Δικαιοσύνη και Δημοκρατία…

on .

Το τελευταίο διάστημα πολύ συζήτηση γίνεται για τα θέματα της Ελληνικής Δικαιοσύνης, κυρίως από τις εφημερίδες του συντηρητικού και αντιπολιτευόμενου  την Κυβέρνηση τύπου.
Αφορμή για τα δημοσιεύματα αυτά έδωσαν κάποιες αποφάσεις των ανωτάτων Δικαστηρίων (Α.Π. και ΣτΕ), καθώς και κάποιες δηλώσεις Υπουργών της σημερινής Κυβέρνησης  (όπως του Υφυπουργού Υγείας κ. Πολάκη και  του Υφυπουργού Δικαιοσύνης κ. Παπαγγελόπουλου), άλλοι μιλούν για «ανοιχτή σύγκρουση με την Δικαιοσύνη» (ΒΗΜΑ), άλλοι ότι «θέλουν να διαλύσουν το ΣτΕ και να ταπεινώσουν τον Α.Π.» (ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ), άλλοι «για οργανωμένο έγκλημα» και για παρεμβάσεις στο έργο της Δικαιοσύνης, (Όμιλος Β. Μαρινάκη) κ.ά.
Το θέμα αν έμενε  σ’ αυτά μόνο, θα θεωρούνταν ως μία ακόμη αντιπολιτευτική προσπάθεια φθοράς της σημερινής Κυβέρνησης, εκ μέρους της αξιωματικής κυρίως αντιπολίτευσης της Ν.Δ. και του προέδρου της κ. Κυρ.  Μητσοτάκη, ο οποίος μη μπορώντας να κάνει ουσιαστική αντιπολίτευση θέσεων, αναλώνεται σε αοριστολογίες και ατεκμηρίωτες καταγγελίες για παρεμβάσεις δήθεν στη Δικαιοσύνη. Ο λόγος είναι  απλός, διότι η Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ με την υπογραφή του τρίτου μνημονίου, το οποίο ψήφισαν και τα κόμματα του ΠΑΣΟΚ και της Ν.Δ.,  ουσιαστικά συνεχίζει το έργο των προηγούμενων Κυβερνήσεων και έτσι τους αφαίρεσε την δυνατότητα για πραγματική και ουσιαστική αντιπολίτευση.
Από τα παραπάνω είναι φανερό ότι τόσο η αντιπολίτευση όσο και τα φιλικά προς αυτή Μ.Μ.Ε (δηλαδή σχεδόν όλα τα ιδιωτικά κανάλια και οι εφημερίδες), προσπαθούν να εκμεταλλευτούν για άλλη μία φορά τα προβλήματα της Ελληνικής Δικαιοσύνης, με σκοπό να πλήξουν την Κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. Δηλαδή όλος ο καυγάς είναι για την «καρέκλα», η οποία τους έλειψε για 2 περίπου χρόνια μαζί με το παράνομο και ανεξέλεγκτο φαγοπότι.
Κατ’ αρχάς οι μόνοι που δεν δικαιούνται  να ομιλούν σήμερα για την κατάσταση της Ελληνικής Δικαιοσύνης είναι τα κόμματα της Ν.Δ. και του ΠΑΣΟΚ, διότι, απλώς και μόνο για την αξιοπιστία του πολιτικού λόγου, δεν πρέπει να λησμονούν ότι, ο τρόπος που άσκησαν την εξουσία και οι επιλογές τους τα τελευταία 40 χρόνια που κυβέρνησαν το τόπο, για  να μην αναφερθώ και παλαιότερα, ήταν και είναι οι αιτίες που δημιούργησαν τα σημερινά αδιέξοδα στην σημερινή Ελληνική Δικαιοσύνη. Για ποια Δημοκρατία μιλούν τα δύο αυτά κόμματα όταν επί 40 περίπου χρόνια εναλλάσσονταν στην κυβέρνηση με καλπονοθευτικά εκλογικά συστήματα και με πριμ… 50 βουλευτών στο πρώτο κόμμα;
Οι τελευταίες όμως ανακοινώσεις των συνδικαλιστικών Ενώσεων των Δικαστών και Εισαγγελέων δίνουν προφανώς μια  άλλη διάσταση του θέματος, το οποίο αν δεν διευκρινιστεί αρκετά μπορεί να έχει άλλες και πιο δυσάρεστες εξελίξεις, τόσο για την Χώρα όσο και στον χειμαζόμενο επί σειρά ετών Ελληνικό Λαό.
Συγκεκριμένα μεταξύ άλλων οι τελευταίες αυτές ανακοινώσεις στιγματίζουν επιλεκτικά κριτικές και αναφορές πολιτικών προσώπων και Υπουργών της Κυβέρνησης τις οποίες θεωρούν ότι «προσβάλουν το κύρος της Δικαιοσύνης» και ότι «είναι επικίνδυνες για την Δημοκρατία».
Το θέμα μας λοιπόν είναι Δικαιοσύνη και Δημοκρατία. Θα πρέπει να κατανοηθεί ότι οι δύο αυτές έννοιες συνυπάρχουν με τέτοιο τρόπο, ώστε η μία να συμπληρώνει την άλλη και ως εκ τούτου αν μία απ’ αυτές δεν υπάρχει ή δεν λειτουργεί, δεν υπάρχει και η άλλη. Δεν είναι δυνατό να μιλάμε σήμερα για Δημοκρατία χωρίς Δικαιοσύνη και το αντίθετο. Αν δεν υπάρχει π.χ. ισότητα των πολιτών σε μια κοινωνία, και μάλιστα σε όλους τους τομείς του δημόσιου βίου, δηλαδή πολιτική, οικονομική, κοινωνική δεν είναι δυνατό να μιλάμε για Δημοκρατία και αν η Δικαιοσύνη δεν είναι ανεξάρτητη και δεν εφαρμόζει σωστούς και δίκαιους νόμους δεν μπορεί να επιτελέσει το έργο της, που δεν είναι άλλο από την προστασία των πολιτών και κυρίως των αδύναμων, από τυχόν αυθαιρεσίες του Κράτους και των διάφορων ισχυρών παραγόντων.
Όσον αφορά στο κύρος της Ελληνικής Δικαιοσύνης, οι  Έλληνες δικαστές, οι οποίοι εργάζονται υπό δύσκολες και λίαν ασφυκτικές καταστάσεις, θα πρέπει να καταλάβουν ότι οι ίδιοι έχουν χρέος να διαφυλάξουν το κύρος τους και την αξιοπρέπειά τους και να μην μεταθέτουν τις ευθύνες σε άλλους. Να έχουν το σθένος και την παρρησία να καταγγέλλουν ευθέως περιπτώσεις θεσμικών και εξωθεσμικών παρεμβάσεων στο έργο τους και να μην  επικαλούνται δήθεν τις κριτικές που γίνονται για αποφάσεις που έρχονται σε πλήρη αντίθεση με το κοινό περί δικαίου αίσθημα. Πρέπει να γνωρίζουν ότι με το υπάρχον σήμερα πολιτικο-οικονομικό σύστημα των οικονομικών και πολιτικών ανισοτήτων και διακρίσεων δεν μπορεί να γίνεται λόγος για δίκαιους νόμους και σωστές αποφάσεις. Είναι γνωστή η φράση του Κ. Μαρξ για τους νόμους της μεγαλοαστικής τάξης, «ότι οι αστοί δεν έχουν κανένα πρόβλημα με τους νόμους. Απλώς κάνουν την παρανομία νόμο και έτσι δεν έχουν κανένα πρόβλημα με το σύστημα».
Δυστυχώς στο χώρο της Ελληνικής Δικαιοσύνης ισχύει ακόμη η παρατήρηση του αρχαίου Αθηναίου νομοθέτη Σόλωνα, οποίος είπε ότι: «Οί νόμοι είναι σαν τον ιστό της αράχνης. Τα μεγάλα έντονα τον τρυπούν και διαφεύγουν, ενώ τα μικρά παγιδεύονται». Είναι σήμερα πραγματικά ανεξάρτητη η Ελληνική Δικαιοσύνη, ώστε να μπορεί να προσφεύγει ο αδύναμος πολίτης και να βρίσκει το δίκιο του; Καθημερινά σχεδόν  τα τελευταία χρόνια γινόμαστε μάρτυρες σωρείας δικαστικών αποφάσεων, που αποδεικνύουν το αντίθετο. Όλα σχεδόν τα εργασιακά δικαιώματα καταργήθηκαν και οι οικονομικά ισχυροί εκμεταλλεύονται τους εργαζόμενους και τους πρόσφυγες με τον πιο αδίστακτο τρόπο.
Το παράδειγμα με τους πρόσφυγες – εργάτες  στην Μανωλάδα, οι οποίοι όχι μόνο έχασαν τα δεδουλευμένα  τους, αλλά και ξυλοκοπήθηκαν αγρίως από τους μπράβους των εργοδοτών, με αποτέλεσμα να παρέμβει και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για την κατάφορη αυτή αδικία, δείχνει το μέγεθος της ασυδοσίας η οποία υπάρχει πλέον στη Χώρα μας. Είναι τόσα τα παραδείγματα, που θα μπορούσε να γραφεί ολόκληρο βιβλίο. Γιατί π.χ. αποτελεί παρέμβαση στο έργο της Δικαιοσύνης και θίγει το κύρος της η κριτική που γίνεται για την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου (ΑΠ), σύμφωνα με την οποία η μη καταβολή δεδουλευμένων από τον εργοδότη, δεν αποτελεί βλαπτική μεταβολή της σύμβασης για τον εργαζόμενο; Το στίγμα  του σκανδάλου της υπόθεσης μεταφοράς και εμπορίας πάνω από 2 τόνους ηρωίνης (της γνωστής υπόθεσης του Noor1) θα μείνει ανεξίτηλο για πολλά χρόνια.
Τους δικαστές δεν πρέπει να ενοχλεί η κριτική που γίνεται γι’ αυτά τα φαινόμενα και πρέπει να καταλάβουν ότι οι ίδιοι είναι υπεύθυνοι να διασώσουν το κύρος τους, την ανεξαρτησία τους και την αξιοπρέπειά τους, μιμούμενοι το παράδειγμα ενός Πολυζωΐδη και ενός Τερτσέτη, που έμειναν στην  δικαστική ιστορία της Χώρας μας για την γνωστή απόφαση καταδίκης του Θ. Κολοκοτρώνη και του Πλαπούτα. Από πότε  άραγε η κριτική στον τρόπο λειτουργίας και τις αποφάσεις της Ελληνικής Δικαιοσύνης είναι επικίνδυνες για την Δημοκρατία;
Δεν πρέπει να ξεχνούν οι συνδικαλιστές των Δικαστών και Εισαγγελέων ότι όταν το οργανωμένο παρακράτος, πολιτικό και στρατιωτικό, κατέλαβε με πραξικόπημα στις 21 Απριλίου 1967 την εξουσία, «το οχυρό της Δημοκρατίας» -η Δικαιοσύνη-  «πρόσφερε» στην πρώτη δικτατορική Κυβέρνηση τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου κ. Κόλλια ως πρωθυπουργό και άλλους πέντε αρεοπαγίτες για υπουργούς;  Όταν η ηγεσία της ίδιας της Δικαιοσύνης παραβιάζει το Σύνταγμα και τους νόμους με τέτοιο βάναυσο τρόπο ποιά  εξασφάλιση μπορεί να έχει ο απλός και ανυπεράσπιστος πολίτης αυτής της Χώρας; Το δικτατορικό καθεστώς όχι μόνο δεν έκανε κάθαρση, αλλά είναι γνωστό ότι το 1968 απέλυσε 30 περίπου διαφωνούντες και πιστούς στο καθήκον τους δικαστικούς.
Επομένως το πρώτο ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί εδώ είναι «ποιος πραγματικά κυβερνάει σ’ αυτόν το τόπο» που λέγεται Ελλάδα και δεν εννοώ μόνο  την σημερινή Κυβέρνηση, αλλά όλες τις κυβερνήσεις που πέρασαν, μετά την γερμανική Κατοχή και τον Εμφύλιο, μέχρι και σήμερα.
Είναι γνωστό και ιστορικά αποδεδειγμένο ότι η Πατρίδα μας, παρά τον τιτάνιο αγώνα του Ελληνικού Λαού το 1821, ξεκίνησε ως αγγλικό προτεκτοράτο και δυστυχώς μέχρι σήμερα δεν έχει αποκτήσει την πλήρη ανεξαρτησία του. Για το θέμα αυτό είχα δημοσιεύσει σχετικό άρθρο στον Πρωινό Λόγο (φύλλο της 21-11-2013). Θα δώσω μερικά παραδείγματα της σημερινής ξένης επικυριαρχίας και ξένης κηδεμονίας για να μην  να αναφερθώ σε παλαιότερες καταστάσεις υποτέλειας.
Όταν π.χ. τα τελευταία 7 χρόνια, για να μην πάω παλιότερα, από επίσημα πρωθυπουργικά χείλη, των 3 τελευταίων κυβερνήσεων (Ν.Δ. - ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ) και την υπογραφή των τριών επαίσχυντων Μνημονίων, γίνεται ανοιχτά λόγος για «αποικία χρέους», για «απώλεια μέρους της Κυριαρχίας», για «ξένη Επιτροπεία και επιτήρηση», είναι τουλάχιστον αστείο να μιλάμε για Δημοκρατία, Ανεξαρτησία και Δικαιοσύνη. Ένα απλό και  πρόσφατο παράδειγμα επιβεβαιώνει τα πιο πάνω, το οποίο έχει άμεση σχέση και με το θέμα που διαπραγματευόμαστε.
Όταν για παράδειγμα, μετά από απαίτηση αξιωματούχων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Β. Ντομπρόβσκις, Γιούνκερ  κ.α.) αναιρείται από τον Ανώτατο Δικαστήριο (Α.Π.) βούλευμα του Συμβ. Εφετών εις βάρος ξένων μελών (πραγματογνωμόνων του ΤΑΙΠΕΔ), τα οποία κατηγορούνταν για απιστία σε βαθμό κακουργήματος και ζημία εις βάρος του Ελληνικού Δημοσίου πολλών εκατομμυρίων ευρώ, για ποιά Δημοκρατία και για ποία Δικαιοσύνη μπορεί να γίνεται λόγος; Για αυτό το τεράστιο σκάνδαλο ούτε η Αριστερή(;) κυβέρνηση ούτε η αντιπολίτευση έκαναν την παραμικρή αναφορά. Ο λόγος είναι απλός. Να μην αποκαλυφθεί η εκτεταμένη διαπλοκή και διαφθορά που υπάρχει μέχρι σήμερα στους κόλπους όλων σχεδόν των θεσμικών Οργάνων της Πολιτείας.
Γιατί διατηρείται ακόμη μέχρι σήμερα το άρθρο 86 του Συντάγματος, το οποίο προβλέπει εξαιρετικά βραχυπρόθεσμη προθεσμία παραγραφής στις περιπτώσεις ποινικής ευθύνης Υπουργών, το οποίο έχει οδηγήσει στο αρχείο σοβαρότατες υποθέσεις διαφθοράς πολλών πολιτικών προσώπων τα τελευταία χρόνια; Θα ενθυμείσθε ασφαλώς την  περιβόητη εκείνη δήλωση του πρώην Υπουργού του ΠΑΣΟΚ Θ. Πάγκαλου ότι «μαζί τα φάγαμε». Είδατε μέχρι σήμερα κάποιον Εισαγγελέα να τον καλέσει να απολογηθεί για την ομολογημένη πλέον δική του συμμετοχή σ’ αυτό το παράνομο φαγοπότι;
Νομίζω ότι το θέμα της διαφθοράς και διαπλοκής στις διάφορες θεσμοθετημένες εξουσίες  της Ελληνικής Κοινωνίας, από μια γενικότερη θεώρηση είναι πρωτίστως πολιτικό και έχει άμεση σχέση με την κρίση του υπάρχοντος οικονομικό-πολιτικού συστήματος –του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού δηλαδή- όπως αυτό διαμορφώθηκε τά τελευταία 50-60 χρόνια και τις κυβερνήσεις που το υπηρέτησαν ή το υπηρετούν ακόμη. Πολύ σοφά δηλαδή η λαϊκή παροιμία λέει ότι «το ψάρι βρωμάει από το κεφάλι». Η κρίση αυτή μοιραία  πλήττει και την Δικαιοσύνη.
Όλες αυτές οι δυσάρεστες και λίαν επικίνδυνες καταστάσεις, που έχουν δημιουργηθεί τά τελευταία χρόνια, για τις οποίες  έχει λόγο  και η Ελληνική Δικαιοσύνη, πιστεύω ότι θέτουν πλέον σε δοκιμασία τις σχέσεις της με την εκτελεστική εξουσία, η σύγκρουση των οποίων δεν ξέρουμε που θα οδηγήσει. Η ίδια η αυτοαποκαλούμενη αριστερή  κυβέρνηση, αποδεικνύεται για άλλη μια φορά ότι σε ιδιαίτερα νευραλγικούς τομείς, όπως την Παιδεία, την Δικαιοσύνη, την Εκκλησία κ.α., με την μίζερη μικροαστική νοοτροπία πού την διακρίνει, παρά τις με περισσή υποκρισία διακηρύξεις  περί «αριστεράς» και ανεξαρτησίας, δεν επιδέχεται ανεξέλεγκτους  πειραματισμούς.
Με τα σημερινά δεδομένα ένα πράγμα είναι σίγουρο, ότι  μια τέτοια σύγκρουση θα αποκαλύψει τα μεγάλα κενά που υπάρχουν σήμερα στους βασικούς  στόχους και στον κοινωνικό προσανατολισμό της Ελληνικής Δικαιοσύνης. Κι αυτό γιατί ολόκληρο το νομικό καθεστώς αυτής της Χώρας είναι εξαρτημένο και προσανατολισμένο  στην εξυπηρέτηση της οικονομικής ολιγαρχίας, ενώ ο απλός εργαζόμενος πολίτης συνθλίβεται κυριολεκτικά από τά  οξύτατα προβλήματα της καθημερινότητας.
Ολοένα και περισσότερο γίνεται συνείδηση στους απλούς ανθρώπους, που προσέρχονται ενώπιον της Δικαιοσύνης, για την επίλυση των προβλημάτων τους, μετά μάλιστα και τις  αποκαλύψεις  της διαπλοκής και διαφθοράς στους κόλπους της, ότι όχι μόνο δεν είναι «τυφλή» αυτή, αλλά αποδεικνύεται αρκετά «ανοιχτομάτα», μιας και  στην δικαιοδοτική της ζυγαριά αρκετές φορές «βαραίνει» περισσότερο η οικονομική, πολιτική, κοινωνική και εκκλησιαστική ισχύ των διαδίκων και όχι η αλήθεια και το δίκαιο.
Θα πρέπει να κατανοηθεί απ’ όλους ότι η οικονομική ολιγαρχία της Χώρας μας και τα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα είναι φυσικό να θέλουν, εκτός από τον έλεγχο της πολιτικής εξουσίας  και το έλεγχο της Ελληνικής Δικαιοσύνης, ώστε η τελευταία να είναι κατά το δυνατό «ενδοτική» στις πιέσεις τους  και να εξασφαλίζεται έτσι το ακαταδίωκτο των παρανόμων ενεργειών  και δραστηριοτήτων τους. Διερωτώνται πολλοί αν είναι δυνατό να συμβαίνουν αυτά τα φαινόμενα με την σημερινή κυβέρνηση «της πρώτη φορά Αριστεράς». Το πόσο αριστερή είναι η σημερινή κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ μας το δίνει μια δήλωση του Ιταλού μεγαλοβιομήχανου (πατρός) (ΦΙΑΤ κλπ) Τζ. Ανιέλι ο οποίος είπε ότι «αν μία δεξιά κυβέρνηση δεν μπορεί να περάσει κάποια αντεργατικά νομοσχέδια, θα βάλουμε μια αριστερή κυβέρνηση να τα περάσει». Το πόσο αριστερή είναι αυτή η κυβέρνηση είναι εύκολο να το αντιληφθεί ο καθένας.

ΛΕΥΤΕΡΗΣ ΖΩΛΑΣ