Δυστυχώς, επτωχεύσαμεν…

on .

Από την πτώχευση του 1893, τον πόλεμο, την ήττα και το όνειδος του 1897, φτάσαμε στην πρόσφατη πτώχευση που ακόμα αιωρείται στον ορίζοντα κάτω από το ζοφερό κλίμα που συνδέεται με τη Μνημονιακή και τη Μεταμνημονιακή εποχή.
Της πρώτης πτώχευσης και του ανάλογου δανεισμού τα αποτελέσματα, λίγο -πολύ, είναι γνωστά: Με πρωτοβουλία των δυνάμεων προστασίας, με επικυρίαρχη θέση τη Γερμανία -αυτό κρατήστε το, γιατί θα μας χρειαστεί- στην Ελλάδα επιβλήθηκε ο Διεθνής Οικονομικός Έλεγχος που είχε σαν στόχο οι ομολογιούχοι αυτών των χωρών να πάρουν τα λεφτά τους και η Τουρκία να αποζημιωθεί για τις «ζημιές» που υπέστη κατά τον πόλεμο. Στη χώρα μας εγκαταστάθηκε η Διεθνής Οικονομική Επιτροπή, η οποία ήταν υπεύθυνη για την είσπραξη των φόρων που είχαν επιβληθεί στα είδη μονοπωλίου (αλάτι, πετρέλαιο, σπίρτα, παιγνιόχαρτα, τσιγαρόχαρτα) τα δικαιώματα επί του καπνού, τα τέλη χαρτοσήμου, το φόρο κατανάλωσης οινοπνεύματος και τους εισαγωγικούς δασμούς των βασικών τελωνείων της χώρας.
Δηλαδή οι Προστάτιδες -επικυρίαρχες στην ουσία- Δυνάμεις καταδυνάστευαν με Συμφωνία που μας είχαν επιβάλει τον Ελληνικό Λαό, ταπεινώνοντας την Ελλάδα, με προεξάρχουσα τη Γερμανία η οποία κολάκευε την Τουρκία «η φιλία της οποίας ήταν απαραίτητη στη γερμανική πολιτική προς ανατολάς και συνοψιζόταν με τρία Βήτα (δηλαδή Βερολίνο, Βόσπορος, Βαγδάτη)». Ο όρος του Κάιζερ ήταν να γίνει η ανακωχή «με την υπόσχεσιν ότι θα υποκύψη η Ελλάς άνευ όρων εις την απόφασιν των Δυνάμεων». Αυτός ακριβώς ήταν και ο λόγος για τον οποίο ο πρωθυπουργός της Γαλλίας Κλεμανσώ χαρακτήρισε τη στάση των Δυνάμεων «άτιμη».
Και να λάβετε υπόψη -όσοι τυχόν δε γνωρίζετε- ότι αυτή η ταπεινωτική και εξαντλητική για τη χώρα μας κατάσταση κράτησε ογδόντα ολόκληρα χρόνια. Το έτος 1951 ο τότε πρωθυπουργός Σοφοκλής Βενιζέλος δήλωσε στη Βουλή ότι «ο Διεθνής Οικονομικός Έλεγχος θεωρείται κατηργημένος», ενώ τελικά με νόμο καταργήθηκε το 1978.
Και από τότε; Μετά τις γνωστές λίγο – πολύ εθνικές περιπέτειες ήρθε η λεγόμενη μεταπολίτευση με θετικά στοιχεία την κατάργηση της βασιλείας και την ένταξη της χώρας μας στην ΕΟΚ, τη σημερινή Ευρωπαϊκή Ένωση. Ενθουσιαστικές οι δηλώσεις των τότε αξιωματούχων της Κοινότητας για την ένταξη της χώρας μας σ’ αυτήν. Από αυτές τις δηλώσεις ας κρατήσουμε τις πιο χαρακτηριστικές:
Ο τότε αντικαγκελάριος της Γερμανίας Λούντβιχ Έρχαρντ δήλωσε: «Βλέπομεν την χώραν σας ως το λίκνον του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Πώς θα ήτο δυνατόν να συλλλάβωμεν μίαν ευρωπαϊκήν κοινότητα άνευ της Ελλάδος;».
Και ο πρόεδρος της Επιτροπής Βάλτερ Χαλστάιν μιλώντας στα ελληνικά πρόσθεσε: «Η Κοινότης δεν είναι εγωιστική επιχείρησις αποσκοπούσα μόνον εις το μέγιστον δυνατόν κέρδος των μελών της, αλλά εξυπηρετεί την αλληλεγγύην και την ειρήνην της Ευρώπης και πέραν των συνόρων της».
Αυτά έλεγαν τότε οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι. Τι απ’ αυτά έκαναν δεν έχει και τόση σημασία. Σημασία έχει τι κάναμε εμείς. Δεν κάναμε σχεδόν τίποτε από αυτά που έπρεπε να κάνουμε για να προσαρμοστούμε στα νέα ευρωπαϊκά δεδομένα. Και όχι μόνο αυτό. Κάναμε ό,τι μπορούσαμε, στα πλαίσια ενός αναίσθητου πελατειακού - κομματικού Κράτους, με ανίκανους, κατά κανόνα και ασυνείδητους πολιτικούς ηγέτες όλων των αποχρώσεων, για να φτάσουμε στη σημερινή τραγική κατάσταση, χειρότερη και από αυτή που μας επιβλήθηκε μετά την πτώχευση του 1893 και την ήττα του 1897. Κι αν τότε η πτώχευση ήταν κυρίως οικονομική, η σημερινή πτώχευση -μην υπολογίζετε μόνο πού βρισκόμαστε με τα Μνημόνια, αλλά και τί μας περιμένει στη Μεταμνημονιακή εποχή- είναι βαθιά και πολύπλευρη.
«Δυστυχώς επτωχεύσαμεν», σε όλους τους τομείς.
«Επτωχεύσαμεν» οικονομικά, κοινωνικά, πολιτικά, πνευματικά και ηθικά. Η πρώτη πτώχευση διήρκησε 80 χρόνια και αντιμετωπίστηκε τελικά. Ετούτη εδώ δεν ξέρουμε πόσο θα διαρκέσει και αν θα μπορέσουμε να την αντιμετωπίσουμε, αν δεν αλλάξουμε μυαλά.

ΣΠΥΡΟΣ ΕΡΓΟΛΑΒΟΣ