Οι παρεμβάσεις της Εκκλησίας στα πολιτικά μας πράγματα…
Στις 22 Ιουλίου δημοσιεύθηκε στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, έντυπα και ηλεκτρονικά, μήνυμα του Αρχιεπισκόπου μας για τα 50χρονα της Μεταπολίτευσης, με περιεχόμενο αυτοκριτικό αναστοχασμό σε συλλογικό εθνικό επίπεδο για όλα όσα έχουν γίνει και για τη θέση στόχων επιθυμητής προόδου για το μέλλον.
Επεσήμανε ο Αρχιεπίσκοπος κατ’ αρχήν το εξής σημαντικό μεν αλλά και αμφίσημο γεγονός: Η πεντηκονταετία ήταν μια χρονική περίοδος ομαλού πολιτικού βίου και ταυτόχρονα και μια
περίοδος με διάχυτης και αδιαμφισβήτητης πολιτισμικής παρακμής. Σημείωσε ότι η παρακμή αυτή είναι απόρροια της πνευματικής και αξιακής κρίσης και θεσμικών ανεπαρκειών που είχαμε και ότι μας οδήγησε στην οικονομική χρεοκοπία της Χώρας. Το συμπέρασμά του είναι ότι χωρίς πνευματικές και ηθικές αξίες δεν είναι δυνατή πραγματική πρόοδος γιατί “εὐημερία καὶ δὴ ἡ ὑλικοκρατικὴ δὲν ἀρκεῖ ἀπὸ μόνη της γιὰ νὰ ἐμπνεύσει ἕνα Λαὸ νὰ ἐπιτύχει συνολικά”.
Μετά τις επισημάνσεις αυτές διερωτήθηκε: “Μήπως ἀποτύχαμε;” και αμέσως απαρίθμησε ονομαστικά το πλήθος των προβλημάτων που αντιμετωπίζει σήμερα ο Λαός μας. Ποιότητα πολιτικού λόγου και συμπεριφοράς, διαφάνεια, ἀξιοκρατία, θεσμική επάρκεια καὶ αποτελεσματικότητα, αντιμετώπισης των οικονομικών ανισοτήτων, αυτοσυγκέντρωσης πλούτου, φορολογικής δικαιοσύνης, συμφεροντολογικής συντεχνιακής νοοτροπίας, Κυπριακό, ελληνοτουρκικά, εθνικά θέματα, κοινωνική δικαιοσύνη, μεταναστευτικό, πληθυσμιακή και πολιτιστική συνοχή, προσανατολισμός, ταυτότητα και ποιότητα παιδείας, πρόσβασης σε υπηρεσίες υγείας , περιβαλλοντική προστασία, προβλήματα πολιτιστικής ποιότητας, απονομής δικαιοσύνης και ασφάλειας.
Πολλοί πολίτες έχουν την αντίληψη ότι η θέση του ως Αρχιεπισκόπου του επιβάλει να μην ασχολείται με θέματα πολιτικής. Προσωπικά πιστεύω ότι, ως πολίτης, ως Επίσκοπος, αλλά κυρίως ως πνευματικός ηγέτης μεταξύ των πρώτων της χώρας μας, δικαιούται να ασκεί κριτική για τα έργα ή τις παραλείψεις του πολιτικού συστήματος της χώρας. Eξάλλου, η κριτική είναι μέρος και της “διακονίας του λόγου” την οποία ως έργο των έλαβαν από τους Αποστόλους, ως διάδοχοί των οι Επίσκοποι. Ας μην ξεχνάμε και το γεγονός ότι και η σιωπή είναι πολιτική πράξη δεδομένου “ο σιωπών συναινεί”.
Ο χρόνος βεβαίως και ο τρόπος άσκησης κριτικής οφείλει να επιλέγεται με μεγάλη προσοχή, ώστε να ασκείται την κατάλληλη χρονική στιγμή και να έχει θετικά αποτελέσματα για τον Λαό και την χώρα. Με αυτήν την αντίληψη θεωρώ ότι:
α) Ήταν θετικό το γεγονός ότι η Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος στις 8 Οκτωβρίου του 2010 απευθύνθηκε προς τον Ελληνικό Λαό σχετικά με τα αίτια της οικονομικής κρίσης που είχε πλήξει την χώρα. Το σχετικό κείμενο κυκλοφόρησε με τίτλο «Προς το λαό» και μπορεί να το δει κανείς στην ιστοσελίδα https://eranistis2.wordpress. com/2010/12/21/ιεραρχία-της-εκκλησίας-της-ελλάδος-ολ/. Στο μήνυμα της η Ιεραρχία επισημαίνει με θάρρος:
«Η χώρα μας φαίνεται να μην είναι πλέον ελεύθερη αλλά να διοικείται επί της ουσίας από τους δανειστές μας… Δηλώνουμε δηλαδή ότι είμαστε μια χώρα υπό κατοχή …Η οικονομική κρίση που ταλαιπωρεί και δυναστεύει την χώρα μας είναι η κορυφή του παγόβουνου. Είναι συνέπεια και καρπός μιας άλλης κρίσης της πνευματικής… Η ουσία της Πνευματικής κρίσης είναι η απουσία νοήματος ζωής... Όταν όμως δεν υπάρχει άλλο όραμα πέρα από την κατανάλωση... τότε η διαφθορά είναι ο μόνος δρόμος ζωής… Σήμερα ο άνθρωπος... δεν αγωνιά για τον ευτελισμό του ανθρώπινου προσώπου… η Εκκλησία έχει το αντίδοτο της κατανάλωσης ως τρόπο ζωής και αυτή είναι η άσκηση... είναι η ζωή που πλουτίζεται με αγάπη… Σας παρακαλούμε να πλαισιώσετε ο καθένας και η καθεμιά την ενορία σας για να αντιμετωπίσουμε από κοινού τις δύσκολες αυτές ώρες.”
β) Θετική ήταν η δήλωση Αρχιεπισκόπου για το τραγικό ναυάγιο στα διεθνή ύδατα ανοικτά της Πύλου στις 14 Ιουνίου 2023 όπου σημείωνε ότι «Καμία λέξη δεν μπορεί να αποτυπώσει τον βαθύτατο πόνο που αισθάνομαι σήμερα ως άνθρωπος και ως κληρικός για τον αδόκητο και τραγικό χαμό δεκάδων συνανθρώπων μας στο ναυάγιο στα διεθνή ύδατα ανοικτά της Πύλου… Εύχομαι και προσεύχομαι ο Θεός να δώσει, ώστε… οι ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και οι ισχυροί του κόσμου τούτου... να δώσουν αποφασιστικά τη χαριστική βολή στα άθλια κυκλώματα των εγκληματιών διακινητών αδύναμων και απελπισμένων ανθρώπων και, ταυτόχρονα, τις λύσεις αλληλεγγύης και ανθρωπιάς στο μεταναστευτικό και στο προσφυγικό ζήτημα, που τιμούν τις αρχές και τις αξίες του πολιτισμού μας».
γ) Επίσης είχε το δικαίωμα η Διαρκής Ιερά Σύνοδος με την ανακοίνωσή της, την 6 Σεπτεμβρίου 2023 να παρουσιάσει στον Λαό την θέση της σχετικά με τις νέες αστυνομικές ταυτότητες. Εκείνο που οφείλει και η Ιεραρχία και η Διαρκής Ιερά Σύνοδος και ο Αρχιεπίσκοπος και ο κάθε Επίσκοπος είναι να φροντίζει ώστε ο λόγος των να “ορθοτομεί την αλήθεια του Χριστού μας” και περαιτέρω να συνοδεύεται πάντα και με έργα “ορθοπραξίας”.
Άστοχα ωραιοποιεί την κατάσταση των σχέσεως Κράτους και Εκκλησίας ο Αρχιεπίσκοπός μας όταν μας βεβαιώνει ότι «ὅποια ἀποτυχία τῆς Μεταπολίτευσης καὶ ἡ μερικὴ ἐπιτυχία της (για τις ορθές σχέσεις Εκκλησίας και Πολιτείας) μπορεῖ νὰ συμπυκνωθεῖ μεταξὺ ἄλλων στὸ ἑξῆς : Ἀντὶ νὰ ἐπενδύσουμε στὴν συνεργασία Πολιτείας καί Ἐκκλησίας με ὅρους «συναλληλίας», ὅπως ὁρίζει ἡ ἑλληνικὴ καὶ ὀρθόδοξη παράδοσή μας, ἡ κοινωνικὴ πραγματικότητα, οἱ κοινωνικὲς ἀνάγκες, ἐξαντλήσαμε τὴν ἐνέργειά μας σὲ ἀλυσιτελεῖς καὶ ἀτελέσφορες μάχες περὶ «διαχωρισμοῦ Κράτους καὶ Ἐκκλησίας…».
Δεν θα συμφωνήσω με τον Αρχιεπίσκοπό μας στην θέση του ότι από την μεταπολίτευση έως σήμερα η Εκκλησία μας αντιμετωπίζεται από τα άμεσα όργανα του Κράτους με νοοτροπία διαφορετική από εκείνη του δόγματος του “Καισαροπαπισμού”. Βέβαια αυθαίρετη παρέμβαση στη διοίκηση της Εκκλησίας δεν υπήρξε, όμως είχαμε την περίοδο της επιδημίας του κορονοϊού επεμβάσεις με κρατικές διοικητικές πράξεις και ενέργειες όσον αφορά την συμμετοχή των πιστών στην τέλεση των θείων λειτουργιών, λιτανειών ακόμη και της θείας κοινωνίας.
Επίσης τα γεγονότα των τελευταίων μηνών σχετικά με την διαδικασία ψήφισης του νόμου που θεσμοθέτησε την συμβίωση των ομοφυλοφίλων ζευγαριών ως γάμος έγιναν με παράβαση των διατάξεων του άρθρου 2 του θεσμικού νόμου 590 του 1977 “Περί του Καταστατικού Χάρτου της Εκκλησίας της Ελλάδος” αφού ούτε το Υπουργικό Συμβούλιο που αποδέχθηκε το προταθέν από τον αρμόδιο Υπουργό νομοσχέδιο, ούτε ο Πρωθυπουργός της χώρας και ο αρμόδιος Υπουργός κατά την σχετική διαδικασία δεν “συνεργάστηκαν” στο θεσμικό πλαίσιο της “συναλληλίας” Εκκλησίας και Πολιτείας όπως ρητά ορίζει το ανωτέρω άρθρο με τα αρμόδια όργανα της Εκκλησίας.
Το γεγονός ότι “η συνεργασία” δεν έγινε ούτε και τυπικά συνιστά περιφρόνηση προς τον θεσμό της Εκκλησίας, απαράδεκτη όχι μόνο για όσους είμαστε πιστοί, αλλά και για κάθε γνήσιο δημοκρατικό πολίτη.
* Ο Νικήτας Αποστόλου είναι πρώην Τμηματάρχης του πρώην Υπουργείου Γεωργίας