Ποιοι ήταν οι Αρβανίτες…

on .

Ο όρος Άρβων είναι αρχαιότατη τοπωνυμία και για πρώτη φορά αναφέρεται από τον Πολύβιο (203-120 π.Χ.) για ορισμένη περιοχή της Βορείου Ηπείρου και της Αλβανίας (Πολύβιος, Ιστορία, βιβλίο 2, κεφ. 11).
Ο ίδιος χώρος αναφέρεται από τον Στέφανο Βυζάντιο (τέλη 5ου – α’ μισό 6ου αι. μ.Χ.) στα «Εθνικά»: «Αρβών πόλις Ιλλυρίας, το εθνικόν Αρβώνιος και Αρβανίτης». Η Άννα η Κομνηνή (1083-1148), κόρη του αυτοκράτορα Αλεξίου Α’ Κομνηνού, στο βιβλίο της «Αλεξιάς» κάνει λόγο περί «των καλουμένων Αρβανιτών» (Άννα Κομνηνή, Αλεξιάς 677). Αναφέρει επίσης τις κλεισούρες γύρω από το Άρβανον.
Ορισμένοι ιστορικοί μελετητές θεωρούν ότι ο αρχαίος ελληνικός όρος Άρβανον προέρχεται από τον όρο «Άλβανον» λόγω ρωτακισμού του λ (όπως η λέξη ήρθε που προέρχεται από τη λέξη ήλθε, αδερφός από το αδελφός κ.λπ.). Είναι, όμως, φανερό ότι η λέξη Άρβανον προέρχεται από την ονομασία Άρβων που αναφέρει ο Πολύβιος. Οι λέξεις Αλβανός, Αλβανία, Άλβανον, που αναφέρονται στον συγκεκριμένο λαό και τόπο, είναι πολύ μεταγενέστερος, αφού αναφέρονται για πρώτη φορά κατά τα μέσα του 14ου αιώνα (Κώστας Καραστάθης, Έλληνες από το Άρβανον, σελ. 26).
Αλλά, σε ποιο σημείο της Ηπείρου ή της Αλβανίας βρισκόταν η τοποθεσία Άρβων ή Άρβανον;
Οι απόψεις των ερευνητών ως προς τη θέση του ιστορικού εκείνου χώρου δύσκολα ταυτίζονται. Διάφοροι εθνολόγοι τοποθετούν το Άρβανο σε διάφορα σημεία της Αλβανίας. Ορισμένοι ερευνητές ονομάζουν Άρβανα την οροσειρά που δίπλα της κυλάει ο ποταμός Ματ, όμως γίνεται δύσκολα πιστευτή μια τέτοια άποψη.
Ο John Wilkes (John Wilkes, Οι Ιλλυριοί, 1998) αμφισβητώντας την ταύτιση του Άρβανου με την Αλβανόπολη γράφει: «Δεν είναι βέβαιο ότι το Άρβανον της Άννας Κομνηνής είναι το ίδιο με την Αλβανόπολη των Αλβανών».
Οι ντόπιοι Ηπειρώτες γνωρίζουν ότι το Άρβανον είναι η περιοχή στην αριστερή όχθη του ποταμού Αώου, που φτάνει ως την παραλία της Αυλώνας. Ο ποταμός Κελυδνός τη χωρίζει σε ανατολικό και δυτικό Άρβανο. Το ανατολικό αρχίζει από τα χωριά Κούζη και Ζουλιάτες και φτάνει ως τα δυτικά του Δελβίνου. Το δυτικό αρχίζει από τους Ζουλιάτες και φτάνει μέχρι την Αυλώνα.
Το Άρβανο είναι η λεγόμενη Λιαπουριά, που κατοικείται υπό Λιάπηδες, αλλά ως πού έφτανε προς βορρά και νότο στα αρχαία χρόνια είναι άγνωστο. Ο ιστορικός Αχιλλέας Λαζάρου, κοιτίδα των Αρβανιτών θεωρεί την Βόρειο Ήπειρο, καθώς και στις βορειότερες περιοχές της Αδριατικής υπήρχαν ακμάζουσες ελληνικές πόλεις (Αχιλλέας Λαζάρου, Προσωπογραφία Αρβανιτών, Επετηρίς Ετ. Βοιωτικών Μελετών, 2009, σ. 643).
Σ’ αυτή την ορεινή περιοχή μεταξύ Χιμάρας, Αυλώνας, Αργυροκάστρου, Δελβίνου ήταν τα τοπωνύμια Άρβων ή Άρβανον και το πατριδονυμικό Αρβανίτες και σ’ αυτή την περιοχή διαιωνίζουν την παρουσία τους οι Έλληνες. Αυτοί ήταν οι πρώτοι πραγματικοί Αρβανίτες και η γλώσσα τους ήταν η ελληνική διάλεκτος. Καθώς, σε κάποια εποχή, ήρθαν σε επικοινωνία με τα αλβανικά φύλα, Γκέκηδες και Τόσκηδες, και αναγκάστηκαν να συμβιώσουν μαζί τους, διαμορφώθηκε ένα κοινό γλωσσικό όργανο, που πήρε το όνομα Αρβανίτικα, χωρίς οι Έλληνες να πάψουν να μιλούν την γλώσσα τους και να ξεχάσουν την καταγωγή τους. Είχαν την ικανότητα με το αρβανίτικο αυτό γλωσσικό ιδίωμα να ασκούν ευεργετικές επιδράσεις στους Τόσκηδες κυρίως, χωρίς να χάσουν την ελληνικότητά τους. (Καραστάθης, σελ. 29-30).
Ο όρος Αρβανίτες: Ο όρος Αρβανίτες είναι παράγωγο του όρου Άρβανον. Αναφέρθηκε για πρώτη φορά από τον Μιχαήλ Ατταλειάτη το 1081, που γράφει για το κίνημα του Βασιλάκου: «Είχε γαρ και Ρωμαίων πολλών στρατιωτικών, Βουλγάρων τε και Αρβανιτών». (Ατταλειάτης Μιχ., Ιστορία 1853, Βιέννη, 297). Η Έρα Βρανούση (Βρανούση Ερασμία, οι όροι «Αλβανοί και Αρβανίαται», (1970), σελ. 235) γράφει ότι ο όρος Αλβανοί, που δηλώνει τους ομώνυμους πληθυσμούς της Βαλκανικής, εμφανίζεται τον 14ο αιώνα, δηλαδή τρεις αιώνες από τότε που ο Ατταλειάτης μνημονεύει το όνομα Αρβανίτες. Επίσης, οι όροι «Άλβανον» και «Αλβανίτες» είναι κατασκευάσματα λογίων. Ο αρχαίος ελληνικός όρος «Άρβανον» δεν είναι δυνατό να γίνει «Άλβανον» και ούτε ο «Αρβανίτης» «Αλβανίτης». Οι όροι Άρβανον και Αρβανίτης, όροι αρχαιότατοι, ανήκουν στους Έλληνες που κατοικούσαν το Άρβανον, πριν από τον ερχομό των Αλβανών. Όταν μπήκαν στην περιοχή οι λεγόμενοι Σκιπετάροι (Γκέκηδες και Τόσκηδες) ονομάστηκαν και αυτοί, όπως οι ντόπιοι, Αρβανίτες.
Οι Αλβανοί ιστορικοί αναφέρουν τον 11ο αιώνα με δανεικό το όνομα Αρβανίτης, το οποίο τελικά δεν υιοθέτησαν. Ο όρος Αλβανός εμφανίζεται στην ιστορία τον 14ο μ.Χ. αιώνα από τον Ιωάννη Κατακουζηνό. Οι γειτονικοί λαοί ονόμαζαν την χώρα των Αλβανών μέχρι τον 14ο αιώνα Αρβανιτία και αργότερα Αλβανία, στις αρχές του 20ου αιώνα που απέκτησαν κράτος. Οι Αλβανοί απέρριψαν και τις δυο ονομασίες και αυτοκλήθηκαν Σκιπετάρ και η χώρα τους Shqiperia (Σκιπερία), που σημαίνει χώρα των αετών (Shqip = αετός), κατ’ άλλους σημαίνει οπλοφόρος (shqipeto = όπλο).
Αρβανίτικη γλώσσα: Ο Στράβων (64 π.Χ. – 23 μ.Χ.) μας πληροφορεί ότι με τους Ηπειρώτες αναμειγνύονταν και διάφορα Ιλλυρικά φύλα στα νότια της Ιλλυρίας μέχρι τον Κόλπο του Αυλώνα. Συμπερασματικά μπορούμε να πούμε ότι τα αρβανίτικα είναι κάποια προϊστορική διάλεκτος από το Άρβανο, διάλεκτος η οποία εξιλλυρίστηκε από τους Ιλλυριούς που κατέκτησαν την περιοχή.
Τα δύο φύλα, ελληνικά και ιλλυρικά (αλβανικά) συμβίωσαν για πολλούς αιώνες και διαμόρφωσαν ένα κοινό γλωσσικό όργανο. Έτσι, έγινε ένα μπόλιασμα στο Άρβανο. Το δέντρο της τοπικής ελληνικής γλώσσας μπολιάστηκε με «οφθαλμό» του δέντρου της ιλλυρικής, της τόσκικης. (Καραστάθης, σελ. 40).
Με το χρόνο οι δύο λαοί αποχωρίστηκαν μετά την καταστροφή των Αλβανών από τους Ρωμαίους. Οι Ηπειρώτες δεν μιλούσαν πια το αρβανίτικο ιδίωμα, περιορίστηκαν στην ελληνική τους γλώσσα. Οι Αλβανοί για αιώνες ήταν απομονωμένοι στα βουνά της ορεινής χώρας τους, περιορισμένοι στην απαιδευσία και τον σκοταδισμό. Από τον 11ο αιώνα που άρχισε ο λαός να ονομάζεται «αλβανικός», κατεβαίνει στην Ήπειρο επιβάλλοντας και στους Ηπειρώτες τα αρβανίτικα. Τα αρβανίτικα ήταν μια απλή και εύκολη γλώσσα. Μέχρι το τέλος του 14ου αι. η αρβανιτοφωνία είχε γενικευτεί στον αλβανικό και ηπειρωτικό χώρο. Οι συμπαγείς ελληνικοί πληθυσμοί μιλούσαν και ελληνικά. Κατά τον Σπύρο Στούπη (Σπ. Στούπη, Ηπειρώτες και Αλβανοί, 1976, σελ. 45) προκειμένου περί των ορθοδόξων από την άποψη της μητρικής γλώσσας, διακρίνονταν σε αλβανόφωνους και βλαχόφωνους, που όλοι τους ήταν ελληνοφρονούντες.
Το αρβανίτικο ιδίωμα τείνει να εξαφανιστεί και στα χωριά της Ελλάδας, που βρέθηκε πριν από εξακόσια και περισσότερα χρόνια. Έμεινε στάσιμο, μονάχα ως γλώσσα των αγροτών και κτηνοτρόφων.
Οι ορθόδοξοι Αλβανοί και οι αυτόχθονες Έλληνες, Ηπειρώτες και Αρβανιτόβλαχοι, Σαρακατσάνοι και Καραγκούνηδες, όλοι ορθόδοξοι, γνώριζαν την ελληνική και την αρβανίτικη γλώσσα. Κατά τον 19ο αιώνα δίγλωσσοι δεν ήταν μονάχα οι αρβανιτόφωνοι Έλληνες (Αρβανίτες) της Ηπείρου, αλλά και όλοι οι Αλβανοί του νότου. Όλοι οι έποικοι της Ελλάδος, Έλληνες και Αλβανοί, αφομοιώθηκαν γρήγορα από τους αυτόχθονες κατοίκους. Από την πρώτη στιγμή που βρέθηκαν στην Ελλάδα την ένιωσαν ως πατρίδα τους και συμμετείχαν σε όλους τους εθνικούς αγώνες με μεγάλες θυσίες.
Μετά την απελευθέρωση της Αλβανίας από τον τουρκικό ζυγό και την ίδρυση ανεξάρτητου κράτους στις αρχές του 20ου αιώνα, τα αρβανίτικα εξελίχτηκαν σε γραπτή γλώσσα, την αλβανική, η οποία και καλλιεργείται σήμερα.

ΝΙΚΟΣ ΥΦΑΝΤΗΣ