Πολλά τα προβλήματα στη σύνταξη κτηματολογίου στα ορεινά χωριά!

on .

 Του ΝΙΚΗΤΑ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ*

Προσφάτως η εταιρεία που ανάλαβε την σύνταξη του κτηματολογίου στις περιφέρειες των Δήμων Ζηρού, Πάργας, Πρέβεζας, Αρταίων, Γ. Καραϊσκάκη, Κεντρικών Τζουμέρκων, Ν. Σκουφά, Λευκάδας και Μεγανησίου, χρησιμοποιώντας τον τίτλο του Ν.Π.Δ.Δ. "Ελληνικό Κτηματολόγιο", κοινοποίησε ανακοίνωσή της, μέσω των ανωτέρω Δήμων με την οποία γίνεται γνωστό ότι από 30 Οκτωβρίου 2018 και μέχρι τις 30 Ιανουαρίου 2019, θα γίνει η διαδικασία σύνταξης του κτηματολογίου και στην διοικητική τους περιφέρεια. Περαιτέρω καλεί τους έχοντας ιδιοκτησίες στις περιφέρειές των να συγκεντρώσουν τα απαραίτητα δικαιολογητικά. 

Το ζήτημα αυτό είναι πολύ σημαντικό, αλλά και εξόχως πολύπλοκο και σοβαρό, ειδικότερα για το ορεινό τμήμα της Ηπείρου. Σημαντικό μεν, γιατί αποτελεί εργαλείο για την ορθολογική ανάπτυξη του τόπου, εξόχως σοβαρό και πολύπλοκο δε, γιατί συνδέεται με την διασφάλιση των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας των κατοίκων στα κτήματά τους, που έχουν στις περιφέρειες των ανωτέρω Δήμων.
Επίσης θεωρώ αναγκαίο εξ αρχής να τονίσω με έμφαση ότι το κτηματολόγιο και οι δασικοί χάρτες και το δασολόγιο, που συναρτώνται με αυτό, όπως και ο χωροταξικός σχεδιασμός είναι απαραίτητα εργαλεία για τη σύνταξη σωστών και ολοκληρωμένων προγραμμάτων ανάπτυξης της χώρας.
Η εκτίμησή μου αυτή με παρακίνησε να ετοιμάσω το παρόν άρθρο, ώστε να γνωστοποιήσω τις σκέψεις μου για το ζήτημα αυτό στους κατοίκους των ορεινών χωριών και κυρίως με όσους ως εκ της θέσεώς των χειρίζονται τα ζητήματα των χωριών αυτών.
Κατ’ αρχήν, με εντυπωσιάζει το γεγονός ότι οι περιοχές των ανωτέρω Δήμων έχουν ενταχθεί σε πρόγραμμα κτηματογράφησης, χωρίς προηγούμενα να έχει ξεκινήσει η διαδικασία κατάρτισης των δασικών χαρτών των περιοχών αυτών, την οποία θεωρώ αναγκαία να προηγηθεί και αυτό θα προκύψει αβίαστα από όσα στη συνέχεια γράφω.
Η δασική νομοθεσία εμφορείται από την φιλοσοφία της αυστηρής προστασίας του δασικού πλούτου της χώρας, καθόσον από την σύσταση του Ελληνικού Κράτους στα δάση και τις δασικές εκτάσεις ασκούνταν μεγάλη πίεση για την αλλαγή της χρήσης των και η οποία αποσκοπούσε στην αύξηση των γεωργικά καλλιεργουμένων εκτάσεων και βοσκών. Με την πάροδο του χρόνου, η πίεση πάνω στα δάση και τις δασικές εκτάσεις αύξανε για νέες χρήσεις και μάλιστα ασχεδίαστα και άναρχα, με μέσον τις παράνομες εκχερσώσεις και κυρίως τους εμπρησμούς.
Γι’ αυτό, το 1975 ο συνταγματικός νομοθέτης περιέλαβε στα άρθρα 24 και 117 διατάξεις που όριζαν ότι δεν επιτρέπεται η αλλαγή της χρήσης των δασών και δασικών εκτάσεων παρ’ εκτός εάν αυτό είναι προς το συμφέρον της εθνικής οικονομίας και περαιτέρω ότι οι δασικές εκτάσεις που καταστρέφονται από πυρκαϊά ή παράνομη εκχέρσωση να κηρύσσονται υποχρεωτικά αναδασωτέες.
Επισημαίνω περαιτέρω και ένα άλλο χαρακτηριστικό της δασικής μας νομοθεσίας που το θεωρώ και απαραίτητο για την ορθή κατανόηση των σχετικών δυσχερειών στην σύνταξη των δασικών χαρτών.
Ο νομοθέτης από πολύ νωρίς και έκτοτε συνεχώς, έχει περιλάβει στη δασική νομοθεσία διατάξεις ιδιοκτησιακού χαρακτήρα, αποσκοπώντας στη διαφύλαξη της δημόσιας δασικής περιουσίας. Την απαρίθμηση των διατάξεων αυτών την βρίσκει κανείς στο άρθρο 10 του Ν. 3208/2003 (ΦΕΚ 303 Τ. Α΄).
Θεμελιώδες στοιχείο για την σύνταξη των δασικών χαρτών είναι ο προσδιορισμός των εννοιών δάσος και δασική έκταση. Τον νομικό ορισμό της έννοιας δάσος και δασική έκταση, τον βρίσκουμε ανατρέχοντας στον Ν. 998/1979 (άρθρο 3) και στις τροποποιήσεις του, στον Ν. 3208/2003 (άρθρο 1) και στον Ν.4280/2014 (άρθρο 32).
Όμως ο σαφής προσδιορισμός των δασών και δασικών εκτάσεων στο έδαφος, απαιτεί και την τοπογραφική αποτύπωσή των. Η ανάγκη αυτή είχε διαπιστωθεί από το τέλος του 19ου αιώνα και γι' αυτό είχε εκδοθεί τότε ο νόμος “Περί διακρίσεως και οροθεσίας των δασών” ΑΧΝ το 1888, ο οποίος προέβλεπε τον αποτερματισμό και την σύνταξη διαγραμμάτων για τα δημόσια δάση. Βέβαια οι διατάξεις αυτές και άλλες παρεμφερείς του νόμου 4173/1929 δεν υλοποιήθηκαν ποτέ.
Από το 1976 και με βάση τις διατάξεις του τότε εκδοθέντος Ν. 248 “Περί φύλλου καταγραφής, Μητρώου ιδιοκτησίας και οριοθεσίας των δασικών εκτάσεων και προστασίας των δημοσίων δασικών εκτάσεων” προβλεπόταν η καταγραφή των δασικών εκτάσεων και η σύνταξη των δασικών χαρτών καθώς και μητρώου δασικής ιδιοκτησίας.
Από το 1997 και με βάση τον νόμο 998 “Περί προστασίας δασών” προβλεπόταν και η σύνταξη του “δασολογίου”. Την ανάγκη αυτή της δημιουργίας κτηματολογίου και δασολογίου, θεσμοθέτησε ως υποχρέωση της πολιτείας και ο συνταγματικός νομοθέτης με την αναθεώρηση του συντάγματος, το 2001 στο άρθρο 24.
Δυστυχώς όμως, λόγω των περιπετειών του εθνικού μας βίου, σε συνδυασμό με την έλλειψη πολιτικής βούλησης, το πολιτικό μας σύστημα, ποτέ δεν προχώρησε στην υλοποίηση αυτών των θεσμών και πάντοτε ναρκοθετούσε και σαμποτάριζε, την όποια αδύναμη πολιτική βούληση εκδήλωναν μεμονωμένα αρμόδιοι Υπουργοί.
Το 1995 εκδόθηκε ο Ν. 2308 (ΦΕΚ 114/1995 Τ.Α), με τον οποίο θεσμοθετήθηκε διαδικασία σύνταξης του Εθνικού Κτηματολογίου. Στη συνέχεια συστάθηκε η εταιρεία «Κτηματολόγιο Α.Ε.», ως Ν.Π.Ι.Δ. που μετατράπηκε σε Α.Ε. ως η «Εθνικό Κτηματολόγιο και Χαρτογράφηση Α.Ε.» (ΕΚΧΑ Α.Ε.).στη συνέχεια με τον ν.4512/2018, καταργήθηκε και στην θέση της συστάθηκε το Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία «ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΤΗ­ΜΑΤΟΛΟΓΙΟ», υπό την εποπτεία του Υπουργού Περιβάλλοντος & Ενέργειας.
Σκοπός και αρμοδιότητα του ανωτέρω Ν.Π.Δ.Δ. είναι κυρίως η σύνταξη, τήρηση, ενημέρωση και λειτουργία του Εθνικού Κτηματολογίου (Ν. 2308/1995 και Ν.2664/1998), η τήρηση, ενημέρωση και λειτουργία του συστήματος Μεταγραφών και Υποθηκών στα Κτηματολογικά Γραφεία και Υποκαταστήματα του Φορέα, τα οποία θα συσταθούν σταδιακά (παρ. 7 του άρθρου 1 του ν.4512/ 2018) και η οργάνωση και τήρηση βάσεων ψηφιακών γεωχωρικών δεδομένων.
Με την ολοκλήρωση της κτηματογράφησης μίας περιοχής, παύει να ισχύει το σύστημα "Μεταγραφών και Υποθηκών" και αντικαθίσταται με το σύστημα του "Λειτουργούντος κτηματολογίου". Στα πλαίσια αυτά, το τοπικό αρμόδιο Υποθηκοφυλακείο λειτουργεί ως μεταβατικό Κτηματολογικό Γραφείο.
Σημειώνω ότι για την σύνταξη του κτηματολογίου και των δασικών χαρτών, ενδιαφέρθηκαν οι δανειστές μας και μας επιβλήθηκε, ως συμβατική “μνημονιακή” υποχρέωση η σύνταξή των. ( Ν. 4046 του 2012 (ΦΕΚ 28 Τ.Α. Σελ. 808 ).
Με τη σύνταξη του κτηματολογίου είναι αναγκαία η παράλληλη σύνταξη των δασικών χαρτών γιατί τα εμπράγματα δικαιώματα, κυριότητα κλπ. σε δάση και δασικές εκτάσεις είναι συνδεδεμένα με το νομικό τεκμήριο κυριότητος υπέρ του Δημοσίου σ’ αυτά. (άρθρο 32 παρ. 3 Ν 4280/ 2014).
Η σύνταξη των δασικών χαρτών γίνεται με βάση τις διαθέσιμες παλαιότερες και νεώτερες αεροφωτογραφίες και η αρμοδιότητα για την κατάρτιση και όλες τις εργασίες μέχρι και την κύρωση του Δασικού Χάρτη, έχουν ανατεθεί στην Διεύθυνση Δασών της Αποκεντρωμένης Διοίκησης του οικείου νομού. (άρθρα 3 και 5 Ν. 3208/2003 ΦΕΚ 303 Τεύχος Α΄, και άρθρο 153 Ν. 4389/2016 (ΦΕΚ 94 Α΄).
Συγκεκριμένα, προβλέπεται η διενέργεια, αποκλειστικώς, της ηλεκτρονικής ανάρτησης του Δασικού Χάρτη στον ιστότοπο της ΕΚΧΑ Α.Ε., στο εξής του "ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΤΗΜΑ­ΤΟΛΟΓΙΟ". Μέσω της δημοσιότητας του Δασικού Χάρτη, που επιτυγχάνεται με την ανάρτησή του, παρέχεται η δυνατότητα σε κάθε ενδιαφερόμενο να λάβει γνώση του περιεχομένου του και ενδεχομένως να αμφισβητήσει τον χαρακτήρα ή τη μορφή ή και τη θέση των εκτάσεων που έχουν αποτυπωθεί σε αυτόν. Επίσης προβλέπεται, αποκλειστικώς, η ηλεκτρονική υποβολή αντιρρήσεων κατά του περιεχομένου του Δασικού Χάρτη μέσω διαδικτύου.
Οι αιτήσεις για εγγραφή εμπραγμάτων δικαιωμάτων επί δασικών εκτάσεων, σε κηρυττόμενες υπό κτηματογράφηση περιοχές, θα εξετάζονται από την δασική υπηρεσία (άρθρα 27 και 28 Ν. 2664/1998 ΦΕΚ 275 Τεύχος Α ) και με βάση τη ρύθμιση των άρθρων 10 και 21 του Ν.3208/2003 (ΦΕΚ 303 Τεύχος Α.).
Σημειώνω εδώ πως εξαιρούνται από τις ρυθμίσεις της δασικής νομοθεσίας, οι εξής εκτάσεις: α) Οι γεωργικά καλλιεργούμενες εκτάσεις (αυτονόητο), απαιτώντας όμως την "ανέκαθεν" καλλιέργειά των. β) Οι τεχνητές δασικές φυτείες που δημιουργήθηκαν από τους ιδιοκτήτες των. γ) Οι γεωργικές εκτάσεις εφ΄ όσον έχουν σήμερα χορτολιβαδική μορφή ή έχουν άλλη αυτοφυή βλάστηση που δεν συνιστά δασοβιοκοινότητα. Θα πρέπει στις εκτάσεις αυτές η αγροτική μορφή να υφίστατο το 1945 και αυτό να προκύπτει ευκρινώς σε αεροφωτογραφίες που λήφθηκαν το 1945 και εάν αυτές δεν είναι ευκρινείς, στις αεροφωτογραφίες του 1960. δ) Αντίθετα, το στοιχείο της δασοβιοκοινότητας είναι απαραίτητο προκειμένου να υπαχθούν στις ρυθμίσεις της δασικής νομοθεσίας εκτάσεις που είναι χορτολιβαδικές και βρίσκονται σε ορεινά, ημιορεινά και ανώμαλα εδάφη με φρυγανική ή ποώδη βλάστηση. ε) Οι περιοχές που περιλαμβάνονται σε υφιστάμενα σχέδια πόλεως ή εντός οικισμών τα όρια των οποίων έχουν καθοριστεί με απόφαση του οικείου Νομάρχη η οποία εκδόθηκε με βάση τα διατάγματα περί καθορισμού των ορίων των προ του 1923 προϋφισταμένων και η οποία δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (τεύχος Δ΄).
Ο χαρακτηρισμός μιας περιοχής ως δασικής ή μη δασικής γίνεται με πράξη του αρμόδιου Διευθυντή Δασών ή Δασάρχη, ύστερα από αίτηση ενδιαφερομένου που έχει έννομο συμφέρον ή και αυτεπάγγελτα. Η αρμοδιότητα αυτή του Δασάρχη ή του Διευθυντή Δασών παύει με την ανάρτηση του Δασικού Χάρτη. Κατά της πράξης χαρακτηρισμού επιτρέπεται η άσκηση αντιρρήσεων ενώπιον της Επιτροπής Επιλύσεως Δασικών Αμφισβητήσεων του οικείου Νομού και κατά της απόφασης της Επιτροπής αίτηση ακυρώσεως στην Δευτεροβάθμιο Επιτροπής Επιλύσεως Δασικών Αμφισβητήσεων και περαιτέρω προσφυγή στο αρμόδιο Διοικητικό Δικαστήριο.
Κλείνοντας τα αφορώντα γενικά την χώρα σημειώνω ότι πρόσφατα η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Περιβάλλοντος με σκοπό την εξαίρεση των αυθαίρετων οικισμών από τις διαδικασίες ανάρτησης και κύρωσης των Δασικών Χαρτών (για μελλοντική νομοθετική ρύθμιση του προβλήματος) επινόησε την έννοια των οικιστικών πυκνώσεων και την εισήγαγε στη δασική νομοθεσία με τις διατάξεις του άρθρου 39 του Ν. 4489/2017 (ΦΕΚ 140 Τ.Α.). Τα κριτήρια προσδιορισμού των οικιστικών πυκνώσεων είναι τα εξής: Ως ελάχιστος αριθμός κτιρίων τα 50. Μέχρι 100 κτίρια, να αναλογεί έκταση σε 1 κτίριο 500 τ.μ. Όταν ο συνολικός αριθμός των κτιρίων είναι μεγαλύτερος των 100 η αναλογία ορίζεται στο 1 στρέμμα και για αριθμό κτιρίων μεγαλύτερο των 400 στα δύο στρέμματα.
(Aύριο το Β’ μέρος)

* Ο Νικήτας Αποστόλου είναι Πτυχιούχος Πάντειου Πανεπιστημίου, συνταξιούχος δημοσίου, πρώην Τμηματάρχης του πρώην Υ­πουργείου Γεωργίας.