Η αγωνία της κυβέρνησης πριν το ασφαλιστικό…

on .

• Στις αρχές του 2015 ο ΣΥΡΙΖΑ υποσχέθηκε 13η σύνταξη στους χαμηλοσυνταξιούχους, για να διευκολυνθεί στη διεκδίκηση της εξουσίας.
Τον Σεπτέμβριο του 2015 ο κ. Τσίπρας και οι συνεργάτες του δεσμεύτηκαν ότι δεν θα υπάρξει καμία μείωση στις συντάξεις για να διατηρήσουν τη θετική γι’ αυτούς πολιτική δυναμική. Τα φραστικά ανοίγματα που έκαναν προς τους συνταξιούχους απέδωσαν, εφόσον αυτοί εγκατέλειψαν, σε σημαντικό ποσοστό, τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ και στράφηκαν υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ.
Τα ανοίγματα στην κατεύθυνση των συνταξιούχων δεν εμπόδισαν τον κ. Τσίπρα να υπογράψει το τρίτο πρόγραμμα-μνημόνιο, το οποίο προβλέπει ιδιαίτερα αυστηρά μέτρα για τον έλεγχο του κόστους που έχει το ασφαλιστικό, συνταξιοδοτικό σύστημα για τον κρατικό προϋπολογισμό.
Το 50% του κόστους του συστήματος καλύπτεται από τον κρατικό προϋπολογισμό. Αυτό σημαίνει μία ετήσια επιβάρυνση της τάξης των 10-13 δισ. ευρώ, ανάλογα με τον υπολογισμό, η οποία στέκεται εμπόδιο στη δημοσιονομική εξυγίανση και δημιουργεί αμφιβολίες για τη δυνατότητα του ελληνικού κράτους να εξυπηρετήσει τις δανειακές του υποχρεώσεις. Χωρίς την εφαρμογή των συμφωνηθέντων είναι αδύνατον να ξεκινήσει η ανταλλαγή απόψεων για την αναδιάρθρωση του χρέους του ελληνικού Δημοσίου, η οποία έχει συμφωνηθεί από το 2012, αλλά υπό προϋποθέσεις.
Για το 2016 ο κ. Τσίπρας έχει αναλάβει τη δέσμευση να περιορίσει το κόστος του ασφαλιστικού, συνταξιοδοτικού συστήματος για τον κρατικό προϋπολογισμό κατά 1,8 δισ. ευρώ. Το ποσό είναι σημαντικό και δεν αποτελεί το τέλος αλλά την αρχή ενός νέου κύκλου «ψαλιδίσματος» των συντάξεων και των παροχών, μέχρις ότου μπει η οικονομία σε φάση δυναμικής ανάπτυξης και αποκτήσει πρόσθετες δυνατότητες χρηματοδότησης των συντάξεων.
Η θεωρία που προβάλουν οι πολιτικοί μας, σύμφωνα με την οποία η οικονομία μπορεί να φτάσει στην ανάπτυξη χωρίς να προηγηθεί ο νέος περιορισμός του κόστους του ασφαλιστικού, συνταξιοδοτικού συστήματος δεν έχει σχέση με την πραγματικότητα. Η εξυγίανση του συστήματος, η δημοσιονομική σταθεροποίηση και η ενίσχυση της αξιοπιστίας του ελληνικού Δημοσίου έναντι των Ευρωπαίων εταίρων και των πιστωτών αποτελούν βασικές προϋποθέσεις για τη βελτίωση της προοπτικής της ελληνικής οικονομίας.
Μισές αλήθειες
Ο πρωθυπουργός προσπαθεί να βγει από το αδιέξοδο το οποίο δημιούργησε με την επιθετική δημαγωγία του λέγοντας μισές αλήθειες. Πρόκειται για τη χειρότερη επιλογή γιατί φθείρει την κυβέρνηση χωρίς να αντιμετωπίζει το πρόβλημα.
Το Μαξίμου δέχεται πλέον ότι έχει αναλάβει την υποχρέωση να περιορίσει τις επικουρικές συντάξεις, να μειώσει τα εφάπαξ και να αυξήσει τα ηλικιακά όρια συνταξιοδότησης. Πρόκειται για δύσκολες αλλά αναγκαίες πρωτοβουλίες, οι οποίες όμως δεν λύνουν το πρόβλημα της χρηματοδότησης του ασφαλιστικού, συνταξιοδοτικού συστήματος, το οποίο έχει υπέρογκο κόστος με βάση τις περιορισμένες δυνατότητες της ελληνικής οικονομίας.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα των τελευταίων δημοσκοπήσεων, το εκλογικό ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ έχει πέσει κάτω από το 20% -με το 40% των ψηφοφόρων να δηλώνουν αναποφάσιστοι εφόσον δεν είμαστε σε περίοδο πολιτικών, εκλογικών εξελίξεων- ενώ η κυβέρνηση δεν έχει αρχίσει ακόμη να εφαρμόζει το πιο δύσκολο τμήμα του τρίτου προγράμματος-μνημονίου, που περιέχει το ασφαλιστικό, συνταξιοδοτικό.
Το οικονομικό επιτελείο διαρρέει, σχεδόν σε καθημερινή βάση, στα ΜΜΕ, διάφορες προτάσεις για την εξεύρεση πρόσθετων πόρων με τη βοήθεια των οποίων θα αποτραπεί η μείωση των κύριων συντάξεων. Τη μία ημέρα αυξάνονται οι ασφαλιστικές εισφορές των επιχειρήσεων και των εργαζομένων, την άλλη επιβάλλεται πρόσθετος φόρος στις τραπεζικές συναλλαγές και πάει λέγοντας.
Το πρόβλημα είναι ότι αυτού του είδους οι λύσεις δεν επαρκούν για την κάλυψη του ασφαλιστικού-συνταξιοδοτικού ελλείμματος και δημιουργούν πρόσθετες δυσλειτουργίες στηνπραγματική οικονομία. Επιπλέον, δεν θα γίνουν εύκολα δεκτές από τους Ευρωπαίους εταίρους και τους πιστωτές, οι οποίοι δίνουν άμεση προτεραιότητα στη μείωση των δαπανών και δεν θέλουν τη δημιουργία νέων οικονομικών βαρών ή την επιβολή πρόσθετων φόρων υπέρ τρίτων.
Από τα ασφαλιστικά παραμύθια με τα οποία ξεκίνησε το 2015, ο ΣΥΡΙΖΑ είναι υποχρεωμένος να περάσει στα σκληρά μέτρα στις αρχές του 2016. Το κρίσιμο ερώτημα είναι πώς ακριβώς θα αντιδράσει η εκλογική και κοινωνική του βάση, την οποία εκμεταλλεύτηκε με προκλητικό τρόπο.