Σεβασμός και αγάπη στους παππούδες και στις γιαγιάδες…
Ήταν συγκλονιστικό και πραγματικά μας έχει σημαδέψει, αυτό, που είχαμε ακούσει και δει κάποτε απ’ έναν ηλικιωμένο, ο οποίος έλεγε ασταμάτητα δακρυσμένος στην κόρη του, την ώρα, που τον άφηνε στο Γηροκομείο: «Μακάρι τα παιδιά σου να πράξουν κάτι καλύτερο για σένα». Η θυγατέρα του βούρκωσε, έπεσε στην αγκαλιά του και με λυγμούς του απαντά: «Μπαμπά, επιστρέφουμε τώρα στο σπίτι και θα τα καταφέρουμε…». Μερικές φορές οι ίδιοι οι ηλικιωμένοι αναγκάζονται, εκ των πραγμάτων και μη έχοντας άλλη λύση, να καταφύγουν σε Γηροκομεία, ενώ άλλες φορές τα παιδιά τους, επειδή δεν μπορούν ή και δεν θέλουν, με βάση το δικό τους σκεπτικό και τη δική τους νοοτροπία και τις δικές τους αντοχές, να τους φροντίσουν, τους οδηγούν σε δομές.
Αυτό δεν σημαίνει πάντα ότι δεν τους αγαπούν ή αδιαφορούν για τους γονείς τους, αλλά διάφοροι λόγοι, που έχουν να κάνουν και με ψυχικές διεργασίες και με εξωτερικές επιδράσεις και δυσχέρειες, φέρνουν την απόφαση για… εγκλεισμό σε Γηροκομείο.
Κατά καιρούς έρχονται στο φως της δημοσιότητας πληροφορίες για τις συνθήκες σε διάφορα ιδρύματα, Γηροκομεία, όπου φιλοξενούνται παππούδες και γιαγιάδες, και δεν είναι οι καλύτερες. Μάλιστα ορισμένες είναι και ανατριχιαστικές και αποκαλύπτουν τον «βάρβαρο» τρόπο, με τον οποίο αντιμετωπίζονται οι ηλικιωμένοι. Αυτό, δεν είναι κανόνας, έτσι πιστεύουμε, ωστόσο συμβαίνει σε κάποιες περιπτώσεις.
Πέραν τούτου, όμως, δεν είναι λίγα τα περιστατικά, τα οποία γνωστοποιούνται, και έχουν να κάνουν με κακοποιητική συμπεριφορά προς άτομα της τρίτης ηλικίας, που διαμένουν μαζί με συγγενείς τους, οι οποίοι αποσκοπούν, εφόσον διαθέτουν, αποκλειστικά στην περιουσία τους.
Μια πολύ συμπαθητική ηλικία είναι τα γεράματα. Συμπαθητική όχι τόσο για τις χάρες της, αλλά για τις ανάγκες, που έχει. Η ηλικία των άσπρων μαλλιών, όπως την λένε, είναι γεμάτη νοσταλγίες, αναπολήσεις και αναμνήσεις, αλλά και πείρα.
Για μερικούς ηλικιωμένους συνοδεύεται με χαρές οικογενειακές με τα παιδιά ή τα εγγόνια τους. Για άλλους, όμως, σημαδεύεται από πόνο, θλίψη, άστοργη εγκατάλειψη, άκαρδη απομόνωση, λησμονιά εκ μέρους των σπλάγχνων ή απουσία στενών συγγενών και οικείων.
Στις περιπτώσεις αυτές, οι ημέρες κυλούν μέσα στην πίκρα της ανασφάλειας, στο φόβο του άδηλου μέλλοντος. Και οι καρδιές σφίγγονται μπροστά στα πελώρια προβλήματα, που σωρεύονται πάνω στις κυρτωμένες πλάτες εκείνων, που, καλούνται στα τελευταία τους να αντιμετωπίσουν δυσχέρειες, οι οποίες τους επιβαρύνουν με ψυχικό κάματο.
Υπάρχουν γέροντες μόνοι, εγκαταλελειμμένοι, κυριολεκτικά στο έλεος του Θεού, ξεχασμένοι από τους δικούς τους, που σηκώνουν καρτερικά το βαρύ σταυρό τους και περιμένουν το τέλος για να βρουν ανακούφιση.
Και το κοινωνικό μας σύνολο, όλοι εμείς -δεν λείπουν, βέβαια, οι εξαιρέσεις- μένουμε μακριά από τα σύγχρονα αυτά ανθρώπινα δράματα, που για να τα περιγράψει μόνο κανείς, θα έπρεπε να διαθέτει ενός Αισχύλου τη φιλόσοφη σκέψη κι ενός Ευριπίδη την τραγική ικανότητα.
Οποιαδήποτε ωστόσο και αν είναι η αιτία αυτής της στάσης μας απέναντι στη δυστυχία, γεγονός είναι πως όχι μόνο δεν μας τιμά, όχι μόνο μας υποτιμά, αλλά και μας καθιστά υπόλογους απέναντι στη συνείδησή μας.
Ας κινούμαστε πάντα με σεβασμό και αγάπη προς τους παππούδες και τις γιαγιάδες, ώστε να ανοίγουμε μια πόρτα στην ψυχή τους για να φύγει από μέσα τους η οδύνη.