Φταίει το... κεφάλι μας για όσα μας συμβαίνουν!

on .

Απ' την Αρχαιότητα κληρονομήσαμε ένα είδος εθνικής περηφάνιας  το οποίο από τότε  μας συνοδεύει μέχρι σήμερα. Και αυτό βέβαια  δεν έγινε τυχαία. Ήρθαμε οι Έλληνες σε επικοινωνία με άλλους λαούς, διαγνώσαμε την υπεροχή μας απέναντί τους και καταλήξαμε στο γνωστό συμπέρασμα: "πας μη Έλλην βάρβαρος".
Δημιουργήσαμε με τους  μεγάλους φιλοσόφους και τους ρητορο - διδασκάλους  μια υπέροχη Παιδεία, ταυτίσαμε αυτή την Παιδεία με τους Έλληνες, πράγμα που επέτρεψε στον Ισοκράτη να διακηρύξει πως "Έλληνες καλούνται οι της  ημετέρας Παιδείας μετέχοντες". Ήρθαμε στη συνέχεια σε επικοινωνία με τους Ρωμαίους, αυτοί διέγνωσαν την υπεροχή  της  Ελληνικής σκέψης και δε  δίστασαν με τον Κικέρωνα να διακηρύξουν: Mira Graecorum celeritas cogitandi" (Θαυμαστή των Ελλήνων η ταχύτητα της σκέψης).
Όλα αυτά καλά και άγια. Επαναπαυτήκαμε όμως από τότε σε μεγάλο βαθμό στις προγονικές δάφνες, δε φροντίσαμε να καλλιεργήσουμε ως Λαός τα αναμφισβήτητα προτερήματά μας που θα μας επέτρεπαν μια  ξεχωριστή θέση στην Ευρώπη. Και δεν έφτανε αυτό μονάχα: ήρθε κοντά σ' αυτό να προστεθεί και  η μακροχρόνια σκλαβιά που μας άφησε, σε βαθμό  ικανοποιητικό, τα σακατιλίκια της: το ραγιαδισμό, το ραχατηλίκι και το ρουσφέτι.
Και όταν βρέθηκαν  δυο – τρεις άνθρωποι  που πάσχισαν να μας οδηγήσουν  στο δρόμο που μας άξιζε, εμείς  πώς τους αντιμετωπίσαμε; Τον πρώτο -τον Καποδίστρια- τον δολοφονήσαμε και στο πρόσωπό του πυροβολήσαμε την Ευρωπαϊκή προοπτική της ερειπωμένης Ελλάδας, την οποία καταδικάσαμε να μείνει για καιρό στην άθλια μοίρα των κοτζαμπάσηδων, των κομματαρχών και των ανομολόγητων συμφερόντων. Το δεύτερο -τον Τρικούπη- δεν τον εκλέξαμε ούτε βουλευτή και αντ' αυτού εκλέξαμε τον Γουλιμή. Και εναντίον του τρίτου -του Βενιζέλου- επιχειρήσαμε δύο δολοφονικές απόπειρες, τον "αναθεματίσαμε" και παραδώσαμε, μέχρι το 1974, τη χώρα στους βασιλιάδες να τη διαφεντεύουν σύμφωνα με τις υποδείξεις και τις βουλήσεις των  ξένων.
Έτσι εντελώς απροετοίμαστοι βρεθήκαμε, λίγο χρόνια  αργότερα  στην  ΕΟΚ και στη συνέχεια στην Ευρωπαϊκή Ένωση, της  οποίας τα  πλούσια Προγράμματα προσαρμογής της Χώρας μας στα Ευρωπαϊκά δεδομένα τα είδαν κάποιοι -οι επιτήδειοι- ως μάνα εξ ουρανού και τα καταβρόχθισαν. Και δίπλα στα Προγράμματα ο αλόγιστος υπερδανεισμός με τον οποίο υποθηκεύαμε το μέλλον της Πατρίδας μας.
Και τώρα; Τώρα, νομοτελειακά, απολαμβάνουμε αυτά που κάναμε. Ζούμε μέσα στα ερείπια που όλοι μαζί -φυσικοί και ηθικοί  αυτουργοί- εξασφαλίσαμε στη Χώρα μας, με τα γνωστά Μνημόνια, με τα οποία ξεπουλήσαμε τον εθνικό μας πλούτο και καταδικάσαμε, ποιος ξέρει για πόσο, τις μελλοντικές γενιές της Πατρίδας μας.
Και το τραγικό για τούτο το δύσμοιρο τόπο είναι πως όσοι τα τελευταία χρόνια διαχειρίστηκαν τα κοινά της Πατρίδας μας και ευθύνονται για το κατάντημά της, συμπορευόμενοι με το κοινό αίσθημα, εμφανίστηκαν αρχικά ως αντιμνημονιακοί, κατηγόρησαν ως γερμανοτσολιάδες, μερκελιστές και τα παρόμοια  τους πολιτικούς τους αντιπάλους και, σιγά-σιγά, με το μαγικό ραβδί της Κίρκης μεταμορφώνονταν και μεταβάλλονταν σε μνημονιακότερους των μνημονιακών.
Έτσι, το κάθε Μνημόνιο που υπέγραφαν, προκειμένου να γαντζωθούν στην εξουσία ήταν πιο σκληρό από το προηγούμενο που είχαν υπογράψει "οι γερμανοτσολιάδες". Σαν γνήσιοι όμως Ρωμιοί είχαμε πάντα και τη γνωστή δικαιολογία: Για όλα φταίει ο κακός Σόιμπλε και ο κακός Τόμσεν. Δικαιολογία αρκετά εύπεπτη για το ευκολόπιστο πλήθος.
Θα έπρεπε όμως να σκεφτούμε μήπως για όλα αυτά που συμβαίνουν σε τούτο τον δύσμοιρο τόπο κατά βάση, όπως μας επισημαίνει και ο ποιητής, "φταίει το κεφάλι το δικό μας", που τόσα  χρόνια, ενώ βλέπαμε, κάναμε πως δε βλέπαμε, ενώ ακούγαμε κάναμε πως δεν ακούγαμε, για όλη αυτή τη χορεία των ανεπάγγελτων πολιτικών που έκαναν την πολιτική επάγγελμα και των κάθε λογής τρωκτικών που υπήρχαν γύρω τους, έρχονταν από το πουθενά -είτε αυτό λέγεται οικογενειακή κληρονομιά, είτε λέγεται κομματικός σωλήνας- μας πήγαιναν στο πουθενά και εξακολουθούν να μας πηγαίνουν από το ένα στο άλλο τραγικό αδιέξοδο.
Και το αδιέξοδο δεν είναι μόνο οικονομικό. Είναι ταυτόχρονα και κυρίως, αδιέξοδο πολιτικό, κοινωνικό και ηθικό, όσο κι αν κάποιοι δε  θέλουμε να το παραδεχτούμε. Εκμαυλιστήκαμε με αυτά που συνέβαιναν -και ανεχόμασταν- στον τόπο μας που έδιναν σε κάποιες τουλάχιστον περιπτώσεις την εντύπωση πως δεν αποτελούσαμε ένα Κράτος οργανωμένο, αλλά ένα μπουλούκι – ασκέρι και έτσι  ερχόταν ο κάθε απατεώνας -τύπου Κοσκωτά- και μοίραζε λεφτά από  τις καταθέσεις τις δικές μας ή ο κάθε δισεκατομμυριούχος -τύπου Σώρρα- που αναλάμβανε να απαλλάξει τους πολίτες από τα χρέη προς το Κράτος το οποίο στο μεταξύ κοιμόταν τον ύπνο του δικαίου και όταν ξεσηκώνονταν Τύπος και νουνεχείς πολίτες και αποκάλυπταν την απάτη, αυτό προσπαθούσε πανικόβλητο να συμμαζέψει τα ασυμμάζευτα.
Αυτά έφερνα στο μυαλό μου όταν  ο γνωστός πια σε όλους μας  Ευκλείδης  κοινοποιούσε, αφού είχε στο μεταξύ διαρρεύσει, την προς Ευρωπαίους  απολογητική επιστολή του δηλώνοντας την ειλικρινή μετάνοιά του και διαβεβαιώνοντάς τους πως δεν θα επαναλάβει τα ίδια αμαρτήματα. Επιστολή που, όπως ήταν αναμενόμενο, εξήγειρε το εθνικό φιλότιμο εκείνων που είχαν ακολουθήσει παρόμοια μονοπάτια  με τα Ευκλείδια.
Αυτή είναι η σκληρή πραγματικότητα με την οποία οφείλουμε να  συμμορφωθούμε  γιατί  αυτή θα γίνεται όλο και πιο σκληρή. Όλα δε όσα λέγονται από όλες τις πλευρές αποτελούν κραυγές εναγώνιες εκείνων που κατέχουν ή διεκδικούν την εξουσία με την οποία είναι σφιχτά εναγκαλισμένοι και στο βωμό της οποίας είναι πρόθυμοι να θυσιάσουν ό,τι τους ζητηθεί.