Το χάσμα των γενεών

on .

Έχω διατηρήσει ζωντανό στη μνήμη μου, από τα μαθητικά χρόνια, το Σπαρτιατικό γνωμικό που αναφέρει ο Πλούταρχος και σχετίζεται με τις στιγμές των διασκεδάσεων και των επίσημων  εκδηλώσεων της πόλης στην αρχαιότητα. Εμφανίζονταν από κοινού και οι τρεις γενιές -των γερόντων, των αντρών και των νέων- και τραγουδώντας η κάθε μια έλεγε τα δικά της:
Πρώτοι τραγουδούσαν οι γέροντες λέγοντας στη διάλεκτό τους:
Άμμες ποτ' ήμες άλκιμοι νεανίαι». (Εμείς κάποτε  υπήρξαμε ρωμαλέοι νέοι).  
Σ' αυτούς απαντούσαν οι ώριμοι άντρες: «Αμμες δεγ' εμές, αι δε λης, πείραν λάβε». (Εμείς είμαστε τώρα, κι αν θέλεις έλα να δοκιμάσεις).
Ακολουθούσαν  με τη σειρά τους οι νέοι: «Αμμες δε γ' εσσόμεθα πολλών κάρρονες». (Εμείς θα γίνουμε κατά πολύ καλύτεροι).
Τώρα θα μου πείτε: πώς και γιατί το θυμήθηκα. Απλούστατα διάβασα  στον τύπο τα συμπεράσματα  της έρευνας  του Ινστιτούτου Μελετών SINUS σε νέους της Ευρώπης με θέμα: «Ποιους θεωρείτε  υπεύθυνους για τη σημερινή κρίση».
Οι Έλληνες νέοι, σε ποσοστό εβδομήντα έξι τα εκατό ρίχνουν την ευθύνη στην προηγούμενη γενιά, δηλαδή στους γονείς τους. Στην ίδια έρευνα, οι νέοι της Ευρώπης, σε ποσοστό ογδόντα δύο τα εκατό, απαντούν ότι δεν έχουν καμιά εμπιστοσύνη ή ελάχιστη στους πολιτικούς.
Στο σημείο αυτό προκαταβολικά πρέπει να επισημάνουμε ότι:
α) Οι Έλληνες νέοι δε θεωρούν υπεύθυνους για την κρίση ούτε τους παππούδες τους, ούτε  τους προπαππούδες τους, αλλά μόνο τους γονείς  τους, δηλαδή τη γενιά της μεταπολίτευσης. Και το πιο αξιοπρόσεκτο, ότι δεν εντοπίζουν  την ευθύνη μόνο στους πολιτικούς - όπως συνήθως κάνουμε εμείς- αλλά αδιάκριτα σε όλους, πολίτες και πολιτικούς.
β) Οι νέοι της Ευρώπης δεν έχουν εμπιστοσύνη στους πολιτικούς -καθένας τους δικούς του- ενώ εμάς εδώ στην Ελλάδα -με τη συνεχή παραπληροφόρηση των πολιτικών μας, με την οποία προσπαθούν να καλύψουν τα δικά τους ανομήματα και τη δική τους ανικανότητα- μας φταίει ο Σόιμπλε, μας φταίει η Μέρκελ, μας φταίει ο Τόμσεν  και δε συμμαζεύεται. Μάλιστα, την ίδια άποψη έχει και ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος, ο οποίος, όπως ο ίδιος είχε δηλώσει παλιότερα, η Εκκλησία δεν ασχολείται με την πολιτική, όμως αυτός ως στοργικός πατέρας -κατά δήλωσή του- συμβουλεύει τον Τσίπρα και τον λυπάται γιατί υπάρχουν τα «βάτα», δηλαδή ο Σόιμπλε, η Μέρκελ  και ο Τόμσεν που δεν τον αφήνουν να προχωρήσει.
Και για να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους είναι ακριβοδίκαιοι οι Έλληνες νέοι, όταν βάζουν στο στόχαστρο τη γενιά των γονιών τους, αδιάκριτα· αυτή τη γενιά της μεταπολίτευσης την οποία όλοι τη ζήσαμε, και στην οποία και εμείς ανήκουμε, αλλά τώρα που τα πράγματα έφτασαν εδώ που βρισκόμαστε, κάνουμε πως κατεβήκαμε από τον ουρανό και τόσα χρόνια δεν καταλαβαίναμε  τι συνέβαινε σε τούτο τον έρμο τον τόπο. Δε βλέπαμε -κάναμε δηλαδή πως δε βλέπαμε, γιατί μας βόλευε- την ανικανότητα την αναξιοκρατία, τον καιροσκοπισμό  τη μετριότητα που κυριαρχούσαν -σε πολλές περιπτώσεις με τη δική μας ψήφο και την ανάλογη προσωπική ευθύνη- σε επίπεδο εθνικό, αλλά και τοπικό, δε βλέπαμε την τάση του καταναλωτισμού, της επίδειξης, του εύκολου και γρήγορου πλουτισμού των επιτήδειων, της φτηνής και ανύπαρκτης  κουλτούρας των αγράμματων, τη διάλυση της Παιδείας μας, το μαρασμό της δημόσιας διοίκησης, την άνοδο γενικά της ασημαντότητας -για να θυμηθούμε λίγο και τον Καστοριάδη- όλα δηλαδή εκείνα που μας έφεραν στη σημερινή -τραγική- κατάσταση. Δίναμε με απλά λόγια -ίσως χωρίς να το συνειδητοποιούμε- την εντύπωση ότι δε διαφέραμε σε τίποτε  από τους  ανθρώπους της προ του Προμηθέα εποχής, όπως τους παρουσιάζει στο αριστούργημά  του ο Αισχύλος, «οι οποίοι, ενώ έβλεπαν, δεν έβλεπαν, ενώ άκουγαν, δεν άκουγαν, και παρόμοιοι με σκιές ονείρων, σπαταλούσαν άσκοπα τη ζωή τους».
Το ίδιο ακριβοδίκαιοι στην κρίση τους για την πολιτική ηγεσία της Ευρώπης είναι και οι Ευρωπαίοι νέοι, όταν δηλώνουν πως δεν της έχουν καμιά ή ελάχιστη εμπιστοσύνη. Θυμάμαι μια συνέντευξη που είχε δώσει, λίγο καιρό πριν από το θάνατό του, ο γνωστός σε όλη την Ευρώπη καγκελάριος Χέλμουτ  Σμιτ, ο οποίος, χωρίς κανένα δισταγμό, είχε μιλήσει  για «τρομακτική έλλειψη πολιτικής ηγεσίας στο σύγχρονο ευρωπαϊκό χώρο». Και για να μείνουμε στα δικά μας εμείς τι κάναμε; Φτιάχναμε «Εθνάρχες», «Χαρισματικούς Ηγέτες» ή αναζητούσαμε, στα χαμένα κάθε λογής «σωτήρες»· και  όταν ανακαλύπταμε την κενότητά τους, καταφεύγαμε σε άλλους που συχνά αποδεικνύονταν παρόμοιοι ή και χειρότεροι από τους προηγούμενους. Και παρ' όλα αυτά μυαλό δεν βάλαμε.
Και τώρα τι γίνεται; Πάμε στο άγνωστο με βάρκα την ελπίδα, όπως λέει και το τραγούδι. Αν πάντως  κάποιος από τους νέους -γι' αυτούς κυρίως  το μεγάλο πρόβλημα-  μου ζητούσε να του πω  τη γνώμη μου με αφορμή τη γνώμη που οι ίδιοι διατυπώνουν στην έρευνα, ότι τα παιδιά τους θα ζήσουν καλύτερα από αυτούς -ποιος δεν το εύχεται;- θα του διάβαζα το απόσπασμα  από γνωστό έργο του Καζαντζάκη, στο οποίο παρουσιάζει  τους ήρωές του, τον παπά-Φώτη και το Μανωλιό, να προβληματίζονται γύρω από τη ζωή, γράφοντας:
«Κι ο κάθε άνθρωπος είπε ο Μανωλιός συνεπαρμένος, μπορεί να σώσει ολάκερο τον κόσμο· πολλές φορές το συλλογίζομαι, γέροντά μου, και τρέμω· τόσο, μεγάλη ευθύνη έχουμε; Τι πρέπει να κάνουμε. Ποιος είναι ο δρόμος; Πώς πρέπει να αγαπούμε το Θεό, γέροντά μου; ρώτησε.
- Αγαπώντας τους ανθρώπους, παιδί μου. -Και πώς πρέπει να αγαπούμε τους ανθρώπους; -Μοχθώντας να τους φέρουμε στο σωστό δρόμο. -Και ποιος είναι ο σωστός δρόμος; - Ο ανήφορος».
Δύσκολος, λοιπόν, ανηφορικός, κατά τον Καζαντζάκη, ο δρόμος για όλους τους νέους, ιδιαίτερα για τους νέους  της πατρίδας μας, κάτω από τις συνθήκες υπό τις οποίες καλούνται να τον διανύσουν. Και τι συνθήκες! Η χώρα κατρακυλάει συνεχώς στο γκρεμό, και οι υπεύθυνοι γι' αυτή την κατρακύλα δεν εννοούν να συνετιστούν. Μόλις πριν λίγες μέρες, δυο υπουργοί, ένας πρώην και ένας νυν αλληλοβρίζο-νταν στη Βουλή, κατά τρόπο απαράδεκτο, και ανάγκασαν τον Πρόεδρο της Βουλής να διατάξει να μην γραφούν οι βρισιές τους στα Πρακτικά και, με πόνο ψυχής, να δηλώσει: «Δεν είναι Κοινοβούλιο αυτό»! Με τέτοιο Κοινοβούλιο, στην ουσία δεν υπάρχει Δημοκρατία, και δεν υπάρχει μέλλον  σε τούτο τον τόπο.
Ας το πάρουν, λοιπόν, απόφαση οι νέοι μας. Αν δεν πάρουν την υπόθεση της χώρας  μας στα χέρια τους  δεν υπάρχει γι' αυτούς καμιά ελπίδα. Ας έχουν δε υπόψη τους πως ισχύει και γι' αυτούς, αυτό που ίσχυε πάντοτε: Ότι δηλαδή κανένας δεν είναι διατεθειμένος  να στήσει για σας το γεφύρι απ' όπου χρωστάτε να περάσετε το ποτάμι της ζωής. Κανένας, εκτός από τον ίδιο τον εαυτό σας. Θα βρεθούν ίσως άνθρωποι πρόθυμοι να σας βοηθήσουν· θα σας ζητήσουν όμως ως αντάλλαγμα την ίδια σας τη ζωή…