Η Γ. Τατάγια για την υποκειμενική προσέγγιση της πραγματικότητας…

on .

Συνεχίζεται ο δημόσιος διάλογος ανάμεσα στην δικηγόρο κ. Γεωργία Τατάγια και τον «Τολμηρό» Γιώργο Γιαννάκη. Με αφορμή πρόσφατα νέα σχόλια που έκανε ο κ. Γιαννάκης στη στήλη του, τα «Τολμηρά», η κ. Τατάγια απέστειλε μία ακόμη απαντητική επιστολή, η οποία δημοσιεύεται αυτούσια:
«Κύριε Διευθυντά καλημέρα, στα πλαίσια του δημόσιου διαλόγου που έχει καθιερώσει η εφημερίδα σας δεχθείτε να δημοσιεύσετε το συνημμένο σχόλιό μου που καταγράφει την οπτική του απλού πολίτη επί του δημόσια εκφερόμενου λόγου του δημοσιογράφου και «επί προσωπικού».
Αναφορικά με τους κανόνες που θέτει η εφημερίδα σας, «το μήνυμα ελήφθη» και είναι σεβαστό.
Οι αναφορές και τα σχόλια του κ. Γιαννάκη στο φύλλο της 25ης Ιουνίου για το πρόσωπο μου, εγείρουν εύλογους προβληματισμούς αναφορικά με την σχέση πληροφορίας - δημοσιογράφου.
Ο κ. Γιαννάκης σε αρχικό σχόλιο του, πριν ένα μήνα περίπου, με προσδιόρισε ως «η άγνωστη μέχρι πρότινος Τατάγια». Τώρα με 'αναβάθμισε' σε «γνωστή πλέον Γ. Τατάγια». Τί άλλαξε από το πρώτο σχόλιο του κ. Γιαννάκη μέχρι το δεύτερο, που έκρινε την 'επαναξιολόγησή' του για το πρόσωπο μου; Αντικειμενικά τίποτα. Υποκειμενική είναι η προσέγγιση του. Το γεγονός ότι ο κ. Γιαννάκης αγνοούσε την ύπαρξή μου, δεν είναι λόγος που [να] με καθιστά άγνωστη. Το γεγονός ότι εγώ γνώριζα την ύπαρξη του κ. Γιαννάκη, εκ του λόγου ότι παρακολουθώ τον «Πρωινό Λόγο», δεν καθιστά τον κ. Γιαννάκη διάσημο. Η πληροφορία και η διαχείρισή της στον δημόσιο λόγο [πρέπει να] αξιολογείται με αντικειμενικά κριτήρια, και όχι με υποκειμενικές αναφορές γνώσης ή άγνοιας, διότι τότε εκμηδενίζεται η αξία του δημόσιου λόγου.
Ο κ. Γιαννάκης ενδέχεται λ.χ. να αγνοεί την ύπαρξη του Κονδύλη, η σκέψη όμως αυτού του Έλληνα έχει επηρεάσει την σκέψη παγκοσμίως, χωρίς αυτό να εξαρτάται από τη γνώση ή την άγνοια του κ. Γιαννάκη γι' αυτόν.
Επομένως η πληροφορία στον δημόσιο λόγο δεν παρέχεται με υποκειμενικά κριτήρια, διότι τότε σχετικοποιείται η πραγματικότητα. Η πληροφόρηση βάσει υποκειμενικών κριτηρίων δεν προάγει τον δημόσιο λόγο, αλλά τον ανακυκλώνει σε επίπεδο «παρέας» που επικοινωνεί δημόσια δια του τύπου.
Η υποκειμενική προσέγγιση του κ. Γιαννάκη φαίνεται να συνεχίζεται και στο περιεχόμενο της δημόσιας παρέμβασής μου, όπως αποτυπώθηκε στο φύλλο της εφημερίδας της 23ης Ιουνίου. Η παρέμβασή μου αυτή συνοψίζεται στο: Basta! (ως εδώ!), κ. Καλτσή, είχε έρεισμα την ακροτελεύτια διάταξη του άρθρου 120 του Συντάγματος (1-1-4 παλαιότερα), και αφορούσε το σιωπητήριο που απηύθυνε ο κ. Καλτσής στους αιρετούς.
Στο εύλογο ερώτημα της Περιφερειακής Αρχής αν σιωπήσουν οι αιρετοί, ποιοι άραγε θα μιλήσουν, δεν δόθηκε απάντηση. Η απάντηση στο ερώτημα αυτό υπήρξε μονοσήμαντη διαχρονικά σε αυτή τη χώρα, με ποιο πρόσφατη αυτή του 1967, τότε που για μια ακόμη φορά στην ταραγμένη ιστορική διαδρομή της 'μίλησαν' τα τανκς. Αυτός ο τόπος έχει πληγωθεί πολλές φορές, τόσες όσες βρέθηκε μοιρασμένος και στάθηκαν 'αντικριστά' «οι δυό Ελλάδες» με εμφύλιους και πραξικοπήματα. Στο τελευταίο σιωπητήριο που επιβλήθηκε στους αιρετούς, οι δυνάμεις του δημοκρατικού τόξου από τον Ευάγγελο Αβέρωφ έως τον Χαρίλαο Φλωράκη -που στο παρελθόν είχαν βρεθεί 'αντικριστά'- στάθηκαν από την ίδια πλευρά της ιστορίας. Και αυτό είναι κατάκτηση της δημοκρατίας. Όταν ο κ. Καλτσής επιχειρεί να επιβάλει λεκτικό σιωπητήριο στους αιρετούς, 'μαστιγώνει' την δημοκρατία.
Επομένως και στο σημείο αυτό, οι απόψεις του κ. Γιαννάκη, φαίνεται να έχουν ως υπόβαθρο υποκειμενική προσέγγιση «παρεΐστικης υπεράσπισης», με συνέπεια όμως την σχετικοποίηση έως πλήρη ανατροπή της πραγματικότητας. Δεν 'ύψωσα' εγώ 'μαστίγιο', όπως το παρουσιάζει. Η δημόσια παρέμβαση μου έγινε για να 'κατέβει το μαστίγιο' του κ. Καλτση, που τραυμάτιζε ηχηρά την δημοκρατία και αμφισβητούσε την λαϊκή βούληση.
Τέλος, ο δημόσιος λόγος δεν μπορεί να σχετικοποιείται με αναφορές σε καταγωγή με βιωματικά 'τραύματα' του δημοσιογράφου. Προσωπικά αναφέρθηκα άπαξ στη βλαχόφωνη καταγωγή μου, αμυνόμενη, χωρίς καμία αναφορά στον τόπο καταγωγής μου ή σε άλλα προσωπικά δεδομένα. Οι προσδιορισμοί «Βλάχα» και αναφορές στον τόπο καταγωγής όχι μόνο δεν συνεισφέρουν στον δημόσιο λόγο αλλά δεν έχω χορηγήσει σε κανέναν τη συναίνεση να τα επικαλείται δημοσίως. Θα ήταν δε ιδιαιτέρως στενάχωρο αν η αυθαίρετη επίκλησή τους από τον κ. Γιαννάκη γίνεται για την εκ των υστέρων 'νομιμοποίηση' έκνομων ενεργειών τρίτων, ενέργεια που απάδει και προς το δημοσιογραφικό λειτούργημα.
Οι αναφορές επίσης στην ηλικία ομοίως δεν συνεισφέρουν στον δημόσιο λόγο, αλλά μόνο τον ληξίαρχο αφορά για την σύνταξη των οικείων πράξεων. Επειδή όμως ακόμη και την ηλικία μου φαίνεται να την έχει σχετικοποιήσει αυθαιρέτως ο κ. Γιαννάκης, ας λάβει ως βάση προσδιορισμού της το γεγονός ότι εισήχθην στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών σε ηλικία 17 ετών και αποφοίτησα σε ηλικία 21 ετών, από τους μικρότερους αποφοιτήσαντες διαχρονικά πανελλαδικά, όπως υπερήφανα του γνωστοποιώ.
Γιατί η προσωπικότητα του καθενός διαμορφώνεται από τις επιλογές του και δεν σχετικοποιείται από τυχαία γεγονότα. Για τις επιλογές του υπερηφανεύεται ή ντρέπεται κανείς και όχι για γεγονότα που δεν τα καθορίζει (καταγωγή, κοινωνικό περιβάλλον κλπ).
Σας ευχαριστώ για την φιλοξενία».