Ο Διονύσιος Σολωμός
Γιορτάζουμε εφέτος τα 200 χρόνια από την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης του 1821. Η Παλιγγενεσία είναι η απελευθέρωση των Ελλήνων από τον φοβερό Τουρκικό ζυγό και εν συνεχεία η δημιουργία του ανεξάρτητου Ελληνικού κράτους μας.
Για τον Εθνικό μας ποιητή Δ. Σολωμό έχουν γραφτεί πάρα πολλά από ειδικούς ιστορικούς, λόγιους, ποιητές και είναι ήδη γνωστά. Ο άλλος Εθνικός μας ποιητής ο Κ. Παλαμάς, για τον ψάλτη της ελευθερίας είπε: «Ήταν η ζωντανή πηγή για την νεότερη ποίησή μας». Εμείς εδώ, στο μικρό μας,
αυτό άρθρο θ’ αναφερθούμε πολύ συνοπτικά και θα κλείσουμε τ’ άρθρο μας με το χαριτωμένο ποίημα «Η ΞΑΝΘΟΥΛΑ».
Ο Διονύσιος Σολωμός, ο μεγαλύτερος Εθνικός ποιητής, γεννήθηκε στη Ζάκυνθο το 1798 και πέθανε στην Κέρκυρα το 1857. Nωρίς έμεινε ορφανός από πατέρα και οι συγγενείς του τον μεγάλωσαν και μαζί με τον Δημήτρη τον αδελφό του, τον έστειλαν στην Ιταλία για να σπουδάσει.
Τελείωσε τα εγκύκλια μαθήματα στην Κρεμώνα και πήρε δίπλωμα νομικής από το Πανεπιστήμιο Παπίας, μα η κλίση του και η αγάπη του ήταν η ποίηση. Το 1818, επέστρεψε στη Ζάκυνθο βαθιά μορφωμένος και φλογισμένος από τις φιλελεύθερες ιδέες που είχε στη Δύση η Γαλλική Επανάσταση. Τα πρώτα του ποιήματα τα έγραψε στην Ιταλική γλώσσα.
Στη Ζάκυνθο εκείνη την εποχή πήγε ο Σπυρίδων Τρικούπης, λόγιος και πολιτικός, που έγραψε αργότερα την ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης. Ακούγοντας τον Δ. Σολωμό, ν’ απαγγέλει στα Ιταλικά τα ποιήματά του τον εθαύμασε και τον προέτρεψε να γράψει ελληνικά. Πράγματι, ο Δ. Σολωμός, άρχισε να γράφει στα ελληνικά για τις δόξες του ελληνικού έθνους. Το πρώτο του ποίημα που έγραψε ελληνικά, ήταν η «Ξανθούλα».
Σιγά – σιγά άρχισε να γράφει ποιητικά στα ελληνικά. Το Μάϊο του 1823, έγραψε τον «Ύμνο εις την Ελευθερία» και τον μελοποίησε ο φίλος του μεγάλος μουσουργός Μάντζαρος, και γίνεται αργότερα ο Εθνικός μας Ύμνος.
Καθώς μαθαίνει σιγά – σιγά την ελληνική γλώσσα, η Μούσα τον συνεπαίρνει και γράφει στη συνέχεια την «Ωδή του θανάτου», τον «Λόρδος Μπάιρον» «Τη Δόξα των Ψαρρών», το «ο Λάμπρος», τους «Ελεύθερους Πολιορκημένους» και τον ύμνο των Αγωνιστών του Μεσολογγίου που είναι η πιο τέλεια ποιητική σύνθεση του βάρδου. Επίσης «Η γυναίκα της Ζάκυνθος», το «Εις Μάρκον Μπότσαρην», το «Όνειρο», το «Διάλογο» και πάρα πολλά άλλα, που ασχολήθηκαν κα ανέλυσαν, άλλοι πιο ειδικοί από μένα λόγιοι ποιητές και λογοτέχνες.
Το 1828, εγκαθίσταται στην Κέρκυρα που ήταν τότε το πνευματικό κέντρο της Ελλάδας και ο Σολωμός κάνει παρέα με τους λόγιους και φίλους του, τον Πολυλά, τον Μάτεση, το Μαρκορά και άλλους και γράφει συνεχώς, τα πιο τέλεια λυρικά ποιήματα, όπως «Εις Μοναχήν», «Ψυχούλα», «Εις Φρακίσταν Φράιζερ» κι άλλα πολλά, μέχρι το θάνατό του. Συνοπτικώς ήδη αναφέρθηκα στον Μεγάλο μας Εθνικό ποιητή.
Θα κλείσουμε το άρθρο μας με το χαρακτηριστικό ποίημά του, την «Ξανθούλα» που το έγραψε στα ελληνικά και μελοποιήθηκε αμέσως και τραγουδιόταν από το λαό.
Η ΞΑΝΘΟΥΛΑ
1) Την είδα την Ξανθούλα
την είδα ψες αργά,
που μπήκε στη βαρκούλα
να πάει στην ξενιτιά.
2) Εφούσκωνε τ’ αγέρι
λευκότατα πανιά,
ωσάν το περιστέρι
που απλώνει τα φτερά.
3) Εστέκονταν οι φίλοι
με λύπη, με χαρά,
κι’ αυτή με το μαντήλι
τους αποχαιρετά.
4) Σ’ ολίγο σ’ ολιγάκι
δεν ήξερα να πω
αν έβλεπα πανάκι
ή του πελάγου αφρό.
5) Κι αφού πανί, μαντήλι
εχάθη στο νερό,
εδάκρυσαν οι φίλοι
εδάκρυσα κι εγώ.
Πόση δροσιά κι απλότητα και γνήσιο λυρισμό εκφράζει αυτό το ποιηματάκι. Είναι ένα υπέροχο ποίημα που τραγουδιόταν τότε και μέχρι σήμερα, με τη συνοδεία μουσικού οργάνου μελωδικώς. Ας το απολαύσουμε κι εμείς, τώρα με τις επιδημίες, του κορωνοϊού και τα εμβόλια. Θα μας ηρεμήσει λιγάκι. Έτσι πρέπει.
* Ο Σωκράτης Μιχ. Οικονόμου είναι τέως Σχολικός Σύμβουλος Ειδικής Αγωγής