Το Πάσχα στη λογοτεχνία…

on .

- Του ΜΙΧΑΗΛ Γ. ΤΡΙΤΟΥ,
Καθηγητή Α.Π.Θ.

Το μεγάλο γεγονός της Αναστάσεως του Χριστού με τις μοναδικές υπαρξιακές και μεταφυσικές του προεκτάσεις, την απομυθοποίηση του θανάτου και το θρίαμβο της ζωής, δεν ήταν δυνατόν να μη συγκινήσει την Τέχνη σε όλες της τις μορφές. Ιδιαίτερα όμως έντονη είναι η επίδρασή της στη λογοτεχνία με τις κυριότερες υποδιαιρέσεις της, την ποίηση και την πεζογραφία.
Η Ανάσταση του Χριστού, που αποτελεί τον θρίαμβο της αλήθειας, της δικαιοσύνης και της αγάπης, των θετικών δυνάμεων της ζωής κατά των αντιθέτων δυνάμεων του σκότους και της φθοράς, της ελπίδας κατά της απελπισίας, της πληρότητας της ζωής κατά των μηδενιστικών εκβλαστήσων της υπαρξιακής προβληματικότητας, ενέπνευσε τους μεγαλύτερους νεοέλληνες λογοτέχνες. Αν κανείς κάνει μια αναδρομή στη νεοελληνική λογοτεχνία θα διαπιστώσει ότι ελάχιστοι ποιητές και πεζογράφοι δεν ασχολήθηκαν με την Ανάσταση. Αντίθετα, η συντριπτική τους πλειοψηφία όχι μόνο ασχολήθηκε με αυτή, αλλά μας χάρισε πραγματικά αριστουργήματα του λόγου, που σκορπούν χαρά, ελπίδα και αισιοδοξία.
Στο παρόν γιορταστικό άρθρο θα παρουσιάσουμε αντιπροσωπευτικά πεζογραφικά και ποιητικά κείμενα, που μεταγγίζουν το μήνυμα της αναστάσιμης χαράς και του εσχατολογικού θριάμβου.
• Από τους Έλληνες διηγηματογράφους μεγάλη επίδραση δέχθηκε από τη γιορτή του Πάσχα ο κορυφαίος των νεωτέρων διηγηματογράφων, πιστό τέκνο της ορθοδόξου Εκκλησίας, ο κατ’ εξοχήν ψάλτης της ελληνορθοδόξου Αναστάσεως, ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης.
Σε εμπνευσμένο άρθρο του με τίτλο: «Το Πάσχα», γράφει μεταξύ άλλων: «...Όταν οι κώδωνες των Εκκλησιών εξαγγέλλουσι χαρμοσύνως την Ανάστασιν, το έαρ συνεορτάζει μετά της Εκκλησίας, η φύσις συναγάλλεται μετά της πίστεως... Η Άνοιξις, ως άλλη μυροφόρος, ως της Μαγδαληνής Μαρίας αδελφή, κηρύσσει δια μυρίων στομάτων ότι «εώρακε τον Κύριον». Τοιαύτην ώραν ο Κύριος ανέστη «ζωήν τοις εν τοις μνήμασιν χαρισάμενος». Εις ημάς τους εν τω βίω, ας χαρίση ζωήν ζωής! Χριστός Ανέστη! Συναθροισθώμεν πέριξ του οβελισθέντος αμνού...».
• Με την Ανάσταση του Χριστού ασχολήθηκε και ο πρόσφατα αποθανών λογοτέχνης Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης. Παραμερίζοντας τις λογικές αποδείξεις, που βιάζουν την ανθρώπινη ελευθερία, επιβάλλουν την πίστη και την κάνουν από γεγονός ελευθερίας εξαναγκασμό, με θαυμαστή απλότητα, ξάστερη διατύπωση και δίψα μεταφυσική, ο Πεντζίκης στέκεται μπροστά σαν αναστημένο Λόγο: «Άντικρύ μας, ο Λόγος του Χριστού ζει, και δεν έχει ανάγκες των αποδεικτικών θεωριών κανενός. Υπάρχει για όλους...
...Αυτό που δεν είμαστε, μας κάνει η γιορτή της Λαμπρής. Πέρασε η Κυριακή, αλλά όλη την εβδομάδα που ακολουθεί, οι νεκροί δεν θάβονται με τη συνήθη ακολουθία, παρά με προεξάρχοντα λόγο σ’ αυτή το Χριστός Ανέστη».
... Γράφω και διδάσκομαι, τα ονόματα που πρέπει να μάθω να καλλιγράφω, προκειμένου να έχω πάντα άσβηστη τη δύναμη του Αναστάτος Χριστού επάνω μου, συντηρώντας με ποικίλους συνδυασμούς γραμμάτων, την χαρά της χθεσινής Κυριακής της Αναστάσεως...».
• Αν για τους πιστούς η Ανάσταση αποτελεί πηγή ζωής, για τον οφθαλμό της απιστίας στάθηκε κάρφος. Κλεισμένη στα σκοτεινά συνειδησιακά διαμερίσματα του θανάτου αδυνατεί να αγγίξει το φως της ζωής. Αλλά ας αφήσουμε να μιλήσει για λίγο ο αείμνηστος ακαδημαϊκός Σπύρος Μελάς, ο οποίος, απευθυνόμενος στους απίστους, γράφει τα εξής: «Κύματα χαράς ξεσηκώνουν οι άπειρες γλωσσίτσες φλόγας, που ζώνουν τα μεσάνυχτα τους ναούς του Χριστού. Πνοή ανοιξιάτικη, σαν να ριπίζει τους γήινους γαλαξίες του θερμού φωτός, όταν, από τα ύψη των καμπαναριών, αντιλαλεί μέσα στη γαλήνη της νύχτας, με ήχους αργυρούς, το μέγα μήνυμα, πως το χάσμα, το φοβερό, ανάμεσα ζωής και θανάτου, γέμισε μ’ αμάραντα λουλούδια.
Χορεύουν, μυριάδες γλωσσίτσες, σκιρτούν, αναπηδούν, αναγαλιάζουν. Έχουν ανάψει, μ’ ευλάβεια, στο σύνθημα των ιερέων «δεύτε, λάβετε φως» και είναι ζωντανά σύμβολα της φλόγας, που ζεσταίνει την καρδιά και φωτίζει το νου των χριστιανών.
... Μπορείς να πάρεις σκεπτικιστή, ψευτομορφωμένε, ψευτοσοφέ, όποια στάση θέλεις αντίκρυ στο μύθο και στο δόγμα. Μπορείς να πάρεις το παγερό λεπίδι της κοινής λογικής και να κρεουργήσεις όσα η πίστη με τον πυρετό του υπέρλογου έχει δημιουργήσει. Είτε το νοιώθεις όμως είτε μη, είτε το θέλεις είτε όχι, βρίσκεσαι και συ μέσα σ’ αυτές τις τρεμάμενες φλόγες, που χορεύουν – έστω και με σβησμένο το κερί σου...».
• Την Ανάσταση του Χριστού, ως την απαρχή του μυστηριακού χρόνου της Βασιλείας και της ανακαινίσεως του σύμπαντος, ύμνησε επάξια και ο ποιητικός λόγος. Η ποίηση βλέπει την Ανάσταση ως μια νέα τάξη πραγμάτων για την ανθρωπότητα, ως υπέρβαση της μονώσεως και ένταξή μας στη ζωή του συνόλου, ως νίκη και απομυθοποίηση του θανάτου και κατάκτηση του πληρώματος της αληθινής ζωής.
Ο Κωστής Παλαμάς σε μια μεγαλόπνοη έξαρση γράφει στο ποίημα «Ανάσταση», που στο σύνολό του είναι ένα άρωμα υψιπετούς πνευματικής πνοής:
Παραμερίστε Απόλλωνες και Πάνες
με συνεπαίρνει η χριστιανική οπτασία
στη μεσονύχτια τη φωτοχυσία
φερμένη από χαρμόσυνες καμπάνες.
Μέσα μου οι γνώμες
είναι ηρώισσες μάνες
ορθές, με τα παιδιά τους
προς θυσία,
στα πόδια του αναστάσιμου Μεσσία,
της καρδιάς μου χυθήτε
οι βρυσομάνες.
Α, της Λαμπρής τα σήμαντρα
ούτε κι ούτε,
κι οι λύρες οι ειδωλολάτρες
που ακούτε,
δεν με ρυθμίζουν της ζωής την ώρα
σαν εσέ, μικροκάμωτη χαρά,
που ταπεινή μα υψώνεται – ω φτερά!
μιας Ανάστασης άλλης μυροφόρα.
• Εξίσου χαρούμενο και ενθουσιώδες είναι το ποίημα του Διονυσίου Σολωμού «Η ημέρα της λαμπρής». Σκορπά αναστάσιμη χαρά, ελπίδα και δύναμη. Μιλάει για τη συγνώμη που εκπορεύεται από τον κενό τάφο της Ιερουσαλήμ.
«Χριστός ανέστη!
Νέοι, γέροι και κόρες
όλοι, μικροί, μεγάλοι ετοιμασθήτε,
μέσα στις εκκλησιές τες δαφνοφόρες
με το φως της χαράς συμμαζωχθήτε,
ανοίξατε αγκαλιές ειρηνοφόρες
ομπροστά στους Αγίους,
και φιληθείτε!
φιληθείτε γλυκά χείλη με χείλη,
πέστε Χριστός ανέστη, εχθροί και φίλοι.
Δάφνες ως πλάκα έχουν οι τάφοι,
και βρέφη ωραία στην αγκαλιά οι μανάδες·
γλυκόφωνα, κοιτώντας τες ζωγραφισμένες
εικόνες, ψάλλουνε οι ψαλτάδες,
λάμπει το ασήμι, λάμπει το χρυσάφι
από το φως που χύνουνε οι λαμπάδες·
κάθε πρόσωπο λάμπει απ’ τ’ αγιοκέρι,
οπού κρατούνε οι Χριστιανοί στο χέρι».
• Την Ανάσταση, ως υπέρβαση της ψυχικής ανεστιότητας και πλήρωση του εσωτερικού ανικανοποιήτου, παρουσιάζει το σχετικό ποίημα του χριστιανού ποιητή Γ. Βερίτη, ο οποίος πρόωρα σε ηλικία μόλις 35 ετών έφυγε για την αιωνιότητα.
«Ανάσταση! και μέσα στην καρδιά μου,
που μαύροι τη μαράνανε χειμώνες,
μιας άνοιξης αυγή γλυκοχαράζει
κι ανθίζουν μενεξέδες κι ανεμώνες.
Ανάσταση! και μέσα στην καρδιά μου,
που τη σπαράξαν άγρια οι στείροι πόνοι,
ολόδροσο, ουρανόσταλτο βλαστάρι
θεϊκής χαράς αρχίζει να φυτρώνει.
Θεϊκής χαράς! Ω Σταυρωμένη Ελπίδα!
καθώς σε βλέπω αναστημένη πάλι,
αθάνατη, απροσμάχητη, μεγάλη,
κάμε το θαύμα που ποτέ δεν είδα!
ό,τι νεκρό του μυστικού μου κόσμου,
παρακαλώ Σε, ανάστησέ το εντός μου!».
• Αλλά και ο Άγγελος Σικελιανός θα υπογραμίσει με τη δυναμική ποιητική του φωνή:
«Α, ο πρώτος π’ άναψε απ’ τον ήλιο,
κι άστρο εγίνη το κερί κι άστρο με
τ’ άστρο εγιόμισεν η γη!..».
• Η χαρά της Αναστάσεως, ως ελπίδα απέναντι στην ανθρώπινη απελπισία, φαίνεται καθαρά και στον Φάουστ του Γκαίτε. Τη στιγμή κατά την οποία ο Φάουστ ετοιμάζεται να αυτοκτονήσει, παίρνει το ποτήρι με το δηλητήριο και λέγει: «Στερνό ποτήρι αδειάζω μ’ όλη την καρδιά», φέρνει το ποτήρι στα χείλη
.............................
μου αρπάζουν απ’ τα χείλη το ποτήρι·
Δίνετε μήνυμα καμπάνες σεις βαρειές
πώς του Πάσχα αρχινά το πανηγύρι.
Λέτε τον ύμνον τον παρήγορον χοροί
που αντήχησε απ’ αγγέλων χείλη μια φορά.

***
Η Ανάσταση του Χριστού μας φέρνει το μήνυμα της υπάρξεως ενός καλύτερου κόσμου μέσα από τη φθορά και το θάνατο και πέρα από αυτά. Μας φέρνει το μήνυμα μιας κοινωνίας αγάπης και αμοιβαιότητας, που είναι δυνατή μόνο στην κοινωνία με το αναστημένο πρόσωπο του Χριστού.
Και η Λογοτεχνία μας, με το δικό της τρόπο, συμβάλλει στη μέθεξη της πασχάλιας εμπειρίας και στη διαμόρφωση του αναστάσιμου ήθους, που είναι μια ζωή χαράς, ελπίδας και μεταφυσικής δικαίωσης.
Χριστός Ανέστη!