Αλλαγή πολιτικής απέναντι στην Τουρκία!

on .

Το πιο σοβαρό πρόβλημα που αντιμετωπίζει η χώρα μας την τελευταία τουλάχιστον πεντηκονταετία είναι η απειλή της Τουρκίας, απειλή που εκδηλώνεται σε βάρος της εδαφικής ακεραιότητας της πατρίδας μας και γενικότερα του ελληνισμού όχι μόνον με λόγια, αλλά κυρίως με πράξεις. Τα νέο-οθωμανικά οράματα για «σύνορα της καρδιάς» εκφράζονται με την, κατά παράβαση του διεθνούς δικαίου, εισβολή και κατάληψη εδαφών ανεξάρτητων κρατών, όπως της Κύπρου, της Συρίας και του Ιράκ, την καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των Κούρδων και τα εγκλήματα πολέμου που διαπράττει, τη στρατιωτική εμπλοκή της στη Λιβύη με αποστολή στρατιωτικού υλικού και μισθοφόρων φανατικών ισλαμιστών που στρατολογεί και εκπαιδεύει συστηματικά, την ανάμειξή της στη Σομαλία, την υποκίνηση του πολέμου του Αζερμπαϊτζάν κατά των Αρμενίων στο Ναγκόρνο Καραμπάχ, καθώς και τη βοήθεια που παρέσχε σε προσωπικό και στρατιωτικό υλικό.
Οι απειλές και οι διεκδικήσεις σε βάρος της Ελλάδας δεν έχουν τελειωμό. Με την πάροδο του χρόνου όχι μόνον προστίθενται συνεχώς και άλλες, αλλά γίνονται ακόμα οξύτερες και εντονώτερες, αφού συνοδεύονται με την προβολή στρατιωτικής ισχύος. Τέτοιες είναι η έμπρακτη αμφισβήτηση της κυριαρχίας μας στο Αιγαίο με τις αδιάλειπτες παραβιάσεις του εθνικού εναέριου χώρου, με την αποστολή ερευνητικών σκαφών με συνοδεία πολεμικών πλοίων στην ελληνική υφαλοκρηπίδα, με την παρεμπόδιση επέκτασης των χωρικών υδάτων στο Αιγαίο στα δώδεκα ναυτικά μίλια με την απειλή του casus belli, με τη διεκδίκηση της κυριαρχίας δεκάδων ελληνικών νησίδων και βραχονησίδων, με την οργανωμένη μακροπρόθεσμη πολιτική της δημογραφικής αλλοίωσης του πληθυσμού της χώρας μας με τη συστηματική αποστολή εκατοντάδων χιλιάδων ισλαμιστών δήθεν προσφύγων στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, και με την υπονόμευση της ελληνικής εθνικής κυριαρχίας στη Δυτική Θράκη και τελευταία με το δόγμα της «γαλάζιας πατρίδας», με το οποίο διεκδικεί την κυριαρχία στο μισό Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγεια κατά παράβαση του Διεθνούς Δικαίου.
Σε όλα αυτά να προσθέσουμε την εισβολή και κατοχή του 37% του εδάφους της Κύπρου, κράτους μέλους του ΟΗΕ και πλήρους μέλους της Ε.Ε., και την επιδίωξή της για πλήρη έλεγχο και σταδιακή ολοκληρωτική κατάληψή της. Μπροστά σε αυτούς τους εθνικούς κινδύνους η Ελληνική πολιτική ηγεσία, παρόλο που το πρόβλημα δημιουργήθηκε από το εθνικό κέντρο, πρώτα με το εγκληματικό πραξικόπημα της χούντας και, ύστερα, με την εγκατάλειψη της Κύπρου στο έλεος των Τούρκων εισβολέων το 1974, ακολουθεί μια πολιτική ασύγγνωστης ολιγωρίας μη αντιλαμβανόμενη τους σοβαρότατους κινδύνους για τα Ελληνικά εθνικά συμφέροντα σε ένα χώρο με τεράστια γεωπολιτική σημασία.
Και όχι μόνον αυτό, αλλά, αντί η πολιτική ηγεσία να συσπειρωθεί και να λάβει μέτρα για την αντιμετώπιση αυτής της σοβαρής απειλής με την ενίσχυση της αμυντικής ικανότητας της χώρας, την άμεση αντιμετώπιση του σοβαρότατου προβλήματος της υπογεννητικότητας και τη σφυρηλάτηση της ομοψυχίας και υψηλού εθνικού φρονήματος, αρέσκονται σε κοκορομαχίες για άλλα ήσσονος σημασίας θέματα που μερικές φορές μάλιστα δεν εμπίπτουν στις αρμοδιότητές της.
Σχετικά με την ασκούμενη τις τελευταίες δεκαετίες και την ακολουθητέα πολιτική, ο Θουκυδίδης, στο αθάνατο έργο του για τον Πελοποννησιακό πόλεμο, μπορεί να δώσει τις απαραίτητες συμβουλές και κατευθύνσεις σε όποιον θελήσει να εντρυφήσει στο έργο του. Ιδού, λοιπόν, κάποιες από αυτές:
Από τον λόγο των Κορινθίων προς τους Λακεδαιμονίους, συγκρίνοντας την πολιτική των δύο μεγάλων πόλεων, των Αθηνών και της Σπάρτης:
«Καταλήγετε [με την καλή πίστη που επιδεικνύετε] όχι στο να προκαταλαμβάνετε τα γεγονότα, αλλά να αντιδράτε στα ίδια τα γεγονότα. Χρειάζεται να αναφερθούμε στα εγκλήματά τους; Τους βλέπετε όλοι. Άλλους έχουν υποδουλώσει, άλλους τους επιβουλεύονται και περιμένουν να βρουν την κατάλληλη ευκαιρία και όλοι βλέπετε ότι έχουν προετοιμαστεί για τον πόλεμο…
Υπόλογος δεν είναι μόνον αυτός που υποδουλώνει τους άλλους, αλλά πολύ περισσότερο αυτός που παρόλο που έχει τη δύναμη, δεν δίνει σημασία και δεν προσπαθεί να τους σταματήσει. Ξέρουμε πια τη μέθοδο που ακολουθούν.
Προχωρούν βήμα - βήμα. Καταλαμβάνουν το ένα χωρίο μετά το άλλο, τη μια πόλη μετά την άλλη. Και εμείς τι κάνουμε; Αντί να αμυνθούμε, συζητάμε αν αδικούν. Αυτοί ενεργούν και εμείς διαβουλευόμαστε, αν αδικούν.
Η πολιτική εφησυχασμού και αναβλητικότητας που έχετε, δεν είναι η κατάλληλη να τους αντιμετωπίσετε. Θα πρέπει να ξέρετε, πόσο μεγάλη διαφορά υπάρχει μεταξύ σας. Αυτοί ασκούν μια επιθετική πολιτική, είναι γρήγοροι στο να λαμβάνουν αποφάσεις και να τις πραγματοποιούν. Εσείς, αντίθετα, σκέφτεστε, πώς θα διατηρήσετε αυτά που έχετε, είστε βραδείς στο να αντιληφθείτε τις καταστάσεις και να πάρετε αποφάσεις και πολύ βραδύτεροι στο να τις εκτελέσετε.
Ενώ αυτοί είναι άοκνοι και ενεργητικοί, εσείς συνέχεια αναβάλλετε. Αυτοί εκστρατεύουν έξω από τη χώρα τους, εσείς φοβάστε να βγείτε από τη χώρα σας. Όταν νικούν τους εχθρούς τους, συνεχίζουν με μεγαλύτερη επιθετικότητα, αν ηττηθούν, δεν χάνουν το κουράγιο τους.
Αντί να τους κτυπήσετε στην αρχή της δύναμής τους, με την αναβλητικότητά σας θα τους αντιμετωπίσετε, όταν θα έχουν πολλαπλάσιες από την αρχή δυνάμεις».
Από τον περίφημο διάλογο των Μηλίων και Αθηναίων:
Ένας φυσικός νόμος που ισχύει πάντοτε, υπήρχε, υπάρχει και θα υπάρχει, σύμφωνος με την ανθρώπινη φύση, είναι ο πιο αδύναμος να εξουσιάζεται από τον πιο ισχυρό. Επομένως, είναι απαραίτητο, αν θέλει μια χώρα να διατηρήσει την ελευθερία της, να έχει ισόρροπες δυνάμεις με τη χώρα που την απειλεί ή με την οποία διαπραγματεύεται. Και, όπως κυνικά λένε οι Αθηναίοι στους Μηλίους, «αυτό που γνωρίζετε καλά και εσείς και εμείς, είναι ότι, για να αποφασισθεί ποιος έχει δίκαιο με την ανθρώπινη λογική, θα πρέπει οι αντίπαλοι να έχουν ισόρροπες δυνάμεις. Διαφορετικά όσοι έχουν υπέρτερες δυνάμεις πράττουν αυτό που θέλουν και όσοι είναι πιο αδύναμοι υποχωρούν και τα αποδέχονται».
Το ότι η κυβέρνηση π.χ. ικετεύει σχεδόν εν μέσω απειλών την Τουρκία να προσέλθει στις διερευνητικές, δεν είναι μόνον εθνικά αναξιοπρεπές, αλλά και σαφής ένδειξη στον αντίπαλο ότι βρίσκεται σε αδυναμία και μειονεκτική θέση.
Μιλά ο Περικλής: «Οι μυαλωμένοι άνθρωποι, όταν δεν αδικούνται, θέλουν ειρήνη, όταν όμως αδικούνται, προτιμούν τον πόλεμο από την ειρήνη. Και αφού με τον πόλεμο επανορθώσουν την αδικία και τη βλάβη που υπέστησαν, επιδιώκουν και πάλι την ειρήνη. Με τις τυχόν επιτυχίες στον πόλεμο δεν πρέπει να επαίρονται, επειδή η υπερβολική αυτοπεποίθηση μπορεί να οδηγήσει σε συμφορές. Δεν πρέπει να ανέχονται να αδικούνται, επειδή στην ειρήνη ζουν με ηδονές. Αν αδικούνται και το ανέχονται και αν δεν αποφασίσουν να πολεμήσουν, για να μην χάσουν τις ηδονές, θα χάσουν και την ειρήνη και τις ηδονές».
Παρόλο που τους έχουμε προτείνει να λύσουμε τις διαφορές μας με προσφυγή σε δικαστήριο και να κρατήσουμε και εμείς και αυτοί εν τω μεταξύ όσα έχουμε στην κατοχή μας, ούτε αυτοί ζήτησαν αυτό ούτε δέχτηκαν αυτό που τους προτείναμε εμείς. Είναι, επομένως, φανερό ότι προτιμούν να λύσουν τις διαφορές μας με πόλεμο μάλλον παρά με διαπραγματεύσεις, και ήδη δεν ζητούν οτιδήποτε άλλο, αλλά μας δίνουν ήδη διαταγές.
Και ως απάντηση σε όσους προτάσσουν το ψευτο-επιχείρημα, Θα κάνουμε πόλεμο για μια βραχονησίδα;
«Κανένας από σας να μη νομίσει ότι θα κάνουμε πόλεμο για κάτι ασήμαντο, αν δεν καταργήσουμε το Μεγαρικο ψήφισμα, κάτι που προπαντός προβάλλουν ως επιχείρημα λέγοντας ότι, αν καταργηθεί, δεν θα γίνει πόλεμος. Και ούτε να ρίχνετε στον εαυτόν σας το φταίξιμο ότι δήθεν για κάτι ασήμαντο θα πολεμήσετε. Με αυτό το μικρό και ασήμαντο δοκιμάζουν την αποφασιστικότητά σας. Αν υποχωρήσετε σε αυτούς, αμέσως θα απαιτήσουν προστακτικά άλλο ακόμα πιο σημαντικό, επειδή θα θεωρήσουν ότι υποχωρήσατε από φόβο. Το να υποκύψετε και να δεχτείτε αυτά που σας προστάζουν παρά το συμφέρον σας, είναι η αρχή της υποδούλωσής σας.
Επειδή το να υποκύψει κάποιος σε μια επιτακτική απαίτηση κάποιου άλλου που δεν είναι ισχυρότερός του, είτε σημαντική είναι αυτή είτε ασήμαντη, έχει την ίδια σημασία, δηλαδή την υποδούλωση.
Αν έχει δυο επιλογές, ή να υποχωρήσει αμέσως στις αξιώσεις των άλλων και να υποταγεί σε αυτούς ή να αναλάβει τον κίνδυνο της σωτηρίας και της νίκης, ποιος είναι περισσότερο αξιοκατάκριτος; Δεν είναι αυτός που απέφυγε να αναλάβει τον κίνδυνο;»
Θα θέλαμε να καταλήξουμε με ένα χωρίο από τον υποθετικό επιτάφιο του Σωκράτη, στον οποίον μιλούν οι πεσόντες στα παιδιά τους:
«Να ξέρετε ότι για έναν άνδρα που νομίζει ότι είναι σπουδαίος, δεν υπάρχει τίποτα πιο ντροπιαστικό από το να θέλει να τιμάται όχι για τις πράξεις του ιδίου, αλλά για τις ένδοξες πράξεις των προγόνων του. Οι τιμές και η δόξα των προγόνων είναι στ’ αλήθεια ωραίος θησαυρός και μεγαλοπρεπής. Το να χρησιμοποιείτε και τα χρήματα και τις τιμές αυτού του θησαυρού και το να μην τα παραδίδετε στους απογόνους σας, είναι αισχρό και άνανδρο, αν δεν έχετε δικά σας κτήματα και δικές σας δόξες».
ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΑΤΣΟΥΡΗΣ