Η ανάμνηση μιας μοναδικής θεατρικής εμπειρίας…

on .

Καθώς το 2021 ξεψυχάει παίρνοντας μαζί του και τις διθυραμβικές εκδηλώσεις για τα 200 χρόνια της εθνικής μας παλιγγενεσίας σκέφτηκα να τολμήσω να θυμίσω μια μικρή δική μου εμπειρία, θέλοντας να τιμήσω με τον τρόπο μου την παλικαριά και τη φλόγα της λευτεριάς, την αυτοθυσία αντρών και γυναικών, έστω μέσα από μια θεατρική παράσταση. Έτσι σαν «Επιμύθιον»…
Άνοιξη 1959
Διευθύντρια της Ζωσιμαίας Παιδαγωγικής Ακαδημίας η κ. Ελπινίκη Σταματάκη, καθηγητής λογοτεχνίας ο εκλεκτός φιλόλογος,

συγγραφέας και κριτικός Τάκης Σιωμόπουλος, καθηγητής καλλιτεχνικών ο προικισμένος Γιώργος Καζάκος.
Με τα ιδεώδη μιας άλλης παιδείας η γεραρά Ζωσιμαία Παιδαγωγική Ακαδημία συνήθιζε να γιορτάζει με μεγαλοπρέπεια την Εθνική μας γιορτή της 25ης Μαρτίου 1821, μεταδίδοντας την αγωνιστική φλόγα της λευτεριάς στους νεαρούς σπουδαστές της για να την μεταλαμπαδεύσουν κι εκείνοι με τη σειρά τους ως αυριανοί δάσκαλοι στα σχολειά και στα παιδιά ακόμη και του τελευταίου άγνωστου χωριού, στο οποίο θα καλούνταν να υπηρετήσουν.
Αποφασίστηκε να «διδαχθεί» το δράμα του Γ. Θεοτοκά «Το Τίμημα της Λευτεριάς», καθώς η παράδοση της κλεφτουριάς δεν άφησε ανεπηρέαστους τους συγγραφείς, που έφεραν στο φως με τα έργα τους την πραγματική αλήθεια και τον ηρωισμό των παλικαριών της Προεπαναστατικής Περιόδου.
«Το Τίμημα της Λευτεριάς», γραμμένο το 1948, ανεβάστηκε για πρώτη φορά το 1951-52 στο REX με τους Κοτοπούλη, Μυράτ και το 1956-57 σε σκηνοθεσία Σωκράτη Καραντινού. Ιδιαίτερη τιμή και ευθύνη για τους σπουδαστές της Ζ.Π.Α. να ζωντανέψουν στη σκηνή τη δραματική ιστορία του ξακουστού ήρωα Κατσαντώνη.
Τα σκηνικά επαγγελματικά επιμελημένα κι οι αυθεντικές στολές του Μουσείου της πόλης ήταν στη διάθεση της Ακαδημίας. Έπρεπε να είναι όλα τέλεια κι αληθινά. Μια αναστάτωση γλυκιά, γεμάτη από πατρίδα, αλλά κι αγωνία για το μοίρασμα των ρόλων, καθώς η είδηση διαδόθηκε αστραπιαία στην πόλη με ζωηρό το ενδιαφέρον για τα πρόσωπα που θα τους ενσάρκωναν. Τέλος μοιράστηκαν οι ρόλοι.
Στο ρόλο του Κατσαντώνη ο αξέχαστος Μιχάλης Έξαρχος, φουστανελάς. Στο ρόλο της γυναίκας του Αγγελικής η Ελένη Μουσαφίρη-Κικοπούλου με την ωραία σαρακατσάνικη φορεσιά και στο ρόλου του γιού τους ένας μαθητής των Προτύπων.
Αλή Πασάς ο πατρινός συσπουδαστής Βασίλης Παπαδόπουλος, που μας έφυγε νωρίς κι αυτός.
Ο Λευτέρης Μπουζούκης υποδύθηκε ιδανικά το Γραμματικό του Αλή Πασά Μάνθο Οικονόμου, μυστικοσύμβουλο της Κυρά-Βασιλικής. Βελιγκέκας, πρωτοπαλίκαρο του Αλή, ο Βαγγέλης Δελημήτρος, Γουσιουφ Αράπης ο Γιώργος Κωσταίος, Ηγούμενος του μοναστηριού της Τσούκας ο Χρήστος Παπαδόπουλος και Καλογεροπαίδι ο Γιώργος Σιομπότης. Εκεί έβρισκαν καταφύγιο οι λαβωμένοι, οι άρρωστοι και οι κατατρεγμένοι απ’ τον Αλή.
«Τούρκοι βαστάτε τ’ άλογα λίγο να ξαποστάσω, να χαιρετίσω τα βουνά και τις κοντές ραχούλες…», αντηχούσε η φωνή του αξέχαστου Σπύρου Υφαντή, κατοπινού πρωτοψάλτη της Μητροπόλεως Ιωαννίνων. Συμμετείχαν, επίσης, παίζοντας τους υπόλοιπους ρόλους, όπως τον Θανάση Βάγια, έμπιστο σύμβουλο και αρχηγό της σωματοφυλακής του πασά και πολλοί άλλοι συσπουδαστές και συσπουδάστριές μου. Η καρδιά μου πήγαινε να σπάσει, καθώς υποψιαζόμουν ότι ο σεβαστός καθηγητής μου κάτι σχεδίαζε για μένα.
- «Και εσύ Ελένη θα είσαι η κυρά-Βασιλική», ακούστηκε επιτακτική η φωνή του και δεν σήκωνε αντίρρηση. Κοκκίνισα ολόκληρη. Εγώ πασίνα, γυναίκα του τυράννου Αλή Πασά; Δειλή και ντροπαλή εκ φύσεως, ανέλαβα το ρόλο με μισή καρδιά. Ανάμεικτα τα συναισθήματα, καθώς ο ρόλος ήταν διπλός και δύσκολος. Από τη μια πασίνα, αρχόντισσα της πόλης και έμπιστη του πασά και από την άλλη Ελληνίδα, χριστιανή που προσπαθούσε με κάθε τρόπο, ακόμη και με κίνδυνο της ζωής της, να βοηθήσει την κλεφτουριά με όνειρο την ανάσταση του Γένους. Ήταν μεγάλη η τιμή που διάλεξε εμένα ο καθηγητής μου για τον τόσο σημαντικό αυτό ρόλο, όπως και η ευθύνη. Έπρεπε να φανώ αντάξια.
Κι ενώ οι πρόβες προχωρούσαν, εγώ καθόμουν υποταγμένη και χαμηλοβλεπούσα στο ντιβάνι του πασά χωρίς να κινώ υποψίες για το διπλό μου ρόλο.
Εξάλλου, δεν το κρύβω πως μέσα στην παραζάλη της νιότης, καμάρωνα κρυφά για την αυθεντική, χρυσοκέντητη φορεσιά μου με το φέσι και το «πιρπιρί»…
Η παράσταση είχε μεγάλη επιτυχία και για πολύ καιρό ήταν θέμα συζήτησης στην πόλη. Ο «Ηπειρωτικός Αγώνας», στις 28 Μαρτίου του 1959, δημοσίευσε κείμενο με τίτλο «Η Παράσταση του Κατσαντώνη» καταλήγοντας: «Αξίζει κάθε έπαινος εις την διεύθυνσιν της Ακαδημίας και τους κ.κ. καθηγητάς, ως και τους σπουδαστάς και σπουδαστρίας, δια τας καταβληθείσας προσπαθείας των όπως παρουσιάσουν με ζωντάνια εις το κοινόν της πόλεώς μας ένα έργον τόσον μεγάλης εθνικής αξίας».
Με κυνηγάει μια ζωή η θύμηση αυτής της παράστασης. Ακόμη και τώρα, στην τρίτη ηλικία, συγκινούμαι όταν συσπουδαστές μου, γνωστοί και φίλοι με φωνάζουν «Κυρά-Βασιλική»…