Η παλιά αγορά της οδού Ανεξαρτησίας...

on .

Αναδρομές

  Του ΔΗΜΗΤΡΗ ΚΟΡΑΚΗ

* Η αγορά στα παλιά Γιάννινα ή το παζάρι, όπως το έλεγαν τότε, ήταν στην οδό του Μπαϊράμ πασιά, επί Τουρκοκρατίας, στην Ανεξαρτησίας μετά και τώρα, καθώς και στα γύρω απ’ αυτή σοκάκια.
Άρχιζε περίπου από το Γυαλί Καφενέ (πλατεία Γεωργίου Σταύρου) και τελείωνε στην οδό Αβέρωφ, ενώ αριστερά μέχρι την εκκλησία του Αγίου Νικολάου Αγοράς και δεξιά περιελάμβανε και το Κριθαροπάζαρο (οδός Κάνιγκος). Η αγορά (το παζάρι) επί  Τουρκοκρατίας  ήταν  σκεπαστή.  Οι  σκεπαστοί δρόμοι της είχαν κατά διαστήματα ανοιχτές σκεπές, σαν φωταγωγούς, τους μπατζιάδες, όπως τους έλεγαν. Σε επίκαιρα σημεία υπήρχαν πόρτες, οι οποίες κλείνονταν τη νύχτα και άνοιγαν το πρωί από τους νυχτοφύλακες, που είχαν και σκύλους. Οι φύλακες αυτοί ήταν υπεύθυνοι για τον εσωτερικό χώρο μονάχα της κλειστής και σκεπαστής αγοράς.
Κατά τον 17ο αιώνα τα Γιάννινα ευημερούσαν κι όπως έγραψαν οι διάφοροι περιηγητές, που πέρασαν απ’ αυτά, το εμπόριο και η βιοτεχνία ανθούσαν σε μεγάλο βαθμό. Έτσι στην αγορά τα περισσότερα από 1900 μαγαζιά ήταν πλούσια σε εμπορεύματα και με μπόλικα μεταξωτά και γουναρικά. Τα επαγγέλματα (ζανάτια) έφταναν τα 400 περίπου, και οι επαγγελματίες είχαν συστήσει συντεχνίες, τα λεγόμενα ισνάφια, για την από κοινού αντιμετώπιση των προβλημάτων των επαγγελμάτων τους.
Η ακμή των Ιωαννίνων, όπως και της αγοράς τους, ήταν πολύ μεγάλη κατά την εποχή του Αλή Πασιά, χάρη στην εμπορική επικοινωνία με την Ευρώπη. Όλα ήταν ωραία και καλά κι η πόλη περνούσε μέρες και χρόνους ευτυχισμένους μέχρι το 1820, που καταστράφηκε από φωτιά με εμπρηστικές μπόμπες κατά την πολιορκία του Αλή από τον Χουρσίτ.
Μετά απ' αυτό άρχισαν τα Γιάννινα να χτίζονται σιγά-σιγά και πάλι, όπως και η αγορά τους, στην αρχή με άθλιες παράγκες και ύστερα με μικρομάγαζα. Ύστερα ήρθε ο μεγάλος χαλασμός της πόλης μας το 1859 επί Αχμέτ Ρασήμ Πασιά με τη βαλτή φωτιά, για ρυμοτομικούς λόγους, με αποτέλεσμα εκτός από την καταστροφή σπιτιών, να καταστραφούν στην αγορά εργαστήρια, χάνια, λουτρά, φούρνοι, καφενέδες κλπ.
Ήταν δύσκολο πλέον να ορθοποδήσει η αγορά των Ιωαννίνων και το μόνο, που πέτυχε με την πάροδο του χρόνου ήταν να γίνουν ισόγεια και διώροφα μαγαζιά με τη μορφή, που έχουν περίπου σήμερα, όχι όμως και με τη σημερινή χρήση, γιατί πολλά ζανάτια (επαγγέλματα) εξαφανίστηκαν σιγά-σιγά, το ένα ύστερα από το άλλο, εξαιτίας της αλλαγής των συνθηκών της ζωής ή δημιουργήθηκαν, προοδευτικά καινούργια, για να καλύψουν νέες ανάγκες, που μας παρουσίασε ο σύγχρονος πολιτισμός.
Στα παλιά Γιάννινα τα μαγαζιά της αγοράς άνοιγαν το πρωί και έκλειναν το βράδυ, δεν υπήρχε δηλαδή «ωράριο εργασίας». Οι μαγαζάτορες και οι μαστόροι περνούσαν όλη τη μέρα στα μαγαζιά και στα εργαστήριά τους περιμένοντας τους μουστερίδες (πελάτες). Το πρωί, που τα άνοιγαν, τα σκούπιζαν οι ίδιοι ή αν είχαν παραγιούς ή καλφάδες, ο μικρότερος απ’ αυτούς.
Όλοι είχαν δευτέρια για να γράφουν το αλισβερίς (δοσοληψία) της μέρας και τα βερεσέδια. Φαΐ μόνο το μεσημέρι έτρωγαν κι αν είχαν πολλή δουλειά «έτρωγαν στο πόδι», που λέμε. Οι περισσότεροι έπαιρναν από το σπίτι τους το πρωί σε πετσέτα το ψωμοτύρι τους ή ελιές ή κανένα κομμάτι πίτα ή μπατσαριά.
Άλλοι έπαιρναν ένα πιάτο πατσιά ή φασολάδα από το γειτονικό μαγέρικο. Μόνο οι μαστόροι ή οι πλούσιοι σχετικά μαγαζάτορες έτρωγαν φρέσκο φαγητό στέλνοντας κάθε μεσημέρι τα καλφούδια ή τους παραγιούς τους στα σπίτια τους να τους το φέρουν σε σαγάνι (χάλκινο πιάτο) με καπάκι. Όταν κανένας από αυτούς ήθελε καφέ τον παράγγελνε στον καφετζή, που είχε καφενέ σε κάποιο από τα στενοσόκακα ή τις στοές της αγοράς.
Τα χρόνια πέρασαν και οι καιροί έχουν αλλάξει, η αγορά με τα παλιά μαγαζιά της συνεχίζει να εξυπηρετεί τους πελάτες της, κατοίκους της πόλης μας και της γύρω περιοχής, δεν περιορίζεται όμως, όπως πρώτα, στην οδό Ανεξαρτησίας. Σε κάθε σχεδόν γειτονιά της σύγχρονης μεγαλόπολης έχουν δημιουργηθεί αγορές και SUPER MARKETS με όλα τα είδη και εμπορεύματα, που μπορεί να ζητήσει ο σημερινός πελάτης.
Η παλιά αγορά περιλαμβάνεται στο ιστορικό κέντρο της πόλης των Ιωαννίνων και όλοι, Δημοτική Αρχή και πολιτιστικοί φορείς, προσπαθούν να τη διατηρήσουν παραδοσιακή, για να μην αλλάξει περισσότερο η πολιτιστική ταυτότητα της πόλης μας.