Για ποια Ευρώπη;
Σε λίγες ημέρες έχουμε Ευρωεκλογές και το κρίσιμο ερώτημα που βασανίζει κάθε πολίτη - ψηφοφόρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι «για ποια Ευρώπη» θα ψηφίσουμε. Πόσο κοντά είναι η σημερινή Ευρωπαϊκή Ένωση από το όραμα των ιδρυτών της, αλλά και από τις επιθυμίες των λαών της; Μόνο απαντώντας σ΄ αυτό το καίριο ερώτημα, θα πειστεί να προσέλθει στις κάλπες της 9ης Ιουνίου. Αξίζει, νομίζω, εισαγωγικά να θυμηθούμε πότε χτίστηκε το ευρωπαϊκό μας σπίτι, από ποιους, με ποια υλικά και πάνωσε ποια αρχιτεκτονικά σχέδια. Η Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ), όπως ονομαζόταν αρχικά η Ευρωπαϊκή Κοινότητα, ιδρύθηκε στις 25 Μαρτίου 1957 με τη Συνθήκη της Ρώμης από τα κράτη - μέλη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα: Βέλγιο, Γερμανία (Δυτική), Γαλλία, Ιταλία, Λουξεμβούργο και Ολλανδία. Μετονομάστηκε σε Ευρωπαϊκή Ένωση με τη θέση σε ισχύ της Συνθήκης του Μάαστριχτ το 1992 και με τη θέση σε ισχύ της Συνθήκης της Λισσαβόνας το 2007 η Ευρωπαϊκή Κοινότητα καταργήθηκε και τη διαδέχτηκε η σημερινή Ευρωπαϊκή Ένωση.
Σε ό,τι αφορά τώρα τη στοχοθεσία που ενείχε το όραμα των Ιδρυτών της, μια Ευρώπη αξιών, αρχών και αλληλεγγύης, διαπιστώνουμε ότι η σημερινή ΕΕ έχει, δυστυχώς, καταλήξει να είναι μία ένωση οικονομικών συμφερόντων πόρρω απέχουσα από τον ιδρυτικό της στόχο. Σε ένα συνεχώς και ταχέως μεταβαλλόμενο κόσμο η ΕΕ καλείται να αποκτήσει μια ευέλικτη και βιώσιμη, χωρίς αποκλεισμούς οικονομία, με προτεραιότητες οι οποίες θα υπόσχονται υψηλά επίπεδα απασχόλησης, παραγωγικότητας και κοινωνικής συνοχής. Η εμφανής ανισόρροπη οικονομική ανάπτυξη του ευρωπαϊκού βορρά σε σχέση με τον ευρωπαϊκό νότο καταστρατηγεί εν τη γενέσει του τον ως άνω -κυρίαρχο- οικονομικό στόχο.
Η μακρόχρονη εφαρμογή σφιχτής δημοσιονομικής πολιτικής από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα «πνίγει» οικονομικά τις χώρες του ευρωπαϊκού νότου και η χώρα μας βίωσε μέσω τα περιβόητων Μνημονίων με τον χειρότερο τρόπο τον οικονομικό αυτό στραγγαλισμό με την απουσία της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης. Με την πάροδο του χρόνου η οικονομική απόσταση ευρωπαϊκού βορρά και νότου μεγαλώνει αντί να μικραίνει.
Η αμήχανη στάση της ΕΕ στην πρόσφατα ενσκήψασα οικονομική κρίση εξαιτίας της ενεργειακής και επισιτιστικής αντίστοιχης, απόρροια του Ρωσοουκρανικού πολέμου, προκάλεσε και συνεχίζει να προκαλεί έντονη τη δυσαρέσκεια των ευρωπαίων πολιτών. Η παρατεταμένη λιτότητα οδηγώντας στη συνεχή φτωχοποίηση των πολλών και τη δημιουργία υπερκερδών στους λίγους και τους πολυεθνικούς κολοσσούς, δικαιολογημένα δοκιμάζει την οικονομική και όχι μόνο αξιοπιστία της Ένωσης.
Η κυρίαρχη ευρωπαϊκή αξία της δημοκρατίας και της προστασίας των ανθρώπινων δικαιωμάτων δοκιμάζεται και αυτή στις μέρες μας με αποτέλεσμα ακραία στοιχεία να ψαρεύουν στα θολά νερά της γενικευμένης κοινωνικής έκρηξης και της πολιτικής αναταραχής. Ο άνισος επωμισμός των μεταναστευτικών βαρών από τις χώρες πρώτης υποδοχής, όπως η χώρα μας, εκτός του ότι είναι άδικος, τείνει να τις μεταβάλει σε αποθήκες ανθρώπινων ψυχών. Η Ευρώπη φαίνεται να πυροβολεί τα πόδια της. Αναιρεί η ίδια τις προϋποθέσεις της ύπαρξής της, την προστασία της ιδιωτικής ζωής, την προστασία της ατομικής ελευθερίας. Στο όνομα μιας δήθεν «ορθής συμπεριφοράς» η οποία ελέγχει την ελευθερία της έκφρασης και στο όνομα ενός ολοκληρωτισμού, ο οποίος ελέγχει την ιδιωτική συνείδηση, ψηφίζει νόμους για τη «ρητορική μίσους» ακόμη και στον ιδιωτικό μας χώρο —στη Γαλλία η πρόταση νόμου ήρθε από κόμμα που συμμετέχει στην πλειοψηφία. Ή την άλλη Ευρώπη του λαϊκισμού, ακροδεξιού ή ακροαριστερού, που δεν θέλει την Ευρώπη αλλά δεν έχει να προτείνει εναλλακτική εκτός απ’ την οπισθοδρόμηση της Ιστορίας και την αναμπουμπούλα.
Οι αναφορές στην κοινωνική δικαιοσύνη, την οικολογική ισορροπία, την ειρήνη, τη δημοκρατική διασφάλιση της λειτουργίας των ευρωπαϊκών θεσμών και την προστασία των δικαιωμάτων μένει γράμμα κενό χωρίς συγκεκριμένες πολιτικές πρωτοβουλίες που καλύπτουν τις πτυχές της ευρωπαϊκής πραγματικότητας. Ο σημερινός ψηφοφόρος των Ευρωεκλογών, ιδίως η πλειονότητα των νέων, απαιτεί τόσο την αντιμετώπιση της κλιματικής καταστροφής μέσω μιας πράσινης ανάπτυξης με σαφές κοινωνικό πρόσημο, όσο και τη μάχη κατά του φασισμού, των απειλών κατά των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων, της θεσμικής και ουσιαστικής συρρίκνωσης της Δημοκρατίας, όταν ταυτοχρόνως συρρικνώνονται μέχρι εξάτμισης οι αποδοχές των εργαζομένων, σε αντίθεση με την κερδοφορία του κεφαλαίου.
Ακρογωνιαίος λίθος της πολιτικής πλατφόρμας, οφείλει να είναι η κατεπείγουσα ανάγκη για μια ευρωπαϊκή πολιτική ειρήνης, με σαφή τοποθέτηση τόσο κατά της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία όσο και της ισραηλινής σφαγής στη Γάζα. Πολιτική ειρήνης και συνύπαρξη με ασφάλεια και αλληλοσεβασμό και όχι παρακολούθημα του νατοϊκού σχεδιασμού και των επιδιώξεων των ΗΠΑ που πλησιάζουν επικίνδυνα στην πλήρη αναβίωση του Ψυχρού Πολέμου. Το τέλος της κούρσας των εξοπλισμών και των πυρηνικών οπλοστασίων αποτελεί μονόδρομο.
Σε μια εποχή όπου ο σκεπτικισμός σχετικά με την ευρωπαϊκή ενοποίηση γίνεται όλο και πιο έντονος η μοναδική πειστική απάντηση είναι οι σωστές πολιτικές επιλογές. Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει ανάγκη από μια ισχυρή δόση οξυγόνου ώστε να μπορεί να αναπνέει καλύτερα.
Κάθε είδους αρχαιρεσία συνιστά κορυφαία δημοκρατική έκφραση και η συμμετοχή μας σ΄ αυτή κρίνεται επιβεβλημένη. Στο χέρι μας είναι να στείλουμε στα ευρωπαϊκά όργανα εκπροσώπους που εμπνέονται από τις αρχές και τις αξίες του ευρωπαϊκού οράματος και όχι εκείνους που με μοναδικό διαβατήριο την αναγνωρισιμότητά τους, επιδίωξή τους είναι να προσθέσουν στους λογαριασμούς κάποιες εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ. Η ευρωπαϊκή ενότητα ξεκίνησε σαν ένα όραμα λίγων και μετουσιώθηκε σε ελπίδα των πολλών. Αυτό το όραμα έχουμε υποχρέωση ως Ευρωπαίοι πολίτες να συμβάλουμε να γίνει πραγματικότητα. Και μόνο το ότι κοντά στα εβδομήντα χρόνια κατορθώθηκε η Ευρώπη της ειρήνης, τη στιγμή που υπήρξε το κύριο θέατρο επιχειρήσεων του Α΄ και Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου, αφεαυτού συνιστά τεράστιο επίτευγμα. Η νομισματικ, έπειτα, ένωση παρά τις όποιες δυσλειτουργίες, είναι επίσης ένα μεγάλο κατόρθωμα. Η λογική, ως εκ τούτου, του ισοπεδωτισμού, η οποία καλλιεργείται από ορισμένους κύκλους, άλλες μύχιες επιδιώξεις κρύβει.
ΥΓ.: Είναι το τελευταίο γι΄ αυτή τη σεζόν επιφυλλιδικό μας σημείωμα, αφού η θερινή «αγρανάπαυση» κρίνεται πολλαπλά επιβεβλημένη. Ευχόμενος στους αναγνώστες της στήλης και όχι μόνο με τον καθιερωμένο πλέον πλεονασμό ΚΑΛΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ, ελπίζω, πρώτα ο Θεός, «εις το επανιδείν» αρχές Σεπτέμβρη.