ΜΕ ΚΑΛΗ ΠΡΟΘΕΣΗ

Γράφτηκε από τον/την ΚΟΥΛΑ ΤΖΑΛΜΑΚΛΗ-ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ on . Posted in Με Καλή Πρόθεση

Τότε οι γιορτές ήταν μόνο για τους άντρες του σπιτιού!..

• Έτοιμη ήμαν να δω ειδήσεις φρέσκες-φρέσκες… να τσακώσω κάτι τις, για την «μεριά μου» στην εφημερίδα μας… Κι ειδήσεις γιοκ μας είπαν, ή μάλλον έγραφαν στην οθόνη της συντρόφισσάς μου… που παραγέρασε κι αυτή! Τότε, ας πάρω – λέω κάτι Αντρέηδες δικούς μου για «εις έτη πολλά…». Μπορεί να μην λένε ευχές… οι πενθούντες, αλλά εγώ, τέτοια δεν «τα πάω». Οι ευχές είναι του Θεούλη… Κατάρες δεν δίνω (μόνο σε κείνους που βασανίζουν ζώα απροστάτευτα!...) και, γυρίζω στα νηπιακά μου… παιδικά μου… κι εφηβικά μου χρονάκια!..
Τότε, που οι ονομαστικές εορτές ήταν μόνο για τους άντρες του σπιτιού! Ακόμα κι αν το σιρκό ήταν βυζανιάρικο «το γιόρταζαν». Βυζανιάρικο τον βάφτισαν τον αδερφό μου… Πασκαλιάτ’κα… και τον γιόρτασαν ίσια σε λίγες μέρες (τ’ Άη Γιωργιού…). Τι ήμαν εγώ, δηλαδή, μπαντάλω; Του φύτεψα τη «μασιά»… (τσιμπίδα) στο καψομετωπάκι του και κρέμονταν και πήγα κουσιή στα ταμπακαριά (να κρυφτώ…) του τίναξα σ’ άλλη εορταστική του… ένα λεμόνι στη μπάλα (μέτωπο)… Κι ύστερα άρχισα να τον ταΐζω… χώμα! Έξυνα τον τοίχο και τούδινα να φάει… και τότρωγε το ξώπαρμα ο Γούσιας της μάνας του! Κι όλ’ αυτά… γιατί «τον γιόρταζαν» κι έρχονταν επισκέψεις!
Αυτές οι αλησμόνητες «βίζδες» των Γιαννίνων! Οι βίζιτες στα Γιάννινα γίνκαν «βίζδις». Ντάμπαρος (ορθάνοιχτη) η οξώπορτα του σπιτιού του εορτάζοντος άρρενος… Μετά το «απόλ’μα» τς ικκλισιάς… που ο εορτάζων έπρεπε νάναι εκεί… για να του βγάλει ο επίτροπος τη «φιγούρα» και να τον παρακολουθούν «τι θα ρίξει στο δίσκο της εκκλησίας…», λεφτά δηλαδή… και να πάρει το ματσάκι με φρέσκα λουλούδια εποχής! Αναλόγως, τούχαν βγάλει και τ’ όνομα… Δηλαδή, αν έβαζε στο δίσκο μπόλικους παράδες… ήταν «μπερεκετλής, κι άρχοντας… αν έβαζε… λιανόματα, ήταν χ’σούκς… γρουσούζης δηλαδή…». Πήγαιναν να τον ευχηθούν εκεί στην εκκλησιά, κάποιοι κι εκείνος μάζευε κουσιή να φύγει, αφού πρώτα έμπαινε και στον Άη-Γιώργη (της ενορίας Μητροπόλεως…) τα βιολιά που παραφύλαγαν, μόλις έμπαινε στο σπίτι του ο εορτάζων… πήγαιναν στην ορθάνοιχτη πόρτα… κι αρχίναγαν (να βαρούν) τα τραγούδια που άρεγαν στον εορτάζοντα!
Έρχονταν οι πρώτοι μεζέδες και τα τσίπρα «στα βιολιά» να πάρουν μπροστά, δηλαδή, ν’ αρχίσουν να λαλούν μερακλήτ’κα παλιά τραγούδια! Και να, αρχίν’σαν να φτάνουν οι γκαρδιακοί φίλοι του εορτάζοντος… με γλυκά και τέτοια… και μία φορά (για πλάκα) του έφεραν ένα νταμπάκι, όμορφο (δίσκο) με σωριασμένα… ζαρζαβατ’κά της εποχής (των Αγίων Πάντων γιόρταζε ο πατέρας μας). Τσακώνει κι η Ζαγόρω η μάνα μας και κάνει ένα σωρό λίμπες… αγγουροντομάτες και κρομμύδια και σκωτάκια και τάκαναν λίμπα και τόριξαν και στο κρασί του μερακλή φίλου του, του αξέχαστου Γιοσέκου Ναχμία… του θείου της Νάχμαν της γνωστής μας…
Συνεχίζονται τα γιορτάσια κι οι βίζδες…
email: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.