Η Κων/πολη και η σταδιακή φυγή των Ελλήνων της…

on .

ΑΠΟ ΑΛΛΗ ΣΚΟΠΙΑ

Η Κων/πολη και η σταδιακή

φυγή των Ελλήνων της…

Γράφει ο ΒΑΣ. Α. ΚΟΚΚΙΝΟΣ, Επίτ. Πρόεδρος του Αρείου Πάγου

*  Το Σωματείο των «Ελλήνων Υπηκόων Απελαθέντων εκ Τουρκίας», με την συμπλήρωση 50 ετών από της απελάσεώς τους, οργάνωσε εκδήλωση μνήμης πρόσφατα στο Πνευματικό Κέντρο Κωνσταντινουπολιτών. Ο Υπουργός Εξωτερικών και η αρμοδία Διεύθυνση του αυτού Υπουργείου εκλήθησαν να τιμήσουν την εκδήλωση. Ουδείς προσήλθε ως εκπρόσωπος των προσκληθέντων. Η αδιαφορία των οργάνων της Ελληνικής Πολιτείας έναντι των αδελφών μας Κωνσταντινουπολιτών είναι καταφανής και εξοργιστική.
Το καθεστώς της Ελληνικής Κοινότητος Κωνσταντινουπόλεως καθορίσθηκε με τη Συνθήκη της Λωζάνης του 1923 και συγκεκριμένως με την 4η ενότητα αυτής, αναφερομένης στην ανταλλαγή των πληθυσμών μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας, υπογραφείσης δε την 31-1-1923.
Κατά το άρθρο 2 της Συνθήκης Ανταλλαγής, δεν θα περιληφθούν στην προβλεπόμενη στο 1° άρθρο ανταλλαγή πληθυσμών: α) οι Έλληνες κάτοικοι της Κωνσταντινουπόλεως και β) οι Μουσουλμάνοι κάτοικοι της Δυτικής Θράκης. Ως Έλληνες κάτοικοι της Κωνσταντινουπόλεως θεωρήθηκαν πάντες οι εγκατεστημένοι ήδη προ της 30ης-10-1918 στην περιφέρεια της Νομαρχίας Κωνσταντινουπόλεως, όπως αυτή ορίζεται δια του νόμου του 1912.
Σύμφωνα με την πρώτη επίσημη απογραφή πληθυσμών στην Τουρκία του 1927, ο Ελληνικός πληθυσμός ήταν 119.822 άτομα, συμπεριλαμβανομένων και των Ελλήνων κατοίκων των νήσων Ίμβρου και Τενέδου. Εντός του πληθυσμού αυτού εντάσσονται και 25.666 υπήκοοι της Ελλάδος, που εξαιρέθηκαν της ανταλλαγής.
Την περίοδο κατά την οποία οι ελληνοτουρκικές σχέσεις ήσαν στο απόγειο της φιλίας και οι δύο χώρες συζητούσαν τη συγκρότηση «Συνομοσπονδίας», η κυβέρνηση της Τουρκίας, το καλοκαίρι του 1932, δια του νόμου 2007 απηγόρευσε την εξάσκηση 20 επαγγελμάτων σε ξένους υπηκόους, με αποτέλεσμα 12.000 Έλληνες να ευρεθούν άνεργοι και να αναγκασθούν να εκπατρισθούν. Ο υπόλοιπος πληθυσμός των Ελλήνων υπηκόων, που απέμεινε μετά τα γεγονότα του Σεπτεμβρίου 1955, απηλάθηκε το 1964 με διάφορες ψευδείς κατηγορίες.
Το Μάιο του 1941, αμέσως μετά από την κατάληψη της Ελλάδος και της Γιουγκοσλαβίας από τα φασιστικά και ναζιστικά στρατεύματα, η τότε μονοκομματική κυβέρνηση της Τουρκίας, δια μυστικού διατάγματος επεστράτευσε 41.000 άνδρες των μη μουσουλμανικών μειονοτήτων ηλικίας 18-45 ετών. Οι επιστρατευθέντες οδηγήθηκαν σε στρατόπεδα εργασίας, οδοποιίας, κατασκευής αεροδρομίων και κτηρίων, κάτω από εξαιρετικώς αντίξοες συνθήκες και χωρίς δικαίωμα επισκέψεως της Πόλης. Οι ηλικιωμένοι οδηγήθηκαν στην Ανατολική Θράκη και οι νεότεροι σε διάφορες περιφέρειες της Ανατολής, απολύθηκαν δε το Νοέμβριο του 1942.
Στις 11-11-1942 η Εθνοσυνέλευση της Τουρκίας, με την πρόφαση καταπολεμήσεως της μαύρης αγοράς, που προεκάλεσαν οι συνθήκες του πολέμου στις γειτονικές χώρες, ψήφισε την εφαρμογή ενός εκτάκτου μέτρου, με την επωνυμία varlik vergisi (φόρος ευμάρειας), εφαρμοστέου σε όλους τους πολίτες της χώρας. Στην πράξη όμως εφαρμόσθηκε με σκοπό τον οικονομικό αφανισμό των μη μουσουλμανικών κοινοτήτων. Το ύψος του φόρου καθοριζόταν από τον τοπικό κομματάρχη του λαϊκού κόμματος, με εντελώς υποκειμενικά κριτήρια, χωρίς δυνατότητα ασκήσεως ενστάσεως.
Ο φόρος έπρεπε να πληρωθεί εντός 10 ημερών και σε περίπτωση μη πληρωμής, εκποιούταν όλη η περιουσία του φορολογουμένου. Αν παρέμενε οφειλή διατασσόταν η σύλληψη τούτου και η εξορία του στη «Σιβηρία της Ανατολής», στο Άσκαλε και το Κοπ-Νταγί, όπου δούλευαν για 100 γρόσια ημερησίως μέχρις εξοφλήσεως της οφειλής.
Εξορίσθηκαν 2.500 άτομα, στην πλειονότητά τους τρίτης ηλικίας, εκ των οποίων απεβίωσαν 25, ενώ πολλοί που επέστρεψαν σε λίγους μήνες υπέκυψαν στις συνέπειες των κακουχιών.
Τη συρρίκνωση όμως του Ελληνισμού της Κωνσταντινουπόλεως σημάδευσε η εφιαλτική νύχτα της 6ης προς 7ης Σεπτεμβρίου του 1955. Τον Απρίλιο του αυτού έτους ο Ελληνισμός της Κύπρου είχε κηρύξει ένοπλο αγώνα κατά της Βρετανίας για την ανεξαρτησία του. Η βρετανική διπλωματία για να επιτύχει τους σκοπούς της καθοδηγεί την Τουρκία, εξάπτουσα τον τουρκικό φανατισμό, ως αντίβαρο στο δίκαιο αγώνα του Κυπριακού Λαού. Ένα θέμα ανύπαρκτο έως τότε για την Τουρκία, γίνεται ξαφνικά κυρίαρχο και αρχίζει να απασχολεί τις λαϊκές μάζες της.
Η Τουρκία πλημμυρίζει από παραρτήματα της Οργανώσεως «Η Κύπρος είναι Τουρκική», με αρχηγό τον Χικμέτ Μπιλ, δικηγόρο και αρθρογράφο της εφημερίδος «Χουριέτ». Εντός του Αυγούστου 1955 η Βρετανία συγκαλεί στο Λονδίνο τριμερή σύσκεψη με συμμετοχή Ελλάδος και Τουρκίας για το Κυπριακό. Ο τότε Υπουργός Εξωτερικών της Αγγλίας Χάρολντ Μακ Μίλαν συμβουλεύει τον Τούρκο συνάδελφο του Φατίν Ρουστού Ζορλού η χώρα του να προχωρήσει «σε εντονότερη δράση» για να αποδειχθεί διεθνώς η αποφασιστικότητά της να υπερασπισθεί τα συμφέροντά της. Το μήνυμα έφθασε στην Άγκυρα νωρίς στις 6-9-1955.
Έτσι αρχίζει η εφαρμογή του σατανικού Σχεδίου. Στη Θεσσαλονίκη τοποθετείται εκρηκτικός μηχανισμός στον κήπο του υποτιθεμένου σπιτιού, όπου γεννήθηκε ο Κεμάλ Ατατούρκ. Η έκρηξη τούτου δεν προεκάλεσε σοβαρή ζημία, πέραν της θραύσεως μερικών τζαμιών. Η τοποθέτηση όμως του μηχανισμού αυτού, σύμφωνα με το από 17-12-1955 βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Θεσσαλονίκης, έγινε από τον φύλακα του άνω σπιτιού Χασάν Μεχμέτογλου, παραλαβόντα αυτόν από τον τότε φοιτητή Οκτάι Εγκίν, μετέπειτα Διευθυντή της Τουρκικής Ασφαλείας και Νομάρχη της Νεβσεχίρ Καππαδοκίας. Η συνέχεια του σχεδίου εξελίχθηκε στις πόλεις Κωνσταντινούπολη και Σμύρνη.
Ειδικότερα στην Κωνσταντινούπολη, στις 6.00 μ.μ. της 6ης Σεπτεμβρίου 1955 ξεκίνησε μεγάλο συλλαλητήριο στην Πλατεία Ταξίμ του Πέρα. Οργανωτές οι φοιτητικές ενώσεις, «αγανακτισμένοι πολίτες» και όργανα της τάξεως με πολιτικά, που αποτελούσαν τους συμμετέχοντες. Σε λίγο έφθασαν και οργανωμένες ομάδες από διάφορα σημεία της Ανατολής και της Θράκης, με λεωφορεία και φορτηγά. Το σύνθημα του συλλαλητηρίου δόθηκε με την έκδοση εκτάκτου παραρτήματος της εφημερίδος «Ισταμπούλ Εξπρές» «Οι Έλληνες έβαλαν βόμβα στο σπίτι του πατέρα μας», έγραψε σε οκτάστηλο.
Ο οργανωμένα μεταφερόμενος αγανακτισμένος λαός που είχε μαζί του σιδερένιους λοστούς, ρόπαλα, μαχαίρια και κάθε τι που θα βοηθούσε στην καταστροφή, άτομα του υποκόσμου, φοιτητές και ρακένδυτος όχλος, ξεχύνονται σε διάφορες συνοικίες της πόλης, όπου μένουν Ρωμιοί και υπάρχουν καταστήματα και εκκλησίες. Ακολουθούν ώρες κολάσεως. Τα συνθήματα «σπάστε, γκρεμίστε, είναι των γκιαούρηδων», «Θάνατος στο Μακάριο», «Η Κύπρος είναι τουρκική», δονούν την ατμόσφαιρα. Δεκάδες έλληνες, πολίτες και κληρικοί, κακοποιούνται, 73 εκκλησίες λεηλατούνται και παραδίδονται στις φλόγες, 26 ελληνικά σχολεία καταστρέφονται, 4.340 ελληνικά καταστήματα καταστρέφονται και λεηλατούνται, 2.600 σπίτια ελλήνων παραδίδονται στην πρωτοφανή λύσσα του όχλου, τα γραφεία και πιεστήρια των τριών ελληνικών εφημερίδων ρημάζονται., 21 ελληνικά εργοστάσια γίνονται μπάζα και οι μηχανές πετιούνται στους δρόμους.
Οι πατριαρχικοί τάφοι στον αυλόγυρο της Ιεράς Μονής της Ζωοδόχου Πηγής σπάζονται και ξεθάφονται τα οστά των νεκρών. Στο νεκροταφείο του Σιχλί, αφού έχουν καταστρέψει τους τάφους που είναι καλλιτεχνικά αριστουργήματα, ξεθάβουν πτώματα και με μανία τα μαχαιρώνουν και τα τεμαχίζουν. Στη Μονή της Ζωοδόχου Πηγής, της γνωστής Βαλουχλιώτισσας, ο 90χρονος Μοναχός Χρύσανθος Μαντάς καίγεται ζωντανός. Συνολικά ο ελληνισμός της Πόλης θρηνεί 20 ανθρώπινες ζωές. Στη Σμύρνη καταστρέφουν το ελληνικό περίπτερο στην Διεθνή Έκθεση και το πυρπολούν. Οι διαδηλωτές καταστρέφουν και λεηλατούν τα σπίτια των Ελλήνων αξιωματικών που υπηρετούν στο NATO και κακοποιούν αυτούς και τις γυναίκες τους.
Το σύνθημα των όχλων «σήμερα το βιός σας και αύριο η ζωή σας» σπέρνει τον πανικό στον κατατρεγμένο ελληνισμό της Πόλης. Την επομένη ημέρα ο Πρόεδρος της Αξιωματικής Αντιπολιτεύσεως και συνυπογράφων την περίφημη «Συνθήκη Φιλίας Ελλάδος-Τουρκίας» του 1930, Ισμέτ Ινονού, είπε: «Είναι καλό που το κόμμα μας δεν αναμείχθηκε στα γεγονότα; όμως οι εκδηλώσεις αυτές ήταν πολύ καλά οργανωμένη εθνική ενέργεια και ωφέλιμη για να καθαρίσει η χώρα μας από το ρωμαίικο στοιχείο, που είναι ένας βραχνάς».
Ο Ελληνισμός της Βασιλεύουσας μετά από τα άνω γεγονότα, που έμειναν ατιμώρητα και από τη μητέρα πατρίδα αλλά και από τους Διεθνείς Οργανισμούς, κυριεύθηκε ευλόγως από αίσθημα ανασφάλειας. Όσοι είχαν τη δυνατότητα άλλαξαν πατρίδα.
Το 1964 οι απελάσεις έδωσαν τη χαριστική βολή, με συνέπεια να απομένουν σήμερα ελάχιστοι Έλληνες, κάτω των 2.000, στην Κωνσταντινούπολη.
Το ποίημα του γνωστού Τούρκου Δημοσιογράφου Ιπεκτσί, με τίτλο «Το μίσος» και φρικτούς στίχους, αποδίδει τα αισθήματα των Τούρκων έναντι των Ελλήνων. Ενδεικτικώς αναφέρονται οι τελευταίοι έξι στίχοι:
«Σαράντα χιλιάδες τους (αναφέρεται στους Έλληνες) να σούβλιζα με τη λόγχη μου
Ογδόντα χιλιάδες τους να έστελνα στην κόλαση,
εκατό χιλιάδες τους να κρεμούσα στο σχοινί,
δεν βγαίνει μα το Θεό αυτό το μίσος από μέσα μου.
Χιλίων γκιαούρηδων τα κεφάλια δεν σβήνουν
ένα μίσος».
Μετά το θάνατο του Ιπεκτσί, δημιουργήθηκε από τους Τούρκους ελληνιστές το «Βραβείο Ιπεκτσί» για την ενίσχυση της ελληνοτουρκικής φιλίας! Με αυτό το βραβείο τιμήθηκαν εξέχοντες Έλληνες, μεταξύ των οποίων και ο Μίκης Θεοδωράκης.