Αναχώματα κι έργα υποδομής στο Λεκανοπέδιο Ιωαννίνων!

on .

- Του ΔΗΜΗΤΡΗ ΜΑΚΡΗ*

Με αφορμή επανειλημμένα δημοσιεύματα, για τα υπάρχοντα αναχώματα και την οριοθέτηση της λίμνης Παμβώτιδας, θα ήθελα να κάνω μια αναφορά για τα παλαιά έργα υποδομής (οδοποιίας, άρδευσης, αποστράγγισης, αντιπλημμυρικής προστασίας) που υπάρχουν στο Λεκανοπέδιο Ιωαννίνων, ως τέως Δ.Υ. αρμόδιος για υδραυλικά και συγκοινωνιακά έργα.
Εντός της λεκάνης του λεκανοπεδίου Ιωαννίνων, συναντάμε εκτός από την υπολεκάνη της Παμβώτιδας, Λαψίστας, Λαγκάτσας, Μπιζανίου και άλλες μικρότερες. Αυτές οι υπολεκάνες αποτελούσαν και τα χαμηλότερα εδάφη του λεκανοπεδίου και κατακλυζόταν μόνιμα ή περιοδικά από τα νερά των βροχών και των πηγών του λεκανοπεδίου και η αποχέτευση ορισμένων εξ αυτών γινόταν μέσω τοπικών καταβόθρων.
Η υπολεκάνη Μπιζανίου η οποία αναπτύσσεται στο νότιο τμήμα του λεκανοπεδίου, η υπολεκάνη στην περιοχή  Πεδινής και Μπάφρας, η υπολεκάνη ανατολικά του Περάματος και η υπολεκάνη  Λαψίστας – Κρύας απομονώθηκαν από τις γειτονικές περιοχές, λόγω της ανάγκης κατασκευής επιχωμάτων έδρασης, του καταστρώματος των Εθνικών Οδών εντός του Λεκανοπεδίου, για την εξυπηρέτηση των οδικών δικτύων.
Στην περιοχή Πεδινής - Μπάφρας και Μπιζανίου κατασκευάστηκαν δύο τμήματα από επίχωμα - ανάχωμα, της Ε.Ο. Ιωαννίνων – Άρτας. Στην περιοχή Λαψίστας - Κρύας κατασκευάστηκε τμήμα από επίχωμα - ανάχωμα της Ε.Ο. Ιωαννίνων - Κόνιτσας. Στην περιοχή Ιωαννίνων - Περάματος και Πέραμα – Αμφιθέα, κατασκευάστηκαν δυο τμήματα από επίχωμα - ανάχωμα της Ε.Ο. Ιωαννίνων – Τρίκαλα. 
Τα αναφερόμενα επιχώματα που λειτουργούσαν και ως αναχώματα, έγιναν πολύ πριν την κατασκευή των εγγειοβελτιωτικών έργων και στις στέψεις αυτών των επιχωμάτων έγινε η έδραση του καταστρώματος των αναφερόμενων Εθνικών Οδών που υφίστανται έως και σήμερα.
Η φυσική αποστράγγιση των νερών της κλειστής λεκάνης του Λεκανοπεδίου Ιωαννίνων (λιμναία, όμβρια και πηγαία) γινόταν όπως ανέφερα, μέσω καταβόθρων μέχρι το 1969. Με τα εγγειοβελτιωτικά έργα ολοκληρώθηκε η κατασκευή της σήραγγας Κληματιάς και τα νερά της Β.Δ. λεκάνης, συμπεριλαμβανομένης και της λίμνης απορρέουν στον Καλαμά μέσω της τάφρου Λαψίστας (Β’ ζώνη έργων).
Στην εσωτερική περιοχή του Λεκανοπεδίου (Α’ ζώνη έργων) η αποστράγγιση των εδαφών και η αποχέτευση των όμβριων υδάτων εξυπηρετήθηκαν με την κατασκευή ενός ενιαίου συστήματος στραγγιστικών τάφρων και πολλών άλλων αποστραγγιστικών – αποχετευτικών – αντιπλημμυρικών τεχνικών έργων, με απορροή των νερών στην Λίμνη Παμβώτιδα και τις τοπικές καταβόθρες.
Στην συνέχεια με τα Εγγειοβελτιωτικά Έργα, στις παραλίμνιες περιοχές Νότια και Β.Δ. που κατακλύζονταν με τα νερά της Λίμνης κατασκευάστηκαν τα αντιπλημμυρικά έργα, σε πρώτη φάση το ανάχωμα Ανατολή - Κατσικάς και το ανάχωμα Περάματος – Αμφιθέας σε δεύτερη φάση. Στην συνέχεια έγινε η αποκοπή στην Περιοχή του Περάματος επτά οχετών  απορροής της Παμβώτιδας προς την περιοχή Λαψίστας, με την κατασκευή και λειτουργία  του Ρυθμιστή  της λίμνης Παμβώτιδας. Επίσης, έγιναν τα έργα διαμόρφωσης της παραλίμνιας ζώνης της πόλης Ιωαννίνων με κρηπιδώματα, από την Λιμνοπούλα έως Βογιάννου.  Η νέα στάθμη της λίμνης ρυθμίζεται στο 470,20 (σχετικό υψόμετρο μελέτης εγγειοβελτιωτικών έργων - υπερχείλισης) μέσω του τεχνικού (Ρυθμιστής στάθμης Λ. Παμβώτιδας) που κατασκευάστηκε και λειτουργεί στο  Πέραμα και αποτελεί την υδροληψία της τάφρου Λαψίστας.
Τα αντιπλημμυρικά αναχώματα (Κατσικάς – Αμφιθέας) που εκτελεστήκαν την περίοδο 60-74 σε πλευρές της λίμνης (με στέψη σχετικού υψόμετρου 472,30), όπως και το κρηπίδωμα της πόλης των Ιωαννίνων στην παραλίμνια οδό (στο σχετικό υψόμετρο 471,0 - 471,20) ήταν έργα που καθόρισαν  συγκεκριμένο το λιμναίο σύστημα και το απομόνωσαν από εκτεταμένες παρόχθιες εκτάσεις και πηγές. (Ανάχωμα είναι η κατασκευή από χώματα που φράζει, εμποδίζει κλπ. ένα ψηλό ανάχωμα εμποδίζει τα νερά να πλημμυρίσουν. Κρηπίδωμα είναι το ακριανό κομμάτι της προκυμαίας κατασκευασμένο από τοίχο, μπετό, κλπ. που επίσης εμποδίζει τα νερά να πλημμυρίσουν).
Το παραλίμνιο ανάχωμα Ανατολής – Κατσικάς κατασκευάστηκε στο νότιο τμήμα της Λίμνης, για την προστασία της χαμηλής έκτασης των αναφερόμενων περιοχών, από την ανύψωση της στάθμης της Λίμνης Παμβώτιδας κατά τους χειμερινούς μήνες. Η συνέχεια του αναχώματος διακόπτεται σε τρία σημεία, από την προσαγωγό διώρυγα Ανατολής (αντλιοστάσιο Ανατολής), την τάφρο Λαγκάτσας και την τάφρο 7Τ (χείμαρρος Σερβιανών), στα οποία το ανάχωμα συνδέεται με τα αντίστοιχα παράπλευρα αναχώματα αυτών.
Το μήκος του αναχώματος είναι περίπου 5,3 χλμ., η στέψη έχει πλάτος 4 μ. και εντάχτηκε στα έργα αποστράγγισης της χαμηλής παραλίμνιας Ζώνης, ώστε η περιοχή να αποδοθεί στην καλλιέργεια. Η χαμηλή αυτή παραλίμνια ζώνη πριν την κατασκευή των αρδευτικών έργων κατά την περίοδο της υψηλής στάθμης της Παμβώτιδας, πλημμύριζε και ήταν μια βαλτώδης έκταση. 
Τα νερά της χαμηλής αυτής ζώνης καταλήγουν σε στραγγιστικές τάφρους παράλληλες του αναχώματος, που  περνούν με σίφωνα κάτω από την προσαγωγό σήραγγα του αντλιοστασίου Ανατολής, την τάφρο της σήραγγας Λαγκάτσας και την τάφρο 7Τ και η αποχέτευση της περιοχής  γίνεται, όπως ανέφερα, με το αντλιοστάσιο Κατσικάς στην λίμνη και μέσω της καταβόθρας Μπενίκοβας στον υπόγειο ορίζοντα. Σε σχετική παράγραφο της αρχικής μελέτης αναφέρεται, ότι το προστατευτικό ανάχωμα θα δύναται να χρησιμοποιηθεί ως παραλίμνια οδός, όχι για την εξυπηρέτηση της σχετικής περιοχής αλλά για τουριστικούς λόγους. Αυτό έδωσε πολύ μετέπειτα και βάση για την  μελέτη του έργου της παραλίμνιας οδού.  
Το παραλίμνιο ανάχωμα Περάματος - Αμφιθέας μήκους 2,3 χλμ. κατασκευάστηκε το 1974 στη Β.Δ. πλευρά της λίμνης για την προστασία τμήματος της χαμηλής έκτασης της αναφερόμενης περιοχής. Από την αρχική μελέτη προβλεπόταν αρχικό παραλίμνιο ανάχωμα μήκους 1,5 χλμ. με στράγγιση της φυσικής ροής των νερών προς τη στραγγιστική τάφρο Λαψίστας, αλλά από την τότε ανασυνταχθείσα μελέτη καταργήθηκε. Η αναφερόμενη έκταση βρισκόταν σε συνεχόμενη κατάκλιση από τα νερά της λίμνης λόγω της ανύψωσης της στάθμης της κατά τους χειμερινούς μήνες, καθότι είχαν εκτελεστεί αρκετά από τα προβλεπόμενα έργα και η τότε κοινότητα Στρουνίου (Αμφιθέας), στην οποία υπάγονταν η αναφερόμενη έκταση ζητούσε επανειλημμένως να επανεξεταστεί η κατασκευή του αναφερόμενου παραλίμνιου αναχώματος για την προστασία της έκτασης αυτής.
Ένα άλλο πρόβλημα στην περιοχή Περάματος ήταν και η προστασία τμήματος, μήκους περίπου 2,2 χλμ. (επίχωμα έδρασης) της υπάρχουσας Ε.Ο. Περάματος - Τρικάλων. Το επίχωμα της Ε.Ο. μετά την ολοκλήρωση των εγγειοβελτιωτικών έργων θα χρησιμοποιούνταν και ως ανάχωμα. Η στάθμη της Παμβώτιδας θα κυμαίνονταν μεταξύ του υψόμετρου 470,20 (υψόμετρο μελέτης του υπερχειλιστή, στο έργο του ρυθμιστή) και 470,70 (υψόμετρου ανάσχεσης και επειδή η στάθμη του καταστρώματος της Ε.Ο. είναι στο 471,20 καμία ασφάλεια δεν παρέχεται στην οδό και θα έπρεπε να γίνει πρόσθετη υπερύψωση.
Η αναφορά του τμήματος υδραυλικών έργων Δημοσίων Έργων Ιωαννίνων προς το Υπουργείο Δημοσίων Έργων με το 11/12/1968  έγγραφο τονίζει ότι «δεδομένου πως το σώμα του επιχώματος της οδού εδράζει σε τύρφη διαφόρου πάχους και λίαν ελαστικού και όχι στεγανού φρονούμε προς αποφυγήν επιπλέον φορτίσεως του εδάφους δια υπερυψώσεως του καταστρώματος, δέον όπως αυτό παραμείνει ως έχει εις ην στάθμη ευρίσκεται και προτείνεται η κατασκευή άλλου αναχώματος, εδρασμένο επί αδιαπέραστου εδάφους κάτω της τύρφης και με νέο υψόμετρο στέψης το 471,90 δια την προστασία της Ε.Ο. και της αναφερόμενης έκτασης». Αυτή η πρόταση με την προηγούμενη της Κοινότητας καθώς και στην συνέχεια η ανάγκη κατασκευής στην περιοχή στίβου κλειστού κωπηλατοδρομίου λόγο των έντονων αθλητικών δραστηριοτήτων της εποχής (Κωπηλασία –Θαλάσσιο Σκι) στην λίμνη, οδήγησαν στον προγραμματισμό και την κατασκευή του αναφερόμενου αναχώματος από Πέραμα έως Αμφιθέα.
Τα δυο αναχώματα είναι νόμιμα τεχνικά αντιπλημμυρικά έργα και δεν είναι άχρηστα, η άρδευση των περιοχών Α’ ζώνης (Λογγάδων) και Β’ ζώνης (Λαψίστας) γίνεται από τα νερά της λίμνης  και τα αναχώματα δεν μπορούν να αποξηλωθούν, γιατί διατηρούν σταθερό το απαιτούμενο υψόμετρο της λίμνης για την άρδευση των αναφερόμενων περιοχών.  Εάν όλα αυτά κάποια  στιγμή αλλάξουν, όπως η αλλαγή τρόπου άρδευσης των δυο αναφερόμενων περιοχών, μπορεί να συζητήσουμε για την χρησιμότητα των αναχωμάτων. 
Μετά αρκετά χρόνια από την κατασκευή των εγγειοβελτιωτικών έργων προκύπτει η ανάγκη της οριοθέτησης της Παμβώτιδας. Οι Επιτροπές οριοθέτησης Αιγιαλού και Παραλίας της λίμνης με τις εκθέσεις των έχουν οριοθετήσει την υδάτινη έκταση της Λίμνης, μέχρι τα   αναχώματα Ανατολής - Κατσικά και Αμφιθέας και τα κρηπιδώματα της πόλης μας. Για την υπόλοιπη περιμετρικά υδάτινη περιοχή της λίμνης, όπου δεν υφίστανται ανάχωμα ή κρηπίδωμα,  ορίζεται ως όριο η πολυγωνική περιβάλλουσα γραμμή της ισοϋψούς καμπύλης η οποία χαράχτηκε σε υψόμετρο   469,54 μ. (ένα  υψόμετρο που χρειάζεται έρευνα).
Οι επιτροπές έλαβαν υπόψη: έγραφα, πρακτικά, αποφάσεις, κτηματολογικά και υψομετρικά  διαγράμματα – διανομές, χρήσεις γης, την ύπαρξη  τεχνικών έργων που νομίμως υφίστανται, όπως τα αναχώματα – κρηπιδώματα. Με καθορισμένες αυτοψίες και αλλά  αναφερόμενα, αποφάσισαν τον καθορισμού ορίων της όχθης, της παλαιάς όχθης και της παρόχθιας ζώνης, για δε τις επίμαχες αναφερόμενες περιοχές έλαβαν υπόψη το όριο του υπάρχοντος  αναχώματος  Ανατολής - Κατσικάς και Αμφιθέας που αποτελεί εδώ και πενήντα  χρόνια την νέα διαμορφωμένη κατάσταση της ακτής. Με την ίδια αντιμετώπιση έγινε η οριοθέτηση και για άλλες παραλίμνιες περιοχές όπου υπάρχουν κρηπιδώματα μέχρι το όριο αυτών, όπου πριν την κατασκευή αυτών, τμήματα των κατάντη περιοχών, υπήρξαν περιοδικά υδάτινη επιφάνειας της λίμνης λόγω των ετήσιων αναβάσεών της και δεν μπορούμε να πούμε ότι ήταν τα όρια της λίμνης.
Πριν την κατασκευή των γενικών εγγειοβελτιωτικών έργων του 1960, λόγο των ετήσιων περιοδικών αναβάσεων της λίμνης, αρκετά  τμήμα πίσω από τα ανάχωμα  Κατσικά – Ανατολής και Αμφιθέας και άλλων παρόχθιων περιοχών, όπως και στα όρια της πόλης μας, αποτελούσαν υδάτινη επιφάνεια της Λίμνης.
Η ανάβαση της στάθμης της λίμνης περιοδικά, ιδίως κατά την χειμερινή περίοδο των έντονων βροχοπτώσεων, διαμόρφωνε άμμεσα μια ακτή και έναν αιγιαλό της λίμνης. Οι ετήσιες αναβάσεις και καταβάσεις περιοδικά των νερών της δεν αποτελούσαν και το φυσικό της όριο  ώστε να υπάρχει μια ακτή και μια ζώνη αιγιαλού.
Τα στοιχεία που υπάρχουν (διαγράμματα, αεροφωτογραφίες  κλπ.) πιστεύω δεν μπορούν να μας δώσουν μια πλήρη εικόνα και αμφισβητούνται καθότι με αυτά τα θέματα δεν  ασχολούνταν οι τότε υπηρεσίες, έχοντας  μια γενική και συνολική αποτύπωση των ορίων της  Παμβώτιδας με τις μεταβολές της καθ’ όλη τη διάρκεια των εποχών του έτους. Στις παραλίμνιες περιοχές, υπήρχαν εκτάσεις ιδιωτικές και δημόσιες, σε κάποιες  έγιναν εγγειοβελτιωτικά έργα αποξήρανσης με αντιπλημμυρικά έργα και αποδόθηκαν εκ νέου με αναδασμό σε αγρότες κατοίκους της περιοχής για να καλλιεργηθούν, ώστε να ανταπεξέλθουν στις τότε δύσκολα οικονομικές συνθήκες  και νομίζω δεν είναι εύκολο και εφικτό να αφαιρεθούν αυτά τα έργα ή να απαλλοτριωθούν εκ νέου οι εκτάσεις σήμερα για νέα έργα προς όφελος της λίμνης και του οικοσυστήματος.
Αυτό είναι  ένα πολιτικό κόστος που δε θα το αναλάβει κανείς από τους διοικούντες τον τόπο μας ώστε να εφαρμόσουν τα προτεινόμενα μέτρα  του λιμναίου οικοσυστήματος.
* Ο Δημήτρης Μακρής είναι Πολιτ. Μηχανικός Δ.Ε. Συγκοινωνιακών – Υδραυλικών Έργων Υποδομής.