Γιατί μένει άλυτο το πρόβλημα με τα Ηπειρωτικά Kληροδοτήματα…

on .

 

Β’ ΜΕΡΟΣ

2) Εν συνεχεία το 1967, η Χούντα των γνωστών επίορκων συνταγματαρχών κατήργησε κάθε ίχνος δημοκρατικότητας που υπήρχε και σ' αυτόν εισέτι τον Κανονισμό τού 1926, αφού κατάργησε το αιρετό των εκλεγμένων εκλεκτόρων εκ των 5 Ενοριών των Ιωαννίνων, εις το εξής δε αυτοί θα διορίζονται από τον εκάστοτε Μητροπολίτη, με αποτέλεσμα σήμερα στα Αγαθοεργά να επικρατεί καθεστώς χειρότερο και απ' αυτό της ...Τουρκοκρατίας, της εποχής του Παγκάλου και του Μεταξά.
Συγκεκριμένα, επί της δικτατορίας του Παπαδόπουλου, σύμφωνα με το νέον Καταστατικό Χάρτη της Εκκλησίας της Ελλάδας, που συντάχθηκε το 1969 (Ν.Δ. 126/1969) εκδόθηκε νέος Κανονισμός... περί "Ιερών Ναών και Ενοριών" (8/1979 Ιεράς Συνόδου) –σύμφωνα με τον οποίο περιέχεται ειδική διάταξη στην οποία ορίζεται ότι:... "η διά τού άρθρου 68 παρ.1 τού Α.Ν. 2200/1940 προβλεπομένη ρύθμισις ως πρός την συγκρότησιν των Εκκλησιαστικών Συμβουλίων πόλεως Ιωαννίνων -δηλ. ειδικά για τα Ιωάννινα- και της Εφοροεπιτροπείας των Αγαθοεργών Καταστημάτων διατηρείται εν ισχύι, τροποποιουμένων μόνον των διατάξεων των αφορωσών εις την εκλογήν των 5μελών Εκκλησιαστικών Επιτροπών, αίτινες από της ισχύος του παρόντος διορίζονται υπό του Μητροπολιτικού Συμβουλίου προτάσει του οικείου Μητροπολίτου μετά των αναπληρωτών αυτών, οι οποίοι μετέχοντες των συμβουλίων εν απουσία των τακτικών μελών- δικαιούνται ψήφου ως και των δέκα μελών της Εφοροεπιτροπείας διοριζομένων κατά το αυτό ως άνω τρόπον".
Δηλαδή, με το πρόσχημα της νομοθετικής κύρωσης του νέου Κανονισμού Λειτουργίας των Ιερών Ναών και Ενοριών, ενός δηλ. καθαρώς εκκλησιαστικού θέματος, με μία πονηρή διάταξη στο τέλος του Κανονισμού καταργείται για άλλη μία φορά το σύνταγμα και οι νόμοι του Κράτους που προστατεύουν τη βούληση των διαθετών και το αιρετό των μελών των Ενοριακών Συμβουλίων.
Δηλαδή, εκ του συνόλου των 43 εκλεκτόρων οι 25 είναι διορισμένοι υπό του Μητροπολίτου, προσέτι δε και εκ της 21μελούς Εφοροεπιτροπείας τα 10 μέλη επίσης διορίζονται υπό του ιδίου Μητροπολίτου και ως εκ τούτου με την δική του ψήφο (συνολικά 11 στους 21) ο Μητροπολίτης δύναται να ελέγχει τα Αγαθοεργά Καταστήματα της Μητροπόλεως.
Συνεπώς η Εφοροεπιτροπεία των Αγαθοεργών με αυτόν τον τρόπο αυθαίρετα και παράνομα λειτουργούσε, διοικούσε και διαχειρίζονταν τα πιο πάνω κοινωφελή και ευαγή Ιδρύματα, καθώς και τα άλλα σχολικά και Κοινοτικά, από 1-1-1921 μέχρι το Διάταγμα του 1926, αφού ήδη από του Ν. 2508/1920 εθεωρείτο "ως αυτοδικαίως διαλυθείσα", επί πλέον δε και μετά την έγκριση του "Κανονισμού" η μη νομίμως επανασυσταθείσα Εφοροεπιτροπεία δεν μπορούσε να διοικεί και να διαχειρίζεται τα κληροδοτήματα αυτά και τα λοιπά ευαγή Ιδρύματα και κύρια τα Κληροδοτήματα των Ιωαννίνων Γ. Σταύρου, Νικ. Ζωσιμά, Ζώη Καπλάνη, το Τούλειο Κληροδότημα (Μετσόβου) κ.α. διότι κατά ρητή επιταγή του Συντάγματος και την βούληση των διαθετών τους δεν της ανήκαν.
Έτσι λοιπόν, με αυτό τον παράνομο και αντισυνταγματικό τρόπο τα Αγαθοεργά Καταστήματα με έναν απλό "Κανονισμό" κατόρθωσαν να διοικούν και να διαχειρίζονται κεφάλαια... δισεκατομμυρίων ως και ακίνητα περιουσιακά στοιχεία ανυπολόγιστης αξίας, - τα οποία ανήκουν στην πόλη των Ιωαννίνων και τους κατοίκους της - χωρίς ποτέ να ελεγχθούν από τον αρμόδιο Υπουργό Οικονομικών, κατά παράβαση του Ν.2508/1920 ως και των συναφών νόμων που επηκολούθησαν ήτοι του Ν. 2442/1920, τού Ν. 5019/1931 περί σχολικών περιουσιών, ως και των Ν. 1895/1990, Ν.2009/1992 κ.α..
Μετά από μια μακρά περίοδο ανωμαλίας στη διοίκηση, λειτουργία και διαχείριση των Κληροδοτημάτων από τα Αγαθοεργά Καταστήματα, το αντισυνταγματικό, παράνομο και αυθαίρετο αυτό καθεστώς ηθέλησε να καταργήσει ο σύγχρονος Νομοθέτης και έτσι φθάσαμε τελικά στο Ν. 1473/1984 και δη τις διατάξεις των άρθρων 37 και 47 εδαφ. ια και ιγ τούτου.
Η Βουλή των Ελλήνων μετά από ομόφωνη απόφαση-παρέμβαση και του Δήμου Ιωαννιτών ψήφισε το νόμο 1473/1984, "Περί μεταρρυθμίσεων στην άμεση και έμμεση φορολογία και άλλων διατάξεων (ΦΕΚ Α 127), ρύθμισε πλέον το θέμα των παλιών Κληροδοτημάτων των Ιωαννίνων, ο οποίος κατάργησε τις σχετικές διατάξεις του Α.Ν.2039/1939 (άρθρα 113 έως 124) και όρισε τον τρόπο διοίκησης και διαχείρισης σύμφωνα με όσα ισχύουν σε όλη την Ελλάδα. Με το Νόμο τούτο άνοιξε ο δρόμος για την αποκατάσταση της χρόνιας ανωμαλίας που επικρατούσε στα γνωστά Κληροδοτήματα των Ιωαννίνων, αφού σύμφωνα με ρητή διάταξη τού άρθρου 47 εδαφ. ια και ιγ τούτου καταργήθηκαν τα άρθρα 113 έως 124 του Α.Ν. 2039/1939 με τα οποία προβλέπονταν η λειτουργία της Εφοροεπιτροπείας των Αγαθοεργών Καταστημάτων Ιωαννίνων, με το άρθρον δε 37 καθορίστηκε ο τρόπος διοίκησης και διαχείρισης αυτών εις το εξής.
Είναι άκρως χαρακτηριστική της βούλησης του Νομοθέτου η παρ. ιγ του άρθρου 47 του ως άνω Νόμου 1473/1984, η οποία ρητά και κατηγορηματικά "...καταργεί και κάθε άλλη γενική ή ειδική διάταξη που ρυθμίζει θέματα διαφορετικά από τις διατάξεις του παρόντος..."
Είναι συνεπώς περισσότερο από σαφές ότι το Διάταγμα του 1926 και οι σχετικές διατάξεις του Α.Ν. 2039/1939, απέβλεπαν στο να εμποδίσουν την εφαρμογή του Νόμου του Ελ. Βενιζέλου (Ν. 2508/1920) και ως εκ τούτου καταργουμένων των διατάξεων αυτών υπό του ως άνω Νόμου (1473/1984), άνοιξε ο δρόμος για την εφαρμογή των διατάξεων του Ν. 2508/1920 και την εκκαθάριση των κληροδοτημάτων αυτών για την πόλη των Ιωαννίνων.
Συγκεκριμένα, μετά την ψήφιση του Ν 1473/1984 το Υπουργείο Οικονομικών απέστειλε το υπ’ αριθμ. πρωτ. Κ 4849/1512/ 1-7-1986 έγγραφό του, το οποίο υπογράφεται από τον τότε αρμόδιο Υφυπουργό κ. Αθανασόπουλο, στον τότε Νομάρχη Ιωαννίνων και στο οποίο ορίζεται ότι «...η περιουσία του Κληροδοτήματος Γ. Σταύρου περιέρχεται εις τον Δήμον Ιωαννιτών ως Κεφάλαιο Αυτοτελούς Διαχείρισης, για το σκοπό που έταξε ο διαθέτης, δεδομένης της αδυναμίας διοίκησης του Κληροδοτήματος, σύμφωνα με τις διατάξεις της διαθήκης και την αληθή βούληση του διαθέτη…» και παράλληλα κάλεσε τον Μητροπολίτη να παραδώσει όλα τα περιουσιακά στοιχεία τούτου.
Ομοίως στην από 21-5-1998 Έκθεση διαχειριστικού και οικονομικού ελέγχου του κληροδοτήματος του ευεργέτου του Μετσόβου Γ. Τούλη, ο οποίος έγινε από τον επιθεωρητή κ. Γρηγόριο Ακονίδη αναφέρεται επί λέξει ότι «…Κατόπιν αυτών και έχοντας υπ’ όψη τις βουλήσεις των διαθετών, όπως αυτές είναι διατυπωμένες στις διαθήκες τους, καθώς επίσης και τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 37 του Ν. 1473/1984, φρονούμε ότι αυτές οι διατάξεις του νόμου κατισχύουν των διατάξεων του από 25-1-1933 Π.Δ. και για τον λόγο αυτό, προτείνουμε το Κληροδότημα να περιέλθει στην αρμοδιότητα του Δήμου Μετσόβου, το δε Δημοτικό Συμβούλιο ν’ αποτελέσει την Διοικητική και Διαχειριστική Επιτροπή του Κληροδοτήματος».
Η κοινή απαίτηση της πόλης των Ιωαννίνων και των πολιτών της να τεθεί τέρμα επί τέλους στο παράνομο και αντισυνταγματικό καθεστώς των Εθνικών μας Κληροδοτημάτων, γέννησε την ανάγκη της συγκρότησης στις 5-7-1997 της «Επιτροπής Αγώνα για τα Ηπειρωτικά Κληροδοτήματα» στην οποία συμμετείχαν διάφοροι Φορείς της πόλης μας, μεταξύ των οποίων η Πανηπειρωτική Συνομοσπονδία και ο Δικηγορικός Σύλλογος, η οποία Επιτροπή από την πρώτη στιγμή ζήτησε την αποκατάσταση της συνταγματικής νομιμότητας, την άμεση εφαρμογή των άρθρων 34 και 47 του Ν. 1473/1984, ώστε να γίνει επιτέλους σεβαστή η βούληση των Ηπειρωτών Ευεργετών, όπως αυτή διατυπώνεται στις συστατικές τους πράξεις, να αποδοθούν οι σχολικές περιουσίες των παλιών κληροδοτημάτων στους ΟΤΑ, όπως ορίζεται από τους νόμους 2508/1920, 5019/1931, 1894/1990 και 2009/1992 -οι οποίοι δεν έχουν καμία σχέση με τα Αγαθοεργά Καταστήματα- και να διαταχθεί διαχειριστικός έλεγχος όλως αυτών των Κληροδοτημάτων, τα οποία παράνομα και ανεξέλεγκτα διοικούνται από τα Αγαθοεργά Καταστήματα της Μητροπόλεως.
Το έτος 1999 το Δημοτικό Συμβούλιο, κατά πλειοψηφία, παρά τον νόμο και τις αντίθετες απόψεις που διατυπώθηκαν στο Δημ. Συμβούλιο αποφάσισε να στείλει δυο εκπροσώπους στη Γενική Συνέλευση των Αγαθοεργών, με την 22/1999 απόφασή του.
Κατά της ως άνω αποφάσεως του Δημ. Συμβουλίου η Ένωση Πολιτών Ιωαννίνων και ο Σύνδεσμος Αποφοίτων της Ζωσιμαίας Σχολής προσέφυγαν στην Επιτροπή του άρθρου 18 του νόμου 2218/1994 του νομού Ιωαννίνων, στην οποία προεδρεύει τακτικός Δικαστής (πρωτοδίκης) η οποία με την 4/1999 απόφασή της αποφαίνεται επίσης ότι: Μετά την ψήφιση του άρθρου 47 του Ν. 1473/1984 οι διατάξεις των άρθρων 113 και 114 του Α.Ν. 2039/1939, με τις οποίες προβλέπονταν η λειτουργία της Εφοροεπιτροπείας των Αγαθοεργών καταστημάτων των Ιωαννίνων καταργήθηκαν. Ο Νόμος 1437/1984 (άρθρα 37 και 47) είναι σαφής τόσο ως προς την κατάργηση των διατάξεων 113 έως 124 του Α.Ν. 2039/39, όσο και ως προς την ισχύ των λοιπών διατάξεών του για τα παλιά κληροδοτήματα Νομού Ιωαννίνων. Έτσι με σαφήνεια ορίζεται ότι ο Κανονισμός του 1926 που προβλέπει τον τρόπο διαχείρισης των κληροδοτημάτων αυτών δεν ισχύει. Κατά συνέπεια των ανωτέρω «δεν υφίσταται νόμιμο έρεισμα για τη συγκρότηση της Εφοροεπιτροπείας, όσον αφορά τη διαχείριση των κληροδοτημάτων του Νομού Ιωαννίνων και ως εκ τούτου η απόφαση ορισμού εκπροσώπων του Δήμου για το όργανο αυτό είναι παράνομη» και ακύρωσε την ως άνω απόφαση του Δημ. Συμβουλίου. Συνεπώς το πρόβλημα δεν είναι αν νομίμως ή μη μετέχουν οι δύο δημοτικοί σύμβουλοι στην Εφοροεπιτροπεία των Αγαθοεργών, αλλά το γεγονός ότι αύτη έχει ήδη καταργηθεί έκτοτε (από το 1984) και ως εκ τούτου δεν υφίστατο ούτε τυπικά ούτε ουσιαστικά νόμιμο έρεισμα για την συγκρότησή του.
Κατά της παραπάνω απόφασης ασκήθηκε προσφυγή στο Υπουργεία Εσωτερικών από τα Αγαθοεργά καταστήματα Ιωαννίνων. Το Υπουργείο Εσωτερικών, κρίνοντας σύμφωνα με τον νόμο σε δεύτερο βαθμό την υπόθεση, με την υπ’ αριθμ. 24114/1999 απόφασή του απέρριψε την προσφυγή των Αγαθοεργών Καταστημάτων Ιωαννίνων, τα οποία από τότε εξακολουθούν να λειτουργούν παράνομα.
Κατά των αποφάσεων του Υπουργείου Εσωτερικών και Παιδείας, τα Αγαθοεργά άσκησαν προσφυγές στο Συμβούλιο Επικρατείας, το οποίο με τις υπ’ αριθ. 2139/2007 και 2140/2007 αποφάσεις τους “απέρριψε τις προσφυγές αυτές ως απαράδεκτες”. Το γεγονός της απόρριψης των Αιτήσεων των Αγαθοεργών Καταστημάτων κατέστησε αμετάκλητες τις αποφάσεις των Υπουργών και της Επιτροπής του άρθρου 18 και συνεπώς τα ισχυριζόμενα περί του αν τα Αγαθοεργά είναι νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου δεν έχουν καμία σημασία, διότι πρόκειται νομικά για ανύπαρκτο φορέα, ο οποίος λειτουργεί και διαχειρίζεται παράνομα τις περιουσίες των συγκεκριμένων πιο πάνω κληροδοτημάτων από την εποχή της τουρκοκρατίας κληροδοτημάτων.
(αύριο η συνέχεια)