Η επαναστατική διάθεση του Ελληνικού Έθνους και ο Ρήγας Φεραίος

on .

Δεν είναι καθόλου υπερβολή να τονίσουμε ότι από την επομένη της υποδούλωσης του ελληνικού λαού γεννήθηκε στην ψυχή του η επιθυμία της ανάκτησης της ελευθερίας του. Και ήταν φυσικό.

Ένας φιλελεύθερος λαός που αναρίθμητους αιώνες απέκρουσε τόσους επιδρομείς να γίνει τώρα δούλος ενός αγροίκου, ενός βάρβαρου λαού, που εμφανίστηκε από το πουθενά. Έτσι, στους τέσσερις αιώνες δουλείας έκαμε δεκάδες επαναστατικά κινήματα χωρίς αποτέλεσμα. Μεγάλες δυνάμεις της Ευρώπης εκμεταλλεύτηκαν τη δίψα των Ελλήνων για ελευθερία προκειμένου να υπηρετήσουν δικά τους συμφέροντα.

Όταν είχαν πόλεμο με την Τουρκία υποκινούσαν τους Έλληνες σε επανάσταση με την υπόσχεση ότι θα τους βοηθήσουν να ελευθερωθούν. Όταν τελείωνε ο πόλεμος και εξασφάλιζαν τους στόχους τους, εγκατέλειπαν τους ραγιάδες στην τύχη τους. Και η τύχη τους δεν ήταν άλλη παρά η μάχαιρα του τυράννου…
Φθάνουμε έτσι στον 18ο αιώνα. Μετά τη Γαλλική Επανάσταση κυριάρχησε στη Γαλλία ο μέγας Ναπολέων ο Βοναπάρτης, ο οποίος εμφανίζονταν ως ελευθερωτής των λαών. Ο Βοναπάρτης, όμως, όχι ελευθερωτής δεν σκεπτότανε να είναι, αλλά αντίθετα είχε σαφείς και προδιαγεγραμμένες βλέψεις για την Ελλάδα.
Αλλά, οι Έλληνες που είχαν κυριευθεί από το λαμπρό ιδεώδες της ελευθερίας των καταδυναστευομένων λαών που φαίνονταν ότι υπηρετούν τα όπλα του Γάλλου στρατηλάτη. Δεν γνώριζαν ούτε ήταν δυνατό να μαντέψουν την ιμπεριαλιστική πολιτική του Βοναπάρτη.
Για όλα τα παραπάνω είναι αποκαλυπτικά όσα γράφει ο Διονύσιος Σολωμός στον «Ύμνο εις την Ελευθερίαν».
Μοναχή τον δρόμο επήρες, / εξανάρθες μοναχή / δεν ειν’ εύκολες οι θύρες, / εάν η χρεία τις κουρταλή. / Άλλος σου έκλαψε εις τα στήθια, / αλλ’ ανάσαση καμμιά, / άλλος σου έταξε βοήθεια, / και σε γέλασε φρικτά! / Άλλοι, ωιμέ! σ’τη συμφορά σου / όπου εχαίροντο πολύ, / σύρε να βρης τα παιδιά σου, / σύρε, έλεγαν οι σκληροί.
Οι παγίδες του Ναπολέοντα ήταν τόσο δελεαστικές, ώστε ο επιφανέστερος Έλληνας της εποχής εκείνης Ρήγας ο Βελεστινλής ή Φεραίος πίστεψε ότι με τα γαλλικά όπλα ήταν δυνατό να επιτύχουν οι Έλληνες την εθνική τους ανεξαρτησία. Η προσωπική του ιστορία φαντάζει σαν σύμβολο του Ελληνικού δράματος, της ανάπτυξης του έθνους, της συνείδησης των αναγκών και των δυνάμεών του και της αποφάσεώς του ή να ελευθερωθεί ή να πεθάνει.
Ο Ρήγας Φεραίος (1757-1798) δεν πρόλαβε να ζήσει το ξέσπασμα της Επανάστασης του 1821. Δεν πρόφτασε να μεταδώσει ο ίδιος τα επαναστατικά σχέδια και τα μεγάλα οράματά του, καθώς τη σύλληψή του ακολούθησε ο μαρτυρικός του θάνατος, αρκετά χρόνια προτού υψωθεί η σημαία του ξεσηκωμού (θανατώθηκε Ιούνιο 1798). Η μορφή και το έργο του, όμως, έγιναν φλόγα, που φώτισε και χάραξε το δρόμο για την ελευθερία.
Η μεγαλύτερη, ίσως, βαλκανική φυσιογνωμία του 18ου και του 19ου αιώνα έχει τη δική του ξεχωριστή θέση στις συνειδήσεις και τις καρδιές του λαού μας, δίπλα σε Μεγαλέξανδρους και τους Διγενήδες.
Ο ίδιος υπέγραφε Ρήγας Βελεστινλής, Θετταλός. Το Φεραίος του το «κόλλησαν» αργότερα άλλοι, καθώς η γενέτειρά του, το Βελεστίνο, έξω από τον Βόλο, ταυτίζεται με την αρχαία πόλη Φερές. Όλοι οι Έλληνες, αλλά και πολλοί Βαλκάνιοι τρέφουν απέραντη αγάπη και περηφάνια γι’ αυτόν, καθώς όλοι θέλουν «δικό τους» τον Ρήγα. Δεν οραματίστηκε μόνον την ελευθερία της Ελλάδας.
Οραματίστηκε την ελευθερία όλων των υποδούλων και καταπιεζομένων από τον Οθωμανικό δεσποτισμό λαών της Βαλκανικής. Ονειρεύτηκε μια Βαλκανική συναδελφωμένη, όπου όλοι οι λαοί και ο θρησκείες θα απολάμβαναν σεβασμό.
Διψούσε για ελευθερία ο Ρήγας, αλλά εξίσου διψούσε και για γνώση. Ο δρόμος για την ελευθερία περνούσε από τη γνώση. Όπως είδαμε πιο πάνω, ο Ρήγας οραματίστηκε το σχηματισμό μιας Βαλκανικής Ομοσπονδίας, μέσα στην οποία το ελληνικό στοιχείο, ως πλέον προηγμένο, θα έπαιζε ρόλο καθοδηγητικό, αλλά όλοι οι λαοί θα συμμετείχαν ισότιμα, χωρίς διακρίσεις.
Με τον Ρήγα εκδηλώθηκε όλη η επαναστατική διάθεση του ελληνικού έθνους που καλλιεργήθηκε επί αιώνες, που εξελίχθηκε σε θέληση για τον αγώνα και απόφαση να πολεμήσουν για την Ελευθερία. Αυτή η προσωπική του ιστορία φαντάζει σαν σύμβολο του Ελληνικού δράματος, της απόφασής τους να ελευθερωθούν ή να πεθάνουν. Ο Ρήγας έφυγε από την πατρίδα του νωρίς, δεν ήθελε να μένει δούλος. Πέρασε από τον Όλυμπο, όπου γνώρισε αρματωλούς, απήγγειλε τα τραγούδια του για τον πατρίδα, πέρασε από τα μεγάλα αστικά κέντρα, γνώρισε τον Ελληνικό λαό και τα βάσανά του. Μορφώθηκε στην Κων/πολη κοντά στον Φαναριώτη, τον Αλέξανδρο Υψηλάντη. Έζησε στη Μολδοβλαχία φίλος των ηγεμόνων. Επικοινώνησε με αυτόν τον τρόπο με όλες τις κοινωνικές τάξεις του ελληνικού λαού, με τους χωρικούς, με τους αρματωλούς, με τους κληρικούς, με τους εμπόρους, με τους Φαναριώτες, με τους διδασκάλους, με τους κατέχοντες ανώτατα αξιώματα Έλληνες και έκλεισε μέσα του τον πανελλήνιο πόθο.
Ό,τι είχε σπαρεί στην εθνική ψυχή κατά τους φοβερούς αιώνες της δουλείας, γονιμοποιήθηκε στην ψυχή του Ρήγα. Έδωσε στο όνειρο της απολύτρωσης το διάγραμμα σχεδίου. Σχημάτισε τότε μυστική εταιρεία με σκοπό να αναπτύξει τις ιδέες της επανάστασης και τις ετοιμασίες της. Έγραψε βιβλία και χάραξε τον χάρτη της νέας Ελλάδας. Το σχέδιό του ήταν ευρύ. Συνεργασία όλων των λαών της Βαλκανικής και δημιουργία ανεξάρτητου κράτους υπό την ελληνική ηγεσία. Η φωνή του είχε απήχηση. Μιλούσε στο λαό με το θούριό του:
Ως πότε παλληκάρια θα ζώμεν στα στενά
Μονάχοι σαν λιοντάρια στις ράχες στα βουνά.
Δεν υπάρχει ελληνικό τραγούδι, που να ήχησε όπως αυτό στην εποχή του. Έγινε το μυστικό τραγούδι των παιδιών των πόλεων, ο ηχηρός στεναγμός των λιονταρόψυχων ενόπλων των βουνών που ήταν οι κλέφτες, έφθασε και στα νησιά. Γιατί ανταποκρίνονταν στον πόθο όλων των Ελλήνων. Είχε έλθει ο καιρός της δράσης. Άρχισε η συνεννόηση για την προετοιμασμένη επανάσταση.
Όπου πήγαινε ο Ρήγας είχε στη ζώνη το σουραύλι με το οποίο έπαιζε τον επαναστατικό του ύμνο. Τον άκουαν όλοι μαγεμένοι. Η κατηγορία που του απαγγέλθηκε μετά τη σύλληψή του εναντίον διαφόρων Ελλήνων, ήταν ότι συγκινούνταν από το τραγούδι του και του ζητούσαν να το επαναλάβει. Αλλά, δεν ήταν απλώς ένας Τυρταίος. Ήταν ο κήρυκας της επανάστασης και ο οργανωτής αυτής.
Η μορφή του σ’ αυτά τα χρόνια, που κατηχούσε και ενθουσίαζε τους Έλληνες, παίρνει την έκφραση ενός Μωϋσή. Ήταν ο άνθρωπος που έμπαινε επικεφαλής του λαού του Κυρίου για να τον οδηγήσει με δραματική έξοδο στη γη της επαγγελίας. Είχε γίνει και νομοθέτης. Έγραψε το σύνταγμά του. Επηρεάστηκε πολύ από τις δημοκρατικές ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης. Προετοίμαζε και τους νέους νόμους του νέου κράτους.
Την επανάσταση σχεδίαζε ο Ρήγας να επιχειρήσει με τη βοήθεια της Γαλλίας. Είχε πιστέψει στη μεγάλη αποστολή του κράτους αυτού, μετά την επανάσταση του 1789. Η διακήρυξη των δικαιωμάτων του ανθρώπου ήταν το ευαγγέλιο των φιλελευθέρων της εποχής εκείνης, όπως ο Ρήγας. Το 1796 τα γαλλικά όπλα έχοντα ηγέτη τον Βοναπάρτη, είχαν τη δόξα της ελευθέρωσης της Ιταλίας. Ο Ρήγας δεν γνώριζε ότι τα ιδεώδη της ελευθερίας ήταν για τη Γαλλία. Έξω από τα σύνορά της ήταν πρόσχημα πολιτικών και πολεμικών επιχειρήσεων. Ο Ρήγας το 1796 βρισκότανε στη Βιέννη για να εκτυπώσει τα έργα του και από εκεί να αποστείλει τους χάρτες του, τα βιβλία και τις προκηρύξεις σε διάφορα κέντρα, από όπου θα διασκορπίζονταν σε όλη την Ελλάδα. Εκεί, επικοινώνησε με τον πρεσβευτή της Γαλλίας για να βρει τρόπο να έλθει σε επικοινωνία με τον Μ. Ναπολέοντα τον Βοναπάρτη.
Τον Νοέμβριο του 1797, ο Ρήγας αφού συσκεύασε σε κιβώτια τις επαναστατικές προκηρύξεις, τα βιβλία του και τους χάρτες του, τα έστειλε στην Τεργέστη στον Αντώνιο Νιώτη με τον ευρισκόμενο στη Βιέννη έμπορο Ευστράτιο Αργέντη και έφυγε έπειτα και αυτός για την ίδια πόλη συνοδευόμενος από τον Περραιβό. Οι άλλοι σύντροφοί του θα αναχωρούσαν αργότερα για να μη προκληθεί η περιέργεια της αστυνομίας. Ο Ρήγας σκόπευε να περάσει στην Ιταλία, για να συναντήσει τον Βοναπάρτη και από εκεί να κατέβει στην Πελοπόννησο, όπου θα κήρυττε την επανάσταση.
Κατά το τέλος Νομεβρίου, «ο κόμης Βρίγιδο, διοικητής της Τεργέστης, έλαβε μυστική καταγγελία ότι ο εκ Βιέννης προερχόμενος Έλληνας Ρήγας Βελεστινλής φέρει μαζί του ύποπτα για υποκίνηση αποστασίας στην Ανατολή έγγραφα.
Η αστυνομία της Τεργέστης έλαβε την εντολή να εκτελέσει το καθήκον της κτλ.». Η αστυνομία τότε τον συνέλαβε και κατάσχεσε τα κιβώτιά του με τα ένοχα έγγραφα. Μαζί του συνέλαβαν και τον Αντώνη Κορωνιό. Ο Περραιβός σώθηκε χάρη στην επέμβαση του Γάλλου προξένου, διότι είχε γαλλική υπηκοότητα και έφυγε.
Ο Ρήγας, τότε, βλέποντας ότι όλα είχαν χαθεί, αποπειράθηκε να αυτοκτονήσει με μαχαίρι. Οι πληγές ήταν σοβαρές και τον κράτησαν για πολλές ημέρες στην Τεργέστη για να θεραπευτεί και να γίνει δυνατό να μεταφερθεί στη Βιέννη. Τέλος με στρατιωτική συνοδεία οδηγήθηκε στη Βιέννη και άρχισαν οι ανακρίσεις. Κατόπιν συνέλαβαν άλλους εφτά: Αντώνης Κορωνιός και Ευστράτιος Αργέντης από τη Χίο. Παναγιώτης και Ιωάννης Εμμανουήλ από την Καστοριά, Θεοχάρης Τουρούντζιας από τη Σιάτιστα, Ιωάννης Καρατζιάς από την Κύπρο και Δημήτριος Νικολούδης από τη Ζίτσα Ιωαννίνων…
Μετά την ανάκριση η Αυστρία, ακολουθώντας τις αρχές της Ιερής Συμμαχίας, αποφάσισε να εκδώσει τους συλληφθέντες στην Τουρκία. Ζήτησε, όμως, από την Τουρκία ως αντάλλαγμα για την έκδοση, την αναγνώριση των εγγράφων των πλοίων της Δαλματίας, η οποία πριν από λίγο χρόνο πέρασε στην κυριαρχία της Αυστρίας και την έκδοση μερικών Πολωνών φυγάδων, που βρίσκονταν στη Μολδαβία.
Έτσι, με τα παζάρια της διπλωματίας, ο Ρήγας και οι σύντροφοί του παραδόθηκαν στον καϊμακάμη του Βελιγραδίου, ο οποίος έλαβε διαταγή να τους θανατώσει.
Τον Δεκέμβριο του 1797 φυλακίστηκαν στον πύργο Νεμπόισα (=Ατρόμητος) στις όχθες των ποταμών Σάββα και Δούναβη.

Εκεί έμειναν φυλακισμένοι μέχρι τον Ιούνιο 1798. Στις 27 Ιουνίου 1798: Ο ποιητής, ο ήρωας, ο Οραματιστής και οι εφτά σύντροφοί του δεν υπάρχουν πια. Οι Τούρκοι τους στραγγάλισαν όλους και έριξαν τα πτώματά τους στον Δούναβη ποταμό…
Υπάρχει μία παράδοση, που λέει ότι ο Ρήγας μέσα από τον πύργο Νεμπόισα είπε: Εγώ τον σπόρο έσπειρα κατά της τυραννίας, εξ ου και θέλει θεριστεί καρπός ελευθερίας…