Φόβος πάνω από την πόλη…

on .

Μεσάνυχτα. Όλοι κοιμούνται. Ο Αντωνάκης σηκώνεται προσεχτικά από το κρεβάτι του και πηγαίνει πρώτα στο δωμάτιο των παιδιών. – Τα χρυσά μου... Αφού ξεπατώθηκαν στο παιχνίδι, ούρλιαξαν, τσακώθηκαν κι αναποδογύρισαν όλες τις κούτες με τα playmobil… Τώρα τα μπαγάσικα κοιμούνται μ’ εκείνο το γνωστό ύφος: «Δεν είμαστε παρά δύο ανυπεράσπιστα αγγελούδια»... Αυτά αγγελούδια; Η δασκάλα ξέρει μόνο τι τραβάει στο σχολείο...
Προσεχτικά διασχίζει το διάδρομο. Στο δωμάτιο της πεθεράς του το ροχαλητό ακούγεται σιγανό, στρωτό, όπως το μοτέρ από το ψυγείο. Την κοιτάζει με ανάμικτα συναισθήματα, λίγο αγάπη – λίγο μίσος. Αγάπη γιατί χωρίς αυτή δεν θα’τρωγε ποτέ ένα φρικασέ της προκοπής. Μίσος γιατί όταν αρχίζει ν’ απαριθμεί τα προσόντα της μοναχοκόρης της, της Ελενίτσας, δεν έχει σχολαμό... – Αχ! Η Ελενίτσα μου τα’παιρνε τα γράμματα, πως, πως και τα αγγλικά της... Τόσοι και τόσοι την ζήταγαν μέχρι κι ο Ρουμπάκης, ο γιος του Εισαγγελέα Εφετών... Πού τη στέλναμε το χρυσό μου, στο μπαλέτο κι έκανε το καλύτερο σπαγγάτο. Και τώρα η ξανθομαλλούσα μου όλη μέρα με τη σφουγγαρίστρα στο χέρι... Αχ! Τάλεγα εγώ... βιάστηκε, βιάστηκε... Εδώ τον κοιτάει πάντα με νόημα, εκτοξεύοντας ριπές ενοχών...
Προχωράει στο καθιστικό. Η τηλεόραση ξεχασμένη, ανοιχτή, δείχνει κάτι θελκτικές κορμάρες, που έτσι και πάρεις το 090... υπόσχονται ότι θα σε κάνουν αεροπόρο! Μωρέ τι αεροπόρο, δε λες καλύτερα αστροναύτη, να περιφέρεσαι γύρω από τον Άρη...
Αφού λοιπόν βεβαιώθηκε ότι όλα είναι υπό έλεγχο, κατευθύνεται ακροπατώντας στην κουζίνα. Στόχος του τα μπακλαβαδάκια, που έφερε η κουμπάρα το απόγευμα. Χρατ’ς-χρουτ’ς το περιτύλιγμα... Μμ, πολύ ωραίο! Στο δεύτερο κιόλας η Ελενίτσα εμφανίζεται στην πόρτα με τα μεγάλα της μπικουτί κι ένα υπόστρωμα ενυδατικής.
- Καλά δεν ντρέπεσαι; - Η Ελενίτσα είναι fitness και vegetarian. – Πάλι τρως! Είσαι υπέρβαρος, έχεις χοληστερίνη, θα κάνεις σάκχαρο. Μα δεν έχω! Θα αποκτήσεις τόπε ο γιατρός, έχεις παιδιά να μεγαλώσεις.
- Σιγά Ελενίτσα, θα ξυπνήσεις τη μαμά! Ένα μπακλαβαδάκι πήρα μόνο... Δεν σε χωράνε πια τα παντελόνια σου, έχεις γίνει ένα με την καρέκλα στο γραφείο και την πολυθρόνα μπροστά στην τηλεόραση.
Γιατί Ελενίτσα μου, δεν βγάζω εγώ το σκύλο βόλτα;
Τι βόλτα; Το γύρο της πολυκατοικίας κάνεις. Βόλτα το λες εσύ αυτό ή ψάχνω θέση για παρκάρισμα; Γύρνα στο κρεβάτι γρήγορα και κλείσε το ψυγείο. – Ότι πεις κορίτσι μου.
Γυρίζει στο κρεβάτι αλλά τη θέση την έχει πιάσει ο Νταβέλης! Τριάντα κιλά σκύλος. Πάει να τραβήξει λίγο το πάπλωμα... κι ο Νταβέλης κάνει σιγανά χρρρ... και του δείχνει τα δόντια. – Εντάξει, εντάξει πασά μου, κάτσε εσύ στο κρεβάτι, θα την πέσω στον καναπέ... Έτσι μπράβο λεβέντη μου, φύλακα του σπιτιού μου, κοιμήσου, μη σε βρει η αυγή ξενυχτισμένο... Ο Νταβελης εγωίσταρος και κακομαθημένος, αλλάζει πλευρό και τον παίρνει αμέσως, ξέροντας καλά, ότι αυτός κάνει κουμάντο στο σπίτι.
Ο Αντωνάκης, λοιπόν, βιώνει τον οικογενειακό φόβο. Τον φόβο δηλαδή μήπως δεν μπορέσει να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις των παιδιών του. Στις προσδοκίες πεθερικών και λοιπών συγγενών. Στα παραδοσιακά καθήκοντα, ως σύζυγος και πατέρας.
Στην καθημερινότητά μας όμως, ο κάθε Αντωνάκης αλλά και κάθε πολίτης πλέον αυτής της χώρας έχει να αναμετρηθεί μ’ ένα ατέλειωτο φοβικό σύνδρομο, που αναπαράγεται, τόσο από την τρέχουσα ειδησεογραφία, όσο και από τα social media.
Στις 15 του Οκτώβρη, για παράδειγμα, βιώσαμε όλοι μας στα Γιάννινα, έναν πολύ ισχυρό σεισμό!
Και ενώ όλα πήγαν κατ’ ευχήν, τα κτίρια άντεξαν και τραυματισμοί δεν υπήρξαν... Εν τούτοις η τρομολαγνεία που επικράτησε, έδωσε στο φαινόμενο διαστάσεις εξωπραγματικές! Το αρχικό 5,5 έγινε μελλοντικό 8άρι. Έγινε Αρμαγεδόνας! Που θα ξεκίναγε, λέει, από τον κρατήρα στο Καλπάκι και θα κατάπινε το λεκανοπέδιο Ιωαννίνων, την Πίνδο! Ένα μαντρί στο Διδυμότειχο... Και θα’πεφτε κι ένα καμπαναριό στα Άνω-Πορόια... αλλά θάταν –σύμφωνα πάντα με την προφητεία- σαν να μην έπεσε!
***
Και καλά ο σεισμός. Είναι ανθρώπινο μέσα στον πανικό να αποδεχτείς φήμες, ανοησίες και μυθοπλασίες. Τυλίγεσαι χαριτωμένα με μία κουβέρτα και βολτάρεις ανέμελος στο δρόμο ή στο πάρκο, μέχρι να σταματήσει το σκληρό Rock n’ Roll των ρίχτερ. Με άλλα όμως φοβικά σύνδρομα, που τορπιλίζουν νυχθημερόν «πνεύμα και ηθική»... Εκεί σε θέλω. Πώς τα βγάζεις πέρα;
Το μεταναστευτικό για παράδειγμα. Οι κάτοικοι στη Χίο σταμάτησαν να το κοντρολάρουν. Ως εδώ ήταν σου λέει. Ανοίγουν οι άνθρωποι κάθε πρωί τα παράθυρά τους και βλέπουν νάρχονται κι άλλοι... κι άλλλοι... Σε λίγο αριθμητικά και μόνο θα ξεπεράσουν τον πληθυσμό των κατοίκων Χίου-Σάμου, Μυτιλήνης... Δαρδανελλίων και Ευξείνου Πόντου.
Μάγκες, τους λέει ο υπουργός (κ. Μουζάλας), σας αρέσει ή όχι θα μάθετε να ζείτε με τους μετανάστες.
Ψιλοαυταρχικό μου ακούγεται... Αλλά εντάξει να το προσπεράσω.
Ο υπουργός βέβαια δεν ζει στη Χίο. Ζει σε ένα sic(!) προάστιο της Αθήνας, καλά φυλασσόμενο. Κι όταν νυχτώνει, η έννοια του είναι πλέον να κυνηγήσει κάνα pocemon!
Ο Χιότης πάλι κλειδαμπαρώνεται. Αυτοφυλακίζεται. Γιατί; Γιατί ξέρει πως υπάρχουν λογιών-λογιών πρόσφυγες. Άνθρωποι που πραγματικά έφυγαν, για να γλυτώσουν από τον πόλεμο... Αλλαί και Σομαλοί κι Αλγερινοί και Μαροκινοί, που έχουν μεταπτυχιακό στο χειρισμό των πάσης φύσεως μαχαιριών και στιλέτων. Εξάλλου, όταν ένας άνθρωπος είναι απελπισμένος, λευκός ή μαύρος, δεν έχει σημασία, εύκολα χάνει τον έλεγχο των πράξεών του. Γίνεται επιθετικός, άρπαγας, επικίνδυνος.
***
Οι νησιώτες, λοιπόν, φοβούνται. Οι πρόσφυγες φοβούνται κι αυτοί. Η ρίξη είναι αναπόφευκτη. Κι εν τω μεταξύ ο Ερντογάν παραμονεύει σαν το Άλιεν. Μάλιστα το Άλιεν -επιβάτης του διαστήματος- που με τόσο πείσμα εξολόθρευε η Siguine Weaver.
Μέρα-νύχτα βλέπει τα νησιά μας και του τρέχουν τα σάλια. Τα θέλει. Τα θέλει κολασμένα... Και το χειρότερο, είναι αποφασισμένος για όλα. Το διαβάζει κανείς στα μάτια του. Αυτά τα σκληρά, θυμωμένα, σχιζοφρενή μάτια!
***
Εμείς πάλι που κατοικούμε στ’ αστικά κέντρα, έχουμε διαφορετικής κλίμακας φοβίες.
Φοβόμαστε για τον «Κόφτη», τις απολύσεις, τους πλειστηριασμούς... Τον χειμώνα, που απαιτεί πετρέλαιο... Τον αδυσώπητο προϋπολογισμό για το 2017... Φοβόμαστε σημαντικά κι ασήμαντα πράγματα. Φοβόμαστε, πως αν χάσουμε κάτι δεν θα μπορέσουμε να το αναπληρώσουμε... Πως, αν πάθουμε κάτι... δεν θάμαστε ποτέ όπως πριν. Φοβόμαστε τελικά αυτό που έλεγε ο Σαββόπουλος:
«Τα όνειρά σου μην τα λες
γιατί μια νύχτα κρύα
μπορεί και οι Φροϋδιστές
ναρθούν στην εξουσία...»
***
Και μέσα σ’ αυτό το ζοφερό κλίμα, πάνω που λέγαμε – είμαστε μια ωραία ατμόσφαιρα, είμαστε - ...Ξαναχτυπά ο Στίβεν Χόκινγκ.
- Τι έγινε; Λέει ο διάσημος φυσικός. Έχετε πρόχειρη καμία βαλίτσα; Ει δυνατόν Louis Vuitton... Καμιά μπαγκαζιέρα... Ένα σακκίδιο έστω... Εμπρός λοιπόν, πάρτε μια αλαξιά σώβρακα, πάρτε κι οδοντόβουρτσα κι άντε να την κάνουμε για εξωγήινη μετανάστευση.
- Γιατί κύριε καθηγητά μου; Εμένα μου αρέσει εδώ. «Τι είναι η πατρίδα μας; Μην είναι οι κάμποι; Μην είναι τ’ άσπαρτα ψηλά βουνά...». Άσε που αν δεν περάσω σε τακτά διαστήματα από την Ερμού, παθαίνω στερητικό.
- Δώσε βάση, λέει ο καθηγητής. – Σε χίλια χρόνια από τώρα η γη δεν θα υπάρχει! Θες οι πυρηνικοί πόλεμοι. Θες οι γενετικά μεταλλαγμένοι ιοί. Ίσως η τεχνητή νοημοσύνη που θα στραφεί εναντίον μας... Ο πλανήτης πάντως έχει ημερομηνία λήξης.
«Η ανθρωπότητα δεν θα έχει μέλλον αν δεν εξερευνήσουμε το διάστημα».
ΕΛΗΦΘΗ! Κύριε καθηγητά. Θα αρχίσω να το εξερευνώ από αύριο κιόλας. Αλλά το πρωί πάντως έχω να πάω και λαϊκή.

 

ΤΖΕΝΝΥ ΣΙΑΜΑΛΕΚΑ: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.