Τα 40 χρόνια Δημοκρατίας και η μνήμη της Μερόπης…

on .

Αναδρομές

  Της ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ ΤΖΙΑΛΛΑ – ΜΑΝΤΖΙΟΥ

* Ήταν πρωινή ώρα, εκεί στις 10.30 περίπου. Τα παιδιά του σχολείου βρίσκονταν ακόμα σε διάλειμμα. Ο καιρός ανοιξιάτικος και οι δάσκαλοι δεν περιορίστηκαν στο συνάδελφο της εφημερίας για τη μέριμνα των παιδιών, αλλά βγήκαν όλοι έξω και συζητούσαν.
Δίπλα από τη μεγάλη πλευρά της αυλής περνούσε ο κεντρικός δρόμος της πόλης που ερχόταν από την  άκρη της επαρχίας και έφτανε στην πρωτεύουσα του Νομού. Έδειχναν όλα ήρεμα… σιωπηλά. Ξαφνικά όμως, ένας παιδικός θόρυβος με ανάκατες φωνές πιο δυνατές, μας οδήγησε στα κάγκελα του αυλείου χώρου. «Ο πατέρας της Μερόπης, ο πατέρας της Μερόπης», φώναζαν όλα μαζί τα παιδιά και βέβαια τρέξαμε και μεις οι δάσκαλοι να δούμε τι συμβαίνει.
Ένας άντρας, εκεί στα 40 του, προχωρούσε με χειροποπέδες στα χέρια. Ξανθός, με γαλανά μάτια βουρκωμένα. Τον είδα δακρυσμένο σαν έγειρε τα μάτια του προς το σχολείο. Δύο χωροφύλακες τον υποβάσταζαν ένθεν και ένθεν και προχωρούσαν ανηφορίζοντας προς την Αστυνομία.
«Μερόπη ο πατέρας σου, της ξανάπαν τα παιδιά και το κοριτσάκι έτρεξε κι αυτό προς  το φράχτη. Στα ξανθά μαλλάκια της, τα γαλανά μάτια και το φτωχικό φουστανάκι συνέβη ένας βουβός σεισμός που έγινε  βόμβα στην καρδούλα της. «Μπαμπά πού πας; Πού σε πάνε;»…
Παγώσαμε. Δεν ξέραμε τι να πούμε στο παιδί. Ήταν μαθήτριά μου στην Πρώτη Τάξη. Την πήρα από το χέρι και προσπαθώντας να κρύψω τη θλίψη μου, την έφερα προς τα μέσα της αυλής για να μην έχει πρόσβαση στο θλιβερό θέαμα. «Α, είναι κομμουνιστής»,  φώναξε ένα μεγαλύτερο παιδί της Έκτης «και τον παίρνουν για ανάκριση»...
Κτύπησε άρον - άρον το κουδούνι για μάθημα και ο κάθε δάσκαλος, υποθέτω, θα είπε στα παιδιά τη δική του εκδοχή. Σε μένα έμενε να παρηγορήσω τη Μερόπη που γαντζώθηκε στην αγκαλιά μου κλαίγοντας. Ανέθεσα στα παιδιά μια εργασία και ξεχώρισα το κοριτσάκι να του πω δυο λόγια.
Αμ δε! Τα παιδιά ήθελαν όλα ν’ ακούσουν και ήρθαν κοντά μας. Είπα λοιπόν στη Μερόπη ότι πολύ λίγο θα μείνει ο μπαμπάς στην Αστυνομία και σύντομα θα γυρίσει στο σπίτι. Οι χειροπέδες, όμως, της έδιναν πιο δυνατή πληροφορία από τη δική μου παρηγοριά…
Θυμάμαι πόσο όμορφο κορίτσι ήταν η Μερόπη. Έμοιαζε με άγγελο. Τι δούλεψε όμως, στην ψυχούλα της για να’ ναι κι αυτή αγγελική; Ο πατερούλης της, φορτωεκφορτωτής, άργησε πολύ να γυρίσει από την εξορία. Και η μάνα ξενοδουλεύοντας  αγωνίστηκε σκληρά για να βγάζει το ψωμί για τα τέσσερα παιδιά της. Χρόνια δίσεχτα…
Ύστερα ήρθε η Δημοκρατία! Είναι, όπως διαχρονικά πιστεύεται, η καλύτερη μορφή πολιτεύματος μιας  χώρας, ακόμα κι αν χωλαίνει κάπου. Όμως λέμε «κάπου», όχι μέχρι να γίνονται «υψηλοί γάμοι» με κλεμμένα χρήματα και αγορές ανακτόρων με ληστεμένη την οικονομία της Χώρας μας.
Κάπως έτσι λοιπόν φτάσαμε στην «κρίση». Και τώρα που η Μερόπη είναι 54ων ετών, δεν έχω πια τι να της πω, αν τη συναντήσω κάποτε…