Πρωτομαγιά, η τελική νίκη του καλοκαιριού κατά του χειμώνα!

on .

Ο αείμνηστος καθηγητής της Λαογραφίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών Γεώργιος Μέγας στο σύγγραμμά του: «Ελληνικαί εορταί και έθιμα της λαϊκής λατρείας», αναφερόμενος στο κεφάλαιο «Πρωτομαγιά» αναλύει το θέμα ως εξής: Τον τόνο στα έθιμα της Πρωτομαγιάς δίνει το τραγούδι «Τώρα Μαγιά, τώρα δροσιά, τώρα το καλοκαίρι…». Γι’ αυτό και τόπος του εορτασμού είναι οι δροσεροί αγροί και τα λιβάδια, γι’ αυτό και η έξοδος είναι γενική στην εξοχή, την ανοιχτή, την ολοπράσινη φύση. Τη δροσιά αυτή θέλουν να πάρουν από τη φύση οι άνθρωποι, όταν «την Πρωτοπαγιά, νύχτα ακόμα, κυλιούνται μέσα στα κριθάρια, μέσα στα χορτάρια», όταν νέες γυναίκες και κορίτσια «πηγαίνοντας στην εξοχή μαζεύουν δροσιά πάνω από τα στάχυα και τη βάζουν στο στόμα τους ή πλένουν το πρόσωπό τους με δροσιά, για να είναι δροσερές όλον το χρόνο».
Την ομορφιά και τη δροσιά από τη φύση θέλουν να φέρουν κατόπιν και στο σπίτι τους, κόβοντας λουλούδια του αγρού και πλέκοντας στεφάνια πολύχρωμα, που τα κρεμούν στις πόρτες των σπιτιών τους.
Αλλά, αν το λουλούδι είναι για τον κάτοικο της πόλης ποιητικό σύμβολο της άνοιξης και της χαράς, για τον αγρότη το άκαρπο λουλούδι δεν σημαίνει αυτό που θέλει και ζητεί, δηλαδή, να εξασφαλίσει από τη μητέρα γη τη θαλερή βλάστηση, την πλούσια καρποφορία. Γι’ αυτό τον Μάη του ο αγρότης και η αγρότισσα δεν τον κάνουν με λουλούδια, αλλά με λογής-λογής πρασινάδες και καρπούς, χωρίς να παραλείπουν το σκόρδο για τη βασκανία και το αγκάθι για τον εχθρό…
Στην περιοχή της Σμύρνης (πριν από τον ξεριζωμό του 1923) οι αγρότες πήγαιναν την παραμονή της Πρωτομαγιάς στην εξοχή και έκοβαν «από όλα τα πράματα που έχουν καρπό», δηλαδή, σιτάρι, κριθάρι, συκιά με τα σύκα, σκόρδο, κρομμύδι, αμυγδαλιά με τα αμύγδαλα, ροδιά με το ρόδι και τα κρεμούσαν στην πόρτα από πάνω.
Αυτός ήταν ο Μάης και τον είχαν κρεμασμένο ως τ’ Αη Γιαννιού του Θεριστή (24 Ιουνίου). Τότε τον έβγαζαν και τον έριχναν στη φουνάρα. Στο Αϊβαλί (Κυδωνίες), σε κάθε στεφάνι έβαζαν και ένα σκόρδο για τη βασκανία και ένα αγκάθι για τον εχθρό, αλλά και ένα στάχυ σιτάρι, για να φέρει ευφορία. Στην Αγιάσο κάνουν στεφάνια από όλα τα λουλούδια και βάζουν μέσα και δαιμοναριά. Δαιμοναριά λέγεται ένα άγριο χόρτο με πλατιά φύλλα και λουλούδια κίτρινα, για να δαιμονίζονται οι γαμπροί.
Όλες οι πράξεις των ανθρώπων της υπαίθρου αποβλέπουν στο να φέρουν απέξω μέσα στο χωριό ή στην πόλη τη χαρά και την ευλογία του Μάη.
Στην ηρωική Πάργα από το πρωί της Πρωτομαγιάς τα παιδιά γύριζαν τα σπίτια και τραγουδούσαν το τραγούδι του Μάη, στεφανωμένα με λουλούδια και κρατώντας στα χέρια τους μεγάλους κλώνους πορτοκαλιάς ή νερατζιάς, γεμάτους άνθη. Τραγουδούσαν: Εμπήκε ο Μάης, εμπήκε ο Μάης, ο Μάης με τα τριαντάφυλλα κι ο Απρίλης με τα ρόδα. Μάη μου, Μάη δροσερέ κι Απρίλη λουλουδάτε, κλπ.
Στην Κέρκυρα έφερναν γύρω έναν κορμό τρυφερού κυπαρισσιού, ίσιου και φουντωτού. Το είχαν σκεπασμένο με κίτρινες μαργαρίτες και άλλα άνθη, του κρεμούσαν και ένα στεφάνι. Από τα χλωρά κλαδιά του δένανε μεταξωτά μαντήλια, ζωνάρια και κορδέλλες. Από το στεφάνι τέλος κρεμούσανε φρούτα (μούσμουλα, κτλ.).
Έτσι, «με το μαγιόξυλο αυτό, οι νέοι εργάτες ντυμένοι γιορτινά με κάτασπρα παντελόνια και πουκάμισα, με κόκκινα ζουνάρια και κόκκινα μαντήλια στο λαιμό γύριζαν την πόλη τραγουδώντας το Μάη, με τη συνοδεία ενός ντεφιού και ενός ατσαλένιου τριγώνου».
Στον Άγιο Λαυρέντιο Βόλου, ο Μάης ενσαρκώνεται στο Μαγιόπουλο, ένα παιδί στολισμένο με λουλούδια, χορός που τα μέλη του φοράνε προσωπίδα το συνοδεύουν τραγουδώντας τα Μαγιάπριλα τραγούδια τους στους δρόμους του χωριού, ενώ χορεύει το Μαγιόπουλο.
Στη Ναύπακτο, το Μαγιόπουλο το συντροφεύουν γέροι φουστανελάδες βαστώντας στο ένα χέρι κουδούνια στολισμένα με ανθισμένη ιτιά. Στη μέση το παιδί, φορώντας στεφάνια από μαργαρίτες κίτρινες στο κεφάλι, στο λαιμό, στα χέρια, σε όλο το κορμί, χορεύει, ενώ οι ημίχοροι των γέρων βροντάνε ρυθμικά με τη σειρά τους, τα χοντρά κουδούνια και λένε τα τραγούδια.
Στην Αγόριανη (περιοχή Βάλτου), «χόρευεν ο Μάης κι ο κόσμος τον εφίλευε μπαμπάκι κι αυγά, σιτάρι και λεφτά. Και οι τσομπάνηδες ένα ποκάρι μαλλί».
Στο Κεφαλόβρυσο Αιτωλοακαρνανίας, πολλοί γινόταν παλιότερα Μάηδες. Δηλαδή, γέμιζαν πρόσωπο, κεφάλι και κορμί με μαγιάτικα λουλούδια. Κρατώντας και ένα κουδούνι στο χέρι και τραγουδώντας το Μάη γύριζαν μαγαζιά και σπίτια και χόρευαν το Μάη.
Παλαιότερα στο Ζαγόρι της Ηπείρου την Πρωτομαγιά, αλλά και στη διάρκεια όλης της άνοιξης, τα κορίτσια του χωριού που έβγαιναν να βοσκήσουν τα αρνάκια στα γρασίδια και τις πρασινάδες, έπαιζαν το Ζαφείρη. Ένα παιδί έπαιζε το ρόλο του Μαγιόπουλου. Έκανε τον πεθαμένο. Ξάπλωνε στο χλωρό χορτάρι και τα κορίτσια τον στόλιζαν με άνθη και με πράσινα κλαδιά. Έπειτα κάθονταν τριγύρω και άρχιζαν το θρήνο και τον οδυρμό (τον κομμό).
«Για ιδέστε νιο που ξάπλωσα, για ιδέστε κυπαρίσσι!
Δε σειέται, δε λυγίζεται, δε σέρν’ τη λεβεντιά του.
Ποιος σόκοψε τις ρίζες σου και στέγνωσ’ η κορφή σου;
Τι μόκαμες, λεβέντη μου, τι μόκαμες, ψυχή μου!
Μήνα είναι και χινόπωρος, μήνα ‘ναι και χειμώνας;
Τώρα ‘ρθεν η άνοιξη ήρθε το καλοκαίρι,
παίρνουν κι ανθίζουν τα κλαδιά κ’οι κάμποι λουλουδιάζουν,
ήρθαν πουλιά της άνοιξης, ήρθαν τα χελιδόνια,
για κ’η μεγάλη Πασκαλιά με το Χριστός Ανέστη,
που ντυούνται νιοί στα κόκκινα, γερόντοι στα μουρέλια,
κ’ εσύ, μωρέ λεβέντη μου, μέσα στη γη τη μαύρη,
πού να σειστής, να λυγιστής, να σύρης τη λεβεντιά σου;
Ξεσφάλισε τα μάτια σου!».
Και ξαφνικά ο Ζαφείρης ξεπετιέται και τρέχουν όλοι τραγουδώντας στα χωράφια…
Εδώ έχουμε μιμικές πράξεις που αποβλέπουν πιο άμεσα και πιο παραστατικά στην αναγέννηση της φύσης, την εξανάσταση της φύσης από την χειμερινή νάρκη της. Ο Ζαφείρης εδώ παριστάνει τη φύση, η οποία όλο το χειμώνα ήταν σε χειμερία νάρκη ξυπνάει, ανασταίνεται, αναγεννάται…
Πλήθος εθίμων της Πρωτομαγιάς ξεκινούν από την αντίληψη, ότι ο Μάιος τα κάνει όλα νέα. Μία νέα ζωή αρχίζει με την Πρωτομαγιά για τον άνθρωπο, όπως και για τη φύση. Γι’ αυτό και σε πολλά μέρη, όλα μέσα στο σπίτι πρέπει να ανανεωθούν.
Το όνομα του Μαΐου, όμως, έχει και ένα κακό για τις ανθρώπινες αδυναμίες. Το κακό βρίσκεται στο όνομά του. Επειδή το Μάιος ηχεί στο αυτί του ανθρώπου κάπως όμοια με τη λέξη μαγεία, θεωρείται σε μερικά χωριά ως μήνας ευνοϊκός για κάθε μορφή μαγείας. Ιδιαίτερα πιστεύεται ότι η Πρωτομαγιά είναι η μέρα που πιάνουν πολύ τα μάγια.
Γι’ αυτό παίρνονται χίλιες δυο προφυλάξεις την ημέρα αυτή για να εξασφαλίσουν το σπίτι, το βιό και τα παιδιά από την επήρεια του κακού. Στην Ανατολική Κρήτη την Πρωτομαγιά μουτζουρώνουν τα παιδιά τους με κατράμι πάνω από τα φρύδια και σχηματίζουν ένα σταυρό στους παραστάδες της θύρας για να προφυλάξουν το σπίτι από τα μάγια.
Τα διάφορα βότανα που μαζεύουν την Πρωτομαγιά έχουν μαγική δύναμη. Επίσης το νερό της βροχής της ημέρας αυτής. Στο Ζαγόρι, αν βρέξει την Πρωτομαγιά, μαζεύουν το νερό για μαγικό σκοπό.