ΚΡΟΥΣΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΟΚΑΠΗΛΙΑΣ ΣΕ ΝΑΟΥΣ

on .

Πολλά είναι τα κρούσματα αρχαιοκαπηλίας σε ναούς, μοναστήρια και εξωκκλήσια. Ιδιαίτερα παρατηρούνται στην ερημωμένη και ακριτική επαρχία, όπου οι κάτοικοι είναι λίγοι, οι κληρικοί δυσεύρετοι και η αστυνομική φύλαξη σχεδόν ανύπαρκτη, αφού η οικονομική κρίση έχει παραλύσει τη δημόσια διοίκηση και φυσικά έχει επηρεάσει και την αστυνομία και το στρατό. Δεν υπάρχουν πια στην επαρχία στρατιωτικά φυλάκια και αστυνομικοί σταθμοί. Οι γείτονές μας, Αλβανοί, Σκοπιανοί, Βούλγαροι και Τούρκοι, δεν συναντούν κανένα εμπόδιο, όταν από ανεπίσημες διόδους μπαινοβγαίνουν στη χώρα μας, μεταφέροντας ναρκωτικά και ρημάζοντας τα σπίτια και τους ναούς των περιοχών.
Το πρόβλημα είναι μεγάλο, σοβαρό και δυσεπίλυτο. Κάθε φορά που ακούγεται κάποιο νέο κρούσμα αρχαιοκαπηλίας, παρατηρείται μια κινητοποίηση για τη σύλληψη των δραστών, οι οποίοι καταφεύγουν εύκολα στη χώρα τους από τις ορεινές διαβάσεις. Δυστυχώς, «το αμπέλι μας είναι ξέφραγο» και η αδυναμία φύλαξής του είναι εμφανής. Και να σκεφτεί κανείς ότι η πατρίδα μας έχει πολλούς ναούς και χιλιάδες εξωκλήσια όπου φυλάσσονται πολύτιμοι θησαυροί και αντικείμενα αρχαιολογικής και λατρευτικής αξίας.
Σε κάθε χωριό υπάρχουν, εκτός από τον κεντρικό ναό της ενορίας, και πολλά εξωκκλήσια, τα οποία η ευσέβεια των προγόνων μας είχε χτίσει και τα συντηρούσε. Στην αρχή αυτά ήταν ιδιωτικά, χτισμένα στα χωράφια ανθρώπων, που λειτουργούνταν στη μνήμη του αγίου στον οποίο ήταν αφιερωμένα. Η φροντίδα γι’ αυτά μεταβιβαζόταν φυσιολογικά στα παιδιά τους και συνεχιζόταν η παράδοση. Όταν όμως οι πόλεμοι και η μετανάστευση απομάκρυναν τους ανθρώπους από τα χωριά, η φροντίδα για τα εξωκλήσια μειώνονταν και τότε περιέρχονταν στην κυριότητα και μέριμνα της ενορίας. Από ιδιωτικά γίνονταν ενοριακά, χωρίς βέβαια συμβολαιογραφικές πράξεις και τίτλους κυριότητας. Δεν χρειάζονταν τέτοιες διαδικασίες. Εξάλλου οι παλιοί οι ιδιοκτήτες, οι κτίτορες θα λέγαμε, δεν είχαν κανένα υλικό όφελος. Τα χρήματα του δίσκου της ετήσιας λειτουργίας πάντα ήταν λιγότερα από τα έξοδα που έκαναν για να τα συντηρούν και να τα διατηρούν σε καλή κατάσταση. Σε μερικά χωριά διατηρείται η ιδιοκτησία και αυτό είναι παρήγορο, γιατί οι ενορίες πια δεν έχουν πολλές οικονομικές δυνατότητες να συντηρούν τα εξωκκλήσια, αλλά ούτε και ιερείς υπάρχουν για να πρωτοστατήσουν σε ανάλογες προσπάθειες.

Εξωκκλήσια: Πνευματικές οάσεις…
Οι περισσότεροι ενοριακοί ναοί και τα εξωκκλήσια χρονολογούνται από τον 19ο αιώνα. Μιλάμε πάντα για τη Βόρεια Ελλάδα. Όταν γινόταν η επανάσταση στη νότια, οι κάτοικοι της Βόρειας, κάτω από δύσκολες συνθήκες και Τούρκους, έχτιζαν ναούς για να μπορούν να λατρεύουν το Θεό. Εκεί προσεύχονταν για τη λύση των προβλημάτων τους αλλά και την απελευθέρωση της πατρίδας. Οι πρόγονοί μας είχαν περισσότερη ευσέβεια από εμάς. Διακρίνονταν και για την ευγενική τους άμιλλα. Ήθελαν όλοι να έχουν το εξωκκλήσι τους και μάλιστα να είναι καλύτερο από τα άλλα. Παράλληλα προστάτευαν και τη γύρω περιοχή και αποτελούσε μια μικρή πνευματική όαση. Τα εξωκκλήσια συχνά τα επισκέπτονταν -και σήμερα τα επισκέπτονται- και άναβαν τα καντήλια. Ήταν μια πολύ καλή συνήθεια. Στην εποχή μας η πρόσβαση στα εξωκκλήσια είναι εύκολη σε όλους, γιατί έχουν ανοιχτεί αμαξιτοί δρόμοι. Τώρα μπορούν να τα επισκεφθούν και οι καλοζωισμένοι και ντελικάτοι άνθρωποι, αλλά και οι μεγάλης ηλικίας. Παλιά, βέβαια, πηγαίναμε με τα μουλάρια και τα γαϊδουράκια, που ήταν οι πολύτιμοι σύντροφοί μας. Σήμερα χάθηκαν αυτά τα συμπαθητικά ζώα και τα μικρά παιδιά τα γνωρίζουν μόνο από τις φωτογραφίες. Εμείς όμως μεγαλώσαμε με αυτά, μετακινηθήκαμε με αυτά, ταλαιπωρηθήκαμε μαζί τους, όταν το καλοκαίρι κουβαλούσαμε τα ξύλα για το χειμώνα, αλλά και το χορτάρι και το κλαδί για τα γίδια και τις αγελάδες. Με τα ίδια ζώα κουβαλούσαμε και τα οικοδομικά υλικά για τη συντήρηση των εξωκκλησίων.

Τα εκκλησιαστικά κειμήλια
Τα σωζόμενα εκκλησιαστικά κειμήλια κυρίως είναι εικόνες, ιερά σκεύη, λειτουργικά βιβλία, αλλά και αλλά αντικείμενα που έχουν αξία και μεταφέρθηκαν στους ναούς από τα σχολεία και τα σπίτια για περισσότερη ασφάλεια. Πολλά κειμήλια που φυλάσσονται στους κεντρικούς ναούς και χρονολογούνται από παλιότερες εποχές, προέρχονται από ναούς που έχουν καταστραφεί από διάφορες αιτίες και στη θέση τους ξαναχτίστηκαν νέοι ναοί όπου αποθησαυρίστηκαν τα κειμήλια των παλιών ναών. Σε πολλούς επίσης ναούς του 19ου αιώνα παρατηρούμε να υπάρχουν πολλές εικόνες και αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι κάποια εποχή οι παλιές εικόνες θεωρούνταν ξεπερασμένες και αντικαταστάθηκαν από νέες που ήταν «ωραίες» και εντυπωσιακές. Οι παλιές εικόνες κρεμάστηκαν εδώ κι εκεί και αρκετές σχεδόν πετάχτηκαν στους γυναικωνίτες, που συνήθως είναι αποθήκες κάθε άχρηστου αντικειμένου.

Οι δυσκολίες για τη διαφύλαξή τους
Για τη διαφύλαξη των εκκλησιαστικών κειμηλίων διατυπώνονται πολλές απόψεις, οι οποίες φαίνονται ορθές και λογικές, χωρίς όμως να είναι δυνατό να πραγματοποιηθούν, γιατί υπάρχουν αντικειμενικές δυσκολίες, τις οποίες δεν μπορούν να ξεπεράσουν οι Μητροπολίτες, οι Αστυνομικοί και η Εφορεία Αρχαιοτήτων. Καταγράφουμε τις σημαντικότερες δυσκολίες:
Α) Η εγκατάσταση αποτελεσματικών συστημάτων ασφαλείας στους ναούς δεν είναι εφικτή. Δεν υπάρχουν τα κονδύλια και οι άνθρωποι που θα ακούσουν τις σειρήνες και θα ειδοποιήσουν τους αρμόδιους. Αλλά και οι αστυνομικοί θα φθάσουν με καθυστέρηση, όταν οι αρχαιοκάπηλοι θα έχουν ολοκληρώσει το έργο τους. Δυστυχώς, έχουμε κρούσματα διαρρήξεων σε ναούς που είχαν συναγερμό και αποδείχτηκε ότι οι ιερόσυλοι τον είχαν αχρηστέψει.
Β) Πολλοί ισχυρίζονται ότι οι εικόνες που βρίσκονται σε εξωκκλήσια και έχουν αρχαιολογική αξία πρέπει να μεταφερθούν για λόγους ασφαλείας σε κεντρικούς ναούς. Αυτό μπορεί να γίνει, όχι όμως και από τα ιδιωτικά εξωκκλήσια, γιατί οι ιδιοκτήτες τους αντιδρούν δυναμικά και κάποτε ζητούν την προστασία της αστυνομίας.
Γ) Η ιδέα ότι πρέπει να κειμήλια να μεταφερθούν σε εκκλησιαστικό μουσείο στην έδρα της Μητροπόλεως είναι παντελώς ανεφάρμοστη. Πρώτα γιατί δεν υπάρχει ο απαιτούμενος μουσειακός χώρος. Και δεύτερο γιατί κανένας δεν συμφωνεί να μεταφερθούν ιερές εικόνες από το χωριό του σε άλλο τόπο. Όποιος το αποτολμήσει θα κινδυνέψει. Αναφέρουμε ένα γεγονός και είναι αποκαλυπτικό. Κάποτε μια αδελφότητα ενός χωριού, ζήτησε από το Μητροπολίτη να επιτρέψει τη μεταφορά της εικόνας της Αγίας Παρασκευής από ένα άλλο χωριό για δύο μέρες. Η παράδοση συνέδεε τα δύο χωριά με τη συγκεκριμένη εικόνα. Μόλις έγινε γνωστό το αίτημα της μεταφοράς της εικόνας, οι αντιδράσεις ήταν πολύ μεγάλες. Αναταραχή, παροξυσμός και παραλογισμός στο χωριό που φυλασσόταν η εικόνα. Δόθηκαν οι σχετικές διαβεβαιώσεις ότι ο ίδιος ο Μητροπολίτης θα μετέφερε την εικόνα και θα την επέστρεφε  συνοδευόμενος από αστυνομικούς, αλλά και τους εκκλησιαστικούς επιτρόπους. Η αναταραχή διήρκεσε αρκετές ημέρες μέχρι να πεισθούν οι άνθρωποι. Τελικά μεταφέρθηκε η εικόνα και επέστρεψε κανονικά μαζί με τις ανάλογες εισπράξεις. Οι άνθρωποι ηρέμησαν, χωρίς να αναθεωρήσουν τις απόψεις τους. Όλα αυτά συνέβησαν για τη διήμερη απουσία της εικόνας από τον κεντρικό ναό του χωριού. Φανταστείτε εάν η μεταφορά της εικόνας γινόταν σε μουσείο. Δεν έχω λόγια να περιγράψω την κατάσταση που θα δημιουργούνταν.
Δ) Η καταγραφή των ιερών κειμηλίων δεν έχει γίνει. Οι Μητροπόλεις αδυνατούν και η Εφορεία Αρχαιοτήτων δεν επαρκεί. Είναι τόσοι πολλοί οι ναοί και εξωκκλήσια, και είναι αδύνατο με το προσωπικό και τα μέσα που διαθέτουν να ολοκληρώσουν την καταγραφή. Υπάρχει και μια πρόσθεση δυσκολία. Είναι ευρέως γνωστή η αντιπαράθεση των ιερέων με τους αρχαιολόγους, οι οποίοι πολλές φορές παρεμβαίνουν στις προσπάθειες που κάνουν για τη συντήρηση των ναών, χωρίς η υπηρεσία τους να διαθέτει ανάλογα ποσά. Απειλούν, ματαιώνουν έργα και καταδικάζουν εκκλησιαστικά μνημεία σε εγκατάλειψη και σταδιακή κατάρρευση. Η αρνητική αυτή στάση από τη μεριά της Εφορείας Αρχαιοτήτων εμποδίζει τη συνεργασία της με τους υπεύθυνους ιερείς, οι οποίοι έχουν πικρές εμπειρίες από τις επιπόλαιες παρεμβάσεις της.
Ε) Οι περισσότεροι που ασχολούνται με τα ιερά κειμήλια των ναών δεν έχουν τις απαραίτητες γνώσεις. Ανησυχούν, βέβαια, για τη διαφύλαξή τους, αλλά αυτό δεν φτάνει. Χρειάζεται και γνώση για να διακρίνουν τα παλιά που έχουν αξία, από τα νεότερα που δεν έχουν. Δεν πρέπει να φτάνουν στην υπερβολή και να θεωρούν το ασήμαντο, σημαντικό και το άτεχνο περίτεχνο, επειδή απλά χρονολογείται από τις αρχές του 20ου αιώνα. Λες και τα χρόνια δίνουν πρόσθετη καλλιτεχνική αξία.

Το παράδειγμα της μονής Μακραλέξη
Σχετικό με το παραπάνω είναι το ακόλουθο περιστατικό που συνέβη προ σαράντα περίπου ετών. Θυμάμαι όταν ο Μητροπολίτης Σεβαστιανός που είχε πει ότι λείπουν οι εικόνες από το τέμπλο της μονής Μακραλέξη Πωγωνίου και μου ζήτησε να μάθω για την τύχη τους. Ανήσυχος συνάντησα σε λίγες μέρες τον πρόεδρο του χωριού για να με ενημερώσει σχετικά. Τον ρώτησα:
- Τι έγιναν οι εικόνες από τη μονή;
- Δεν σου λέω, παππούλη.
- Μου είπε ο δεσπότης να σε ρωτήσω
- Όχι, δεν σου λέω.
- Είναι παλιές οι εικόνες;
- Τι λες; Μόνο παλιές;
- Μα πόσο παλιές;
- Τι λες παππούλη; Αυτές είναι προ Χριστού!
Σιώπησα και δεν θέλησα περισσότερες πληροφορίες. Τι είχε γίνει όμως; Ο Πρόεδρος αυθαίρετα παρέδωσε τις δεσποτικές εικόνες του τέμπλου και τα βημόθυρα στην Εφορεία   Αρχαιοτήτων για να  συντηρηθούν. Πράγματι έγιναν οι αναγκαίες εργασίες, αλλά οι εικόνες παρέμειναν στην Εφορεία και κοσμούν το Βυζαντινό Μουσείο στο Κάστρο των Ιωαννίνων, αφού δεν έγιναν προσπάθειες να επιστραφούν στη μονή. Όμως η Εφορεία Αρχαιοτήτων δεν είχε την ευαισθησία να τοποθετήσει στα τέμπλα αντίγραφα των εικόνων, προκειμένου να καλυφθεί το κενό. Έτσι εκείνο που δεν έκανε η Εφορεία το «αναπλήρωσαν» οι ευσεβείς Χριστιανοί, οι οποίοι τοποθέτησαν άτεχνες και εντελώς αταίριαστες εικόνες…

Λύση, μόνο η αστυνόμευση
Τα κρούσματα της αρχαιοκαπηλίας σε ναούς δεν θα εκλείψουν όσο παραμένουν αφύλακτα τα σύνορα της πατρίδας μας. Δίχως έλεγχο δεν γίνεται τίποτα. Η αστυνόμευση της ερημωμένης επαρχίας είναι αναγκαία για να διαφυλαχτούν οι θησαυροί των ναών μας. Διαφορετικά θα πωλούνται αντί ευτελούς τιμής στις λαϊκές αγορές και τα παλαιοπωλεία των γειτονικών χωρών.

 

* O πρωτ. Διονύσιος Τάτσης, είναι ιερέας της Ιεράς Μητρόπολης Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανής και Κονίτσης, συγγραφέας θρησκευτικών βιβλίων και τακτικός αρθρογράφος εκκλησιαστικών εντύπων.

(Ο υπότιτλος και οι μεσότιτλοι, είναι της σύνταξης του «Π.Λ»)