Δεν είναι θέμα ιδεών, είναι κυρίως θέμα προσώπων!
O κομματικός ίλιγγος που προκλήθηκε από το εκλογικό αποτέλεσμα βάζει σε δοκιμασία την ικανότητα του πολιτικού συστήματος να διαχειριστεί την κρίση της αποχής.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης «διάβασε» όπως είπε κι ο ίδιος σε δημόσιες εμφανίσεις του τα λάθη που έγιναν. Προτίμησε έναν διορθωτικό ανασχηματισμό, αντί για ριζικές αλλαγές που θα ισοδυναμούσαν με κυβερνητική επανεκκίνηση. Πιθανόν να μην υπάρχουν οι ανάλογες εφεδρείες ή να πιστεύει ότι μπορεί να φτάσει στην πολιτική ανάκαμψη χωρίς να χρειαστούν μεγάλες αλλαγές. Άλλωστε ο ίδιος έχει δηλώσει πολλές φορές ότι δεν του αρέσει η έντονη κινητικότητα κι οι μεγάλες αλλαγές, θεωρώντας ότι χάνεται πολύτιμος χρόνος στη λεγόμενη εκπαίδευση των νέων στελεχών.
Από την άλλη, η κυβέρνηση βρίσκεται στη δεύτερη θητεία της και η εμπειρία έχει δείξει ότι αυτή η περίοδος συνήθως εξελίσσεται από προβληματική έως καταστροφική. Από τη Μεταπολίτευση δεν υπάρχει κυβέρνηση που στη δεύτερη τετραετία να πήγε σχετικά καλά όσο και στην πρώτη. Δεν είναι θέμα ιδεών, είναι κυρίως θέμα προσώπων. Γνώση, εμπειρία, στόχοι, σχέδια μπορεί να υπάρχουν, αλλά λείπουν εκείνοι που θα τα υλοποιήσουν. Η εύλογη κόπωση των στελεχών, η επίτευξη των προσωπικών στόχων, η εξάντληση του κύρους φέρνουν καθίζηση και αναποτελεσματικότητα στην υλοποίηση του κυβερνητικού έργου, όσο κι αν προσπαθεί ο πρωθυπουργός.
Όπως έχει διαμορφωθεί το πολιτικό τοπίο μετά τις ευρωεκλογές, η κυβέρνηση όχι μόνο έχει μπροστά της μια καθαρή τριετία, αλλά θα μπορούσε να βλέπει και πέραν αυτής. Αλίμονο αν εξαντληθεί από τώρα. Είναι αναγκαίο μαζί με τις απαραίτητες διορθώσεις στο κυβερνητικό έργο, την αλλαγή προτεραιοτήτων, τη βελτίωση της ταχύτητας και της αποτελεσματικότητας στην αντιμετώπιση των μεγάλων κοινωνικών προβλημάτων να δημιουργηθεί μια νέα γενιά στελεχών που θα μπορέσει να ανταποκριθεί στις αυξημένες ανάγκες της επόμενης μέρας.
Η ανάδειξη της επικοινωνίας ως βασικής προτεραιότητας από τους πολιτικούς, αντί της ουσίας, κι η υπερέκθεση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ελαττώνουν τον δημιουργικό χρόνο των νέων πολιτικών. Κάποτε οι πολιτικοί άρχιζαν την καριέρα τους στα αμφιθέατρα των πανεπιστημίων και συνέχιζαν μέχρι τα βαθιά γεράματα. Πολιτικοί ή τεχνοκράτες που χρησιμοποιήθηκαν δυο-τρεις φορές σε κυβερνήσεις θεωρούνται ήδη συνταξιούχοι. Οι πολίτες αναζητούν, όχι άδικα, όλο και πιο νέα πρόσωπα. Και η αλήθεια είναι πως ένας πολιτικός μέσα σε μια δεκαετία ό,τι ήταν να δώσει το έδωσε. Η περαιτέρω παραμονή του μπορεί να οδηγήσει τον ίδιο στην απαξίωση και να τον μετατρέψει σε «βαρίδι» για την κυβέρνηση ή το κόμμα του.
Το πρόβλημα αυτό βέβαια δεν ισχύει μόνο για την κυβέρνηση, αλλά και για την αντιπολίτευση. Παρατηρώ την αγωνία με την οποία ο κόσμος της Κεντροαριστεράς αναζητά ένα πρόσωπο να μπει μπροστά και να διεκδικήσει σε τρία χρόνια την εξουσία από τον Μητσοτάκη. Ο ΣΥΡΙΖΑ βρέθηκε στα χέρια ενός επιχειρηματία από τις ΗΠΑ που ήρθε για διακοπές και πήρε το κόμμα, ενώ το ΠΑΣΟΚ έδωσε την ευκαιρία σε ένα στέλεχος του λεγόμενου «κομματικού σωλήνα». Ο ένας με επικοινωνιακό ταλέντο κι ο άλλος με εμπειρία στις κομματικές μηχανορραφίες. Η ζωή απέδειξε ότι τίποτα από μόνο του δεν είναι αρκετό. Χρειάζεται ένα πιο σύνθετο πλέγμα προσόντων και μάλιστα σε αρμονία με τα προσωπικά χαρακτηριστικά.
Πάνω στην απελπισία τους κηρύσσουν ο καθένας ανένδοτο στην Ακροδεξιά που ανεβαίνει, μιλούν για συναίρεση των κομμάτων της Κεντροαριστεράς, παραβλέποντας τη σημασία του «ποιος το λέει». Όταν τη δεκαετία του ’80 και του ‘90 κήρυσσαν τέτοιου είδους «πολιτικούς πολέμους», μπαίνανε οι ίδιοι οι αρχηγοί των κομμάτων μπροστά, δημιουργούσαν πολιτική δυναμική κι οι άλλοι ακολουθούσαν πιστά και φανατισμένα προσδοκώντας το νικηφόρο εκλογικό αποτέλεσμα… που τις περισσότερες φορές έρχονταν. Σήμερα άραγε μπορεί να επαναληφθεί το ίδιο από αυτούς που το ζητάνε διακαώς;
ΜΙΛΤΟΣ ΓΗΤΑΣ