Μηνύματα από την παραίτηση Κιμούλη...

on .

-  Γράφει ο  ΣΠΥΡΟΣ  ΕΡΓΟΛΑΒΟΣ,
Φιλόλογος - Συγγραφέας

Όταν ανακοινώθηκε ο διορισμός του Γιώργου Κιμούλη ως προέδρου Διοικητικού Συμβουλίου του Πολιτιστικού Κέντρου του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος, σε συζήτηση  που έγινε σε φιλική παρέα, διατύπωσα την αντίρρησή μου, όχι τόσο για το πρόσωπο του Κιμούλη, όσο για τον τρόπο του διορισμού του.
Και τον μεν Κιμούλη τον γνώριζα από τη μέχρι τώρα δράση του και προσφορά του ως φτασμένο καλλιτέχνη, δεν ήξερα όμως αν διαθέτει, μόνο αυτός και τα ανάλογα διοικητικά προσόντα για έναν τέτοιο πνευματικό οργανισμό που, όπως ο ίδιος λέει στην παραίτησή του, πρόκειται για ένα "Ίδρυμα δυναμικού μετασχηματισμού του πολιτισμικού μας χάρτη". Θα περίμενα συνεπώς να γίνει, έστω και για τα μάτια του κόσμου, μια προκήρυξη αυτής της τόσο σημαντικής  θέσης που θα ικανοποιούσε προφανώς και αυτούς που πήραν την απόφαση να προσφέρουν ως δωρεά στο Κράτος το συγκεκριμένο Κέντρο.
Διατύπωσα, λοιπόν, την αντίρρησή μου ως προς τον τρόπο του διορισμού, και  θα  ήταν ίδια όποιο κι αν ήταν το πρόσωπο που θα διοριζόταν σε μια τέτοια θέση. Και αυτό θα το έκανα  για βασικούς λόγους που, όπως προκύπτει και από αυτά που γράφει στην παραίτησή του ο Κιμούλης, συμφωνούν με τους λόγους της αντίδρασης μου.
ΛΟΓΟΣ ΠΡΩΤΟΣ:
Οι εμπειρίες  μου από παρόμοιες ενέργειες, κατά τα χρόνια της μεταπολίτευσης υπήρξαν  οδυνηρές. Θυμάμαι επί ΠΑΣΟΚ  σε καίριες θέσεις είχαν  τοποθετηθεί  πρόσωπα  άσχετα με την Παιδεία και τον Πολιτισμό που κλήθηκαν τάχα να υπηρετήσουν. Και αυτό το διαπίστωσα κατά τη συνεργασία που είχαμε  μαζί τους ως Δήμος Ιωαννιτών. Την εξήγηση  αυτού του θλιβερού φαινομένου την έδωσε αργότερα με τη μοναδική πολιτική συνέντευξη που είχε δώσει ο Οδυσσέας Ελύτης επισημαίνοντας πως "σε ό,τι αφορά την Παιδεία και τον Πολιτισμό οι πολιτικοί μας βρίσκονται σε άγρια μεσάνυχτα". Τέτοια μεσάνυχτα ζήσαμε, με ελάχιστες εξαιρέσεις, όλα αυτά τα χρόνια της μεταπολίτευσης. Και έτσι ήμουν και είμαι πολύ επιφυλακτικός για διορισμούς σε τέτοιες  καίριες θέσεις.
ΛΟΓΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟΣ:
Θα περίμενα από ένα κόμμα που ήλθε στην εξουσία, όχι μόνο γιατί ο λαός είχε βαρεθεί και εξοργιστεί με το προηγούμενο πολιτικό σύστημα που τον είχε οδηγήσει, με την ανικανότητα και την ασχετοσύνη του σε καίριους τομείς στην κατάσταση που βρίσκεται σήμερα, αλλά και γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ, που είχε κατασυκοφαντήσει αυτό το παλιό πολιτικό σύστημα, είχε υποσχεθεί  πως με τον ερχομό του στην εξουσία "τελειώνει το παλιό και αρχίζει το νέο". Όταν αυτό το σύνθημα  το άκουσα  και από τον  Αναπληρωτή Υπουργό  Παπαγγελόπουλο, διερωτήθηκα πώς ένας άνθρωπος  που είχε υπηρετήσει, ως διοικητής της ΕΥΠ, το παλιό επί Κυβερνήσεως Καραμανλή του νεότερου θα υπηρετήσει σήμερα το νέο.  Παρόμοιες σκέψεις, για να είμαι ειλικρινής, έκανα και για όσους  είχαν υπηρετήσει από καίριες θέσεις το παλιό ΠΑΣΟΚ  και τώρα  από τις νέες θέσεις θα υπηρετούσαν το νέο. Όσοι υποστηρίζουν κάτι τέτοιο, δεν έχουν καμιά σχέση με την ψυχολογία του ανθρώπου  και  με τη εξέλιξη της πολιτικής ζωής  του τόπου.
ΛΟΓΟΣ ΤΡΙΤΟΣ:
Δεν υπάρχει, νομίζω, άνθρωπος σε τούτο τον τόπο  που εφόσον διαθέτει τον κοινό νου και δεν είναι εντελώς αδιάφορος για τα κοινά, να μην παραδέχεται  αυτό που επί δεκαετίες διακηρύττει η πολιτική επιστήμη και είναι αυταπόδεικτο, ότι δηλαδή δεν αξιωθήκαμε οι Έλληνες να αποκτήσουμε κόμματα αρχών με δημοκρατική οργάνωση και λειτουργία, αλλά είχαμε κόμματα  πελατειακά, κομματικά, με κύρια επιδίωξη  την κατάκτηση  και τη νομή της εξουσίας. Αυτά τα κόμματα κατακτούσαν την εξουσία με τους γνωστούς κομματικούς στρατούς, τους οποίους στη συνέχεια τοποθετούσαν σε θέσεις κρατικές, χωρίς καμιά επιλογή, χωρίς προσόντα, με συνέπεια  να μην είναι σε θέση να προσφέρουν τίποτε σε αυτόν τον έρμο τον τόπο.
Δεν είχαν άλλωστε τέτοιες προθέσεις. Υπηρεσίες πρόσφεραν μονάχα στο κόμμα που τους βόλεψε και έτσι φτάσαμε στη σημερινή τραγική κατάσταση. Αυτή η τακτική ήταν γνωστή σε όλα τα κόμματα -θυμάστε το 4-2-1 της τριμερούς κυβερνητικής σύμπραξης η οποία σύντομα διελύθη εις τα εξ ων συνετέθη. Αυτή την παγιωμένη κατάσταση την ήξερε και το σημερινό κυβερνών κόμμα και ήταν δύσκολο, αν όχι αδύνατο, να απαλλαγεί από αυτή. Μερικοί έκαναν πως δεν το έβλεπαν. Όμως τα όσα επικαλείται στην  παραίτησή του ο Γ. Κιμούλης δεν αφήνουν περιθώρια αμφιβολίας.
Τι λέει, λοιπόν, ο Κιμούλης; Αυτό που κάποιοι υποψιαζόμασταν, γιατί ξέραμε πως ο εθισμός είναι καταλυτικός για τον άνθρωπο και ιδιαίτερα για τους κομματικούς ανθρώπους, είτε ανήκουν στη συμπολίτευση, είτε στην αντιπολίτευση. Λέει, κατά τρόπο ξεκάθαρο, τα ακόλουθα:
"Η τελική αποκρυστάλλωση της διοικητικής έκφρασης υπήρξε προϊόν αναίτιων πολυήμερων εσωκομματικών διαπραγματεύσεων. Ο διορισμός από το Υπουργείο Οικονομικών του διευθύνοντος συμβούλου υποκαθιστά στην ουσία ολόκληρο το διοικητικό συμβούλιο, εκμεταλλευόμενος τις εύθραυστες εσωτερικές ισορροπίες του κυβερνώντος κόμματος στις οποίες αρνούμαι να συμμετάσχω.
Το ασαφές τοπίο καλλιτεχνικής διεύθυνσης καθιστά απαγορευτικό το παραγόμενο έργο του Πολιτιστικού Κέντρου. Δεν επιθυμώ να συμβάλω στην ακύρωση της δυναμικής του Κέντρου Πολιτισμού, ούτε να συναινέσω σε διαδικασίες που μπορούν να προκαλέσουν υπόνοιες αδιαφάνειας".
Στέλνει έτσι με τις δηλώσεις του πολλά και αξιοπρόσεκτα μηνύματα, με σαφείς μάλιστα τους αποδέκτες: "Ουδέποτε, μας λέει, υπήρξα παιδί του κομματικού σωλήνα". Εδώ ακριβώς βρίσκεται το δράμα αυτού του δύσμοιρου τόπου: τον κυβέρνησαν και τον κυβερνάνε είτε "αχθοφόροι των πατρικών ονομάτων", είτε "παιδιά του κομματικού σωλήνα". Έτσι θεωρούν το Κράτος  ιδιοκτησία τους και του κόμματος που τους στηρίζει και έτσι το Κράτος  ταυτίζεται με το κόμμα που κυβερνάει προκειμένου να ικανοποιηθούν "οι εύθραυστες κομματικές  ισορροπίες". Έτσι γίνεται "απαγορευτικό  κάθε  έργο " και το Κράτος   με την επίκληση δήθεν κάποιας αλλαγής που εξαγγέλλεται με την προκήρυξη  νέων εκλογών, πηγαίνει από το κακό στο χειρότερο.
"Οι δημόσιες θέσεις -συνεχίζει- δεν είναι επισφράγιση κοινωνικής αποκατάστασης". Δυστυχώς όμως είναι κάτι ακόμα χειρότερο: Είναι έκφραση κομματικής αποκατάστασης, προσφορά -ως αντάλλαγμα- σε "ανέστιους" κομματικούς στρατούς -στα γνωστά δικά μας παιδιά, ποικίλων κομματικών αποχρώσεων. Οι ανεπάγγελτοι της ζωής πολύ συχνά, γίνονται επαγγελματίες της πολιτικής και εξαχρειώνουν το ίδιο το πολιτικό σύστημα.
"Στήριξα το ΣΥΡΙΖΑ -τελειώνει ο Κιμούλης- γιατί πίστεψα πως εκείνη τη στιγμή ήταν η μοναδική λύση για την πατρίδα μου και όχι για να εγκατασταθώ σε κάποια θέση", γιατί πιστεύω πως "η αξιοπρέπεια δεν έχει εναλλακτική αξία". Το ίδιο ακριβώς έκαναν και αρκετοί άλλοι Έλληνες, πόσοι όμως από αυτούς το έκαναν για τους λόγους που επικαλείται στην παραίτησή του ο Κιμούλης;
Η αρχική αντίρρησή μου στο τρόπο του διορισμού του Κιμούλη και όχι στο πρόσωπό του, δικαιώνεται, πιστεύω, από την παραίτησή του και τους λόγους που τον οδήγησαν σ’ αυτήν. Τα μηνύματα που εκπέμπονται από αυτήν τη στάση του αξίζει να τα ενστερνιστούμε όλοι οι Έλληνες. Είναι μηνύματα δημόσιου ήθους και αξιοπρέπειας που δημιουργούν ένα κλίμα αισιοδοξίας. Δείχνουν, σε στιγμές ζοφερές για την πατρίδα μας, πως "δεν είναι σβησμένες όλες οι φωτιές κι οι πλάστρες μες στη χώρα", δεν είναι σκοτεινές όλες οι σελίδες του βιβλίου που περιέχει τη δημόσια ζωή του τόπου μας. Υπάρχουν ασφαλώς και οι φωτεινές παρενθέσεις που χρειαζόμαστε για μια πραγματική αφύπνιση. Αφύπνιση που θα έρθει μονάχα αν όλοι παραιτηθούμε από μεθοδεύσεις και πρακτικές σαν αυτές που ανάγκασαν τον Κιμούλη να υποβάλει τη δική του παραίτηση. Και όπου αυτές τις συναντάμε, να μη διστάζουμε απερίφραστα να τις καταδικάζουμε. Ο Κιμούλης έκανε την αρχή και μας έδειξε το δρόμο που πρέπει  να ακολουθήσουμε, μήπως έτσι δημιουργηθούν οι προοπτικές  για να επιταχύνουμε κάπως την έξοδο από την κρίση που μας μαστίζει και που, αν συνεχίσουμε την ίδια μέχρι σήμερα πορεία,  είναι βέβαιο πως η ποθητή διέξοδος θα είναι μακρά, επίπονη και κατά πάσαν πιθανότητα, αδιέξοδη.