Ο ιός του γκεμπελισμού…

on .

Το πολιτικό μας σύστημα πάσχει πραγματικά από πολλές παθήσεις. Αλλά η πιο επικίνδυνη και δύσκολα θεραπεύσιμη είναι ο «γκεμπελισμός»! Πρόκειται κατά τους ειδικούς για μια πολιτική παθογένεια που εκδηλώνεται σε συστήματα με αστάθεια και με ηγέτες ανεπαρκείς να ασκήσουν την εξουσία που τους εμπιστεύεται ο λαός. Το σοβαρότερο δε σύμπτωμα της ασθένειας είναι που αυτοί οι πολιτικοί ηγέτες αντιμετωπίζουν τους αντιπάλους τους με μίσος, με βία και με συκοφάντηση.
Δυστυχώς αυτή η ασθένεια, ενώ στις δυτικές ευρωπαϊκές χώρες έχει ξεριζωθεί, εδώ στη δικιά μας έχει ρίζες βαθειές και συχνά εκδηλώνεται με αποτέλεσμα να μην μπορεί το πολίτευμά μας να λειτουργεί σταθερά και δημοκρατικά και να υπηρετεί ουσιαστικά τα δικαιώματα και τις ανάγκες της χώρας και των πολιτών. Ένα τέτοιο φαινόμενο με χαρακτηριστικά γκεμπελισμού εξελίσσεται αυτόν τον καιρό στην τοπική πολιτική σκηνή.
Πολλοί είχαμε πιστέψει ότι ύστερα από τις δραματικές εμπειρίες του 1989, τότε που οι φορείς του είχαν ταπεινωθεί και καταδικαστεί και από τα Δικαστήρια και από το λαό, δεν θα επανέφεραν την ίδια πρακτική στην πολιτική ζωή του τόπου. Γι’ αυτό και πρέπει να χαίρεται ο Γκέμπελς, καθώς βλέπει κάποιους να διεκδικούν τις υποθήκες και την κληρονομιά του.
Όλοι γνωρίζουμε τι προκάλεσε στον κόσμο αυτός ο ποταπός και άθλιος προπαγανδιστής του Χίτλερ. Ως Υπουργός της Λαϊκής Διαφώτισης στο Γ’ Ράιχ είχε για δόγμα τούτο το αξίωμα: «Συκοφαντείτε, συκοφαντείτε, κάτι μένει». Και είναι, ειλικρινά, κρίμα κάποια στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ με ιδεοληψίες και εμμονές σε καθεστωτικές πρακτικές να θυμούνται τον Γκέμπελς, αν και υπήρξε ο φοβερότερος ιδεολογικός εχθρός του χώρου τους. Αλλά ακόμα χειρότερο και πιο επικίνδυνο πολιτικά είναι και το ότι όλοι οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ σέρνοντας πίσω από μεθόδους και πρακτικές που θυμίζουν ολοκληρωτικά καθεστώτα.
Έτσι η Κυβέρνηση, βλέποντας με πανικό τα αδιέξοδα της κυβερνητικής πολιτικής, δεν διστάζει να σπιλώσει τους αντιπάλους και με βάση μαρτυρίες αγνώστων κουκουλοφόρων να κατηγορήσουν τους πάντες ως κλέφτες. Για κάθε πολίτη θέτω ένα λογικό και απλουστευτικό ερώτημα: Ήταν δυνατόν ένας Πρωθυπουργός για 30 μέρες, ανώτατος δικαστικός, να δεχτεί στο γραφείο του φακελάκι με 100.000 ευρώ; Ή έπρεπε η τροχήλατη βαλίτσα να παραδοθεί στον κ. Σαμαρά μέσα στο Μαξίμου; Μήπως όλη η διήγηση θυμίζει τον Μαμανέα που μετέφερε τις κούτες στον Ανδρέα; Απάντηση: Είμαστε όλοι ηλίθιοι ή το όλο πολιτικό μας σύστημα μας ήρθε από την Αφρική!
Στόχος μοναδικός να αποπροσανατολίσει τον κόσμο από τα μεγάλα προβλήματα της οικονομίας και μέσα στη θολούρα να παραδώσει την Μακεδονία, όπως το απαιτούν οι Αμερικανοί. Οι προπαγανδιστές του ΣΥΡΙΖΑ γνωρίζουν πολύ καλά ότι οι απολογούμενοι στη συνείδηση του λαού καθίστανται και υπόλογοι.
Θέλουν οι κυβερνητικοί ο λαός να ακούει μονάχα τους συκοφάντες και τα φερέφωνα της ΕΡΤ, γιατί πιστεύουν ότι οι συνετοί θα σωπάσουν. Έφτασαν σε τέτοιο βαθμό πολιτικής και ηθικής κατάπτωσης ώστε να χλευάζουν ακόμη και τον Μίκη Θεοδωράκη, μπροστά στον οποίο υποκλίνονται κράτη και λαοί για την προσφορά του στον πολιτισμό.
Ταυτόχρονα πρέπει και να μας φοβίζει, όταν ο Πρωθυπουργός χαρακτηρίζει όλο τον κόσμο που αυθόρμητα συμμετείχε στα συλλαλητήρια για να δείξει τον γνήσιο πατριωτισμό και τον σεβασμό του στην ιστορία ως «ετερόκλητο όχλο»! Αλλά οι κυβερνώντες στο βωμό της ελεεινής τους προπαγάνδας έφτασαν να παινεύουν άλλοι τον Καρανίκα, γιατί τάχα με τις συμβουλές του τους βοήθησε να νομοθετήσουν «για τη χρήση της κάναβης» και άλλοι τον Λάμπρου τον έτερο σύμβουλο του Πρωθυπουργού, γιατί με τις υποδείξεις του διευκολύνει τις άδειες από τη φυλακή του Κουφοντίνα!
Επειδή ο λαός μας και το πολίτευμα κατάφερε να ξεπεράσει πολλές φορές στο παρελθόν ανάλογες πρακτικές και σήμερα θα βρει τη δύναμη να αντισταθεί με τη λογική και με τη συνείδησή του. Όσο για το «σκάνδαλο» ταιριάζει στην περίστασή μας ο λόγος του Γκιζό, Γάλλου πρωθυπουργού, που είχε πει: «Όσες συκοφαντίες και αν σωριάσετε, δεν θα φθάσετε ποτέ στο ύψος της περιφρόνησής μου».
Και να θυμόμαστε την άποψη του Αριστοτέλη που έγραψε ότι τα τυραννικά καθεστώτα οδηγούν τον κόσμο στη φτώχεια και στην παρακμή για να μη μπορεί να σκέφτεται τίποτε άλλο παρά μονάχα την επιβίωσή του.