Πολιτικοί στο άγαλμα της Δικαιοσύνης…

on .

 Υπήρξαν σε πολλά ζητήματα της πολιτικής ζωής σοφοί οι αρχαίοι πρόγονοί μας. Ενδεικτικό αυτής της σοφίας είναι και η μορφή που συνέλαβαν για το άγαλμα της Δικαιοσύνης.

Κρατάει στο ένα χέρι το ζυγό για να κρίνει το δίκαιο και στο άλλο το ξίφος για να τιμωρεί το άδικο. Αυτή η εικόνα έχει ως τα σήμερα απόλυτη εφαρμογή και δυστυχώς αφορά και πολιτικούς της σύγχρονης ελληνικής δημοκρατίας. Πράγματι, σε παλιότερες εποχές το χαμηλό πολιτιστικό επίπεδο του λαού και η θεσμική ανεπάρκεια της χώρας άφηναν χώρο στους πολιτικούς να παρανομούν για το ίδιον συμφέρον τους και ποτέ να μην απολογούνται στη Δικαιοσύνη. Αυτό ήταν και η σκοπιμότητα της λεγόμενης «βουλευτικής ασυλίας». Οι βουλευτές ήταν πάνω από τους νόμους και οι πολίτες έδειχναν να συμφωνούν με την υποτιθέμενη ακεραιότητα τους.

Ώσπου ήρθε ο Τσοχατζόπουλος, τάραξε τα νερά και έβαλε βόμβα στο σύνολο του πολιτικού μας συστήματος. Και ευτυχώς πρώτο το ίδιο του το κόμμα, το ΠΑΣΟΚ, ζήτησε την τιμωρία του, έστω και αν αυτή η στάση του στοίχισε την απαξίωση του κόσμου. Και με την ενεργοποίηση της Δικαιοσύνης όλοι πιστέψαμε ότι η τότε κάθαρση θα λειτουργούσε σταθερά στην αποτροπή των πολιτικών από αυθαίρετες και παράνομες πράξεις.

Τι κρίμα, η επόμενη κιόλας κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ έδειξε να ξεχνάει τις περιπέτειες του Τσοχατζόπουλου και βάλθηκε να αναδειχτεί σε πρωταθλητή της ασέβειας προς την Δικαιοσύνη και προς την απαίτηση του λαού για το δίκαιο. Το Συμβούλιο των Δικαστών, ακολουθώντας προγενέστερη απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας παραπέμπει στο Ειδικό Δικαστήριο για «κατάχρηση εξουσίας» και «παράβαση καθήκοντος» πρώην υπουργούς και εισαγγελείς! Λένε ότι η επανάληψη της ιστορίας μοιάζει με φαρσοκωμωδία.

Οι συμπολίτες με το άκουσμα της παραπομπής πολιτικών ένιωσαν θλίψη για τον ηθικό – πολιτικό ξεπεσμό τους και ικανοποίηση γιατί βλέπουν ότι στην Αθήνα υπάρχουν Δικαστές! Και δεν είναι καθόλου παράδοξο αυτό το γεγονός, αφού σ’ όλα τα πολιτεύματα και σε όλες τις εποχές είναι αξίωμα η βεβαιότητα ότι η εξουσία «διαφθείρει».

Βέβαια στην περίπτωση των στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ χρειάζεται μια βαθύτερη προσέγγιση για να ερμηνεύσουμε αυτή την πολιτική συμπεριφορά από πολιτικούς που διατυμπανίζουν ότι είναι αριστεροί – προοδευτικοί. Τόσο ο Ν. Παππάς, όσο και ο Παπαγγελόπουλος, εκφράζουν τη γενική βούληση του ΣΥΡΙΖΑ. Ήθελε αυτό το κόμμα να «γκρεμίσει» όλο το πολιτικό σύστημα και να στήσει ένα καινούριο καθεστώς σύμφωνα με τις ιδεοληψίες τους και τις εμμονές τους!

Γι’ αυτό και στην αντιμετώπιση των άλλων επιχείρησαν να ευτελίσουν θεσμούς, να στιγματίσουν πρόσωπα και να φιμώσουν κάθε φωνή αντίθετη. Ας μην ξεχνάμε ότι προσπάθησαν να ενοχοποιήσουν ακόμη και τον Πικραμένο, Πρόεδρο του Αρείου Πάγου και για λίγες μέρες υπηρεσιακό Πρωθυπουργό, με την κατηγορία ότι πήρε φάκελο με 20.000 ευρώ! Από την καθολική εξύβριση και καταγγελία γλίτωσε τότε μόνο ο Αρχιεπίσκοπος, ίσως γιατί είχε υιοθετήσει τον τότε Πρωθυπουργό «ως πνευματικό του παιδί»!

Και για να παρηγορούμαστε, να έχουμε υπόψη ότι και σε άλλες χώρες της Ευρώπης, έστω σε μικρότερο εύρος, συμβαίνουν αυτά με τους πολιτικούς. Επομένως η ευθύνη ανήκει και σε μας τους πολίτες που παραδινόμαστε στον λαϊκισμό και ακολουθούμε πολιτικούς που κινούνται στα δίχτυα του τυχοδιωκτισμού και συμπεριφέρονται όπως τα ποντίκια, όταν τελειώνει το τυρί στο καράβι.

Παρά ταύτα η δημοκρατία μπορεί να στέκεται όρθια και να υπηρετεί το γενικό συμφέρον, όταν η Δικαιοσύνη με αμεροληψία και αυστηρότητα ελέγχει και τιμωρεί όσους παραβιάζουν το Σύνταγμα και τους νόμους. Αυτό φαίνεται ότι θα συμβεί και τώρα, για να μπορέσουμε να απαλλαγούμε από το βασανιστικό ερώτημα αν «το σκάνδαλο της Novartis ήταν το μεγαλύτερο από το 1830»!