Περιμένοντας τον μετασχηματισμό του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού...

on .

• Σήμερα, ίσως περισσότερο από ποτέ, αντιλαμβανόμαστε ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι κάτι διαφορετικό πέρα από μια ιστορική συνέχεια κρίσεων και ευκαιριών. Όπως τόνισε στην πρόσφατη ομιλία του στην Πνύκα ο Γάλλος πρόεδρος κ. Μακρόν: «η Ευρώπη ήταν και είναι μια μόνιμη μεταμόρφωση».
 Είναι μια κοινότητα με κοινό μέλλον σε μακροπρόθεσμο πλαίσιο και όταν εκφράζεται με ενιαία φωνή και δεσμεύεται σε κοινούς στόχους τότε μόνο μπορεί να επηρεάζει την εξεύρεση διεθνών λύσεων.  Τα πιεστικά προβλήματα των τελευταίων ετών που επιμένουν, όπως η προσφυγική-μεταναστευτική κρίση, οι πολλαπλές τρομοκρατικές επιθέσεις  στα κράτη μέλη, οι κυβερνοεπιθέσεις  αλλά και οι φυσικές καταστροφές και οι κίνδυνοι που συνδέονται με την παγκόσμια κλιματική αλλαγή, καταδεικνύουν ότι οι δημοσιονομικοί πόροι είναι ιδιαιτέρως σημαντικοί για την επίλυση προβλημάτων εντός των συνόρων της ΕΕ.
Υπάρχει ένα σπουδαίο ευρωπαϊκό εργαλείο, το οποίο λόγω της πολυπλοκότητας, του ιδιότυπου και τεχνικού χαρακτήρα του παραμένει σταθερά υποτιμημένο. Αυτό το εργαλείο δεν είναι άλλο από τον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό, ένα εργαλείο σπουδαίας σημασίας για τη στήριξη της κοινής προσπάθειας των κρατών μελών για μεγαλύτερη και περισσότερη εμβάθυνση και ενοποίηση. Και, δυστυχώς, παρότι η Ένωση δοκιμάστηκε από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική και οικονομική κρίση και εξέρχεται με αργά βήματα από αυτή και παρόλες τις δύσκολες προκλήσεις από τη σχεδιαζόμενη έξοδο του Ηνωμένου Βασιλείου από την ευρωπαϊκή οικογένεια, ο ευρωπαϊκός προϋπολογισμός παραμένει ισχνός σε δύναμη και αποτελεσματικότητα. Έτσι χαρακτηριστικά λέμε ότι, για κάθε 100 ευρώ που κερδίζει ο Ευρωπαίος πολίτης, τα 50 εξ αυτών διατίθενται σε φόρους και κοινωνικές συνδρομές με μόλις το 1 ευρώ να χρηματοδοτεί απευθείας τον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό. Όπως σχηματικά υπογράμμισε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή,  για λιγότερο απ’ όσο κοστίζει ένα φλυτζάνι καφέ τη μέρα, οι Ευρωπαίοι χρηματοδοτούν έναν προϋπολογισμό ο οποίος χρησιμοποιείται για τη διευθέτηση ενός ευρέως φάσματος ζητημάτων τα οποία ξεπερνούν την εθνική διαχείριση των κρατών μελών και χρειάζονται ευρωπαϊκή ή παγκόσμια αντιμετώπιση.
Ο προϋπολογισμός της Ένωσης, όπως σχηματοποιείται στο τρέχον Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο (ΠΔΠ 2014-2020), είναι κατά κύριο λόγο ένας  προϋπολογισμός επενδύσεων, με ορισμένες αναδιανεμητικές λειτουργίες, απέχει όμως πολύ από την επίτευξη ουσιαστικής ανακατανομής και παράλληλης ευελιξίας και σταθεροποίησης, στοιχεία δηλαδή που θα έπρεπε να διαθέτει ένας «ομοσπονδιακού» τύπου προϋπολογισμός για την αντιμετώπιση έκτακτων αναγκών.  Ωστόσο, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ακόμη και αυτός ο ισχνός προϋπολογισμός έχει θετικό αντίκτυπο στην προώθηση και εδραίωση κοινών ευρωπαϊκών πολιτικών καθώς για την περίοδο 2014-2020 διατίθενται 1.087 δισ. ευρώ (εκ των οποίων 371,4 για την οικονομική, κοινωνική και εδαφική συνοχή, 142,1 για την ανταγωνιστικότητα και την αύξηση της απασχόλησης, 69,6 για τη διοίκηση, 66,3 για  την ανάπτυξη, διεθνή συνεργασία και ανθρωπιστική βοήθεια, 17,7 για την ασφάλεια και την ιθαγένεια και 420 για την αειφόρο ανάπτυξη και τις φυσικές πηγές).
Σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο γίνεται μεγάλη συζήτηση για την προστιθέμενη αξία του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού. Από τη μια πλευρά, πρέπει να τηρηθούν οι υποχρεώσεις όπως περιγράφονται στις Συνθήκες για την ΕΕ και τη λειτουργία της, με σεβασμό στις αρχές της αναλογικότητας και της επικουρικότητας με τον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό να επεμβαίνει μόνο εκεί όπου είναι περισσότερο αποτελεσματικός από ό,τι θα ήταν η εθνική ή τοπική και περιφερειακή δράση,  και από την άλλη πλευρά, να υποστηριχθεί το δημόσιο καλό με ευρωπαϊκή διάσταση το οποίο και διασφαλίζει μακροπρόθεσμα τη δημοκρατία, την έννομη τάξη και την ειρήνη στην Ένωση. Σύμφωνα με το ειδικό Ευρωβαρόμετρο 461 (Ιούνιος 2017),  οι Ευρωπαίοι περιμένουμε από την ΕΕ να μας δώσει ασφάλεια, σταθερότητα και ευημερία μέσα σε ένα εύθραυστο παγκόσμιο κλίμα τρομερά γρήγορων αλλαγών και προκλήσεων. Επομένως, έτσι όπως είναι σήμερα σχεδιασμένος ο ευρωπαϊκός προϋπολογισμός, με την εθνική συνεισφορά των κρατών μελών και χωρίς ουσιαστική αξιοποίηση των ίδιων πόρων της ΕΕ, χωρίς μεγάλη ευελιξία, αμφιβάλλουμε αν είναι ικανός να μας εγγυηθεί την ασφάλεια, την οικονομική δύναμη και σταθερότητα, την αειφορία και την αλληλεγγύη μακροπρόθεσμα.
Τα σενάρια για το μέλλον της ΕΕ  μέσα από τη Λευκή βίβλο που παρουσίασε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή το Μάρτιο του 2017 περιλαμβάνουν πέντε διαφορετικές προσεγγίσεις, η επιλογή καθεμιάς εκ των οποίων συνεπάγεται διαφοροποίηση στις προτεραιότητες του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού. Τα πέντε σενάρια της Ευρωπαϊκής Επιτροπής- 1. Συνεχίζουμε κανονικά, 2.Τίποτα περισσότερο από ενιαία αγορά, 3. Αυτοί που θέλουν περισσότερα κάνουν περισσότερα, 4.Κάνουμε λιγότερα με πιο αποδοτικό τρόπο, 5.Κάνουμε μαζί περισσότερα- δεν αποτελούν,  εφόσον επιλεγεί το καθένα μόνο του, βέβαιη λύση στα επίμονα προβλήματα.  Και αυτό υποστηρίζεται επιτέλους και από  ισχυρούς πολιτικούς ηγέτες της ΕΕ με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα το Γάλλο Πρόεδρο κ. Μακρόν έτσι όπως εξέφρασε την αγωνία του για το μέλλον της ΕΕ στην πρόσφατη επίσκεψή του στην Ελλάδα και περιέγραψε το όραμά του για ουσιαστική εμβάθυνση.
Αν επιθυμούμε να φτάσουμε σε μια «πραγματική ένωση» τότε ίσως πρέπει να αξιοποιήσουμε και τα ευρήματα της αξιολόγησης της Ομάδας υψηλού Επιπέδου για τους Ίδιους Πόρους της ΕΕ, της οποίας προεδρεύει ο κ. Μario Monti. Η ομάδα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι θα πρέπει να επιδιωχθεί μια ευρύτερη μέτρηση του συλλογικού οφέλους των πολιτικών της ΕΕ, των οικονομικών συνεργιών, των διασυνοριακών επιπτώσεων και των θετικών εξωτερικών αποτελεσμάτων. Με τον τρόπο αυτό σημειώνει ότι «θα υπάρχει μεγαλύτερη ακρίβεια αλλά θα ξεπεραστεί και το δίλημμα της δίκαιης επιστροφής (juste retour) που έχει αναγάγει τον προϋπολογισμό της ΕΕ σε παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος ενώ υποτίθεται ότι πρέπει να αποτελεί μια ρύθμιση με αμοιβαίο όφελος». Η αποχώρηση μάλιστα του Ηνωμένου Βασιλείου συνιστά μια εξαιρετική ευκαιρία να επανεξεταστεί ο τρόπος με τον οποίο μετράμε τα κόστη και τα οφέλη στην ΕΕ.  Τα αποτελέσματα της συγκεκριμένης ομάδας, τις συστάσεις της οποίας λογικά λαμβάνει υπόψη του ο Πρόεδρος Γιούνκερ και η Κομισιόν στην κατάρτιση του καλύτερου δυνατού σεναρίου για το μέλλον της ΕΕ, θεωρεί ότι πέρα από τα θετικά στοιχεία του υφιστάμενου πλαισίου που λειτουργούν θετικά,  νέες πηγές ίδιων πόρων της ΕΕ μπορούν να προέρχονται από πολιτικές παραγωγής, πολιτικές κατανάλωσης και περιβαλλοντικές πολιτικές.
 Οι ίδιοι πόροι δεν αποτελούν ασφαλώς τη μοναδική πηγή εσόδων της ΕΕ. Έσοδα θα μπορούσαν να προέλθουν και από τους συνοριακούς ελέγχους, την ψηφιακή ενιαία αγορά, την προστασία του περιβάλλοντος ή την ενεργειακή απόδοση. Εκτός δηλαδή του σοβαρού ζητήματος διεύρυνσης των ίδιων πόρων, ο ευρωπαϊκός προϋπολογισμός για να λειτουργήσει πιο αποδοτικά και με μεγαλύτερη ευελιξία θα πρέπει να ισορροπεί σε 6 σημεία: πρώτον, ανάμεσα  στις υπάρχουσες πολιτικές και στις νέες προκλήσεις, δεύτερον,  ανάμεσα στη σταθερότητα και στην ευελιξία, τρίτον, ανάμεσα στην υποστήριξη των εθνικών προτεραιοτήτων και στην προώθηση του κοινού ευρωπαϊκού καλού και της προστιθέμενης αξίας, τέταρτον, ανάμεσα στην προσήλωση στους διαδικαστικούς κανόνες για τις δαπάνες και τις πληρωμές με ταυτόχρονη εστίαση στη διαφάνεια και την απλοποίηση των κανόνων και των εργαλείων, πέμπτο, ανάμεσα στις απευθείας επιχορηγήσεις και στη συνέργεια  σε δημόσιες και ιδιωτικές μαζί επενδύσεις, μέσω της συμπληρωματικότηταςτων ευρωπαϊκών χρηματοπιστωτικών εργαλείων και τέλος, έκτο,  ανάμεσα στην πολυπλοκότητα των εργαλείων και των θεματικών και στην ενδυνάμωση της στρατηγικής ως προς την πολιτική της συνοχής και του συντονισμού.
Όσοι επομένως πιστεύουμε στη μεγάλη δύναμη  που μπορεί να αποκτήσει η ουσιαστική εμβάθυνση της Ένωσης αλλά και στις μακροπρόθεσμες και πρακτικές δυνατότητες που θα μπορούσε να έχει ένας «ομοσπονδιακού τύπου» ευρωπαϊκός προϋπολογισμός,  επιθυμούμε από τον Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κ. Γιούνκερ, στην  ομιλία του για την κατάσταση της Ευρώπης αύριο, Τετάρτη 13 Σεπτεμβρίου στην Ολομέλεια του ΕΚ στο Στρασβούργο, να τον ακούσουμε να προχωρεί μάλλον σε ένα έκτο σενάριο για το μέλλον της ΕΕ με γνώμονα τον μετασχηματισμό του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού και την αξιοποίηση των ίδιων πόρων της ΕΕ στο πλαίσιο μιας συνολικής ευρωπαϊκής χρηματοπιστωτικής και δημοσιονομικής μεταρρύθμισης.
Ο λόγος του Προέδρου Γιούνκερ αναμένεται με μεγάλο ενδιαφέρον ως το προσωπικό του «μανιφέστο» και στοίχημα για το μέλλον της ΕΕ. Καθώς έρχεται μετά την εκφώνηση του «οράματος» Μακρόν για την ΕΕ, θεωρείται ακόμη πιο σημαντικός. Ο Πρόεδρος Γιούνκερ βρίσκεται λίγο μετά το μισό της θητείας του, θητεία κατά την οποία για πρώτη φορά αποχωρεί ένα κράτος μέλος από την ΕΕ,  και επομένως,  υπάρχει μεν η βαθιά ιστορική κρίση και οι δυσκολίες που την ακολουθούν, ταυτόχρονα όμως τώρα δημιουργείται η ευκαιρία να μπει η ΕΕ των 27 σε πιο γερές πολιτικές και δημοσιονομικές βάσεις, μια ευκαιρία που δεν θα έπρεπε ούτε τα  27 κράτη μέλη ούτε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή να αφήσουν να πάει χαμένη.

* Η Μαρίνα Θ. Στέφου, είναι Δρ Διεθνούς Οικονομικού Δικαίου, επιστημονική συνεργάτις στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.