Ο Μίκης, το συλλαλητήριο και η «κριτική» εναντίον του…

on .

Δεν ένιωσα  καμιά έκπληξη όταν πληροφορήθηκα ότι κεντρικός ομιλητής στο συλλαλητήριο  της Αθήνας για το Σκοπιανό θα είναι ο Μίκης Θεοδωράκης. Και αυτό γιατί γνώριζα από παλιά τις απόψεις του για αυτό το κρατίδιο στα βόρεια σύνορα της χώρας μας, από την εποχή του Τίτο, που είχε ιδρύσει τη γνωστή Συνομοσπονδιακή Γιουγκοσλαβία και της είχε δώσει, με την ανάλογη σκοπιμότητα, το όνομα Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας. Είχε μάλιστα συγκρουστεί με τον Τίτο ο Μίκης όταν ο δεύτερος του ζήτησε να γράψει τη μουσική σε ένα σενάριο με τον τίτλο «Η Μακεδονία του Αιγαίου» και ο Μίκης το αρνήθηκε, γιατί είχε διαβλέψει τους σκοπούς που κρύβονταν πίσω από αυτό το σενάριο.
Η αποστασιοποίηση του Τίτο από τη Σοβιετική Ένωση, έκανε, όπως είχε γραφτεί, τις Δυνάμεις που επιτρόπευαν τότε την Ελλάδα, δηλαδή την Αγγλία και την Αμερική, να επιβάλουν στις πολιτικές ηγεσίες της χώρας μας, τις οποίες, ουσιαστικά, μέσα από τα Ανάκτορα, αυτές τις  διόριζαν -και συνεπώς τις ήλεγχαν- να μην αντιδράσουν στην ονομασία αυτού του κρατιδίου που δημιούργησε ο Τίτο. Αυτά τα ήξερε καλά ο Μίκης και οι θέσεις του γύρω από αυτό το θέμα ήταν ξεκαθαρισμένες, τις είχε μάλιστα ευθαρσώς και επίσημα διατυπώσει στον Πρωθυπουργό Κων. Μητσοτάκη, ως μέλος της Κυβέρνησής του, το1992 - 93 και γι’ αυτό παραιτήθηκε.
Συνεπής προς αυτές τις απόψεις του δέχτηκε να μιλήσει στο συλλαλητήριο που ήταν αντίθετο με το να συμφωνήσει η Ελλάδα, όπως διαγραφόταν, σε μια ονομασία που θα περιλαμβάνει το όνομα Μακεδονία. Από το σημείο αυτό άρχισαν στον ελληνικό χώρο οι συζητήσεις ή μάλλον οι κραυγές, γιατί στη χώρα που γεννήθηκε  η διαλεκτική σκέψη δεν έχουμε συνηθίσει να συζητάμε για θέματα που μας αφορούν άμεσα και όταν αναγκαζόμαστε να συζητάμε, συχνά δείχνουμε ότι δεν έχουμε μάθει να συζητάμε.
Άλλοι  που ήταν υπέρ του συλλαλητηρίου εκθείαζαν το Μίκη, άλλοι πάλι που ήταν αντίθετοι διατύπωναν, όπως είχαν δικαίωμα, τις αντιρρήσεις τους, μερικοί δε δεν δίστασαν να καταφύγουν και σε ύβρεις σε βάρος του. Σε μια μάλιστα φιλοκυβερνητική εφημερίδα, την επόμενη μέρα του συλλαλητηρίου υπήρχε ο εξοργιστικός, κατά τη γνώμη μου, τίτλος: «Ώδινεν όρος και έτεκεν Μίκην». Και αυτά τα έγραφαν κάποιοι «ποντικοί» της δημοσιογραφίας για ένα γίγαντα του δημόσιου βίου της χώρας μας, με τη γνωστή ιστορία του, την προσφορά του στην τέχνη, στους αγώνες του Λαού μας για κοινωνική δικαιοσύνη και για εθνική ανεξαρτησία, με την παράλληλη διεθνή αναγνώρισή του. Εκεί, λοιπόν, καταντήσαμε! Γιατί περί κατάντιας πρόκειται.
Έτυχε να ταξιδέψω σε πολλά μέρη του κόσμου. Όπου λέγαμε ότι είμαστε Έλληνες, ακούγαμε λόγια εγκωμιαστικά για τους αρχαίους μας προγόνους και για μερικές διεθνούς κύρους προσωπικότητες της σύγχρονης Ελλάδας. Ανάμεσα σ’ αυτές την πρώτη θέση κατείχαν ο Νίκος Καζαντζάκης και ο Μίκης Θεοδωράκης. Δεν θα ξεχάσω ποτέ αυτό που συνέβη σε μια χώρα της Άπω Ανατολής: Είχαμε μια ξεναγό με καταπληκτική μόρφωση που είχε αποκτήσει σε Γαλλικό Πανεπιστήμιο. Ήξερε τα πάντα από την Αρχαία Ελλάδα. Όταν τη ρώτησα τι ξέρει από τη σύγχρονη Ελλάδα μου απάντησε: «Στη βιβλιοθήκη μου έχω βιβλία και διαβάζω Καζαντζάκη και στη δισκοθήκη μου έχω δίσκους και ακούω Θεοδωράκη»!
Και εμείς σε τούτον εδώ το δύσμοιρο τόπο τι κάνουμε; Δέσμιοι οι πιο πολλοί ενός αξιολύπητου κομματικού και πελατειακού κράτους το οποίο όλοι μαζί δημιουργήσαμε, εμείς ως ευκαιριακοί ψηφοφόροι που παρέχουμε την υποστήριξή μας προσδοκώντας τα ανάλογα ανταλλάγματα και οι πολιτικοί μας που ενδιαφέρονται για την εξουσία και τα εξ αυτής αγαθά, είμαστε πρόθυμοι, όχι απλώς να διατυπώσουμε την αντίθεσή μας για κάτι που δεν θεωρούμε σωστό πράγμα καθόλα θεμιτό και επιβαλλόμενο- αλλά να βρίσουμε και να συκοφαντήσουμε καθέναν όταν λέει ή κάνει κάτι το οποίο, κατά τη γνώμη μας, δεν είναι σωστό ή, το κυριότερο, έρχεται σε αντίθεση με τα συμφέροντά μας. Παρακολουθήστε τη σχετική αρθρογραφία μερικών τουλάχιστον εφημερίδων ή στα τηλεπαράθυρα τους εκπροσώπους των κομμάτων και θα το διαπιστώσετε.
Προπαντός όμως να μην διαμαρτυρόμαστε, με μια τέτοια τακτική, όταν διαβάζουμε αυτό που γράφει ο Παναγιώτης Κονδύλης στο βιβλίο του «Οι Αιτίες  της Παρακμής  της Σύγχρονης Ελλάδας», ότι δηλαδή «η ίδια σχιζοφρένεια διέπει και τη συμπεριφορά των κομμάτων τα οποία πλειοδοτούν σε εθνικιστική ρητορεία, την ίδια στιγμή που εκποιούν το κράτος».
Και αυτό -ας μην το ξεχνάμε- το κάνουν για να προασπίσουν το εθνικό συμφέρον!

ΣΠΥΡΟΣ ΕΡΓΟΛΑΒΟΣ