Η εθνική συμφιλίωση προϋποθέτει γενναίες υποχωρήσεις απ’ όλους…

on .

Μελέτησα με μεγάλο ενδιαφέρον, δύο περισπούδαστα άρθρα, με εντελώς αντίθετες αντιλήψεις:
- Το μέν, της κυρίας Αικατερίνης Ντότη, με τίτλο «Γράμμος δεν πρέπει να ξεχνούμε»!
- Το δε, του κ. Σπύρου Εργολάβου φιλολόγου – συγγραφέα με τίτλο: «Να μην ξαναζήσει η πόλη μας μέρες τραγικές όπως του εμφυλίου», που δημοσιεύθηκαν στην έγκριτη Εφημερίδα, τον «Πρωινό Λόγο», στο φύλλο της 27ης Αυγούστου τ.ε, για τη γνωστή «υπόθεση Πρίντζου» που συγκλόνισε την πόλη μας, τις ζοφερές εκείνες ημέρες του εμφυλίου.
Επειδή έζησα από κοντά τα θλιβερά εκείνα γεγονότα, της θυέλλης και των παθών της εποχής 1947-1948 και προς αποκατάσταση της Ιστορίας αλλά και της αλήθειας, θα μου επιτρέψετε να καταθέσω και τις δικές μου μαρτυρίες, για τη σωστή και αντικειμενική ενημέρωση των αναγνωστών σας.
Ήμουν την περίοδο εκείνη (1947-1948) μαθητής της Ζωσιμαίας Σχολής Ιωαννίνων, στην 7η τάξη. Τα Γυμνάσια ήταν οκτατάξια. Η Ζωσιμαία Σχολή Ιωαννίνων στεγαζόταν τότε στην Ζωσιμαία Παιδαγωγική Ακαδημία Ιωαννίνων.
Το Γυμνάσιο μας, όπως και πολλά άλλα σχολεία και δημόσια κτίρια, αλλά και ιδιωτικά σπίτια πολλών Γιαννιωτών, είχαν επιταχθεί από το Ελληνικό κράτος για τη στέγαση των «Ανταρτοπλήκτων» που προέρχονταν, κυρίως, από τις περιοχές Κονίτσης, Πωγωνίου και Τζουμέρκων. Ένα απόγευμα, κάναμε γυμναστική στο προαύλιο της Ακαδημίας, με Καθηγητή –αν ενθυμούμαι καλά– τον αείμνηστο Ευθύμιο Χατζηγιάννη. Την ώρα εκείνη προσήλθαν δύο Αστυνομικοί της Ασφάλειας Ιωαννίνων με πολιτική περιβολή και ενεχείρησαν στον Καθηγητή μας, ένα σημείωμα. Ο Καθηγητής μας διάβασε με αυστηρό ύφος, το χειρόγραφο σημείωμα και είπε: Οι μαθητές Ερμής Ευαγγελίδης, Τάκης Μπάης και Χρήστος Κομπίλας να εξέλθουν των γραμμών, να πάρουν τα βιβλία τους και προσέλθουν μαζί μου.
Οι συμμαθητές μου, ανήσυχοι προφανώς, συμμορφώθηκαν με την εντολή του Καθηγητού μας. Με πλησίασαν και οι τρείς τους και με παρακάλεσαν να μεταφέρω τα βιβλία τους στο σπίτι τους και να ειδοποιήσω τους γονείς τους ότι τα παιδιά τους θα βρίσκονται στην Ασφάλεια Ιωαννίνων.
Επισημαίνεται εδώ ότι, με τους τρεις συμμαθητές μου διαβάζαμε πολλές φορές μαζί, στο σπίτι του αείμνηστου Τάκη Μπάη που βρίσκεται στη οδό Αθαμάνων, παράλληλος της ΚΑ’ Φεβρουαρίου, κοντά στην πλατεία Σαπουντζάκη, όπου διέμενα και εγώ, επί της οδού Σελλών. Ανήσυχος και εγώ με τα γεγονότα της εποχής και για την τύχη των συμμαθητών μου, εξεπλήρωσα την επιθυμία τους, το ίδιο εκείνο βράδυ, χωρίς να πω κουβέντα στους γονείς μου. Επισημαίνεται ακόμη ότι, ο συμμαθητής μου αείμνηστος Ερμής Ευαγγελίδης, διηγκωνίζετο με τον επίσης συμμαθητή μας, αείμνηστο Γιώργο Νουτσόπουλο, μετέπειτα πρύτανη του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου, για την «πρωτιά της τάξης».
Ήταν και οι δύο τους αριστούχοι, αγωνίζονταν για την πρωτιά. Κοντολογίς, οι συμμαθητές μου παραπέμφθηκαν στο Έκτακτο Στρατοδικείο, δικάσθηκαν, καταδικάσθηκαν και είχαν μεγάλη περιπέτεια στη ζωή τους… Πληροφοριακά αναφέρω ότι με τον αείμνηστο Ερμή Ευαγγελίδη, συναντηθήκαμε δέκα χρόνια μετά την καταδίκη του και μου διηγήθηκε τη συνάντησή του με τον Στρατοδίκη του εκτάκτου Στρατοδικείου Ιωαννίνων, τον οποίο ρώτησε: Γιατί τόση βαρειά καταδίκη, γιατί η ποινή του θανάτου σε μαθητές Γυμνασίου μικρής ηλικίας; Ο Στρατοδίκης του διηγήθηκε τις τραγικές συνθήκες κάτω από τις οποίες δικάστηκαν και καταδικάστηκαν με την εσχάτη των ποινών που δεν είναι του παρόντος να αναφέρουμε. Τα γνωρίζει όμως πολύ καλά ο καλύτερα ενημερωμένος φίλος μου Σπύρος Εργολάβος και οφείλει να τα γνωστοποιήσει.
Ισχυρίζεται τώρα ο μεν κ. Σπύρος Εργολάβος ότι: Η εξαιρετικής σημασίας απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου, επί Δημαρχίας Σπύρου Κατσαδήμα για την ανέγερση μνημείου στο Σταυράκι – τόπο εκτελέσεων – προς αποκατάσταση της μνήμης των αδικοχαμένων συμπολιτών μας, που δικάσθηκαν, καταδικάσθηκαν και εκτελέσθηκαν, δικαιώνει την πλούσια ιστορία της πόλης μας και καταξιώνει το θεσμό της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Η δε κυρία Ντότη, εύλογα διερωτάται στο αντίστοιχο άρθρο της:
Για τα στρατευμένα παλικάρια μας, που έπεσαν ηρωικά μαχόμενοι στο Γράμμο και στο Βίτσι, για την ακεραιότητα, την ανεξαρτησία και τη Δημοκρατία της χώρας μας, ποιος θα μεριμνήσει για ανάλογη τιμή; Ποιος θα ανάψει γι’ αυτούς ένα κεράκι, θα καταθέσει ένα απέρριτο στεφάνι;
Ποια Πολιτεία, ποιος Δήμος, θα αποδώσει τις προσήκουσες μεταθανάτιες τιμές, για τη γαλήνη και την ηρεμία της ψυχής των παλικαριών εκείνων; Για την παρηγοριά των συγγενικών και φιλικών τους προσώπων, αλλά και για παραδειγματισμό των νεοτέρων γεννεών; Ακόμη και ο Σόλων, αγαπητέ Σπύρο, ο Αθηναίος νομοθέτης, ένας από τους επτά σοφούς της αρχαίας Ελλάδος, καθιέρωσε δια νόμου τον 6ο π.Χ. αιώνα, την υποχρεωτική απόδοση, μεταθανατίων τιμών στους νεκρούς που έπεσαν για τα ιδανικά της Πατρίδος των. Γιατί ο Δήμος Ιωαννιτών και η συνενταγμένη Πολιτεία μας, αρνούνται επιμελώς την απόδοση των μεταθανατίων αυτών τιμών, στα παλικάρια που έπεσαν στο Γράμμο και στο Βίτσι. Και εύλογα διερωτάται ο Γιαννιώτικος λαός: Εθνική συμφιλίωση και ομοψυχία μπορεί να γίνει με μονόπλευρες ενέργειες; Η κάθε πλευρά, να παραμένει αμετακίνητη στο μετερίζι της και να τιμά μόνο τα παλικάρια της, σαν αυτή του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Γιαννιωτών;
Γι’ αυτό και προτείνω, για μια ακόμη φορά, να ακολουθήσουν ο Δήμος Ιωαννιτών και η Πολιτεία το παράδειγμα του Στρατηγού και Ηγέτη της Ισπανίας Φραγκίσκου Φράνκο, όταν επεκράτησε του εμφυλίου σπαραγμού της Ισπανίας 1936 – 1939, ο οποίος εμφύλιος ας σημειωθεί, διεξήχθη με πρωτοφανές πείσμα και ασυνήθιστη αγριότητα, με αμέτρητους νεκρούς και τραυματίες. Ο Φράνκο ανήγειρε περίλαμπρο Κενοτάφιο, καθαρά ελληνικό έθιμο από τα Ομηρικά χρόνια, στο οποίο περισυνέλεξε τα οστά όλων των πεσόντων, κατά τον εμφύλιο σπαραγμό, ανωνύμων και επωνύμων. Στο ίδιο Κενοτάφιο ενταφιάσθηκε μετά το θάνατό του και ο ίδιος.
Η γενναία αυτή πράξη του Φράνκο, που έγινε για την εθνική συμφιλίωση και ομοψυχία των Ισπανών, απέσπασε την εκτίμηση και τον σεβασμό ολόκληρου του ισπανικού λαού, ο οποίος έκτοτε πορεύθηκε με ειρήνη, γαλήνη και ομοψυχία για 80 ολόκληρα χρόνια.
Ας ακολουθήσουμε, έστω και αργά, αυτό το φωτεινό παράδειγμα.