Η μάχη στο Μανιάκι και ο ηρωισμός του Παπαφλέσσα!

on .

 Ανάμεσα στις λαμπρότερες ημέρες του πολύχρονου αγώνα που άρχισε στις 25 Μαρτίου 1821 είναι και η 20 Μαΐου 1825, ημέρα της ένδοξης μάχης στο Μανιάκι Μεσσηνίας.

Στη μάχη αυτή αναδείχτηκε και αποθεώθηκε ο υπερφυσικός ηρωισμός του Αρχιμανδρίτη Γρηγορίου Δικαίου που αποθανατίστηκε με το ηρωικό επίθετο «Παπαφλέσσας».
Σε ποιανού Έλληνα τη μνήμη δεν παριστάνεται το όνομα Παπαφλέσσας σαν πολεμικό λάβαρο που κυματίζει

πάντα στην υψηλότερη έπαλξη της Ελληνικής ιδέας; Ανάμεσα στον σεπτό χορό των μαρτύρων, των πρωταγωνιστών, των μεγάλων ηρώων και των πολεμικών ηγετών του 1821, η μορφή του Παπαφλέσσα ξεχωρίζεται αρρενωπή, αποφασιστική, επιβλητική, μυστυριακή. Η μορφή αυτή αποτελεί ένα από τα χαρακτηριστικότερα σύμβολα, ένα από τα ακραία σημεία έντασης στα οποία έφτασε η απόφαση της Ελλάδας να πραγματοποιήσει το σύνθημα του αγώνα ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ Ή ΘΑΝΑΤΟΣ.
Ποιος είναι με λίγα λόγια ο βίος του Παπαφλέσσα, του εμπνευστή, του πρωτεργάτη και του μοναδικού ήρωα της μάχης στο Μανιάκι Μεσσηνίας, που από ηθική αλλά και από στρατιωτική άποψη θυμίζει τη μάχη των Θερμοπυλών; Ο Γρηγόριος Δικαίος, που η μοίρα τον προόριζε να επαναλάβει το παράδειγμα του Λεωνίδα, γεννήθηκε στην Πολιανή Μεσσηνίας το 1788. Σπούδασε στη Σχολή Δημητσάνας και ύστερα ακολούθησε τον μοναχικό βίο και αποσύρθηκε στο Μοναστήρι της Βαλανιδιάς κοντά στην Καλαμάτα. Ο Παπαφλέσσας ήταν χαρακτήρας πολυσύνθετος, κράμα από έντονες αρετές και από ιδιότροπα ιδιώματα. Εξαιρετικά φιλόδοξος, ευερέθιστος, ατιθάσευτος, μεγαλοφάνταστος, αλλά και δραστήριος, ορμητικός σας χείμαρρος, θυμίζει Ομηρικό ήρωα, από αυτούς που έδωσαν στην Ιλιάδα γοητεία ηρωικού μυθιστορήματος.
Στο Μοναστήρι της Βαλανιδιάς δεν έμεινε για πολύ. Τον βρίσκουμε σύντομα στην Κων/πολη, όπου χειροτονείται Αρχιμανδρίτης. Εκεί γνώρισε τον Αναγνωστόπουλο, που τους έκανε γνωστά τα μυστικά και τις επιδιώξεις της Φιλ. Εταιρείας. Ως μοναχός πήγε στις παραδουνάβιες ηγεμονίες και προπαγάνδιζε την επανάσταση. Γύρισε στην Κων/πολη από όπου ο Πατριάρχης, τον φυγάδευσε στην Πελοπόννησο, μαζί με άλλους, για να συνεχίσει το προπαγανδιστικό του έργο. Εκεί, ο Παπαφλέσσας ανέπτυξε θαυμαστή δραστηριότητα στο να προσηλυτίζει όσους μπορούσε περισσότερους στην ιδέα και στην ανάγκη της επανάστασης.
Στον Άγιο Ηλία των Καλαμών συγκεντρώθηκαν και άλλοι οπλαρχηγοί, ήλθε και ο Πετρόμπεης και όλοι μαζί κήρυξαν την Επανάσταση. Από τη στιγμή εκείνη, ο Παπαφλέσσας μεταμορφώνεται σε φανατικό Απόστολο και ακούραστο σαλπιγκτή, καθώς και σε ουσιώδη μοχλό επανάστασης. Περιοδεύει παντού και με την ασυναγώνιστη ρητορική του, στρατολογεί πλήθη και τα εντάσσει κάτω από τη σημαία του ιερού αγώνα, παίρνει μέρος σε πολλές, μικρές και μεγάλες επιχειρήσεις και γρήγορα ξεχωρίζει σαν ένα από τα τολμηρότερα και ζωηρότερα πρόσωπα της επανάστασης. Οι πολύ συνετοί, οι πολύ φρόνιμοι τον φοβούνται.
Οι διστακτικοί και οι αμφίβολοι συναρπάζονται από τα φλογερά του κηρύγματα και τον ακολουθούν με ενθουσιασμό. Έτσι, περνούν τα πρώτα τέσσερα χρόνια της επανάστασης, χρόνια θριάμβων και θυσιών, δοκιμασιών ελπίδων και απογοητεύσεων. Αποδείχτηκε όμως ότι οι Έλληνες είναι ακατάβλητοι.
Στις 12 Φεβρουαρίου 1825 ο Ιμπραήμ αποβίβασε χωρίς αντίσταση στη Μεθώνη της Πελοποννήσου 4 χιλ. πεζούς και 500 ιππείς με ισχυρό πυροβολικό. Ο Παπαφλέσσας την εποχή αυτή είναι μέλος στην κυβέρνηση Κουντουριώτη. Είχε δύο υπουργεία, των Εσωτερικών και της Αστυνομίας. Με την εισβολή του Ιμπραήμ, ο οξύς νους του Παπαφλέσσα προμαντεύει τους κινδύνους που θα απειλήσουν την επανάσταση. Αμέσως παραμερίζει κάθε προσωπικό ζήτημα που τον χώριζε από τους πολιτικούς και στρατιωτικούς του αντίπαλους και γίνεται κήρυκας και σταυροφόρος της ένωσης όλων των διαμαχομένων με σκοπό τη σωτηρία της επανάστασης.
Ο Ιμπραήμ προχωρεί ακάθεκτος στο καταστρεπτικό του έργο. Ο Παπαφλέσσας συλλαμβάνει το μεγαλοπρεπές σχέδιο να μπει επικεφαλής όλων των διαθέσιμων επαναστατικών δυνάμεων και να εμποδίσει την προέλαση του Ιμπραήμ σαν νεότερος Λεωνίδας. Πιστεύει απόλυτα ότι θα το κατορθώσει και δεν διστάζει να υποσχεθεί στη Βουλή ότι, ή θα γύριζε νικητής ή θα έπεφτε νεκρός. Έτσι, κατόρθωσε να του δώσουν τα μέσα για να στρατολογήσει και να σχηματίσει Ρουμελιώτικα και Πελοποννησιακά σώματα και να διοριστεί αρχηγός της εκστρατείας κατά του Ιμπραήμ. Αλλά μόνον δύο χιλιάδες κατάφερε να συγκεντρώσει.
Με αυτούς ήλθε στη θέση Μανιάκι, την οποία θεώρησε κατάλληλη να χτυπήσει τον Ιμπραήμ. Εκεί κατασκεύασε τρία πρόχειρα ταμπούρια – οχυρώματα. Στο μεταξύ, έρχεται ο Ιμπραήμ και ετοιμάζεται να χτυπήσει τις θέσεις αυτές με μεγάλες δυνάμεις. Η εμφάνιση του Ιμπραήμ κάνει τους περισσότερους άνδρες του Παπαφλέσσα να λιγοψυχήσουν και να τον εγκαταλείψουν.
Είδαν ότι δεν υπήρχε καμία ελπίδα για νίκη και για αναχαίτιση της προελάσεως του Ιμπραήμ. Φεύγουν, λοιπόν οι περισσότεροι και μένουν με τον Παπαφλέσσα μερικές εκατοντάδες αφοσιωμένων πολεμιστών. Όμως, ο Παπαφλέσσας, σε μια στιγμή μυστηριακής ψυχικής έξαρσης, αισθάνθηκε σαν να ήταν η ίδια η ψυχή της αγωνιζόμενης Ελλάδας.
Σε κείνες τις στιγμές ο Δικαίος Παπαφλέσσας, ο απόστολος αυτός της Ελληνικής Εθνεγερσίας, έδωσε το σύμβολο που χρειαζόταν η καταματωμένη πατρίδα του. Πολλοί από αυτούς που έμειναν μαζί του, τον συμβουλεύουν ακόμη να φύγει, να σωθεί, γιατί αποτελεί ένα σπουδαίο πολεμικό κεφάλαιο του αγώνα. Αλλά ο Παπαφλέσσας δεν ακούει κανένα. Κάποια φωνή μυστική από μέσα του ψιθυρίζει: «Μείνε Παπαφλέσσα! Ήρθε η μεγάλη ώρα της ύψιστης μοίρας σου!» από εκείνη τη στιγμή είναι σαν να προκαλεί την ίδια του τη μοίρα.
Πρώτος, πυροβολεί αυτός εναντίον των Αιγυπτίων, οι οποίοι έχουν ήδη ορμήσει προς το Μανιάκι και το χτυπούν με αλλεπάλληλα κύματα. Όλοι, όσοι έμειναν μαζί του, μεταμορφώνονται σε ήρωες με ασύγκριτο αρχηγό, Εκείνον. Πεισματική μάχη αρχίζει και διαρκεί όλη την ημέρα. Ο εχθρός χρησιμοποιεί άφθονο πυροβολικό, ιππικό και πεζικό που εφορμά με τη λόγχη στα πρόχειρα και αδύναμα οχυρώματα του Παπαφλέσσα. Εξακόσιοι Αιγύπτιοι νεκροί κάνουν τον Ιμπραήμ να σκέπτεται ότι πλήρωσε πολύ ακριβά την κατάληψη μιας θέσης.
Ο Παπαφλέσσας στο μεταξύ, πολεμάει και χτυπάει τον αντίπαλο ακατάπαυτα, ακούραστα, με δύναμη σχεδόν υπερφυσική. Οι άνδρες του, σκοτώνονται ένας – ένας. Δεν θα μείνει κανείς. Αυτό φαίνεται ξεκάθαρα. Και ο Παπαφλέσσας εξακολουθεί να πολεμά. Τέλος το μοιραίο βόλι τον βρίσκει και τον μεταθέτει από τον επίγειο κόσμο, στον ουρανό των ηρώων του Γένους.
Θαμπωμένος ο Ιμπραήμ μπροστά σε τέτοια αντίσταση, διατάζει να βρεθεί ο νεκρός ήρωας, που ενσάρκωσε τόσο υπέροχα την απελπισμένη ελληνική αντίσταση. Βρίσκουν τον νεκρό και τον στήνουν στον κορμό ενός δέντρου. Τότε ο Ιμπραήμ στέκεται μπροστά του για πολύ, τον κοιτάζει εκστατικά, πλησιάζει και τον φιλεί στο μέτωπο για να αποδείξει ότι, αν και άσπονδος εχθρός του, δεν μπορούσε παρά να αποκαλυφθεί μπροστά σε ένα τέτοιον άνδρα.
Η πολιτισμένη αυτή πράξη του Ιμπραήμ, δείχνει, καλύτερα από κάθε άλλη απόδειξη την ανδρεία και τον υψηλό πατριωτισμό του Παπαφλέσσα. Μέσα στη σύγχυση και τη γενική απαισιοδοξία των στιγμών εκείνων, το παράδειγμα του Ιερέα – πολεμιστή, υψώνεται κατακόρυφα σαν μέγας δάκτυλος, δείχνοντας σε όλους το υπέρτατο καθήκον προς την πατρίδα.
Ο Παπαφλέσσας είναι η ενσάρκωση της πάλης κατά της ολιγοψυχίας, είναι η συνειδητή περιφρόνηση του θανάτου για χάρη ενός πλατύτερου ιδεώδους ζωής, είναι ο ηρωισμός που προκαλεί τον θάνατο.
Οι νεότερες γενεές των Ελλήνων, με Ιερή συγκίνηση θυμούνται τον Παπαφλέσσα και το Μανιάκι, όπως επί δυόμιση χιλιάδες χρόνια, θυμούνται το Λεωνίδα και τις Θερμοπύλες. Αν στο Μανιάκι δεν μπόρεσε να σταματήσει την προέλαση του Ιμπραήμ, του έδωσε, όμως, να καταλάβει ότι δεν επρόκειτο να κάμει στο Μοριά έναν στρατιωτικό περίπατο, όπως πριν από δυόμιση χιλιάδες χρόνια. Ο Λεωνίδας έπεσε, αλλά έδωσε στον Ξέρξη να καταλάβει ότι δεν θα κυριεύσει την Ελλάδα…
Συγχρόνως, ο Παπαφλέσσας έδειξε στην Ευρώπη ότι αξίζει κάθε υποστήριξη ένας λαός που με τόση αυτοθυσία πολεμά για την απόκτηση της εθνικής του ελευθερίας.
Ο Ακαδημαϊκός Σπύρος Μελάς με το θεατρικό του έργο «Παπαφλέσσας», ανάστησε στη σκηνή και κίνησε δραματικά και παθητικά, το επικό ανάστημα Εκείνου.
Εκείνο που επιβάλλεται να αναφέρουμε σαν επιστέγασμα είναι οι επιγραμματικοί στίχοι του Καβάφη:
Τιμή σ’ εκείνους όπου
στη ζωή τους
όρισαν και φυλάγουν
Θερμοπύλες…