Το ’21 σαν σχολική γιορτή!

on .

200 χρόνια απ’ το θαύμα του 1821. Λαμπρά τα εγκαίνια της Παλιγγενεσίας. Περίλαμπρος ο γιορτασμός έφτασε ως τα πέρατα κι έφερε στον τόπο μας προσωπικότητες επιφανείς.
Όμως συλλογιέμαι για τον απλό κόσμο της καθημερινότητας, το βιοπαλαιστή, τον εργάτη, αλλά και τον κάθε Έλληνα από όποια θέση κι αν κατέχει τι σημαίνει, τι του φέρνει στο νου, τι αναθυμάται, τι πλημμυρίζει την καρδιά του η αναφορά στην μεγάλη Εθνική μας εορτή του 1821.
Όποιας τάξης κι όποιας ηλικίας άνθρωπο να ρωτήσεις,

αφού πέρασε από τα σχολικά θρανία, ακόμη και του πιο απόμακρου κι απομονωμένου «μονοθέσιου» σχολείου των χωριών της πατρίδας μας, έχει κάτι να θυμηθεί για τη μεγάλη σχολική γιορτή της 25ης Μαρτίου, τότε που στη διπλή γιορτή γιορτάζει κι η Παναγιά, γιορτάζει και η Ελλάδα.
«Όλη δόξα όλη χάρη, άγια μέρα ξημερώνει»!
Και θυμάμαι τώρα στα χωριά και στα σχολεία που πέρασα («τα δυσπρόσιτα»), την αναστάτωση, τη χαρά, τη φλόγα, την προθυμία μαθητών και δασκάλων. Τότε που στήναμε αυτοσχέδιες σκηνές επάνω στα θρανία με τα κιλίμια και τις φλοκάτες από τα σπίτια, τα αυτοσχέδια σκηνικά, τα ξύλινα σπαθιά, τα φουστάνια, τις ποδιές των μανάδων και τις φουστανέλες από παλιά σεντόνια, φτιαγμένες από τα επιδέξια χέρια των γυναικών.
Τι σοφίζονταν εκείνες οι μανάδες για να ευχαριστήσουν τα παιδιά τους και να ξεντροπιάσουν το δάσκαλο που πάλευε να στήσει τη γιορτή. Σταυρωτές οι σημαιούλες κρεμασμένες στο σχοινί. Τεράστια η γαλανόλευκη με το σταυρό στην κορφή και τις φούντες να κρέμονται στη μια μεριά της σκηνής κι απ’ την άλλη της Παναγιάς την εικόνα. Και τριγύρω γελούσαν και τα μουστάκια των ηρώων απ’ τη χαρά τους που κάθε χρόνο τους ανασταίναμε.
Κι ο χορός του Ζαλόγγου που έπεφταν οι κοπέλες με τις πάνινες κούκλες στην αγκαλιά, απ’ τα θρανία, κάνοντας κρότο και ξεσηκώνοντας τους απλούς και αθώους θεατές. Στην πρώτη σειρά οι καρέκλες για τους «επισήμους», τον παπά, τον πρόεδρο, τον γραμματέα, τον αστυνόμο, καμιά φορά και τον επιθεωρητή, τους δασκάλους των γειτονικών χωριών, καθώς κανονίζαμε να μη συμπίπτουν οι ώρες των παραστάσεων.
Κι είχαν εκείνες οι ετοιμασίες και τις δυσκολίες τους για τους δασκάλους. Ποιος θα υποδυόταν και ποιον ρόλο. Γιατί κανείς δεν ήθελε να γίνει… Τούρκος με κόκκινο φέσι κι ούτε… Γιουσούφ Αράπης με πρόσωπο μαυρισμένο με κάρβουνο. Κι όλοι ήθελαν να γίνουν Κολοκοτρώνης, με χάρτινη περικεφαλαία και μουστάκια με τρίχες από καλαμπόκι, ή καλογραμμένος Διάκος με μακριά μαλλιά, ή καλόγερος Σαμουήλ με το τριμμένο παλιό ράσο του παπά κι ο Πίπης που τραγουδούσε καλά και του άρεσε η «ξάπλα» ήθελε πάντα να είναι Γεροδήμος, ξαπλωμένος στα κλωνάρια απ’ τη γειτονική λεύκα να τραγουδάει βαριανασαίνοντας πειστικότατα: «Εγέρασα μωρέ παιδιά σαράντα χρόνια κλέφτης».
Πώς να τα συμβιβάσεις, πώς να μπεις στο πετσί του καθενός; Και εκείνης της Σουλιωτοπούλας που πήγαινε φαΐ στον αδελφό και τη βρήκε το βόλι κατάστηθα, καθώς πολεμούσε όσο να αποφάει εκείνος!
Και θυμάμαι πως αναγκάστηκα μια χρονιά να ντύσω το γιό μου –νήπιο τότε- Τουρκόπουλο με βράκα, γιατί κανένα αγόρι δεν ήθελε να ντυθεί έτσι… Και σκέπτομαι μέσα στα τόσα έξοδα θα ήταν πολύ μεγάλη δαπάνη μια επανέκδοση εκείνων των φθαρμένων βιβλίων με τα σκετς, που περνούσαν από γενιά σε γενιά, για τις σημερινές σχολικές βιβλιοθήκες;
Κι ακόμα μια έκθεση φωτογραφίας σαν αυτή «Στα παλιά θρανία» που με πολύ μεράκι και κόπο ο Σύνδεσμος Συνταξιούχων Δασκάλων οργάνωσε το 2018 στον «Πολυχώρο Χατζής», που συγκίνησε κι άφησε άριστες εντυπώσεις για το παλιό σχολείο. Και τούτη η έκθεση θάχε σαν θέμα την εθνική γιορτή της 25ης Μαρτίου του 1821 σε κάθε χωριουδάκι όσο και στην πόλη, αυτό το μακρύ διάστημα. Κι ακόμη ένα DVD με απαγγελίες όσων γερόντων μας έμειναν… «Μέριασε βράχε να διαβώ», «Καλόγερε τι καρτερείς», «Γίνεσαι Τούρκος Διάκο μου;» και μια συλλογή όλων των τοπικών ποιημάτων σχετικών με το ’21.
Κι όλα αυτά, σαν αυτά που ονειρευόμαστε –πάγιο αίτημα του Συλλόγου Συνταξιούχων Δασκάλων- να δημιουργήσουμε το «μουσείο του δασκάλου» που με μπροστάρη και σύμβουλο τον πρώην Πρύτανη κ. Καψάλη με το αστείρευτο ενδιαφέρον του για το σχολειό και τους δασκάλους κι άλλους εκλεκτούς εκπαιδευτικούς, τον κ. Νταλάκα, τον κ. Μπάμπα, τον κ. Κωνσταντίνου, τον κ. Σίντο, είχαμε δρομολογήσει. Ο κορωνοϊός μας έκανε το όνειρο στάχτη… προς το παρόν.
Γιατί εκείνες οι γιορτές για το 1821 όσο άτεχνες και αν ήταν έχουν μείνει στη μνήμη όλων αξέχαστες. Κόχλαζε το αίμα στις φλέβες, δάκρυζαν οι μεγάλοι, καμάρωναν τα παιδαρέλια, χτυπούσαν άτακτα οι καρδιές των δασκάλων για την επιτυχία της γιορτής.
Τα χειροκροτήματα και τα «ζήτω» σφράγιζαν την παράσταση. Ανασαίναμε ξαλαφρωμένοι οι δάσκαλοι, φούσκωναν από περηφάνια οι γονείς καμαρώνοντας τα βλαστάρια τους. Μυριάκριβες στιγμές ανεπανάληπτες, αξέχαστες, που στη θύμησή τους ξεχνιούνται όλες οι δυσκολίες και οι κόποι οι αλογάριαστοι των δασκάλων.

«Το ’21 σαν σχολική γιορτή» μια ακόμα προσφορά του Έλληνα δασκάλου που δεν πρέπει να ξεχαστεί…