Πότε θα κάνει ξαστεριά…

on .

Η οικονομική κρίση έχει πλέον απλωθεί ως γκριζόμαυρο πέπλο πάνω από όλη σχεδόν τη χώρα, με αποτέλεσμα το ζωογόνο  φως του ήλιου να φαίνεται όλο και πιο θαμπό. Για ορισμένους ο ήλιος εξακολουθεί να λάμπει ακόμη, για κάποιους άλλους η απόλαυσή του έγινε πολυτέλεια και για μερικούς δυστυχείς έχει δύσει για πάντα. Το χειρότερο δε είναι ότι, αυτή η ζοφερή πραγματικότητα τείνει να γίνει τρόπος ζωής και ταυτόχρονα η δυστυχία τρόπος επιβίωσης.
Όλοι, καθημερινά γινόμαστε δέκτες πληθώρας πληροφοριών, από ειδικούς και μη, σχετικά με το οικονομικό αδιέξοδο στο οποίο έχουμε περιέλθει ως χώρα. Τα οπτικοακουστικά μέσα μαζικής ενημέρωσης αφιερώνουν ατελείωτες ώρες, κατά τη διάρκεια των οποίων οι διάφοροι «ειδικοί» αναλύουν το φαινόμενο, ενώ παράλληλα ο έντυπος τύπος, πανελλήνιας και τοπικής εμβέλειας, αφιερώνει ατελείωτες στήλες για το ίδιο θέμα. Παρότι, έχουν ειπωθεί και γραφτεί πάρα πολλά, το συμπέρασμα τελικά είναι ένα, όλοι εννοούν ακριβώς το ίδιο, αλλά με διαφορετικά λόγια.
Πάντως, ύστερα από έξι χρόνια αυστηρής οικονομικής λιτότητας, και παρόλα τα όποια οικονομικά μέτρα παρθήκαν και παρόλες τις αμέτρητες λεκτικές τοποθετήσεις που έγιναν, το βέβαιο είναι ένα, λύση δε δόθηκε ακόμη. Και το χειρότερο είναι ότι, δεν φαίνεται φως στον ορίζοντα. Τώρα το τι λένε οι πολιτικοί αυτό αφήνει πλέον τους περισσότερους αδιάφορους, ότι και εάν πούνε δεν πείθουν πια. Για τους πολίτες που υποφέρουν, όλοι τους έχουν έλλειμμα αξιοπιστίας και ικανότητας. Άλλωστε, οι πολιτικές τους μας φέρανε στη σημερινή δεινή θέση, αφού από την πολιτική του «…δώστα όλα» φτάσαμε στα άλλα άκρα, δηλαδή στο «πάρτα όλα», και από την πολιτική «όταν ευημερούν οι αριθμοί δυστυχούν οι πολίτες», φτάσαμε σήμερα στο σημείο «για να ευημερούν οι αριθμοί, θα πρέπει να πεθαίνουν οι πολίτες». Φτάνει πια, μέχρι εδώ. Αρκετά ανεχθήκαμε την πατριωτική μετριότητα,  την πολιτική υποκρισία και την ελλειμματική ικανότητα, των εκάστοτε ψευτοπροοδευτικών κυβερνητικών πολιτικών δυνάμεων της χώρας, οι οποίες με τις κατευθυνόμενες αποφάσεις και τις συνειδητοποιημένες  παραλείψεις τους, ξαναέφεραν τον μεσαίωνα στη χώρα.
Αλήθεια, πόσοι Έλληνες ακόμη θα πρέπει να χάσουν άδικα τη ζωής τους σ’ αυτό τον ακήρυχτο οικονομικό πόλεμο που καθημερινά βιώνουμε; Πόσοι νεοέλληνες και ιδιαίτερα επιστήμονες, θα πρέπει ακόμη να αποβιβαστούν «στο σταθμό του Μονάχου»; Μέχρι πότε θα ανεχόμαστε και ως πότε θα μένουν ατιμώρητοι όλοι εκείνοι οι οποίοι πλούτισαν αποδεδειγμένα αδικαιολόγητα εις βάρος του κοινωνικού συνόλου; Πόσα «ενοικιάζονται» και «πωλούνται» θα πρέπει ακόμη ν’ αναρτηθούν;  Aναρωτήθηκε άραγε ποτέ η πολιτική ηγεσία του τόπου όταν ξεπουληθεί το σύνολο του εθνικού μας πλούτου τι θα γίνει;
Λοιπόν, όσα οικονομικά μέτρα και εάν ληφθούν δεν πρόκειται να βγούμε από το αδιέξοδο, δεν πρόκειται να χαμογελάσουμε ξανά, αλλά ούτε και πρόκειται να «δούμε τα μάρμαρα να λάμπουν στον ήλιο». Και αυτό όχι γιατί είμαι απαισιόδοξος, αλλά γιατί τα πραγματικά αίτια της σημερινής κρίσης είναι πιστεύω εντελώς διαφορετικά, από αυτά που προβάλλονται. Το γεγονός ότι, οι πολιτικές που εφαρμόστηκαν δεν έχουν αποδώσει ακόμη αποτέλεσμα, αυτό από μόνο του δηλώνει πως κάτι γίνεται λάθος. Ίσως τελικά τα τρία μνημόνια που υπογράφτηκαν μέχρι τώρα, να μην ήταν η λύση για το πρόβλημα της χώρας μας, παρότι αυτή υιοθετήθηκε από όλες τις τελευταίες, διαφορετικού θεωρητικά ιδεολογικού προσανατολισμού, κυβερνήσεις και συγκυβερνήσεις. Το γεγονός καθ’ αυτό, εκπέμπει έναν ακόμη προβληματισμό, πως είναι δυνατό η μέγιστη οικονομική διασφάλιση των δανειστών, με αντάλλαγμα την απόλυτη εξαθλίωση των περισσοτέρων Ελλήνων, να βρει σύμφωνες  τις τελευταίες κυβερνήσεις;
Ας μη γελιόμαστε, οι μέχρι τώρα θυσίες του Ελληνικού λαού έπεσαν στο κενό, χωρίς κανένα απολύτως θετικό επιτεύγματα, όλοι σχεδόν οι οικονομικοί και κοινωνικοί δείκτες έχουν καταρρεύσει και συγκρίνονται πλέον μόνο με εκείνους των υπανάπτυκτων χωρών του λεγόμενου τρίτου κόσμου. Εκτός βέβαια και εάν το ζητούμενο από την αρχή ήταν ακριβώς αυτό, δηλαδή η εξαθλίωση και η ταπείνωση του ελληνικού λαού.  Γιατί, εάν ισχύει κάτι τέτοιο, τότε το μοντέλο πέτυχε  και οι εμπνευστές του έχουν κάθε λόγω αφενός να καμαρώνουν  και αφετέρου να δίνουν διαλέξεις ανά την υφήλιο, έχοντας ως κύριο θέμα τις «δημιουργικές ασάφειες» του σήμερα, τα «πράσινα άλογα» και τα «γαλάζια κάστρα» του χθες.
Πάντως, όπως και αν έχει η κατάσταση, εκτιμώ ότι τα πραγματικά αίτια που μας έφεραν στη σημερινή τραγική κατάσταση είναι πρωτίστως η βαθιά κρίση στην οποία έχει περιέλθει σταδιακά εδώ και δεκαετίες η παιδεία μας, με την ευρύτερη φυσικά έννοια. Το ποσό σημαντική είναι, για την ύπαρξη μιας κοινωνίας, φαίνεται και στα λόγια του εθνικού μας διαφωτιστή Αδαμάντιου Κοραή, ο οποίος χαρακτηριστικά αναφέρει: «Πολιτεία που δεν έχει σαν βάση της την παιδεία, είναι οικοδομή πάνω στην άμμο». Συνεπώς, όλα τα υπόλοιπα δεν ήταν παρά μόνο φυσικό επακόλουθο και ως εκ τούτου, θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί ότι, η σημερινή κατάσταση ήταν λίγο – πολύ προδιαγραμμένη. Η κατάρρευση του θεμελιώδους οικοδομήματος της παιδείας, που μεθοδευμένα έγινε κατά τις τελευταίες δεκαετίες,  οδήγησε στη διάλυση όλων των υπολοίπων βασικών αρχών και αξιών, πάνω στις οποίες στηρίζεται κάθε ευνομούμενη και πολιτισμένη κοινωνία. Ουσιαστικά, πρόκειται για τους άγραφους, αλλά ισχυρούς κανόνες, που διέπουν την ύπαρξη, ρυθμίζουν τη λειτουργία και σχεδιάζουν το μέλλον, κάθε λαού.
Καμιά πολιτεία δεν μπορεί να έχει μέλλον, δεν μπορεί να είναι δίκαια και δεν μπορεί να ευημερήσει, εάν δε στηρίζεται στην συνεχή πνευματική καλλιέργεια των πολιτών της.
Οπότε, εξετάζοντας τώρα τη σημερινή ελληνική πραγματικότητα εύκολα νομίζω μπορεί κάποιος να αντιληφθεί τις βασικές αρχές που διέπουν την λειτουργία της. Δυστυχώς, η πολιτεία που κάποτε έδωσε τα φώτα του πολιτισμού και του πνεύματος στον υπόλοιπο κόσμο, σήμερα αντιμετωπίζει τον κίνδυνο να μείνει στο σκοτάδι. Τo έθνος που κάποτε έγραψε στην παγκόσμια ιστορία λαμπρές σελίδες αυτοθυσίας και ηρωισμού, σήμερα διατρέχει τον κίνδυνο να βρεθεί στο περιθώριο.
Ο περήφανος λαός που κάποτε συνωστίζονταν κάτω από τα λάβαρα των επαναστάσεων και των αγώνων, για εθνική ανεξαρτησία και ευημερία, σήμερα συνωστίζεται δουλοπρεπώς στις ανθρώπινες ουρές των συσσιτίων για ένα κομμάτι ψωμί. Η διαφθορά έχει εισχωρήσει παντού και έχει πάρει τη μορφή του μεταστατικού επιθετικού καρκίνου. Η αξιοκρατία υφίσταται βασικά μόνο ως έννοια στα λεξικά. Το αίσθημα δικαίου οι πολίτες το βιώνουν ελλειμματικά. Οι νέοι μας μεγαλώνουν μέσα σ’ ένα σάπιο περιβάλλον, γαλουχούνται με ανύπαρκτες αξίες και μιμούνται αρνητικά πρότυπα.
Οι διαχρονικές αξίες του Ελληνισμού, οικογένεια, θρησκεία και πατρίδα, δέχονται καθημερινά αδυσώπητα χτυπήματα, από διάφορες κατευθύνσεις, που ως σκοπό έχουν την διάλυση του έθνους μας. Η εθνική μας κυριαρχία αμφισβητείται καθημερινά και η εθνική μας ανεξαρτησία έχει πάρει την μορφή υποθηκευμένου δανείου το οποίο χαρακτηρίζεται από τους εταίρους μας ως κόκκινο. Οι ικανοί έχουν γυρίσει την πλάτη στην πολιτική εξουσία, αφήνοντας έτσι την διαχείρισή της στους άλλους. Η πνευματική ηγεσία του τόπου, εκφράζεται επί το πλείστον, μέσω της παρατεταμένης «δημιουργικής» σιωπής, τη στιγμή που θα έπρεπε, με την πέννα και το λόγο τους, να αφυπνίζουν συνειδήσεις και να καλλιεργούν λύσεις.
Και εμείς, όλοι εμείς, αλήθεια τι κάνουμε; Ως πότε θα μένουμε άπραγοι και άβουλοι, περιμένοντας οι άμοιροι μάταια τους σωτήρες από ανατολή και δύση; Ως πότε θα μένουμε στην «υπόγεια ταβέρνα» του ποιητή μας Κώστα Βάρναλη, μεθώντας με τα λόγια του: «Δειλοί, μοιραίοι και άβουλοι αντάμα, προσμένουμε, ίσως κάποιο θάμα…». Πότε επιτέλους θα εμπεδώσουμε ότι, για να πάμε μπροστά θα πρέπει το άλογο να προπορεύεται και το κάρο να ακολουθεί;
Aς μη γελιόμαστε λοιπόν, το καράβι «Η ΩΡΑΙΑ ΕΛΛΑΣ» βουλιάζει και μαζί του βουλιάζουν οι ελπίδες, τα όνειρα και το μέλλον των περισσοτέρων Ελλήνων. Όλοι όσοι επιβαίνουν σ’ αυτό και ιδιαίτερα εκείνοι που βρίσκονται στη γέφυρα θα πρέπει να αναλογιστούν τις τεράστιες ευθύνες που έχουν και ως εκ τούτου να φροντίσουν όλοι οι επιβάτες, ανεξαρτήτου θέσης, να πατήσουν στεριά, έστω και βρεγμένοι. Οι μέρες που περνάμε είναι εξαιρετικά κρίσιμες και ως εκ τούτου δεν σηκώνουν στείρες αντιπαραθέσεις, μικροπολιτικές σκοπιμότητες  και κομματικούς λεονταρισμούς. Παράλληλα, ας έχουμε υπόψη πως, εκτός του ότι πλέουμε σε επικίνδυνα νερά και αχαρτογράφητες θάλασσες, το καράβι έχει ρωγμές στα ύφαλα και χαλασμένη τιμονιέρα, μη μας ξεγελάει η ορχήστρα που εξακολουθεί να παίζει.
Γι’ αυτό λοιπόν ας αφήσουν οι πολιτικοί μας στην άκρη ότι τους χωρίζει και ας αντιμετωπίσουν από κοινού, αυτό που πρέπει να τους ενώνει ετούτη την ύστατη στιγμή, δηλαδή η ανάκτηση της χαμένης αξιοπρέπειας, της τσαλακωμένης περηφάνιας και της ελπίδας, του λαού. Διότι, ας μην λησμονούνε ότι, κάθε γεγονός, κάθε υπέρβαση, κάθε γενναία απόφαση και κάθε ιδιοτελής παράβλεψη, χαράσσεται πλέον στο βιβλίο της ιστορίας και στη μνήμη του κάθε πολίτη, οι εποχές όπου όλα και ιδιαίτερα οι υποσχέσεις, γραφόταν πάνω στο νερό, πέρασαν οριστικά. Εάν κάποιος «εθνοπατέρας» δεν μπορεί ετούτη την κρίσιμη στιγμή  να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων και ν’ αναλάβει την ύψιστη ευθύνη της βουλευτικής του ιδιότητας, είναι προτιμότερο και εντιμότερο να πάει αυτοβούλως στο σπίτι του, θάρρος χρειάζεται.
Έχει γίνει πλέον κατανοητό ότι, κανένα πρόβλημα δεν αντιμετωπίζεται με αφίσες κολλημένες  στις κολόνες, με συνθήματα γραμμένα στους τοίχους και φεϊκβολάν ριγμένα στους δρόμους, απλά αυτά ρυπαίνουν. Αντιθέτως, για την επίλυση των προβλημάτων μας απαιτείται σύνεση, φιλοπατρία, ικανότητα, πίστη και πάνω από όλα συνεχής ανιδιοτελή προσπάθεια. Όσο γρηγορότερα το κατανοήσουν αυτό οι πολιτικοί μας, τόσο καλύτερα θα είναι για όλους και  ιδιαίτερα για την πατρίδα μας. Βλέπετε, η κρίση εκτός των αμέτρητων προβλημάτων που δημιούργησε, έκανε ίσως και ένα καλό, αφύπνισε τους πολίτες αυτής της χώρας. Έτσι, ώστε οι ξεχασμένες μέχρι χθες διαχρονικές αξίες, αξιοκρατία, δικαιοσύνη, ισονομία, αλήθεια, υπευθυνότητα, εντιμότητα, φιλοπατρία κ.τ.λ., να έρθουν ξανά στο προσκήνιο με σκοπό να ριζώσουν.
Άλλωστε, η ιστορία μας διδάσκει πως, εάν δεν υπήρχε η περίοδος του μεσαίωνα, δε θα αναδεικνύονταν ο διαφωτισμός, εάν δεν υπήρχαν άνθρωποι να θυσιαστούν για την ελευθερία της πατρίδας, δεν θα υπήρχαν ήρωες και τέλος, ανάσταση χωρίς πρώτα να υπάρξει θάνατος δε νοείται. Συνεπώς, η τωρινή τραγική κατάσταση που βιωνούμε σήμερα, ίσως αποτελέσει τον προπομπό για μια νέα αναγεννησιακή πορεία της χώρας μας.
Ύστερα από αυτές τις σκέψεις εκτιμώ ότι, λόγω της εξαιρετικά δύσκολης κατάστασης, θα πρέπει τη διακυβέρνηση της χώρας, ν’ αναλάβει μια πατριωτική οικουμενική κυβέρνηση - μία κυβέρνηση εθνικής συνεργασίας - μία κυβέρνηση εθνικού σκοπού ή όπως αλλιώς θέλει κανείς να ονομάζεται, που θα έχει διευρυμένη δύναμη και θα αποτελείται από ικανούς τεχνοκράτες και καθαρούς πολιτικούς, όπου οι τεχνοκράτες θα αναλάβουν το τιμόνι και το γκάζι, ενώ οι πολιτικοί τα φρένα. Η δε διάρκειά της να είναι μέχρι να επιτευχθούν οι μακροοικονομικοί στόχοι που εξαρχής θα τεθούν, ώστε η χώρα να βγει από το αδιέξοδο και να μπει σε τροχιά ανάπτυξης. Ο δρόμος είναι μακρύς, έχει ανηφόρες και στροφές, αλλά είναι μονόδρομος και επιπλέον ο χρόνος τελειώνει και τα κρατικά ταμεία αδειάζουν. Δεν έχουμε καμία άλλη επιλογή, ήρθε η ώρα όλοι να διαβιούμε το ανηφορικό μονοπάτι που μας οδηγεί στο εθνικό καθήκον, όπως ακριβώς το εννοεί ο Αριστοτέλης: «Υπάρχει ένας ανήφορος, που δεν τελειώνει σε κατήφορο. Είναι ο ανήφορος του Χρέους».
Στην εθνική αυτή προσπάθεια δεν είμαστε μόνοι, έχουμε έναν ισχυρότατο σύμμαχο που λέγεται Ορθοδοξία, μη το ξεχνάμε ποτέ αυτό. Μια πρόχειρη ματιά στην ιστορική διαδρομή του πολύπαθου έθνους μας είναι αρκετή για να το διαπιστώσει κανείς. Ο Ελληνισμός και η Ορθοδοξία είναι έννοιες ταυτόσημες και ως εκ τούτου μαζί πορεύτηκαν, μαζί ξεπέρασαν τις δυσκολίες και μαζί θα προχωρήσουν στο μέλλον. Και έτσι, απαλλαγμένοι από τα λάθη του παρελθόντος, τις ασχήμιες του χθες και τα αποτυχημένα αναπτυξιακά μοντέλα,  θα μπορέσουμε να πείσουμε ακόμη και τους πιο δύσπιστους, εταίρους και μη, ότι έχουμε αλλάξει ριζικά  και ως εκ ετούτου απαιτούμε αφενός το δικαίωμα στη ζωή και αφετέρου το σεβασμό όλων. Άλλωστε, όλοι οι πολίτες δικαιούμαστε και πάλι να δούμε τον ήλιο να λάμπει, τη θάλασσα να κυματίζει και τις «αμυγδαλιές να ανθίζουν».
* Ο Πέτρος Τσόδουλος είναι Οικονομολόγος – Γενικός Διευθυντής του Δημοτ. Γηροκομείου Ιωαννίνων «Οι Ζωσιμάδες» και του Παραρτήματός του Ζωγράφειου Οίκου Ευγηρίας.