφ, ως ειρηνοποιούς των Βαλκανίων. Εδώ έχει απόλυτη εφαρμογή η ρήση: «μωραίνει Κύριος ον βούλεται»!
Είναι προφανές ότι η κυβέρνηση στη διαχείριση αυτού του εθνικού ζητήματος ήταν δέσμια σε ιδεοληψίες και εμμονές. Πυρήνας της πολιτικής της διαχείρησης αποδείχτηκε πως ήταν δύο στοιχεία: Από ιδεολογική άποψη ο διεθνισμός στον οποίο φαίνεται ακόμα να πιστεύουν «τα αριστερά» στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, με πρωτομάστορα τον Πρωθυπουργό. Αλλά το πιο δυναμικό στοιχείο σ’ αυτήν την πολιτική φάνηκε πως ήταν το πάθος για τη διατήρηση της εξουσίας. Αυτός είναι και ο λόγος που η κυβέρνηση προσκύνησε τον Τραμπ και την Μέρκελ, προσφέροντας απόλυτη υποταγή στα κελεύσματά τους.
Έτσι εξηγείται που προχώρησαν σε μια λύση λίαν επιζήμια για τα εθνικά μας θέματα, για την ιστορία μας και για το μέλλον του Ελληνισμού.
Αλλά από αυτή την περιπέτεια νομίζω πως μπορούμε να πάρουμε ένα μεγάλο και χρήσιμο μάθημα, όλοι μαζί, πολιτικοί και πολίτες. Το Σκοπιανό έδειξε ότι πρακτικές, όπως άλλα να λέει ο Υπουργός Εξωτερικών και άλλα ο Υπουργός Άμυνας, γελοιοποιούν τη χώρα και μας απαξιώνουν όλους ως αναξιόπιστους και ανεπαρκείς. Επίσης το ζήτημα μας έμαθε ότι ο κάθε Πρωθυπουργός για να διαχειριστεί ένα μεγάλο εθνικό πρόβλημα θα πρέπει πρώτα και κύρια να είναι άριστα διαβασμένος. Και όχι όπως ο Πρωθυπουργός που κάποια στιγμή σημφώνησε ακόμα και με το όνομα «Μακεδονία του Ίλιντεν»!
Η εξωτερική πολιτική οφείλει να απαλλαχτεί από κάθε κομματική σκοπιμότητα, από κάθε ευκαιριακή περίσταση. Να στηρίζεται στη λογική ενός εθνικού σχεδίου, το οποίο σχεδιάζεται με κριτήρια εθνικά και με κατανόηση των κάθε φορά ευρωπαϊκών δεδομένων. Εθνική πολιτική απαιτούν τα μεγάλα εθνικά προβλήματα και μακριά από τη λογική «εμείς και εσείς».
Μήπως οφείλουμε να εξετάσουμε τον τρόπο που σταθερά η Τουρκία αντιμετωπίζει την εξωτερική της πολιτική ανεξάρτητα αν κυβερνάει ο Ντεμιρέλ, ο Οζάλ ή ο Ερντογάν; Επιτέλους ας αντιληφθούν σήμερα οι κυβερνώντες ότι διπλωματία και γενικά άσκηση εξωτερικής πολιτικής δίχως διάλογο με τον λαό και χωρίς συνεργασία όλων των πολιτικών δυνάμεων εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους για την ασφάλεια και την σταθερότητα της χώρα μας.
Άρα η άσχημη εμπειρία από την υπόθεση των Σκοπίων μπορεί και πρέπει να γίνει μάθημα στους πολιτικούς μας ώστε με σύνεση και πατριωτική συνείδηση να διαχειρίζονται τα εθνικά μας ζητήματα.
ΧΑΡΗΣ ΛΕΟΝΤΑΡΗΣ