Αθηναϊκές εφημερίδες του 1913 με περιγραφές για την απελευθέρωση…

on .

Με γλαφυρό τρόπο περιγράφουν οι ημερήσιες Αθηναϊκές εφημερίδες του 1913 την απελευθέρωση των Ιωαννίνων, γεγονός με μεγάλη ιστορική σημασία, που είχε ιδιαίτερο αντίκτυπο τόσο στη χώρα μας όσο και εκτός αυτής.

Τα ρεπορτάζ τους από τις πρώτες ώρες της απελευθέρωσης είναι συγκλονιστικά, όπως και η συνέντευξη που δίνει ο αιχμάλωτος πλέον διοικητής των Ιωαννίνων, ο περίφημος Εσάτ Πασάς. Αξίζει λοιπόν να τα μελετήσουμε, ως πρωτόλειες μαρτυρίες, με αφορμή την 108η επέτειο από τα «Ελευθέρια» της πρωτεύουσας της Ηπείρου.

Η «Πατρίς»
«Η οδός Σταδίου περί την μεσημβρίαν είχε καταστή αδιάβατος. Κύματα κόσμου φρενιτιώτος ανεβοκατέβαινον ανά πάσαν στιγμήν από

την Ομόνοιαν προς το Σύνταγμα, ενώ άλλαι ατελείωτοι και πολυθόρυβοι σειραί έφθαναν από τας παρόδους διψώσαι να μάθουν λεπτομερίας διά την άλωσιν του Μπιζανίου και να αναμιχθούν με τους πανηγυρίζοντας. Αίφνης όλοι οι διαβάται περί την 10ην ώραν στρέφονται προς την πλατείαν του Συντάγματος. Μέσα εις την πλατείαν μία ομάς Ευζώνων σύρει τον αρβανίτικον. Ο κόσμος τους περικυκλώνει και τους παρακολουθεί καθώς χορεύουν εκσπών από στιγμής εις στιγμήν εις φρενιτιώδη χειροκροτήματα και ζητοκραυγές. Τοιαύτην όψιν και τοιούτον πανηγυρισμόν παρουσιάζει ολόκληρος η Ελλάς (διά την απελευθέρωσιν των Ιωαννίνων).
**
Ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Σπυρίδων Λάμπρος (Ηπειρώτης), σε λόγο του πανηγυρικό στον «Παρνασσό», περιγράφει ο ίδιος τις στιγμές μόλις ανηγγέλθη η απελευθέρωσις της πόλεως (Ιωαννίνων) εις Αθήνας «εν μέσω της φρενίτιδος του ενθουσιασμού του καταλαβόντος τα πλήθη επί τη αλώσει των Ιωαννίνων οι πανηγυρισταί της νίκης, διατρέχοντες την οδόν Σταδίου έξαλλοι, έκφρονες, ακράτητοι, μετέδιδον τα ευφρόσυνα επινίκια και εις αυτόν τον ψυχρόν ανδριάντα του Κολοκοτρώνη φανταζόμενοι ότι θα ίδωσιν οιονεί συμμέτοχον της πανελληνίου χαράς ορχούμενον επί του χαλκού του ίππου τον τουρκομάχον Γέρον του Μοριά».

Η «Ακρόπολις»
«Η ελληνική ψυχή εδοκίμασε χθες υπέρμετρον χαράν. Ο πολύνεκρος ηπειρωτικός αγών έφθασεν εις το τέρμα του προσθέσας νέαν δόξαν και νέαν αίγλην εις το ελληνικόν όνομα στολίσας με νέας, αμαράντους δάφνας τα ελληνικά όπλα. Ο ιερός μας πόλεμος έληξε, η απελευθέρωσις των αδελφών μας συνετελέσθη. Ποίον γεγονός λοιπόν και ποία είδησις θα ηδύνατο να μας χαραροποιήση περισσότερον, γλυκύτερον, πλατύτερον, υψηλότερον, ψυχικώτερον; Ποία άλλη είδησις θα ηδύνατο να μας αποσπάση βαθύτερον στεναγμόν ανακουφίσεως και θερμότερα δάκρυα χαράς; Ή ποία θα ηδύνατο να εντείνη περισσότερον το τόξον της εθνικής υπερηφανείας ούτως ώστε το βέλος του συρίζον από ενθουσιασμόν να εγγίση τον ουρανόν όπως χθες; Καμμία. Και είναι απερίγραπτος ο τρόπος κατά τον οποίον εωρτάσθη το ιστορικόν γεγονός, η ζωηρότης με την οποίαν επανηγυρίσθη, η φρενίτις, η οποία το αντελάλησεν από τας Αθήνας».
Παράλληλα ο απεσταλμένος της εφημερίδας «Πατρίς» έστειλε την πρώτη ανταπόκριση μετά την πτώση του Μπιζανίου και την άνευ όρων παράδοση των Τούρκων.

Ιωάννινα 22 Φεβρουαρίου 1913
«Από της εσπέρας της χθες ευρίσκομαι εις τα Ιωάννινα και ακόμη δεν ημπορώ να συγκεντρώσω τας σκέψεις μου διά να σας γράψω. Ακόμη διατελώ υπό την κατάπληξιν του μεγάλου γεγονότος, την οποίαν εντείνει ο συναγερμός, η αλλοφροσύνη, ο αφάνταστος ενθουσιασμός, ο οποίος κυριαρχεί εις την ελευθερωθείσαν πόλιν.
Από το Εμίν Αγά όπου, ως γνωστόν, ήτο το Στρατηγείον του Διαδόχου εξεκίνησα μετ’ άλλων συναδέλφων περί την μεσημβρίαν της χθες. Το Στρατηγείον διέθεσεν διά τους αντιπροσώπους του Τύπου μίαν άμαξαν. Περνούμε την Κανέταν όπου είναι τοποθετημένα τα βαρέα πυροβόλα εις τα οποία κατά μέρος οφείλεται η σημερινή νίκη. Κατάκεινται πλέον αδρανή αλλά στεφανωμένα με δάφνας. Την δάφνην της νίκης την οποίαν οι στρατιώται έκοψαν και έφεραν εις το αντικρύ Μπιζάνι. Το θέαμα με συνεκίνησε, εδάκρυσα, το δάκρυ το οποίον προκαλεί ο ενθουσιασμός.
Κάμπτομεν την οδόν και ευρισκόμεθα προ του Μπιζανίου. Το υπερίφανο Μπιζάνι, το οποίον εδάμασαν τα παλληκάρια μας. Εις τον δρόμον μας δεξιά και αριστερά συναντώμεν στρατεύματα συνοδεύοντα αιχμαλώτους. Ο κ. Καλάρης μας χαιρετά με χαράν. Ο ενθουσιασμός του ήτο ζωγραφισμένος εις το πρόσωπόν του. Το γεγονός της νίκης τον έκαμε να λησμονήση το δενόν πλήγμα του θανάτου του υιού του. Έπεσε πολεμώντας…

Τουρκικά πτώματα
Ολονέν προχωρούμεν εις τον ατελείωτον δρόμον των Ιωαννίνων, ο οποίος τας τελευταίας ημέρας ερρανίσθη με άφθονον αίμα. Δεξιά – αριστερά μέσα εις τον δρόμον ακόμη συναντώμεν πτώματα τουρκικά. Εις μίαν παρόδιον τάφρον είναι συσσωρευμένα 10 πτώματα, άλλα ξαπλωμένα ανάσκελα, άλλα πρηνή, άλλα κουβαριασμένα πλέοντα εις το αίμα των.
Ένας στρατιώτης, πιθανόν Αλβανός έδιδε τον τελευταίον σφαδασμόν. Όλοι αυτοί εσαρώθησαν κατά την νυκτερινήν καταδίωξιν υπό του ημετέρου στρατού του παρελαύνοντος ραγδαίως εκ του αριστερού.
Εις το τρίτον χιλιόμετρον προ της πόλεως των Ιωαννίνων συναντώμεν την δευτέραν αμυντικήν γραμμήν. Εκεί επί των υψωμάτων του Αγ. Ιωάννου δεξιά και αριστερά είχον κατασκευασθή πρόχειρα χαρακώματα Πεζικού και Πυροβολικού διά να χρησιμοποιήσουν ταύτα ως δευτέραν γραμμήν εν περιπτώσει υποχωρήσεως. Ο πανικός, όμως, ήτο τοιούτος και η προέλασις και το πυρ των ημετέρων τόσον σφοδρόν, ώστε δεν ηδυνήθησαν να χρησιμοποιήσωσι τα οχυρώματα ταύτα. Προ αυτών είχε το Στρατηγείον του ο Εσάτ Πασάς. Ήδη εις τον τόπον εκείνον διακρίνονται σκηναί, έπιπλα, όπλα, ρούχα διάφορα σκορπισμένα φύρδην μίγδην, πτώματα ζώων και στρατιωτών Τούρκων.
«Καλώς μας Ήλθατε…»
Προχωρούμεν και εις ολίγα λεπτά ευρισκόμεθα εις την είσοδον της πόλεως. Ξεδιπλώνω μίαν Ελληνικήν Σημαίαν, την οποίαν έφερα μαζί μου. Επί τη θέα της Σημαίας οι πρώτοι Ιωαννίται, τους οποίους συνήντησα, εξέσπασαν εις ουρανομήκεις ζητωκραυγάς και επευφημίας. Η άμαξά μου διέρχεται τας κεντρικωτέρας οδούς της πόλεως και σταθμεύει προ του Διοικητηρίου. Καθ’ όλον αυτό το διάστημα ο κόσμος ξετρελαμένος από τον ενθουσιασμό του, έναν ενθουσιασμόν που πρώτην φοράν συνήντησα εις την ζωήν μου, χειροκροτεί, ζητωκραυγάζει, χαιρετά την Σημαίαν μας με τας αδολοτέρας πατριωτικάς εκδηλώσεις. Καλώς μας ήλθατε, Ζήτω. Ομολογώ ότι αι εκδηλώσεις αυταί του λαού των Ιωαννίνων με συνεκίνησαν βαθύτατα…
Όλα τα σπίτια, όλα τα καταστήματα, όλοι οι δρόμοι έχουν στολισθή με Ελληνικάς Σημαίας. Πανταχού κυριαρχούν τα εθνικά χρώματα. Αι γυναίκες μας, τα κορίτσια μας, μου λέει ένας ενθουσιώδης Ιωαννίτης, από καιρού προητοίμαζον τα της σημερινής υποδοχής. Κατά το χρονικόν διάστημα που εχτύπα το κανόνι γύρω μας, αυταί προσηύχοντο διά την νίκην των ελληνικών όπλων, αλλά και συγχρόνως κλεισμέναι εις τα δωμάτιά των έφκιαναν Σημαίες!..
Την ώραν κατά την οποίαν κατερχόμεθα της αμάξης μας, η πλατεία Διοικητηρίου (όπου σήμερα το Δημαρχείο) είναι γεμάτη κόσμο. Εδώ άλλο πανδαιμόνιον. Κάτω όλη η έκτασις είναι γεμάτη φέσια, όπως και όλοι οι δρόμοι των Ιωαννίνων. Κανείς πλέον δεν φορεί φέσι (όπως τους υποχρέωναν) και, επειδή τα καταστήματα δεν είχαν άλλα αρκετά καλύμματα, οι περισσότεροι γύριζαν στους δρόμους ακάλυπτοι. Κανείς όμως, κανείς, δεν θέλει να φέρη στην κεφαλήν του το μυσαρόν έμβλημα της τυραννίας. Μόνον ελάχιστοι Τούρκοι θεώνται στους δρόμους φεσοφορούντες…
Τα μπαλκόνια, τα παράθυρα, οι ταράτσες, όλα είναι γεμάτα από κυρίας και δεσποινίδας αι οποίαι αμιλλώνται με τον λαόν που εκδηλώνει εις τους δρόμους και τα αισθήματα και τον ενθουσιασμόν του. Γριούλες που έζησαν μακράν σειράν ετών δουλείας, έκλαιον και εσταυροκοπούντο διά το μεγάλο θαύμα. Γέροντες διελθόντες ζωήν ολόκληρον μαρτυρίων και συγκινήσεων έκυπτον και ησπάζοντο τα πέταλα των αλόγων του ιππικού που πρώτον εισήλθεν εις την πόλιν υπό τον κ. Σούτσον. Κόραι, αι ωραίαι κόραι των Ιωαννίνων, αι οποίαι έκρυπτον την καλλονήν των, τρέμουσαι προ της θέας των Οθωμανών τεράτων, έρραινον με άνθη και μύρα τον διερχόμενον Στρατόν μας.

Η είσοδος των πρώτων Ελληνικών Αρχών
Ο κ. Σούτσος μετά του ιππικού του εισήλθεν την 10ην π.μ. αμέσως δε εγκατεστάθη εις το Στρατιωτικόν Διοικητήριον (σημ. 8η Μεραρχία), προσλαβών, ως υπασπιστήν του τον Υπίλαρχον κ. Μελάν. Ολίγον κατόπιν εισήλθεν εις την πόλιν ο πρώην Γενικός Πρόξενος κ. Φορέστης μετά του ανωτέρου Στρατονόμου Τρουμπάκη, ο οποίος έδωσε αμέσως τας δέουσας διαταγάς διά την φρούρησιν της πόλεως.
Οι κ.κ. Φορέστης και Τρουπάκης αμέσως διένειμαν προκηρύξεις του Αρχιστρατήγου, διά των οποίων εδηλούτο, ότι οι πολίται, ανεξαρτήτως φυλής και θρησκεύματος, θα τύχουν ευνομίας και ισοπολιτείας. Δι’ ετέρας διαταγής του ο κ. Τρουπάκης καθίστα γνωστόν ότι τα καταστήματα να κλείνουν την 9 μ.μ. ακριβώς.
Την νύκτα διετέθησαν ισχυρότατοι περίπολοι εξ εφίππων και πεζών οι οποίοι μετά ζηλευτής δραστηριότητος κατώρθωσαν να εξασφαλίσουν την τάξιν και την ασφάλειαν της πόλεως… Ο άλλος στρατός μας ησχολήθη εις την φρούρησιν των αιχμαλώτων, οι οποίοι παρεδίδοντο κατά τμήματα χθες την νύκτα εις Μπιζάνι, Κατσικά και άλλα σημεία.
Συνέντευξις με τον
αιχμάλωτον Εσάτ Πασάν
Εις τα Ιωάννινα παρεδόθησαν οι περισσότεροι των αξιωματικών του τουρκικού στρατού ανερχόμενοι εις 200 περίπου. Μεταξύ αυτών ήσαν και ο Αρχιστράτηγος Εσάτ Πασάς, ο αδελφός του Αντισυνταγματάρχης του Μηχανικού Βεχήπ Βέης, κλπ. Πάντες ούτοι κρατούνται εντός αιθούσης του απεράντου Διοικητηρίου φυλασσόμενοι υπό φρουράς. Χθες, όμως, το απόγευμα ο Εσάτ και ο αδελφός του Βεχήπ μετεφέρθησαν, τη αιτήσει των, εις την οικίαν των κειμένην εντός του φρουρίου της πόλεως.
Εκεί εις ένα παλαιόν, αλλά αρχοντικόν παμμέγιστον οικοδόμημα είδον σήμερον την πρωίαν τον στρατάρχην Εσάτ Πασάν. Του απέστειλα το επισκεπτήριον με έναν από τους πολυαρίθμους Τούρκους υπηρέτας του οι οποίοι ήσαν εις την αυλήν.
- Με συγχωρείτε, μου λέγει εις ωραίαν Ελληνικήν (ήταν απόφοιτος της Ζωσιμαίας Σχολής), διότι δεν ημπορώ να σας δεχθώ εις το σπίτι μου. Είμαι άνω – κάτω ακόμη. Είσθε δημοσιογράφος; Χαίρω πολύ. Ενδιαφέρεσθε πιθανώς να μάθητε τα της εκστρατείας και η πτώσις των Ιωαννίνων είναι σημαντικώτατον γεγονός. – Ο κόσμος ενδιαφέρεται, πασά μου, να μάθη τα της εκστρατείας και τας σκέψεις σας επ’ αυτής.
- Εγώ, απεκρίθη, έκανα το καθήκον μου και έχω την συνείδησίν μου ήσυχον ότι υπηρέτησα πιστώς τον Αυτοκράτορα και την Κυβέρνησίν μου. Περισσότερα από όσα έκαμα δεν θα ηδυνάμην να κάμω. Εις τα τελευταία ο στρατός μου εστερείτο των πάντων, διότι ήτο αδύνατος η τροφοδοσία και η αναχωρηγία των πυρομαχικών. Προ τοιαύτης καταστάσεως επήλθε η προχθεσινή επίθεσις. Ηττηθέντες εις το αριστερόν μας, όπου δεν ελπίζομεν να έχωμεν την σφοδροτέραν επίθεσιν, ηναγκάσθημεν να παραδοθώμεν. Ομολογώ, όμως, ότι ο Διάδοχος έδειξε μεγάλην στρατηγικήν ικανότητα. Τον γνωρίζω καλά. Έχει πολλά στρατηγικά προσόντα. Είμεθα συμμαθηταί εις την Γερμανίαν και από τότε εδείκνυε έκτακτα προτερήματα. –Εν τω μεταξύ ο Εσάτ ειδοποιείται ότι θα τον επισκευθή ο Σούτσος. Παύομεν την συνδιάλεξίν μας και ο Πασάς αποχαιρετών με μου λέγει: Ελπίζω να σας ξαναδώ. Τότε θα είπωμεν πολλά.

Η άφιξις του Αρχιστρατήγου
Σήμερον την πρωίαν η πόλις εξύπνησεν από τον εκκοφαντικόν κρότον των όπλων. Οι Ιωαννίται προς εκδήλωσιν της χαράς των εξέθαψαν τα όπλα τους λέγοντες Χριστός Ανέστη. Αληθώς Ανέστη ο Κύριος. Αυτός είναι γενικός χαιρετισμός των. Είδον οι δυστυχείς την αληθή Ανάστασιν, αληθή ελευθερίαν, την οποίαν τόσας γενεάς ονειροπόλησαν. Είδον αναβλαστάνον το δένδρον της ελευθερίας, το οποίον τόσας γενεάς επότισαν διά του τιμίου των αίματος και έδραξαν τα όπλα πυροβολούντες προς εκδήλωσιν της χαράς των.
Έρχεται ο Διάδοχος: Είναι το σύνθημα το οποίον εσήκωσε εις το πόδι ολόκληρον την πόλιν. Άνδρες, γυναίκες, παιδιά, γέροντες, όλοι γενικώς ευρίσκονται εις κίνησιν. Μόλις βγαίνω από το σπίτι που εύρον φιλοξενίαν, την οποίαν ποτέ δεν θα λησμονήσω, συναντώ τους μαθητάς του Ορφανοτροφείου Γεωργίου Σταύρου ψάλλοντας θούρια εις τους δρόμους. «Εμπρός ραγιάδες σηκωθήτε, την ελευθερία χαρείτε…».
Ο κόσμος ξεχύνεται εις τους κεντρικώτερους δρόμους, οπόθεν μέλλει να διέλθει ο Στρατηλάτης. Από της 11ης ώρας ο κόσμος καταλαμβάνει ασφυκτικώς τας οδούς της πόλεως οπόθεν θα διέλθη. Εις την πλατείαν και την είσοδον της πόλεως στήνονται αψίδες. Εις την Πλατείαν εσχημάτισεν εν τετράγωνον το Σύνταγμα Ιππικού υπό τους κ.κ. Μαυρομιχάλη και Ε. Ζυμβρακάκην. Γύρω εις τους εξώστας του Στρατιωτικού και του Πολιτικού Διοικητηρίου είχον καταλάβει πλήθη γυναικών, αι οποίαι με Ελληνικάς Σημαίας εις τας χείρας, ανέμενον να ζητωκραυγάσουν τον Διάδοχον.
Από τα παράθυρα του Διοικητηρίου παρακολουθούν την κίνησιν οι αιχμάλωτοι Τούρκοι αξιωματικοί. Ολίγον μετά την 11ην ήρξαντο συρρέοντες οι επίσημοι εις την έξοδον της πόλεως. Εκεί κατέφθασε πρώτος ο Μητροπολίτης Γερβάσιος, κατόπιν ο Τούρκος Δήμαρχος Γιαγιά Μπέης, ο Αρχιραβίνος, οι πρόξενοι Ρωσίας, Αυστρίας, Ιταλίας, Αγγλίας και Ρουμανίας, εν στολή, κλπ. Όταν έφθασε ο Διάδοχος, έγιναν οι σχετικές προσφωνήσεις και ανεχώρησαν διά την πόλιν. Μόλις έφθασαν στην πλατεία δεν περιγράφεται τι έγινε «Καπέλλα επετώντο εις τον αέρα, μανδήλια, σημαίαι εσείοντο, χειροκροτήματα ζωηρά και ζητωκραυγαί ουρανομήκεις απετέλουν όλα μίαν αποθέωσιν πραγματικήν.
Στη συνέχεια η πομπή προχώρησε στη Μητρόπολη, όπου εψάλει επίσημη δοξολογία. Στο τέλος ο Μητροπολίτης Γερβάσιος προσφώνησε τον Διάδοχον. Ανάμεσα στα άλλα είπε «…Και τώρα Χριστιανοί μου, ημείς οι τέως εν χώρα και σκιά θανάτου μαθήμενοι, βλέπομεν φως μέγα, βλέπομεν συντετριμένας τας επαράτους ολύσεις της δουλείας… Επί σειράν αιώνων, Υψηλότατε, οι πατέρες ημών και ημείς Έλληνες όντες, τυράννοις εδουλεύομεν. Ελοιδορούμεθα, εκολαφιζόμεθα, εμαστιγούμεθα, εβασανιζόμεθα και τι δεν επάσχομεν… Νομίζομεν ότι σήμερον εγεννήθημεν, σήμερον εξεπηδήσαμεν εκ της κοιλίας των μητέρων μας…».