Ο πόνος των πολιτικών…

on .

 Θεωρώ ότι έχει τη σημασία της η αντιπαράθεση που έγινε στη Βουλή κατά τη συζήτηση για τις καταστροφές από τις φωτιές ανάμεσα στον κ. Τσίπρα και στον πρωθυπουργό στην αναφορά τους στο στοιχείο «του πόνου».

Συγκεκριμένα ο Τσίπρας κατηγόρησε τον πρωθυπουργό ότι τάχα το ύφος του κατά την ομιλία δεν είχε ίχνος θλίψης και πόνου για τις συμφορές των ανθρώπων που καταστράφηκαν!
Και η απάντηση του Μητσοτάκη ήταν καυστική και αξιοσημείωτη, καθώς του θύμισε πως είχε αντιδράσει εκείνος, όταν καιγόταν οι άνθρωποι στο Μάτι με τις ανοιχτές – δημόσιες συσκέψεις,

όπου κανείς από τους ιθύνοντες δεν έκανε καμιά αναφορά σε νεκρούς κι ας ήξεραν όλοι την εξέλιξη της τραγωδίας. Το πιο ενδιαφέρον της αντίδρασης του πρωθυπουργού ήταν το υπονοούμενο για τις διακοπές του Τσίπρα στα Εφτάνησα αμέσως μετά τις φωτιές τότε με το κότερο του εφοπλιστή!
Πράγματι, ήταν ένας διάλογος με πολλά σημαινόμενα για τον πολίτη σχετικά με τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των πολιτικών ηγετών. Μίλησε ο Τσίπρας για έλλειψη «πόνου» στο λόγο του πρωθυπουργού, λες και ο πολιτικός ηγέτης θα πρέπει να δείχνει ότι συμμετέχει στην κάθε φορά συμφορά ή δυσκολία μόνο λεκτικά ή με πενθούσα όψη για την κατανόηση του προβλήματος. Αυτό θυμίζει λίγο τον θεατρινισμό σε ελληνικές ταινίες, όπου οι πρωταγωνιστές καμώνονται ότι θρηνούν κι ας βιάζονται να χαρούνε την κληρονομιά…
Αναμφισβήτητα αυτή η κριτική του Τσίπρα δείχνει ότι πολλοί από τους πολιτικούς μας εκπαιδεύονται για να μπορούν να δείχνουν ότι κατανοούν τα προβλήματα του κόσμου, ότι πονάνε μαζί τους και ότι βιώνουν σαν να είναι δικά τους προβλήματα, τα των άλλων. Πρόκειται για μια τακτική που ταιριάζει σε επαγγελματία, καθώς πρέπει να πείθει τον υποψήφιο αγοραστή για την αναγκαιότητα και καταλληλότητα των προϊόντων του.
Όμως η πολιτική πρακτική έχει εντελώς διαφορετικό περιεχόμενο. Ο κάθε πολιτικός και μάλιστα ο ηγέτης, οφείλει να φανερώνει και να πείθει τον πολίτη ότι και γνωρίζει το πρόβλημα και μπορεί με τις προτάσεις και το πρόγραμμά του να δίνει λύσεις. Αν αρκείται να στηρίζει τον πολίτη που υποφέρει μόνο με «δάκρυα» και με λόγια συμπονετικά, τότε κινείται στη σφαίρα του ηθοποιού. Η πολιτική για να είναι χρήσιμη οφείλει να εκδηλώνεται χωρίς υποκρισία και να διαμορφώνεται στη βάση αληθινών και ρεαλιστικών λύσεων. Διαφορετικά ο πολιτικός που πονάει χωρίς να προτείνει κρίνεται τουλάχιστον «αχρείος».
Και ας έχουμε υπόψη μας ότι η πολιτική που για όλα έχει λύσεις αποτελεί τη φύτρα και το λίπασμα του λαϊκισμού που τόσο ακριβά πληρώνουν οι λαοί σήμερα απανταχού. Γιατί οι περισσότεροι των πολιτικών νοιάζονται πώς θα κερδίσουν την εξουσία και αφήνουν στην άκρη τις ευθύνες για τη διαχείρισή της. Και τούτο έχει να κάνει με τα πολλά «δώρα» της εξουσίας προς τους φορείς και κατόχους της.
Άρα από τη συζήτηση της Βουλής θεωρώ ότι αξία έχει ο τρόπος και οι δεσμεύσεις του κάθε κόμματος για τη διαχείριση των καταστροφών και όχι το συναισθηματικό φορτίο των λόγων, το οποίο είναι μεν ευχάριστο αλλά όχι χρήσιμο.
Και επιτέλους, ένας πολιτικός στις δύσκολες καταστάσεις, όπως είναι σήμερα η χώρα μας, καλό είναι να εκπέμπει αποφασιστικότητα, αισιοδοξία και ρεαλισμό για την επίλυση των μεγάλων ζητημάτων. Η διαχείριση των μεγάλων ζητημάτων δεν εξαρτάται από το ύφος και το συναίσθημα του κάθε πολιτικού, αλλά από τις γνώσεις, την εμπειρία, την αξιοπιστία και από την πραγματική κοινωνική του ευαισθησία.
Άλλωστε έχει δοκιμάσει ο λαός μας στο παρελθόν λόγια μεγάλα, υποσχέσεις πλούσιες και συνθήματα χωρίς αντίκρισμα. Καλά λοιπόν τα αισθήματα, αλλά καλύτερα τα έργα και για τους δεινοπαθούντες και όλους τους πολίτες.