Κατώτερη των περιστάσεων η εξωτερική μας πολιτική!

on .

Λένε οι ιστορικοί και γενικά οι πολιτικοί επιστήμονες ότι η εξωτερική πολιτική μιας χώρας φανερώνει και την ταυτότητά της. Ειδικά για την Ελλάδα αυτή η επισήμανση έχει απόλυτη εφαρμογή. Είναι γεγονός ότι η πρακτική των κυβερνήσεών μας στη διαχείριση των εξωτερικών ζητημάτων επηρεάζει καθοριστικά την πορεία της χώρας και τη θέση της στον διεθνή χώρο.
Καταρχήν να επισημάνουμε το δυστύχημα της Ελλάδας για τη γεωγραφική της θέση, αφού αυτή εδώ και αιώνες μας καταδικάζει να έχουμε τους συγκεκριμένους γειτόνους. Ας σκεφτούμε πώς θα ήταν η Ελλάδα αν βρισκόταν γεωγραφικά στη θέση του Βελγίου, της Σουηδίας, της Ισπανίας και όπου αλλού. Όμως η ιστορία της φυλής μας μαζί με τα ένδοξα στοιχεία μας επιφυλάσσει και τα δύσκολα. Άρα έχουμε την ευθύνη ως λαός και ως κράτος να ρυθμίζουμε την τύχη μας με βάση αυτά τα γεωγραφικά και ιστορικά δεδομένα.
Ούτως εχόντων των πραγμάτων, αυτή τη χρονική στιγμή βρισκόμαστε αντιμέτωποι με σοβαρά ζητήματα και με κινδύνους που απειλούν τη σταθερότητα, την ασφάλεια και την κυριαρχία της χώρας μας. Όλα αυτά σχετίζονται άμεσα με την εξωτερική πολιτική που ακολουθεί η Ελλάδα.
Για να κατανοήσουμε με ρεαλισμό και σε βάθος τις διαστάσεις των εθνικών μας προβλημάτων, οφείλουμε να ανακαλύψουμε τις βασικές επιδιώξεις και τον σχεδιασμό της Ελληνικής Πολιτείας. Εύκολα θα διαπιστώσει κάποιος ότι ουδέποτε η Ελλάδα είχε ολοκληρωμένο σχέδιο εξωτερικής πολιτικής και προσαρμοσμένο στα κάθε φορά ζητήματα. Αντίθετα εφαρμόζει μια πολιτική πρακτική αμυντική και ανάλογη με τα αντανακλαστικά του εκάστοτε Υπουργού Εξωτερικών και τις εκλογικές σκοπιμότητες του κυβερνώντος κόμματος.
Αποτέλεσμα αυτής της προχειρότητας είναι οι γείτονες συνεχώς να δημιουργούν καταστάσεις, να προβάλλουν νέες επιδιώξεις και να μας απειλούν. Σε όλα τα μέτωπα του εξωτερικού βασιλεύει η προσωπική πολιτική και ο ερασιτεχνισμός. Γι’ αυτό και αντί να επιλύονται τα ανοιχτά εθνικά μας θέματα, γεννιούνται καινούρια, επικίνδυνα και απρόβλεπτα.
Βεβαίως στο κοντινό παρελθόν έτυχε να έχουν την πολιτική εξουσία ηγέτες με κύρος, οι οποίοι μπορούσαν να εμποδίζουν σχέδια εχθρικά των γειτόνων μας και να αποτρέπουν καταστάσεις θλιβερές. Για παράδειγμα ο Κ. Καραμανλής οδήγησε την Ελλάδα, έστω και προσωρινά, εκτός ΝΑΤΟ, ενω ο Δ. Παπανδρέου ζήτησε να «βυθιστεί το HORA».
Δυστυχώς σήμερα οι κυβερνώντες αποδεικνύονται πολύ κατώτεροι των περιστάσεων και αντί να επιλύουν εξωτερικά ζητήματα δημιουργούν χειρότερα. Θέλησαν να λύσουν το πρόβλημα το Σκοπιανό και ύστερα από διαπραγματεύσεις έξι μηνών φαίνεται ότι όλα βαλτώνουν και οδηγούνται στο αδιέξοδο. Το ίδιο συμβαίνει και με την Τουρκία κι ας υποδέχτηκαν εδώ τον Ερντογάν με νταούλια και κλαρίνα. Ούτε οι Τούρκοι ούτε οι Σκοπιανοί μας λογαριάζουν.
Τίθεται εύλογα το ερώτημα από τους πολίτες ποιος φταίει για τα αδιέξοδα της εξωτερικής μας πολιτικής. Τώρα αρχίζουμε να αντιλαμβανόμαστε ότι η εξωτερική πολιτική θα πρέπει να έχει χαρακτήρα εθνικής πολιτικής και να είναι μακριά από μικροκομματικές σκοπιμότητες. Ουδείς έχει το δικαίωμα να διαπραγματεύεται με τους γειτόνους τόσο σοβαρά εθνικά ζητήματα και να μην δίνει λόγο ή ενημέρωση σε κανέναν. Τα εθνικά συμφέροντα τάσσονται πάνω από ιδεοληψίες και από προσωπικές επιδιώξεις.
Επίσης εκτιμώ πως όταν μια κυβέρνηση κινείται στην εξωτερική πολιτική με διάθεση υποταγής σε μεγάλες δυνάμεις, τότε τα εθνικά συμφέροντα απειλούνται με ήττες. Και το χειρότερο όλων είναι να διακατέχονται οι διαπραγματευτές μας από σύνδρομα διεθνισμού ή εθνομηδενισμού.
Άρα ήρθε η ώρα τα εθνικιστικά κηρύγματα του Καμμένου και ο λαϊκισμός του Υπ. Εξωτερικών να παραχωρήσουν τη θέση τους στην εθνική ευθύνη, στην ελληνική αξιοπρέπεια και στην ανεξαρτησία της πολιτικής δράσης.

ΧΑΡΗΣ ΛΕΟΝΤΑΡΗΣ