Ο Κων/νος Παλαιολόγος και ο Ι. Καποδίστριας

on .

Η θλιβερή επέτειος της 29ης Μαΐου δίνει την αφορμή να κάνουμε κάποιους παραλληλισμούς. Και μάλιστα πρόκειται για δύο μεγάλες μορφές του Ελληνισμού. Ο ένας, ο Κων/νος Παλαιολόγος έδωσε τη ζωή να σώσει την Βασιλεύουσα, ο δεύτερος ο Ιωάννης Καποδίστριας θυσιάστηκε να στήσει στα πόδια του το νέο Ελληνικό Κράτος που αναγεννήθηκε.
Είναι γνωστό ότι στις 27 Σεπετμβρίου 1831 Έλληνες δολοφονούσαν τον πρώτο Κυβερνήτη της χώρας στην είσοδο του Αγίου Σπυρίδωνα στο Ναύπλιο. Άγνωστες είναι, όμως, οι ομοιότητες της πορείας του με την πορεία του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου.
Στα μέσα του Ιανουαρίου του 1449 στέφθηκε στο Μυστρά ο Κων/νος Παλαιολόγος αυτοκράτωρ της Ρωμανίας (δηλ. του Βυζαντίου). Ήταν ο τελευταίος βασιλιάς του μεσαιωνικού ελληνισμού. Ο Μυστράς ήταν πρωτεύουσα του Δεσποτάτου της Πελοποννήσου, το οποίο είχε ιδρύσει ο Ιωάννης Κατακουζηνός το 1350.
Τον Ιανουάριο του 1828, δηλαδή μετά από 379 χρόνια, έφθασε στο Ναύπλιο ο Ιωάννης Καποδίστριας, ο πρώτος Κυβερνήτης του νεότερου Ελληνισμού.
Η χρονική αυτή σύμπτωση που έγιναν ηγέτες οι δύο αυτοί μεγάλοι άνδρες της Ελληνικής Ιστορίας δεν είναι η μοναδική. Και οι δύο κατέβαλαν αγωνιώδεις προσπάθειες. Ο μεν Κων/ Παλαιολόγος για να μη παραδώσει ερείπια Γένους, ο δε Ι. Καποδίστριας για να ανασυντάξει το Γένος από τα ερείπια. Τόσο ο Αυτοκράτορας όσο και ο Κυβερνήτης πολεμήθηκαν όχι μόνον από τους εξωτερικούς εχθρούς αλλά και από τους εσωτερικούς, εγκαταλείφθηκαν κατά τις κρίσιμες στιγμές και είχαν τραγικό τέλος.
Όπως βλέπουμε, πολλές φορές η Ιστορία συντίθεται από τα γεγονότα που δημιουργούνται με παρακαταθήκες που έχει δημιουργήσει η ίδια. Κάπως έτσι επιβεβαιώθηκε και ο θρύλος που ήθελε την Πόλη, την οποία ίδρυσε ένας Κωνσταντίνος, να χάνεται πάλι από έναν Κωνσταντίνο: «Ο ιδρυτής και ο τελευταίος αυτοκράτορας της Πόλης θα ονομάζονται “Κωνσταντίνος” και θα είναι υιοί Ελένης», όριζε η προφητεία.
Ο Παλαιολόγος και ο Καποδίστριας, προτού αναλάβουν τα ηνία της εξουσίας, επέδειξαν αξιοζήλευτη δραστηριότητα και επιτέλεσαν ιδιαίτερα σημαντικό έργο, ως δεσπότης του Μοριά ο Κωνσταντίνος, ως υπουργός εξωτερικών της Ρωσίας ο Καποδίστριας.
Ο Κων/νος Δραγάσης – Παλαιολόγος, σε ηλικία μόλις 24 ετών έδιωξε και τους τελευταίους Φράγκους από το Μοριά. Έτσι, την επόμενη τριετία άλλαξε την όψη της Πελοποννήσου. Δημιούργησε εικόνα Ελληνικού Κράτους. Ενίσχυσε τις οικονομικά ασθενέστερες τάξεις. Πάταξε την διαφθορά των κρατικών υπαλλήλων και εξάλειψε την αναρχία και την αυτοδικία. Ακριβώς, ένας Κων/νος Παλαιολόγος μας χρειάζεται και σήμερα…
Ο Ιωάννης Καποδίστριας άλλοτε ως εκπρόσωπος του Τσάρου και άλλοτε ως υπουργός των Εξωτερικών της Ρωσίας θεμελίωσε την πολυεθνική Ελβετική Ομοσπονδία, συμφιλιώνοντας τα αντιμαχόμενα καντόνια. Δημιούργησε το σημερινό κράτος της Ελβετίας.
Είναι, επίσης, γεγονός ότι η Γαλλία γλίτωσε τον διαμελισμό από τις νικήτριες δυνάμεις στο Βατερλώ, Αυστρία, Αγγλία και Πρωσία, στο Συνέδριο των Παρισίων (20 Νοεμβρίου 1815) χάρη στις διπλωματικές ενέργειες του Καποδίστρια. Και σ’ αυτόν οφείλεται το ότι μετριάστηκε σημαντικά το χρηματικό πρόστιμο της Γαλλίας που της επιβλήθηκε ως πολεμική αποζημίωση.
Γι’ αυτό, όταν ο Καποδίστριας ήλθε ως Κυβερνήτης στην Ελλάδα, από ευγνωμοσύνη η Γαλλία έστειλε στην Ελλάδα τον στρατηγό Μαιζών με 14.000 στρατό, για να διώξει τον Ιμπραήμ από την Πελοπόννησο. Στην Πάτρα υπάρχει σήμερα μία οδός που λέγεται οδός Μαιζώνος…
Ο βασιλιάς της Γαλλίας Λουδοβίκος ΙΗ’ στον Καποδίστρια οφείλει την παλινόρθωση της συνταγματικής βασιλείας στη Γαλλία. Ευγνωμονώντας τον ο Λουδοβίκος παρακάλεσε τον Καποδίστρια μέσω του Γάλλου υπουργού των Εξωτερικών Ρισελίε στο συνέδριο του Εξ λα Σαπέλ (23-9-1818) να δεχθεί εκ μέρους του σημαντικό ποσό χρημάτων.
Ο Καποδίστριας τον ευχαρίστησε και αρνήθηκε κατηγορηματικά. Όταν ο Ρισελιέ επέμενε πολύ, του έστειλε επιστολή και του έγραψε: «Αν ο βασιλεύς θέλει να μου δώσει ένδειγμα της ευνοίας του, ας μου χαρίσει εκλογήν τινα ωφελίμων εκ διπλών (δύο από κάθε είδος), όσα περιέχουσι αι μυριοδόχοι βασιλικαί συλλογαί. Το περιττόν σας θέλει γίνει κεφάλαιον της κοινής βιβλιοθήκης, ην επιθυμώ να συστήσω εις την πατρίδα μου και ουδέν άλλο υπάρχει εις εμέ χαριέστερον».
Μια άλλη περίπτωση αποδεικνύει την αφιλοκέρδεια όσο και την «άκρα» φιλοπατρία του Καποδίστρια: Οι εγκατεστημένοι στη Ρωσία Έλληνες, με τη μεσολάβηση του Καποδίστρια, πέτυχαν πολλά προνόμια από τον Τσάρο σχετικά με την καλλιέργεια των δημητριακών στην περιοχή της Μαριανούπολης. Το 1818 ήρθε μία αντιπροσωπεία στον Καποδίστρια να τον ευχαριστήσει και να του προσφέρει ένα μεγάλο χρηματικό ποσό. Του μίλησαν στα Ρωσικά! Είχαν ξεχάσει την ελληνική γλώσσα. Η απάντηση του Καποδίστρια ήταν: «Δέχομαι το χρηματικόν ποσόν, το οποίον προσφέρετε εις εμέ εις ένδειξιν ευγνωμοσύνης, υπό την προϋπόθεσιν, ότι θα καταθέσετε αυτό διά παντός εις τινα Τράπεζαν και διά των τόκων του κεφαλαίου θα προσκαλέσητε εις την υμετέραν πόλιν Έλληνα διδάσκαλον, όπως διδάσκη εις υμάς και εις τα τέκνα υμών αποκλειστικώς την ελληνικήν γλώσσαν εις σχολείον, το οποίον θα ιδρύσητε. Διότι αποτελεί εντροπήν να είσθε Έλληνες και να αγνοήτε την μητρικήν ημών γλώσσαν, την ευγενεστέραν του κόσμου»…
Αλλά, η κορυφαία απόδειξη της αφιλοχρηματίας του είναι ο λόγος για τον οποίο δεν δέχτηκε να πληρώνεται ως Κυβερνήτης της Ελλάδος (100.000 φοίνικες) το χρόνο.
Προς την Δ’ Εθνικήν Συνέλευσιν:
Άργος 4 Αυγούστου 1829
«Διά τον αυτόν τούτον λόγον θέλομεν αποφύγει και ήδη να το δεχθώμεν την προσδιοριζομένην ποσότητα διά τα έξοδα του αρχηγού της επικρατίας, απεχόμενοι, εφ’ όσον τα ιδιαίτερά μας χρηματικά μέσα μας αρκούσιν, από του να εγγίσωμεν μέχρι του οβολού τα δημόσια χρήματα προς ιδίαν ημών χρήσιν. Οψέποτε δε βιασθώμεν εις τούτο, εξαντληθέντων διόλου των ιδιαιτέρων ημών πόρων, τότε θέλομεν καταφύγει εις το δημόσιον ταμείον, πλην μόνον διά τα έξοδα, όσα απαιτεί η εκτέλεσις των καθηκόντων μας.
Αλλά, προς τούτο, καθώς μετεχειρίσθημεν άχρι τούδε, απαραλλάκτως θέλομεν μεταχειρισθή και εις το εξής ακριβεστάτην οικονομίαν, καθότι αποστρεφόμεθα το να προμηθεύωμεν ημάς αυτούς τας αναπαύσεις του βίου, αι οποίαι προϋποθέτουσι την ευπορίαν, ενώ ευρισκόμεθα εις το μέσον ερειπίων, περικυκλωμένοι από πληθύν ολόκληρον ανθρώπων βεβυθυσμένων εις την εσχάτην αμηχανίαν. Τα αισθήματα ταύτα τα συναισθάνεσθε, κύριοι, και σεις οι ίδιοι και το απεδείξατε εμπράκτως εκτελούντες αμισθί τα καθήκοντα των πληρεξουσίων του Έθνους».
Ωραίο παράδειγμα για όλες τις Κυβερνήσεις της Ελλάδος και μάλιστα αν λάβουμε υπόψη: «ότι εις τας παρούσας περιστάσεις οι εν τοις δημοσίοις υπουργήμασι δεν είναι δυνατόν να λαμβάνουν μισθούς αναλόγους με τον βαθμόν του υψηλού υπουργήματός των… αλλ’ ότι οι μισθοί ούτοι πρέπει να αναλογούν ακριβώς με τα χρηματικά μέσα, τα οποία έχει η Κυβέρνησις εις την εξουσίαν της».
Ένα Καποδίστρια χρειάζεται σήμερα η Ελλάδα!
Αν ζούσε σήμερα ο Καποδίστριας θα υπενθύμιζε και στους ευρωπαίους κάποιες μεγάλες αλήθειες, που λησμονούν ή και τις αγνοούν. Θα τους έλεγε ότι αυτός πρώτος υπήρξε ο εμπνευστής της ευρωπαϊκής ιδέας και ο πρωτομάστορας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Θα τους υπενθύμιζε ότι στις 8 Οκτωβρίου του 1818 επέδωσε στο Συνέδριο του Άαχεν το «προσχέδιο για μια πανευρωπαϊκή συνεργασία».
Στα Συνέδρια της Βιέννης το 1815 και του Άαχεν το 1818, ως υπουργός Εξωτερικών του τσάρου Αλέξανδρου, πρότεινε διεθνή δικαστήρια κατά του δουλεμπορίου και διεθνή ναυτική δύναμη για την καταδίωξη των δουλεμπόρων.
Έτσι, ο Καποδίστριας αναδεικνύεται Ευρωπαίος πολιτικός μεγάλου βεληνεκούς.
Την εποχή των Παλαιολόγων η αυτοκρατορία σπαρασσόταν από τη διαμάχη για την ένωση των Εκκλησιών.
Ο Καποδίστριας στη νέα Ελλάδα, στην προσπάθειά του να ιδρύσει ένα σύγχρονο εθνικό κράτος βρήκε αντιμέτωπους τους προύχοντες με την φεουδαρχική νοοτροπία, επειδή έθιξε πλείστα όσα οικονομικά συμφέροντα.
Οι δύο αυτές μεγάλες προσωπικότητες της ελληνικής ιστορίας είχαν ένα ακόμη κοινό σημείο, το τραγικό τέλος. Ο Παλαιολόγος θυσιάστηκε, πολεμώντας ως απλός στρατιώτης στην εμπροσθοφυλακή (ως άλλος Λεωνίδας) των λιγοστών βυζαντινών δυνάμεων και ο Καποδίστριας δολοφονήθηκε.
Ο πρώτος αποζητούσε ένα ελληνικό χέρι για να του πάρει τη ζωή. Ο δεύτερος ασφαλώς δεν ανέμενε ότι ένα αδελφικό θα του στερούσε τη ζωή.
Ο δραματικός θάνατός τους λάμπρυνε ακόμη περισσότερο την ακτινοβολία τους στην τρισχιλιετή διαδρομή του Έθνους στις οικουμενικές λεωφόρους της ιστορίας.
Ο Λαόνκος Χαλκοκονδύλης γράφει στη «ΒΥΖΑΝΤΙΟΥ ΑΛΩΣΙΣ»: «Οι Έλληνες ζήτησαν από έναν Γενοβέζο, που είχε έλθει να τους βοηθήσει με ένα μεγάλο πλοίο και περίπου 300 άνδρες, να παραταχθεί με τους στρατιώτες του και να προετοιμάσει την άμυνα στο σημείο που επρόκειτο να ρίξουν το βάρος της επίθεσις ο σουλτάνος και οι γενίτσαροι. Ταυτόχρονα, σε κοντινή απόσταση, είχε παραταχθεί και ο ίδιος ο βασιλιάς των Ελλήνων και οι άνδρες του προς ενίσχυση…
Με την αυγή άρχισε η επίθεση και η μάχη ξεκίνησε σε όλα τα σημεία της πόλης. Οι βάρβαροι πολεμούσαν με δύναμη. Τότε ο βασιλέας στράφηκε προς τον Κατακουζηνό και μερικούς ακόμη που στέκονταν δίπλα του και τους είπε: Εμπρός, άνδρες, εναντίον των βαρβάρων αυτών.
Ο Κατακουζηνός, πολεμώντας γενναία, σκοτώθηκε. Ενώ τον Κωνσταντίνο που εμάχετο πισοπατώντας, τον χτύπησαν θανάσιμα στον ώμο οι επερχόμενοι Τούρκοι. Έτσι πέθανε ο βασιλέας Κωνσταντίνος… κανένας, όμως, γενίτσαρος δεν μπορούσε να πει με ποιο τρόπο πέθανε.
Σκοτώθηκε σαν ένας απλός στρατιώτης κοντά στην πύλη μαζί με πολλούς άλλους, έχοντας βασιλεύσει τρία χρόνια και τρεις μήνες».
Ανδρέου Ιδρωμένου: «Ιωάννης Καποδίστριας». «Στις 27 Σεπτεμβρίου 1831 ημέρα κατά την οποία εορτάζεται η μετάσταση του Ιωάννου του Θεολόγου, ο Καποδίστριας χαράματα κατευθυνόταν στην εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνος (στο Ναύπλιο). Έξω από την είσοδο του ναού ανέμεναν δύο άνδρες, ο Γεώργιος και ο Κων/νος Μαυρομιχάλης. Επιτέθηκαν κατά του Κυβερνήτη, ο ένας τον πυροβόλησε στο κεφάλι και ο άλλος τον τραυμάτισε με εγχειρίδιον στο στήθος. Ο Κυβερνήτης πέφτει αιμόφυρτος στο κατώφλι της εκκλησίας ως αληθινός μάρτυς της πατρίδας και της θρησκείας και εκπνέει την ίδια στιγμή.
Οι δολοφόνοι τρέπονται σε φυγή, αλλά ο λαός εξεγείρεται κατά του πλέον βδελυρού ανουσιουργήματος. Είναι παρήγορο να βλέπει κανείς το λαό να συναισθάνεται την υπέρτατη αδικία, να συμμετέχει στον πόνο, να απαιτεί εξιλέωση και να θέλει να ξεπλύνει την εθνική ύβριν, με τον τρόπο που αυτός γνωρίζει, επιτακτικά, χωρίς αναβολές, χωρίς διατυπώσεις, χωρίς επιείκεια.
Εξάλλου οι κάτοικοι του Ναυπλίου καταδιώκουν τους δολοφόνους. Τον ένα τον σκοτώνουν καθ’ οδόν, τον άλλο, ο οποίος κατέφυγε στην οικία του Γάλλου πρέσβη, επιχειρούν να τον συλλάβουν. Αλλά ο πρέσβης αρνούμενος την αυτοδικία και χωρίς να θέλει, από την άλλη πλευρά, να προστατεύσει φονιά, τον παρέδωσε στους τακτικούς και νόμιμους δικαστές. Η δε Δικαιοσύνη επιτέλεσε το καθήκον της, καταδικάζοντας τον αυτουργό σε θάνατο και τους λοιπούς συνενόχους σε ισόβια δεσμά».
Είναι, πράγματι, τραγικό: Ο Κων. Παλαιολόγος στην Πύλη Ρωμανού αποζητούσε ένα ελληνικό χέρι να του πάρει τη ζωή. Ο Καποδίστριας δεν φαντάζονταν ότι ένα αδελφικό χέρι θα του στερούσε τη ζωή…