Τα επτά θαύματα του αρχαίου κόσμου

on .

Πολλές φορές γίνεται λόγος για τα εφτά θαύματα του αρχαίου κόσμου. Ελάχιστοι, όμως, γνωρίζουν ποια είναι αυτά τα εφτά θαύματα. Με την ευκαιρία, λοιπόν, θα αναφέρουμε ποια είναι: 1) Το χρυσελεφάντινο άγαλμα του Δία στην Ολυμπία (έργο του Φειδία). 2) Ο Κολοσσός της Ρόδου (το κατασκεύασε ο μαθητής του Λυσίππου Χάρης από τη Λίνδο της Ρόδου). 3) Ο Φάρος της Αλεξάνδρειας στην Αίγυπτο. Ήταν χτισμένος στο νησάκι Φάρος στο λιμάνι της Αλεξάνδρειας. Από το νησάκι Φάρος πήρε το όνομα Φάρος. Αρχιτέκτονας ήταν ο Σώστρατος από την Κνίδο της Μ. Ασίας. Στην πρόσοψή του υπήρχε το επίγραμμα: «Σώστρατος Κνίδιος Δεξιφάνους θεοίς σωτήρσι υπέρ των πλωϊζομένων» 4) Το Μαυσωλείο της Αλικαρνασσού. Αρχιτέκτονες ο Σάτυρος και ο Πυθεύς. Γλύπτες ο Λεωχάρης, ο Σκόπας, ο Βρύαξις και ο Τιμόθεος. 5) Οι κρεμαστοί κήποι της Βαβυλώνας στη Μεσοποταμία μεταξύ των ποταμών Τίγρη και Εφράτη (σημερινό Ιράκ). 6) Η πυραμίδα του Χέοπα στην Αίγυπτο (ύψος 138 μέτρα και πλάτος 227) και 7) Ο Ναός της Άρτεμης στην Έφεσο της Ιωνίας (Μ. Ασία).
***
Στη συνέχεια θα ασχοληθούμε με τον Ναό της Άρτεμης στην Έφεσο, γιατί συνδέεται παράδοξα και με τον Μ. Αλέξανδρο!
Κατά την παράδοση η Έφεσος χτίστηκε την εποχή των Αμαζόνων. Η πιο συμπαθής Αμαζόνα ήταν η Έφεσος, γι’ αυτό και ονόμασαν την πόλη τους Έφεσο. Ως προστάτιδα θεά της πόλης (πολιούχο) είχαν την Άρτεμη. Οι Εφέσιοι λάτρευαν την Άρτεμη ως θεά της γονιμότητας, ως προσωποποίηση της παραγωγικής δύναμης της γης.
Ο πρώτος ναός για τη λατρεία της αναγέρθηκε γύρω στο 800 π.Χ. σε μία ελώδη περιοχή κοντά στον ποταμό Κάυστρο. Ο ναός κτίστηκε συνολικά πέντε φορές και άλλες τόσες καταστράφηκε.
Το 356 π.Χ. ο Ηρόστρατος, ένας νεαρός κάτοικος της Εφέσου πυρπόλησε τον περίφημο αυτό Ναό, θέλοντας με αυτόν τον τρόπο να διαιωνίσει το όνομά του στην ιστορία. Η πυρπόληση έγινε την νύχτα που γεννήθηκε ο Μέγας Αλέξανδρος και γι’ αυτό ο μύθος αναφέρει ότι η Άρτεμη εγκατέλειψε το ναό της για να παραστεί στη γέννηση του ημιθέου. Σαν θεά της γονιμότητας…
Οι Εφέσιοι καταδίκασαν τον Ηρόστρατο σε θάνατο και απαγόρεψαν να αναφέρεται το όνομά του σε οποιαδήποτε περίπτωση. Να μη ακούγεται καθόλου για να λησμονηθεί. Πολύ αργότερα, ο Θεόπομπος αναφέρει για πρώτη φορά το όνομά του. Ο Θεόπομπος ήταν ιστορικός. Γεννήθηκε στη Χίο το 380 π.Χ. Νεαρός εγκαταστάθηκε στην Αθήνα και υπήρξε μαθητής του Ισοκράτη (γι’ αυτό υπήρξε και ρήτορας). Το σημαντικότερο έργο του είναι η ιστορία με τον τίτλο «Φιλιππικά» σε 58 βιβλία. Αφορά κυρίως την περίοδο της βασιλείας του Φιλίππου Β. Το μεγαλύτερο μέρος του έργου του χάθηκε.
Πολύ αργότερα, στην ιστορία «Φιλιππικά», που έγραψε ο Θεόπομπος αναφέρεται για πρώτη φορά το όνομα του Ηρόστρατου.
Σύντομα οι Εφέσιοι αποφάσισαν να ξαναχτίσουν τον ναό της Άρτεμης, ακόμη πιο μεγαλοπρεπή αυτή τη φορά. Η οικονομική άνθιση της Εφέσου, που αποτελούσε μια από τις σπουδαιότερες πόλεις της Ιωνίας, έδωσε την δυνατότητα να επιστρατευθούν οι διασημότεροι τεχνικοί και καλλιτέχνες.
Αρχιτέκτονες στη νέα ανοικοδόμηση του ναού ήταν οι Εφέσιοι Χειροκράτης, Παιώνιος και Δημήτριος, ο Σκόπας ο Πάριος και ο Δεινοκράτης ο Ρόδιος. Ο Δημήτριος ο Εφέσιος από μικρό παιδί ήταν αφιερωμένος στο ναό της Άρτεμης και γι’ αυτό ονομαζότανε και «ιερό παιδί της Αρτέμιδος».
Το 334 π.Χ. ο ναός κατασκευάζονταν ακόμη, όταν έφθασε στην Έφεσο ο Μέγας Αλέξανδρος, ο οποίος και προσφέρθηκε να χρηματοδοτήσει την ολοκλήρωση των εργασιών, με αντάλλαγμα να αναγνωρισθεί ως κατασκευαστής του έργου. Οι Εφέσιοι δεν ήθελαν στο ναό τους το όνομα κάποιου που δεν προέρχονταν από την πόλη τους, αλλά δεν θέλησαν να του το πουν ανοιχτά. Με διπλωματικό τρόπο απάντησαν ότι δεν αρμόζει σε έναν θεό να κτίσει ναό για άλλον θεό και έτσι ο Αλέξανδρος πρόσφερε απλώς την βοήθεια του Δεινοκράτους, αρχιτέκτονα του επιστημονικού του δυναμικού.
Ο Σκόπας, που ήταν επίσης και γλύπτης, αρχιτέκτονας και ζωγράφος, φιλοτέχνησε σε 36 από τους κίονες της εισόδου του ναού (στα κατώτερα τμήματά τους) ανάγλυφες παραστάσεις υψηλής πιστότητας, δίνοντας μία πρωτόγνωρη εντυπωσιακή καλλιτεχνική χροιά, που συμπληρώνονταν με τους έλικες των κιονοκράνων, οι οποίοι στολίζονταν με οκτάφυλλους ρόδακες.
Ο ζωγράφος Απελλής διακόσμησε το ναό με έργα του. Καλλιτέχνης με σπάνιο ταλέντο ζωγράφισε πλήθος έργων, για τα οποία Έλληνες και Λατίνοι ποιητές έγραψαν επαινετικές κριτικές. Γνώρισε τον Μέγα Αλέξανδρο στην Έφεσο, όπου και τον ζωγράφισε να ιππεύει. Όταν ο Αλέξανδρος είδε τη ζωγραφιά, δεν έδειξε να του αρέσει. Το άλογό του όμως, ο Βουκεφάλας, χλιμίντρησε. Τότε ο Απελλής απεφάνθη ότι ο Βουκεφάλας ήταν ικανότερος κριτής από τον Αλέξανδρο. Ο Αλέξανδρος εκτίμησε πάρα πολύ τον Απελλή και την ζωγραφική του. Τόσο τον εκτίμησε, ώστε τον έκαμε επίσημο ζωγράφο του και του ανέθεσε να φιλοτεχνεί όλες τις εικόνες του. Περίφημη είναι η δημιουργία «Αλέξανδρος κερασφόρος», για την οποία ο Πλούταρχος έγραψε: «Ο Αλέξανδρος του Φιλίππου ήτο ανίκητος και του Απελλού αμίμητος».
Αριστούργημα αρχιτεκτονικής αποτελούσε η στέγη του ναού της Αρτέμιδος, η οποία ήταν κατασκευασμένη από ξύλο κέδρου, ενώ οι πανέμορφες θύρες ήταν από κυπαρισσόξυλο. Στη νέα του μορφή ο ναός διέθετε δώδεκα επιπλέον σκαλοπάτια και ανάγλυφα που ήταν έγχρωμα και επιχρυσωμένα. Στο εσωτερικό υπήρχε το άγαλμα της Αρτέμιδος, η οποία ως σύμβολο της γονιμότητας απεικονίζονταν με πολλούς μαστούς. Αγάλματα άλλων θεών, ανάγλυφες παραστάσεις και αγάλματα Αμαζόνων που κατασκεύασαν ο Φειδίας, ο Πολύκλειτος και άλλοι υπήρχαν εκεί.
Ο περίτεχνος ναός της Αρτέμιδας έγινε τόπος λατρείας του Ελληνισμού όχι μόνον της περιοχής εκείνης, αλλά και πολλών άλλων περιοχών. Άνθρωποι από κάθε γωνία της Ελλάδος έφθαναν στην Έφεσο για να θαυμάσουν τον λαμπρό ναό της θεάς. Πολύ γρήγορα αναπτύχθηκε μία ολόκληρη «βιοτεχνία» κατασκευής αναμνηστικών αγαλματιδίων της θεάς Αρτέμιδος, πιθανώς παρεμφερών με το άγαλμα του ναού.
Ένας πωλητής τέτοιων αγαλματιδίων, ονόματι Δημήτριος, προκάλεσε λαϊκή εξέγερση το 57 μ.Χ. εναντίον του Αποστόλου Παύλου, όταν αυτός επισκέφτηκε την Έφεσο προσπαθώντας να προσελκύσει πιστούς για τη νέα θρησκεία (Πράξεις Κεφ. ΙΘ (19) στ. 18). Ο Παύλος τελικά αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την Έφεσο, αφού είχε παραμείνει εκεί τρία χρόνια. Τελικά επικράτησε η θρησκεία του Παύλου έναντι της θρησκείας του Δημητρίου. Μετά τις επιδρομές των Γότθων (262-264 μ.Χ.), που κατέστρεψαν τον ναό της Αρτέμιδος, άρχισε η παρακμή τόσο της Εφέσου, όσο και της λατρείας της θεάς.
Όταν ο Μέγας Κωνσταντίνος ξαναοικοδόμησε το μεγαλύτερο μέρος της Εφέσου, στο πλαίσιο προωθήσεως του Χριστιανισμού ως θρησκείας της αυτοκρατορίας, απέφυγε να «επαναφέρει» και τον ναό της Αρτέμιδος. Η λατρεία της Αρτέμιδος εξακολούθησε για λίγο ακόμη καιρό, έως ότου ο Ιωάννης ο Χρισόστομος ζήτησε το 401 μ.Χ. το οριστικό κλείσιμο του ναού και την κατάργηση κάθε λατρευτικής εκδήλωσης.
Με τις αλλεπάλληλες πλημμύρες του ποταμού Καΰστρου η περιοχή της Εφέσου καλύφτηκε από στρώματα λάσπης, με αποτέλεσμα στο τέλος να απομείνει ένα μικρό μέρος (τμήμα) της πόλης, που απείχε μίλια από τη θάλασσα. Πολλοί από τους κατοίκους εγκατέλειψαν την πόλη και κατέφυγαν στις γύρω ορεινές περιοχές. Όσοι παρέμειναν χρησιμοποίησαν τα ερείπια του ναού ως πηγή οικοδομικών υλικών. Πολλά από τα υπέροχα γλυπτά του ναού κονιορτοποιήθηκαν τότε για την παραγωγή ασβεστοκονιάματος. Έγιναν ασβέστης!..
Το 1863 μ.Χ. το Βρετανικό Μουσείο έστειλε τον αρχιτέκτονα – αρχαιολόγο John Turtle Wood να ερευνήσει για τον ναό της Αρτέμιδας. Το έργο του ήταν αρκετά δύσκολο, καθώς η περιοχή, ελυμένονταν από ληστές, αλλά και ο προϋπολογισμός ήταν πολύ περιορισμένος και οι εργάτες δύσκολο να βρεθούν. Η μεγαλύτερη, όμως, δυσκολία ήταν στην ανεύρεση της τοποθεσίας που βρισκότανε ο ναός. Ο Wood επί έξι χρόνια έψαχνε, με το Βρετανικό Μουσείο να απειλέι κάθε έτος ότι θα περικόψει τα κονδύλια, εάν δεν βρεθεί κάποιο σημαντικό εύρημα.
Παρά τις κακουχίες του κατάφερε το 1869 να ανακαλύψει την βάση του ναού σε βάθος 20 ποδών λασπώδους εδάφους (ένα πόδι 30 πόντους). Όσα γλυπτά βρέθηκαν, μεταφέρθηκαν στο Βρετανικό Μουσείο, όπου και παραμένουν μέχρι σήμερα.
Είναι γνωστό, βέβαια, ότι όλα τα βρετανικά μουσεία είναι γεμάτα με εκθέματα αρπαγμένα από τις πέντε ηπείρους της Υδρογείου. Είναι πολλοί οι λόγοι που οι Άγγλοι φθονούν εμάς τους Έλληνες. Ένας από αυτούς είναι το γεγονός ότι στα Μουσεία της Ελλάδας οι επισκέπτες θαυμάζουν αριστουργήματα που δημιούργησαν οι αρχαίοι μας πρόγονοι, όταν οι πρόγονοί τους ζούσαν κυριολεκτικά στα δάση. Ας μη περιμένουμε να μας επιστρέψουν τα αρπαγέντα από το υπέρλαμπρο Μνημείο του Παρθενώνα…
Οι Γερμανοί, όμως, είναι αξιοπρεπείς. Πήραν τα ευρήματα από την Πέργαμο, αλλά τα έχουν σε ειδικό μουσείο με τον τίτλο: Μουσείο της Περγάμου, το οποίο βλέπουμε στο Βερολίνο.